ΟΜαξίμ Βεϋγκάν (Maxime Weygand, 21 Ιανουαρίου1867 - 28 Ιανουαρίου1965) ήταν Γάλλος στρατηγός και στρατιωτικός ηγέτης κατά τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους. Ανκαιδεν έχει παραμείνει στη μνήμη των Γάλλων μετο ίδιο όνειδος του Στρατάρχη Φιλίπ Πεταίν, ωστόσο έχει καταγραφεί στην Ιστορία ως ο ηγέτης του Γαλλικού Στρατού, που αρχικά πολέμησε εναντίον τωνΓερμανώνστονΒ΄ Παγκόσμιο Πόλεμοκαι, ύστερα από την παράδοση της Γαλλίας, το1940, συνεργάστηκε με τους κατακτητές της συμμετέχοντας στο καθεστώς της Κυβέρνησης του Βισύ.
Ο Βεϋγκάν γεννήθηκε στις Βρυξέλλες (Βέλγιο) στις 21 Ιανουαρίου1867. Δεν είναι σαφή τα στοιχεία περί της καταγωγής του. Κάποιες πηγές αναφέρουν ότι ήταν νόθος γιος μιας Πολωνής[12], αλλού αναφέρεται ότι ίσως ήταν νόθος γιος της αυτοκράτειρας τουΜεξικού Καρλότας μετον συνταγματάρχη Φανντερ Σμίσσεν (Van der Smissen)[13] ή του αδελφού της, Βασιλιά του Βελγίου, Λεοπόλδου Β΄[14]καιο ίδιος ούτε επιβεβαίωνε ούτε διέψευδε αυτές τις φήμες.[15] Συχνά αναφέρεται ότι οι γονείς του ήταν άγνωστοι. Το περιοδικό "Time" αναφέρει ότι μητέρα του ήταν μια Γερμανίδα από την περιοχή του Σάαρ.[16]
Την ανατροφή και μόρφωσή του ανέλαβε η οικογένεια Κοέν ντε Λεόν (Cohen de Léon), εβραϊκής καταγωγής, στηΜασσαλία, κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες. Ο ίδιος στα απομνημονεύματά τουδεν γράφει παρά ελάχιστα γιατην περίοδο αυτή της ζωής του, αναφέροντας μόνο μια γκουβερνάντα και έναν ιερέα του κολεγίου στο οποίο φοιτούσε. Από εκεί μάλλον προέρχεται ο ισχυρός καθολικισμός του. Άγνωστα, όμως, παραμένουν τα αίτια του έντονου αντισημιτισμού, από τον οποίο κυριαρχείτο καιπου εκδηλώθηκε ιδιαίτερα κατά την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η σταδιοδρομία τουστον Στρατό ξεκινά μετην είσοδό τουστην προπαρασκευαστική τάξη της Στρατιωτικής Ακαδημίας τουΣαινΣυρ ( Saint-Cyr) στοΠαρίσι. Στην τάξη αυτή εγγράφηκε ως αλλοδαπός (Βέλγος) εύελπις, μετο όνομα Μαξίμ ντε Νιμάλ (Maxime de Nimal)[17]. Αποφοίτησε από τηνΑκαδημία τουΣαινΣυρτο 1887 και τοποθετήθηκε σε ένα σύνταγμα ιππικού. Την τοποθέτησή του ακολούθησε η επίσημη αναγνώρισή του ως γιου ενός υπαλλήλου του Κοέν ντε Λεόν, του Φρανσουά Ζοζέφ Βεϋγκάν (François-Joseph Weygand) (18 Οκτωβρίου 1888). Η αναγνώριση αυτή του έδωσε το επώνυμό τουκαι, μαζί, την γαλλική υπηκοότητα.
Στις 12 Νοεμβρίου 1900 και ενώ υπηρετεί στο 9ο Σύνταγμα Δραγόνων στο Βιτρύ, ο Βεϋγκάν νυμφεύεται την Μαρί ντε Φορσάνζ (Marie-Renée-Joséphine de Forsanz), ηλικίας τότε 24 ετών, θυγατέρα του Διοικητή του Συντάγματός του. Το ζεύγος απέκτησε δύο γιους, τον Εντουάρ (Édouard, 1901), ο οποίος ασχολήθηκε μετη βιομηχανία, καιτονΖακ (Jacques, 1905), ο οποίος έγινε επίσης στρατιωτικός.
