portas
Μετάβαση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]portas (eo)
- ενεστώτας
τ ο υ ρήματος porti
Πορτογαλικά (pt)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]portas (pt) θηλυκό
portas (eo)
portas (pt) θηλυκό