scale

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
scale scales

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

scale (en)

  1. ηいーた διαβάθμιση
    on a scale of 1 to 10: σしぐまεいぷしろん διαβάθμιση από 1 έως 10
  2. ηいーた κλίμακα
    on an enormous scale: σしぐまεいぷしろん τεράστια κλίμακα
  3. ηいーた ζυγαριά
  4. τたうοおみくろん λέπι
  5. (μουσική) ηいーた μουσική κλίμακα, σκάλα

Παράγωγα

[επεξεργασία]



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

scale (it)

  1. ηいーた διαβάθμιση
  2. ηいーた κλίμακα
  3. ηいーた σκάλα