Ο Βεϋγκάν υπηρέτησε σε διάφορες μονάδες ιππικού και, το1912, έχοντας το βαθμό του αντισυνταγματάρχη, έγινε εκπαιδευτής στη Στρατιωτική Σχολή École d'application de l' arme blindée et cavalerie (Σχολή εφαρμογής τεθωρακισμένων και ιππικού) στοΣωμύρ της δυτικής Γαλλίας. Το1913 αναγορεύθηκε σε Ιππότη της Λεγεώνος της Τιμής, οπότε καιτον πρόσεξε ο Στρατηγός Ζοζέφ Ζοφρ (Joseph Joffre).
Μετην έναρξη τουΑ΄ Παγκοσμίου Πολέμουο Βεϋγκάν υπηρέτησε στο 5ο Σύνταγμα Ουσσάρων ως υποδιοικητής, μετο οποίο έλαβε μέρος στημάχη της Λωρραίνης (Bataille de Lorraine). Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα προάχθηκε σε συνταγματάρχη και, στις 28 Αυγούστου1914 τοποθετήθηκε στο Επιτελείο του Στρατηγού Φερντινάν Φος (Ferdinand Foch). Το1916 προάχθηκε σε ταξίαρχο και, το1918σε Υποστράτηγο, ενώ ήδη από το1917 ήταν μέλος του Ανωτάτου Πολεμικού Συμβουλίου και συμμετείχε, μαζί μετον Φος, στηΔιάσκεψη του Ραπάλλο (Rapallo) (6 - 7 Νοεμβρίου 1917). Όταν ο Φος έγινε Ανώτατος Διοικητής των Συμμαχικών δυνάμεων, ο Βεϋγκάν παρέμεινε στο Επιτελείο του. Το1918 συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις της ανακωχής και, όταν υπογράφηκε η συνθήκη της Κομπιένης, στο "βαγόνι της Ρετόντ" (wagon de Rethondes), ο Βεϋγκάν ήταν αυτός που ανέγνωσε τους όρους της Συνθήκης στη Γερμανική αντιπροσωπεία (Νοέμβριος 1918).
Το1920ο Βεϋγκάν αποστέλλεται στηνΠολωνία ως επικεφαλής Γαλλοβρετανικής στρατιωτικής αποστολής, στην οποία συμμετέχει ο Γάλλος διπλωμάτης ΖανΖυλ Ζυσσεράν (Jean Jules Jusserand) καιο Βρετανός Λόρδος Έντγκαρ Βίνσεντ ντ' Άμπερνον (Edgar Vincent D'Abernon). Την αποστολή είχαν ζητήσει οΖωρζ ΚλεμανσώκαιοΛόιντ Τζόρτζ από τον Στρατάρχη Φος, ο οποίος απάντησε: "Ο Βεϋγκάν θα κάνει ό,τιθα έκανα εγώ". ΗΠολωνία βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση μετηΣοβιετική Ένωσηκαιτα στρατεύματά της βρίσκονται σε υποχώρηση[18]. Η υποδοχή του, στις 24 Ιουλίου από τον επικεφαλής του Πολωνικού Στρατού Γιούζεφ Πιουσούτσκιδεν είναι ιδιαίτερα θερμή, καθώς η πρώτη ερώτηση του Πολωνού ηγέτη είναι "πόσες μεραρχίες μάς φέρατε, Στρατηγέ;". Ο Βεϋγκάν, φυσικά, δεν διέθετε ούτε μία. Στις 27 Ιουλίου τοποθετείται ως σύμβουλος του Αρχηγού του Πολωνικού Επιτελείου Στατηγού Ροζβαντόβσκι (Rozwadowski), η συνεργασία τους, όμως, δενθα χαρακτηριζόταν αρμονική[19]. Ο Βεϋγκάν περιτριγυριζόταν από αξιωματικούς πουτον έβλεπαν σαν παρείσακτο και επίτηδες μιλούσαν μεταξύ τους Πολωνικά αποκλείοντάς τον, έτσι, από τις συζητήσεις τους. Όλες τουοι προτάσεις γιατην οργάνωση της Πολωνικής άμυνας απορρίπτονταν