seigneurie
Μετάβαση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- seigneurie < seigneur
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
seigneurie | seigneuries |
seigneurie (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
seigneurie | seigneuries |
seigneurie (fr) θηλυκό