repo

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
repo < repository

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔでるたΦふぁいΑあるふぁ : /ˈɹiːpoʊ/

Συντομομορφή

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
repo repos

repo (en)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

repo (fi)

Συνώνυμα

[επεξεργασία]