συστηματικά: Στα τέλη Ιουλίου πρότεινε στους Πολωνούς να κρατήσουν τη γραμμή του ποταμού Μπουγκ. Μια εβδομάδα αργότερα πρότεινε αμυντική διάταξη στον ποταμό Βιστούλα. Καμία από αυτές τις προτάσεις τουδεν έγινε δεκτή. Σημαντική συμβολή του, ωστόσο, ήταν η επιμονή γιατη δημιουργία ενός συστήματος γραπτών διαταγών του Επιτελείου, πουθα αντικαθιστούσε το χύδην σύστημα προφορικών διαταγών. Σε γενικές γραμμές ο Βεϋγκάν ήταν τοποθετημένος ανάμεσα σε άνδρες πουδεν είχαν καμία διάθεση να υπακούσουν στις εντολές ή τις συμβουλές του. Παρά ταύτα, και χωρίς ο ίδιος νατο γνωρίζει, αυτό που κατάφερε, σύμφωνα μετον Βρετανό πρέσβη στη Βαρσοβία ΣερΆντριαν Κάρτον ντε Βάιαρτ (Sir Adrian Karton de Wiart), ήταν η ψυχολογική τόνωση της στρατιωτικής πολωνικής ηγεσίας. Επίσης, οι Πολωνοί είχαν αποδεχθεί τη συμβουλή τουγιατην οχύρωση της περιοχής της Βαρσοβίας, ενώ ο Πιουσούτσκι είχε ακολουθήσει τις συμβουλές τουγια ανασυγκρότηση του Πολωνικού στρατού που βρισκόταν βόρεια της Βαρσοβίας, σχηματίζοντας νέα πολωνική Στρατιά.
Τον Αύγουστο του 1920 έγινε η μεγάλη μάχη της Βαρσοβίας, στην οποία οι Πολωνοί κατενίκησαν τους Σοβιετικούς, ύστερα από αριστουργηματικό σχέδιο αντεπίθεσης του Πιλσούντσκι. Η αποστολή του Βεϋγκάν είχε ολοκληρωθεί. Η αναχώρησή του, σχεδιασμένη για τις 25 Αυγούστου, τον εξέπληξε: Στην αποβάθρα του σιδηροδρομικού σταθμού οι Πολωνοί του απονέμουν το μετάλλιο των "Πολεμικών Αρετών" (Virtuti Militari), στις 26 το τρένο του σταματά στηνΚρακοβία όπου τον δεξιώνεται ο Δήμαρχος της πόλης. Ο Βεϋγκάν φθάνει στις 28 ΑυγούστουστοΠαρίσι, όπου γίνεται δεκτός από ενθουσιώδη πλήθη στην αποβάθρα του "Γκαρντελ' Εστ" καιτον ασπάζεται δημόσια ο Πρωθυπουργός Αλεξάντρ Μιλεράν (Alexandre Millerand), πουτου απονέμει το Μεγαλόσταυρο της Λεγεώνας της Τιμής, ενώ αργότερα γίνεται μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας. Ο ίδιος μένει κατάπληκτος από όλα αυτά, γιανα γράψει αργότερα στα απομνημονεύματά του: "Δεν καταλαβαίνω τι συνέβη. Η νίκη ήταν των Πολωνών, το σχέδιο ήταν Πολωνικό, ο Στρατός ήταν Πολωνικός". Πιστεύεται ότι το "θαύμα της Βαρσοβίας" του αποδόθηκε, σε τέτοια ευρύτητα, από τους πολιτικούς αντιπάλους του Πιουσούτσκι στην Πολωνία και Γάλλους υποστηρικτές του Μιλεράν.[20]Η φήμη αυτή θατον συνοδεύει επί 40 και πλέον έτη και έγινε αποδεκτή ακόμη και από ακαδημαϊκούς κύκλους[21][22]. Σε ορισμένες πηγές αναφέρεται, επίσης, ότι ο Πιουσούτσκι είχε προσφέρει, στις 9 Αυγούστου, τη συναρχηγία του Πολωνικού στρατού στον Βεϋγκάν, αλλά ο Γάλλος στρατηγός δεντην δέχτηκε.
