spirito
Μετάβαση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | spirito | spiritoj |
αιτιατική | spiriton | spiritojn |
spirito (eo)
τ ο πνεύμα
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]spirito (it)
τ ο πνεύμα