Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο. Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 02/01/2013.
Κατά τη διάρκεια 47 χρόνων (1498-1544) φαίνεται να ενεπλάκη σε πολυάριθμες συρράξεις, μεταξύ αυτών στονΠόλεμο των Γερμανών Χωρικών, αλλά καισε οικογενειακές ή/και πολιτικές βεντέτες. Στην αυτοβιογραφία του αναφέρει δεκαπέντε τέτοιες περιπτώσεις, εντούτοις καταγράφονται πολλές περισσότερες, στις οποίες συνέβαλε ως σύμμαχος εναντίον των πόλεων της Κολωνίας, τουΟυλμ, τουΆουγκσμπουργκκαι της Σουηβικής Ένωσης.
Το όνομά του συνδέθηκε μετη ρήση της χυδαίας έκφρασης "er kann mich am Arsche lecken" («μπορεί ναμου γλύψει τον κώ**»),[10], την οποία φέρεται να εκστόμισε εναντίον του επισκόπου της πόλης Μπάμπεργκ, όπως μας μεταφέρει οΓκαίτεστο θεατρικό του «Γκετς φον Μπέρλιχινγκεν», το οποίο βασίζεται στον βίο του ομώνυμου ήρωα.
Στα 1497 ο Γκετς ανέλαβε υπηρεσία στην αυλή τουΦρειδερίκου Α΄, μαργράβου του Βρανδεμβούργου-Άνσμπαχ, ενώ η επόμενη χρονιά τον βρήκε στα στρατεύματα του Αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίαςσε εκστρατείες στηΒουργουνδία, τηΛωρραίνηκαιτηΒραβάντη. Έχοντας λάβει μέρος καιστονΣουηβικό Πόλεμο, στα 1500 ο Γκετς παραιτήθηκε από την υπηρεσία του Φρειδερίκου και ίδρυσε δικό του μισθοφορικό στρατό, παρέχοντας τις υπηρεσίες του μετά τιμήματος σε διάφορους δούκες, μαργράβους, βαρώνουςκαι άλλους τιτλούχους της εποχής.
Το 1504 ανέλαβε υπηρεσία γιατονΑλβέρτο Δ΄, Δούκα της Βαυαρίαςστην πόλη Λάντσχουτ, όπου εξαιτίας ενός ατυχήματος κατά τη διάρκεια κανονιοβολισμού μεπύροφι έχασε το δεξί του χέρι. Στη θέση του χεριού μπήκε ένα σιδερένιο προσθετικό μέλος, το οποίο εκτίθεται πλέον στο Κάστρο Γιαγκστχάουζεν. Το «σιδερένιο χέρι» θεωρήθηκε τεχνολογικό θαύμα γιατην εποχή, καθώς -μέσω ενός πολύπλοκου συστήματος μοχλών και τροχαλιών- είχε τη δυνατότητα να εκτελέσει διάφορες εντολές, όπως τον χειρισμό ξίφους, τη γραφή με πένα κλπ. Παρά τον τραυματισμό τουο Γκετς συνέχισε ακμαιότατος τις πολεμικές του επιχειρήσεις, τόσο ως σύμμαχος όσο και επί μισθίω.
Το 1512 μετά από μακρά μάχη εναντίον της Νυρεμβέργης, ο Γκετς έσφαξε κοντά στην πόλη Φόρχχαϊμμια ομάδα εμπόρων που επέστρεφαν από εμποροπανήγυρη στηΛειψία· στο άκουσμα των μαντάτων ο Αυτοκράτορας Μαξιμιλιανός επέβαλε στον Γκετς αυτοκρατορική απαγόρευση (Reichsacht) και διέταξε τη σύλληψή του. Ο Γκετς αποφυλακίστηκε το 1514 πληρώνοντας το ιλιγγιώδες ποσό των 14.000 γκούλντεν. Δύο χρόνια αργότερα, σε σύρραξη με τις αρχές του Μάιντς καιτου Πρίγκηπα-Αρχιεπισκόπου του, ο Γκετς καιοι μπράβοι του εφόρμησαν στηνΈσση, όπου και αιχμαλώτισαν τον Φίλιππο Δ΄, κόμη του Βάλντεκ. Ο κόμης αφέθηκε ελεύθερος κατόπιν πληρωμής λύτρων (8.400 γκούλντεν), ωστόσο το 1518 η πράξη επέφερε εκ νέου την αυτοκρατορική απαγόρευση.
Την επόμενη χρονιά ο Γκετς βρέθηκε στην υπηρεσία του Ούλριχ, Δούκα της Βυρτεμβέργης, ο οποίος ήταν σε πόλεμο μετηΣουηβική Ένωση. Ο Γκετς τέθηκε επικεφαλής της υπεράσπισης της πόλης Μέκμυλ (Möckmühl), ωστόσο κατόπιν εξάντλησης των εφοδίων και πυρομαχικών αναγκάστηκε να παραδοθεί. Κατά παράβαση των όρων παράδοσης ο Γκετς φυλακίστηκε και αργότερα παραδόθηκε στους πολίτες τουΧαϊλμπρόν, μιας πόλης πουστο παρελθόν είχε υποστεί τις εφόδους τουουκ ολίγες φορές. Εν τέλει αποφυλακίστηκε το 1522, αφού πρώτα οι σύντροφοί του, ιππότες Γκέοργκ φον Φρούντσμπεργκ και Φραντς φον Σίκινγκεν κατέβαλαν το ποσό των 2.000 γκούλντεν και υποσχέθηκαν ναμην εκδικηθούν στο μέλλον την Ένωση.
