tarde
Μετάβαση
Ισπανικά (es)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]tarde (es)
τ ο απόγευμα
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]Επίρρημα
[επεξεργασία]tarde (la)
Πορτογαλικά (pt)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
tarde | tardes |
tarde (pt) θηλυκό