tonique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔでるたΦふぁいΑあるふぁ : /tɔ.nik/

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
tonique toniques

tonique (fr) αρσενικό ή θηλυκό