Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο. Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 14/02/2020.
ΤοĂ (κεφαλαία) ή ă (πεζό) είναι γράμμαπου χρησιμοποιείται στη πρότυπη ρουμανική γλώσσα, σταβιετναμικάκαιστηντσουβασική γλώσσα. Στη ρουμανική γλώσσα, χρησιμοποιείται γιανα αναπαραστήσει το μεσοκεντρικό μη στρογγυλοποιημένο φωνήεν, ενώ στα βιετναμικά εκπροσωπεί τον βραχύ ήχο a. Είναι το δεύτερο γράμμα των ρουμανικών, βιετναμικών και μαλαϊκών (πριντο 1972) αλφαβήτων, μετά από τοa.
Το Ă/ă επίσης χρησιμοποιείται σε πολλές γλώσσες γιατηνμεταγραφήτουβουλγαρικού γράμματος Ъ/ъ.
Ο ήχος που εκπροσωπείται σταρουμανικά από τοă είναι το μεσοκεντρικό φωνήεν ə. Υπάρχουν λέξεις όπου είναι το μόνο φωνήεν, όπως οι "măr" [/mər/] (μήλο) ή "văd" [/vəd/] (βλέπω). Επιπλέον, ορισμένες λέξεις που περιέχουν επίσης άλλα φωνήεντα μπορεί να έχουν τοă, όπως οι "cărțile" [/ˈkərt͡sile/] (τα βιβλία) και "odăi" [/oˈdəj/] (δωμάτια).
Το Ă είναι το 2ο γράμμα του βιετναμέζικου αλφαβήτου και αντιπροσωπεύει το [/a/]. Επειδή τα βιετναμικά είναι τονική γλώσσα, αυτό το γράμμα μπορεί να έχει ένα από τα 5 διακριτικά σύμβολα πάνω ή κάτω από αυτό (ή ακόμη και χωρίς τόνο, επειδή ο πρώτος τόνος στα βιετναμικά προσδιορίζεται από την έλλειψη διακριτικών συμβόλων). Αυτά είναι τα παρακάτω:
Στην μαλαϊκή ορθογραφία τοă χρησιμοποιήθηκε μέχρι το 1972. Εμφανιζόταν μόνο στη τελευταία συλλαβή της ρίζας λέξη όπως στη "mată" [/matə/] (μάτι). Το γράμμα αντικαταστάθηκε μετο a στην νέα ορθογραφία του Ρούμι το 1972.