ΗΒουτηχτάρα της Αλαότρα (Tachybaptus rufolavatus), ήταν πτηνό της οικογένειας τωνπυγοποδίδων, ενδημικό της Λίμνης Αλαότρακαιτων τριγύρω λιμνών στηΜαδαγασκάρη. Η τελευταία φορά που θεάθηκε (το ζώο ενδέχεται να ήταν υβρίδιο μενανοβουτηχτάρι, Tachybaptus ruficollis) ήταν το 1985 και το είδος ανακηρύχθηκε εξαφανισμένοτο 2010.[2][3] Υπάρχει μόνο μία γνωστή φωτογραφία του είδους.[4]
Το πτηνό είχε μήκος περίπου 25 cm.[5]Ηδε ικανότητά τουνα πετάει για μεγάλες αποστάσεις πιστεύεται ότι ήταν περιορισμένη λόγω των μικρών φτερών του.[4]
Ο πληθυσμός του είδους παρήκμασε κατά τον 20ό αιώνα, κυρίως λόγω της καταστροφής της οικοθέσης τουκαι της θήρευσής του από τοεισηγμένο είδος ψαριού Channa striata.[6] Επίσης, τα λίγα εναπομείναντα πτηνά υβριδίστηκανμε νανοβουτηχτάρια τα οποία χρησιμοποιούν τους υδρότοπους ως μεταναστευτική στάση, και, καθώς τα είδη διαφέρουν σε σημαντικές πτυχές τους, τα υβρίδιο ενδέχεται να είχαν μειωμένη αρμοστικότητα, γεγονός αρνητικό γιατηδεξαμενή γονιδίωντου είδους T. rufolavatus.[7]
Η πάπια Aythya innotata, η οποία επίσης ζειστη λίμνη Αλαότρα, πιστεύονταν ότι είχε εξαφανιστεί αλλά ανακαλύφθηκε ξανά το 2006.[8]Σε αντίθεση με αυτό το είδος όμως, η βουτηχτάρα είχε μικρές δυνατότητες διασποράς και ποτέ δεν βράθηκε αλλού.
Το είδος κηρύχθηκε επίσημα εξαφανισμένο το 2010, 25 χρόνια μετά την τελευταία επιβεβαιωμένη θέασή του.[2][3][4][9]
Ανκαι κάποια είδη έχουν ταξινομηθεί ως εξαφανισμένα και αργότερα βρέθηκε ότι εξακολουθούσαν να υπάρχουν, οLeon Bennun, διευθυντής της οργάνωσης BirdLife International δήλωσε ότι «δεν υπάρχουν ελπίδες για αυτό το είδος» και κατηγορεί τις «μη προβλεφθείσες συνέπειες» της ανθρώπινης δραστηριότητας.[9]
Αυτή η εξαφάνιση ανεβάζει τον αριθμό των εξαφανισμένων πτηνών από το 1600 ΚΕσε 162. Η προηγούμενη επιβεβαιωμένη εξαφάνιση είδους πτηνού ήταν το 2008, τοπεριστέρι του Λίβερπουλ (Caloenas maculata).[4]
↑Andrianandrasana, Herizo T.; Randriamahefasoa, Jonah; Durbin, Joanna; Lewis, Richard E. and Ratsimbazafy, Jonah H. (2005): Participatory ecological monitoring of the Alaotra wetlands in Madagascar. Biodiversity and Conservation14(11): 2757–2774. doi:10.1007/s10531-005-8413-y