policy

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
policy policies

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

policy (en)

  • (μετρήσιμο κかっぱαあるふぁιいおた μみゅーηいーた μετρήσιμο) ηいーた πολιτική, συγκεκριμένος τρόπος δράσης, αντιμετώπισης προβλημάτων
    In his farewell speech, he defended his choices and his policies.
    Σしぐまτたうοおみくろんνにゅー αποχαιρετιστήριο λόγο τたうοおみくろんυうぷしろん υπεραμύνθηκε τたうωおめがνにゅー επιλογών τたうοおみくろんυうぷしろん κかっぱαあるふぁιいおた της πολιτικής τたうοおみくろんυうぷしろん.