Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο. Το πρότυπο τοποθετήθηκε χωρίς ημερομηνία. Γιατη σημερινή ημερομηνία χρησιμοποιήστε: {{χωρίς παραπομπές|7|10|2024}}
ΗΣυμφωνική ορχήστρα είναι ένα μουσικό σύνολο, μιαορχήστρα μεγάλης κλίμακας, αποτελούμενη από συγκεκριμένα όργανα, που χρησιμοποιείται συνήθως γιατην εκτέλεση έργων συμφωνικής μουσικής ή όπερας.
Η ανάπτυξη της ορχήστρας, συνδέεται μετην εξέλιξη της οργανικής μουσικήςκαι της όπερας κατά τον17ο αιώνακαιτην εποχή τουμπαρόκ. Πριν από την περίοδο αυτή, υπήρχαν μικρά μουσικά σύνολα (consort, ensemble). Μετην ραγδαία εξέλιξη της όπερας, οι ορχήστρες της εποχής άρχισαν σταδιακά να παίρνουν μια τυποποιημένη μορφή και αυστηρότερη δομή.
Αρχικά, η μπαρόκ ορχήστρα αποτελούνταν μόνο από έγχορδακαι επιπρόσθετα όργανα του λεγόμενου συνεχούς βάσιμου ή μπάσο κοντίνουο (basso continuo), όπως ήταν τοτσέμπαλο ή τολαούτο. Στα πλαίσια της αναζήτησης και άλλων ηχοχρωμάτων, προστέθηκαν σταδιακά καιπνευστά όργανα όπως τοόμποε. Χάλκινα πνευστά όργανα καικρουστά, χρησιμοποιούνταν μόνο σε ειδικές περιπτώσεις γιατον ιδιαίτερο "χρωματισμό" των μουσικών έργων.
Στα τέλη της μπαρόκ περιόδου, οι ορχήστρες διακρίνονται γιατα εξής χαρακτηριστικά τους:
Κυριαρχούν τα έγχορδα,
Χρησιμοποιούνται λίγα ξύλινα πνευστά όπως όμποε, φλάουτο ή φαγκότο,
Χάλκινα πνευστά ή κρουστά χρησιμοποιούνται κατά περίσταση,
Είναι ολιγομελείς με 10-12 έγχορδα και περίπου 6 πνευστά (πλήρης ορχήστρα),
Η ορχήστρα διευθύνεται ουσιαστικά από τονμαέστροο οποίος παίζει το συνεχές βάσιμο στο τσέμπαλο.
Χαρακτηριστικά δείγματα μπαρόκ ενορχηστρώσεων αποτελούν οι ορχηστρικές εισαγωγές τωνΧαίντελκαιΜπαχ αυτής της περιόδου.
Κατά την μετάβαση από την μπαρόκ στηνκλασική μουσική περίοδο, η ορχήστρα υπέστη σημαντικές μεταβολές σε συνδυασμό με αλλαγές καιστην ίδια την μουσική και ειδικότερα την γέννηση της Συμφωνίας, που αποτελεί καιτην κατεξοχήν ορχηστρική μορφή σύνθεσης.
Αυτή την εποχή, η συμφωνική ορχήστρα μετη σημερινή της μορφή, άρχισε να διαμορφώνεται μετηΣχολή του Μανχάιμκαιτην εκτέλεση έργων σημαντικών συνθετών όπως τουΧάυδν, τουΜπετόβενκαιτουΜότσαρτ. Ο αριθμός των εκτελεστών αυξάνεται σημαντικά ενώ παράλληλα γίνεται για πρώτη φορά η ταξινόμηση των εγχόρδων σε διακριτές ομάδες (πρώτα και δεύτερα βιολιά, βιόλες, βιολοντσέλακαικοντραμπάσα). Τα πνευστά όργανα αποκτούν μόνιμη θέση και μεταξύ αυτών είναι καιτα χάλκινα. Σε άμεση συσχέτιση καιμε τις μεγάλες δημόσιες συναυλίες που καθιερώνονται, η κλασική συμφωνική ορχήστρα διαθέτει επίσης δυνατότερο ήχο.
Τα όργανα της συμφωνικής ορχήστρας προέρχονται από πολλούς λαούς όλου του κόσμου, κυρίως όμως της Ανατολής και διαμορφώθηκαν από την Αναγέννηση καιτο Μπαρόκ μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα. Στημουσικολογία διαχωρίζονται τα μουσικά όργανα, ανάλογα μετον τρόπο που παράγουν τον ήχο, σε ιδιόφωνα, μεμβρανόφωνα, χορδόφωνα, αερόφωνα και ηλεκτρόφωνα. Στη μουσική πρακτική έχει επικρατήσει όμως γιατα όργανα της ορχήστρας μία διαφορετική κατάταξη.
Η κλασική συμφωνική ορχήστρα αποτελείται από τέσσερις βασικές κατηγορίες οργάνων:
Συνολικά η συμφωνική ορχήστρα μπορεί να αποτελείται από περισσότερους από 50 εκτελεστές, ενώ οι μεγαλύτερες ορχήστρες μπορεί να πλησιάζουν καιτα 100 όργανα.
Τα όργανα της συμφωνικής ορχήστρας διακρίνονται από μία συγκεκριμένη διάταξη στο χώρο, όπως αυτή διαμορφώθηκε κατά το18ο αιώνα (κλασική διάταξη). Από το1945 ακολουθείται κατά περίσταση καιη λεγόμενη αμερικάνικη διάταξη, παραλλαγή της κλασικής καιγια μεγαλύτερη ορχήστρα. Αρκετές φορές ακολουθούνται και άλλες διατάξεις, ανάλογα μετην ιδιαιτερότητα ενός μουσικού έργου ή τηνακουστικήτου χώρου.
Η ορχήστρα της όπερας τοποθετείται μεταξύ της σκηνής και της πλατείας του θεάτρου.