Το 1525, μετο ξέσπασμα του Πολέμου των Γερμανών Χωρικών, ο Γκετς οδήγησε τους αντάρτες της περιοχής τουΌντενβαλντ εναντίον των Εκκλησιαστικών Πριγκίπων της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Σύμφωνα μετην αυτοβιογραφία τουο ίδιος ποτέ δεν πήρε πραγματικά το μέρος τους, αλλά ωστόσο συμφώνησε να ηγηθεί του αντάρτικου λόγω έλλειψης εναλλακτικής επιλογής, καθώς καιγιανα αμβλυνθούν οι ακρότητες της επανάστασης. Παρά το μετριοπαθές του σκεπτικό, ο Γκετς απέτυχε να ελέγξει το πλήθος και έναν μήνα αργότερα παραιτήθηκε του τυπικού του αξιώματος και επέστρεψε στο κάστρο του.
Μετά τη νίκη της Αυτοκρατορίας, ο Γκετς κλήθηκε ενώπιον της δίαιτας τουΣπάιερνα απολογηθεί για τις πράξεις του, για τις οποίες στις 17 Οκτωβρίου 1526 απαλλάχθηκε. Μολαταύτα τον Νοέμβριο του 1528 κατόπιν προκλήσεων της Σουηβικής Ένωσης πήγε στο Άουγκσμπουργκ με σκοπό να τακτοποιήσει τους παλιούς του λογαριασμούς. Παρά τις υποσχέσεις για ασφαλή μεταχείριση και θεωρώντας ότι είχε αποκατασταθεί το όνομά του, συνελήφθη και φυλακίστηκε· αποφυλακίστηκε το 1530, έχοντας ανανεώσει τον όρκο του 1522 και υποσχόμενος να επιστρέψει στο κάστρο τουκαιναμην εγκαταλείψει ξανά την περιοχή του.
Μετά την τελευταία εκστρατεία ο Γκετς επέστρεψε για τελευταία φορά στο κάστρο του, όπου και έμεινε μέχρι το τέλος της ζωής τουσε σχετικά ειρηνικές συνθήκες. Απεβίωσε στις 23 Ιουλίου 1562 στο κάστρο του, έχοντας κάνει δύο γάμους, από τους οποίους απέκτησε τρεις κόρες και επτά υιούς.
Η χειρόγραφη (καθ' υπαγόρευσιν) αυτοβιογραφία του Γκετς εκδόθηκε αρχικά το 1731 και ξανά το 1843 υπό τον τίτλο "Lebens-Beschreibung des Herrn Gözens von Berlichingen". Το 1981 κυκλοφόρησε μιαπιο λόγια έκδοση με τίτλο "Mein Fehd und Handlungen" από την ερευνήτρια-ιστορικό Helgard Ulmschneider.
Το 1773 οΓκαίτε δημοσίευσε το θεατρικό "Götz von Berlichingen", έργο βασισμένο στην έκδοση της αυτοβιογραφίας του 1731.
Στο θεατρικό τουΖανΠωλΣαρτρ «Ο διάβολος καιο καλός Θεός» ο Γκετς υποδύεται έναν χαρακτήρα με υπαρξιακές ανησυχίες.
Κατά τη διάρκεια τουΒ΄Π.Π., η 17η μηχανοκίνητη μεραρχία των SS βαφτίστηκε «Γκετς φον Μπέρλινχινγκεν».
Το γερμανικό ναυτικό είχε ως σύμβολο τη «Σιδηρά Γροθιά» του Γκετς γιατη Β΄ μοίρα ταχύπλοων περιπολικών, από την έναρξή τους το 1958 έως τον παροπλισμό τους το 2006.
Επίσης κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αρκετά πλοία του Γερμανικού Πολεμικού Ναυτικού απεστάλησαν στην Άπω Ανατολή καμουφλαρισμένα ως φορτηγά, αλλά στην πραγματικότητα με υποστηρικτικό ρόλο. Ένα εξ αυτών, ναυπηγημένο στο Ντάντσιχ, απέπλευσε διαμέσου του Βορειοανατολικού Διαδρόμου καιτουΒερίγγειου πορθμούμε προορισμό μια ναυτική βάση της Ιαπωνίας. Το πλοίο απέπλευσε «αβάφτιστο» διαθέτοντας μόνο έναν τυπικό αριθμό και συμφωνήθηκε στην πορεία να ονοματιστεί από τον καπετάνιο, ο οποίος τηλεγράφησε στα αρχηγεία ενημερώνοντας ότι το όνομα που έδωσε ήταν "Michel". Η διοίκηση, δυσαρεστημένη από το πτωχό σε ηρωισμό όνομα, ζήτησε την αλλαγή τουκαι έτσι ο καπετάνιος το ξαναβάφτισε σε «Γκετς φον Μπέρλιχινγκεν».[11]