prize

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
prize prizes

prize (en)

  • τたうοおみくろん βραβείο
    Nobel prize - βραβείο Νόμπελ
ενεστώτας prize
γ΄ ενικό ενεστώτα prizes
αόριστος prized
παθητική μετοχή prized
ενεργητική μετοχή prizing

prize (en)

  • εκτιμώ
    I highly prize your friendship.
    Εκτιμώ παρά πολύ τたうηいーた φιλιά σας.
     συνώνυμα: → δείτε τたうηいーた λέξη respect
  • Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σしぐまεいぷしろんλらむだ. 274-275. ISBN 9780194325684. , λήμμα: εκτιμώ