Ο Βεϋγκάν παρέμεινε αδρανής μετά την επιστροφή του από την Πολωνία. Το1923, ωστόσο, του ανατίθεται η αρχηγία της γαλλικής αποστολής στηΣυρίακαιτονΛίβανο. Το επόμενο έτος ονομάζεται Ύπατος Αρμοστής της Συρίας, θέση στην οποία παρέμεινε για ένα έτος. Ο Βεϋγκάν επιστρέφει στη Γαλλία το 1925 και αναλαμβάνει Διευθυντής του Κέντρου Ανωτάτων Στρατιωτικών σπουδών. Στη θέση αυτή παρέμεινε επί μια πενταετία: Το1931 εκλέγεται μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας καιτο ίδιο έτος αναλαμβάνει Αρχηγός του Επιτελείου του Γαλλικού Στρατού, Αντιπρόεδρος του Ανώτατου Πολεμικού Συμβουλίου και Επιθεωρητής του Στρατού. Στις θέσεις αυτές παρέμεινε μέχρι το1935, οπότε και εξαναγκάστηκε σε παραίτηση λόγω της ηλικίας του (είχε συμπληρώσει το 68ο έτος). Η πρότασή τουγιατην επέκταση της γραμμής Μαζινό, της οποίας τότε άρχιζε η κατασκευή, καιστα γαλλοβελγικά σύνορα δεν έγινε δεκτή.
Δεν παρέμεινε επί πολύ στην αποστρατεία: ΟΕντουάρ Νταλαντιέτον ανακάλεσε στο Στράτευμα το1939καιτου ανέθεσε τη διοίκηση των Γαλλικών στρατευμάτων της Μέσης Ανατολής. Παρέμεινε εκεί και μετά την έναρξη του Πολέμου.
ΗΓερμανία εισέβαλλε στη Γαλλία και τις Κάτω Χώρεςτον Μάιο του1940. Η γαλλική - συμμαχική άμυνα καταρρέει καιο Πρωθυπουργός Πολ Ρεϊνό (Paul Reynaud), ο οποίος από καιρό έχει την αντίληψη ότι οΜωρίς Γκαμελέν (Maurice Gamelin), επικεφαλής του Γαλλικού Στρατού, δεν είναι αντάξιος των περιστάσεων, τον εξαναγκάζει σε παραίτηση (παρά το γεγονός ότι καιο ίδιος καιη κυβέρνησή του τελούν υπό παραίτηση) και καλεί από τη Συρία, ως αντικαταστάτη του, τον Βεϋγκάν.
Ο νέος Αρχιστράτηγος έφτασε αμέσως στη Γαλλία, "ζωηρός παρά τα 73 χρόνια του"[23] μελέτησε τα σχέδια του προκατόχου τουκαι επισκέφθηκε τα θέατρα των μαχών με αεροπλάνο[24]. Μέχρι να καταλήξει σε αποφάσεις πέρασαν δύο κρίσιμες ημέρες, κατά τη διάρκεια των οποίων το γερμανικό πεζικό πρόλβε τις θωρακισμένες μεραρχίες που είχαν προωθηθεί αφήνοντάς το πίσω. Τα γερμανικά στρατεύματα περικύκλωσαν μεγάλο αριθμό συμμαχικών δυνάμεων και εκμηδένισαν σημαντικές γαλλικές μονάδες. Η εξέλιξη αυτή έδειξε στον νέο αρχιστράτηγο ότι με τις δυνάμεις πουτου απέμεναν δενθα μπορούσε να αντιταχθεί στην υπεροχή του εχθρού. Αποφάσισε να δημιουργήσει τη "γραμμή Βεϋγκάν", μια ζώνη αντίστασης στη βόρεια Γαλλία, ωστόσο ούτε αυτό ήταν, πλέον, εφικτό. Εξεδίωξε 15 στρατηγούς και προήγαγε επτά νέους συνταγματάρχες σε υποστρατήγους, σεμια προσπάθεια να εμφυσήσει περισσότερη ενεργητικότητα στον γαλλικό Στρατό. Παραπονέθηκε ότι "άργησαν δύο εβδομάδες νατον καλέσουν" γιανα αναχαιτίσει τη γερμανική επίθεση. Στη διάσκεψη του Μπριάρ (Briare) διαπιστώθηκε πως δεν ήταν δυνατή πλέον η διατήρηση της συμμαχίας Αγγλίας - Γαλλίας.[25] Απρόσμενα και χωρίς να ειδοποιήσει τους Συμμάχους του, ο Βασιλιάς Λεοπόλδος του Βελγίου συνθηκολόγησε. Αυτό ήταν σημαντικό πλήγμα για τους Γάλλους και τους Βρετανούς. Ο Βεϋγκάν σε συνεργασία μετον Στρατάρχη Πεταίν (τότε αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης Ρεϊνό) καιτην πολιτική ηγεσία αποφάσισε την έναρξη διαπραγματεύσεων γιατην παράδοση των γαλλικών δυνάμεων.
