portas

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

portas (eo)

  • ενεστώτας τたうοおみくろんυうぷしろん ρήματος porti



Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

portas (pt) θηλυκό