Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί καινα αφαιρεθεί. Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 24/11/2015.
Κεράσια ονομάζονται οικαρποίτου δένδρου της κερασιάς (επιστ. ονομ.: Prunus subg. Cerasus). Έχουν σχήμα σφαιρικό καιο φλοιός τους είναι λείος και γυαλιστερός. Είναι μικρά σε μέγεθος καιτο χρώμα τους ποικίλλει ανάλογα μετην ποικιλία. Υπάρχουν δύο τύποι κερασιών και εκατοντάδες ποικιλίες: το γλυκό κεράσι - γνωστό και ως Prunus avium στους βοτανολόγους – καιτο ξινό κεράσι, γνωστό ως βύσσινο (επιστημονική ονομασία Prunus cerasus). Από τις γλυκές ποικιλίες, ιδιαίτερες προτιμήσεις συγκεντρώνει αυτή με τους μεγάλους, βαθυκόκκινους και χυμώδεις καρπούς.
Όσο γιατον τόπο καταγωγής του φρούτου, κανείς δεν ξέρει ναπειμε σιγουριά. Ωστόσο, οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι προερχόταν από τηΜικρά Ασίακαιπιο συγκεκριμένα από την πόλη της Κερασούντας (εξουκαιτο όνομα) κοντά στονΕύξεινο Πόντο. Ο Ρωμαίος στρατηγός Λούκουλοςτα ανακάλυψε καιτα έφερε στηνΙταλία. Τα κεράσια είναι γλυκά, όξινα και στυφά και έχουν θερμαντική δράση στον οργανισμό.
ΣτηνΕλλάδα παράγονται στονΚολινδρό Πιερίας, στηνΈδεσσα,στηνΌρμα Πέλλας όπου είναι καιη μεγαλύτερη ποσότητα της Ελλάδας, σταΓρεβενά, στη Βόρεια Χίοκαισε αρκετές άλλες περιοχές της, βόρειας κυρίως, Ελλάδας.
Ενδείκνυνται στην αναιμία, γιατί, λόγω της υψηλής περιεκτικότητάς τους σεσίδηρο, προάγουν την αιμοποίηση, σε ολιγοθερμιδικές δίαιτες αδυνατίσματος, γιατί τασάκχαρα, που περιέχουν ικανοποιούν την αίσθηση του γλυκού, χωρίς να επιβαρύνουν τον οργανισμό με θερμίδες. [εκκρεμεί παραπομπή]Η περιεκτικότητά τους σε μεταλλικά άλατα αυξάνει τα αλκαλικά αποθέματα του οργανισμού, συμβάλλοντας έτσι στη μείωση της κόπωσης καιτην παράταση της μυϊκής προσπάθειας. Δρουν αποτοξινωτικά, γιατοσυκώτι, τηχοληδόχο κύστη, το αδενικό σύστημα καιτον οργανισμό γενικότερα [εκκρεμεί παραπομπή].
Οι φυτικές ίνες καιτα οργανικά οξέα που περιέχουν, τα καθιστούν έξοχα υπακτικά, με ισχυρή καθαρτική δράση.
Τα μεταλλικά άλατα και ιχνοστοιχεία, που περιέχουν, δρουν ανακουφιστικά σε ρευματικούς πόνους. Τα κεράσια είναι διουρητικά και χωνευτικά, ενώ διαθέτουν αντισηπτικές ιδιότητες, ενάντια σε λοιμώξεις των ουροφόρων οδών.
Οι φυτικές χημικές αυτές ουσίες ονομάζονται ανθοκυανίνες. Σε πειράματα βρέθηκε ότι αυξάνουν κατά 50% την παραγωγή ινσουλίνης από τα κύτταρα του παγκρέατος. [εκκρεμεί παραπομπή]Οι ανθοκυανίνες ανήκουν σε οικογένεια φυτικών ουσιών που δίνουν το χαρακτηριστικό χρώμα σε πολλά είδη φρούτων. Οι έρευνες μέχρι σήμερα έδειξαν ότι οι ανθοκυανίνες έχουν ευεργετικές δράσεις γιατην υγεία.
Επίσης, η κατανάλωση κερασιών θα μπορούσε να βοηθά στην πρόληψη κατά τουδιαβήτη. Οι ανθοκυανίνες, λόγω αυξημένης έκκρισης ινσουλίνης, θα μπορούσαν να επιτρέπουν ένα καλύτερο έλεγχο της γλυκόζης του αίματος καινα αποτρέπουν την υπεργλυκαιμία και κατά συνέπεια το διαβήτη.[ασαφές][εκκρεμεί παραπομπή]Τα συμπεράσματα αυτά προκύπτουν από έρευνες που διεξήγαγαν επιστήμονες από το πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν.[εκκρεμεί παραπομπή] Ανθοκυανίνες υπάρχουν καισε άλλα φρούτα, όπως τα σταφύλια, οι φράουλες καιτα μούρα. Όμως, τα πειράματα έδειξαν ότι οι ανθοκυανίνες από τα κεράσια είχαν την ισχυρότερη δράση αναφορικά μετην αύξηση παραγωγής ινσουλίνης από τα παγκρεατικά κύτταρα.
Στην Ελλάδα, τα περίφημα γλυκά του κουταλιού γίνονται τόσο από τις γλυκές όσο και από τις υπόξινες ποικιλίες. Ταδε κουκούτσια, χρησιμοποιούνται γιανα δίνουν άρωμα στο «μπράντυ». Ο καρπός του φρούτου περιέχει ικανή ποσότητα καλίουκαι βιταμίνης Α. Ένα κεράσι έχει 4 θερμίδες.
Εκτός του ότι τα κεράσια τρώγονται ως φρέσκα φρούτα, υπάρχουν και κονσερβοποιημένα, χρησιμοποιούνται γιατην κατασκευή γλυκισμάτων, και ως γαρνίρισμα σε διάφορα είδη ζαχαροπλαστικής.
Μετην ενζυματική ζύμωση των μαύρων πικρών κερασιών παίρνουμε το Kirch, το Cherry brandy και διάφορα άλλα ποτά. Το μέσο βάρος του καρπού τους είναι 7,5 γραμμάρια. ΤοpHτων κερασιών κυμαίνεται από 3,2 έως 4. Κατά την περίοδο της ωρίμανσης αυξάνονται οιυδατάνθρακες μέσα στο φρούτο από 7%-10% που είναι στο 16%-18% καιτο pΗ περνάει από το 3,3 στο 4, ενώ συγχρόνως μειώνεται η περιεκτικότητά τουσεΗ2Οκαιη οξύτητά του (από 0,9 στο 0,7). Η οξύτητά του οφείλεται κυρίως στο μηλικό οξύ, αλλά καισε μικρές ποσότητες κιτρικού και ταρταρικού οξέος.