Ο Πεταίν σχημάτισε τον Ιούνιο του 1940 τηνΚυβέρνηση του Βισύ, στην οποία κάλεσε τον Βεϋγκάν να συμμετάσχει καιτον διόρισε Υπουργό Εθνικής Άμυνας. Στη θέση αυτή παρέμεινε μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1940, οπότε καιο Πεταίν τον έστειλε ως εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του στις γαλλικές αποικίες της Βόρειας Αφρικής. Σύμφωνα μετον Πεταίν, αυτό έγινε "γιανα οργανωθεί ένα στράτευμα αντίστασης εκτός γαλλικού εδάφους"[26], κάτι τέτοιο, ωστόσο, διαψεύστηκε από τα γεγονότα: Ναιμεν δημιούργησε στους εξόριστους Γάλλους αξιωματικούς την ελπίδα κανούργιων μαχών κατά του Γερμανού κατακτητή της πατρίδας, αλλά, από την άλλη, εκτόπιζε τους αντιπάλους του καθεστώτος του Βισύ (οπαδούς τουντεΓκωλ, κομμουνιστές κ. ά.) σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Νότια ΑλγερίακαιστοΜαρόκο, μετη συνεργασία του Ναυάρχου Αμπριάλ.
Κατά τη διάρκεια της θητείας του ως αξιωματούχου της Κυβέρνησης του Βισύ, εκδήλωσε, επίσης, ανοικτά τα αντισημιτικά του αισθήματα, αφαιρώντας δικαιώματα από τους Εβραϊκής καταγωγής Γάλλους πολίτες. Συνεργάστηκε, επίσης, με τους Γερμανούς τουΆφρικα Κορπ, στους οποίους παρέδωσε, το1941, σημαντικό υλικό πολέμου (1200 φορτηγά, θωρακισμένα οχήματα, υλικό πυροβολικού). Αντίθετα, απέκτησε κάποια φήμη όταν αντιτάχθηκε σθεναρά στη συμφωνία του Πρωτοκόλλου τουΠαρισιού (28 Μαΐου 1941), που υπέγραψε ο Ναύαρχος Νταρλάν (Darlan) μετην οποία παραχωρούνταν γαλλικές βάσεις στοΧαλέπι της Συρίας, στηνΜπιζέρτακαιστοΝτακάρ, στις δυνάμεις του Άξονα. Όπως καιο Πεταίν, παρέμενε μετριοπαθής στην κριτική του απέναντι στους Γερμανούς, ενώ υποστήριζε ότι μπορούσαν να συνεργαστούν μαζί τους, αλλά με πολύ μεγάλη διακριτικότητα. Αυτό που ουσιαστικά επιδίωκε ήταν όχι η συνεργασία με τους Συμμάχους ή η παροχή βοήθειας προς αυτούς, αλλά απλά η διατήρηση του γοήτρου της Γαλλίας και, φυσικά, η διατήρηση του αποικιακού καθεστώτος της στη Βόρεια Αφρική.
Ωστόσο, όταν οΧίτλερ απαίτησε πλήρη συνεργασία με τις γαλλικές δυνάμεις του Βισύ (Νοέμβριος 1941), ζήτησε επίμονα την απομάκρυνσή του από κάθε θέση του καθεστώτος. Πράγματι, ο Βεϋγκάν ανακλήθηκε τον ίδιο μήνα. Ένα χρόνο αργότερα, μετά την απόβαση των Συμμάχων στη Βόρεια Αφρική (Νοέμβριος 1942) ο Βεϋγκάν συνελήφθη και παρέμεινε έγκλειστος μέχρι το Μάιο του1945, οπότε και κρατήθηκε από τους Αμερικανούς.
Ο Βεϋγκάν κρατήθηκε, ως συνεργάτης των Γερμανών, στο νοσοκομείο τουΒαλντε Γκρας (Val-de-Grâce). Αφέθηκε ελεύθερος το1946και απαλλάχθηκε από τις κατηγορίες εναντίον τουτο1948. Απεβίωσε στοΠαρίσιτο1965, σε ηλικία 98 ετών.