Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί καινα αφαιρεθεί. Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 03/04/2024.
Τοκλαρινέτο (ή ευθύαυλος) είναι πνευστόμουσικό όργανο. Στη σημερινή του μορφή εμφανίστηκε τον 19ο αιώνα. Το κλαρινέτο κατέχει σήμερα βασική θέση στησυμφωνική ορχήστρα, και ανήκει στην κατηγορία τωνξύλινων πνευστών. Πολύ σύνηθες είναι το κλαρινέτο και ως μέλος ορχηστρών της τζαζ. ΣτηνΕλλάδα, όπου επεκράτησε η ονομασία κλαρίνο, αλλά καισε πολλές χώρες τωνΒαλκανίων, αποτελεί ένα από τα βασικά όργανα της παραδοσιακής μουσικής.
Το κλαρινέτο προήλθε από μετεξέλιξη παλαιότερων παρόμοιων οργάνων. Η βιβλιογραφία αναφέρει ως πρόγονο του κλαρινέτου το γαλλικό πνευστό όργανο σαλυμώ (γαλλ. chalumeau, ετυμολογούμενο από την ελληνική λέξη «κάλαμος»), στο οποίο σταδιακά προστέθηκαν μια σειρά κλειδιά. Βασικό σταθμό αποτελεί η προσθήκη από τον Γερμανό Γιόχαν Κρίστοφ Ντέννερτου κλειδιού δίπλα στην πίσω οπή του οργάνου (στα Ελληνικά λέγεται και «ψυχή»). Ήδη από την αρχή του 19ου αιώνα, το κλαρινέτο, έχοντας μια μορφή πολύ κοντινή στη σημερινή, έχει βρειτη θέση τουστη συμφωνική ορχήστρα. Το1839, ο Γάλλος Υάκινθος Κλοζέ αναδιέταξε τα κλειδιά, φέρνοντας το κλαρινέτο στη μορφή που είναι σήμερα γενικά γνωστό.
Έχει επίμηκες σωληνωτό σχήμα, ενώ στο σώμα του διακρίνονται έξι βασικές οπές μπροστά και μία οπή στην πίσω πλευρά, μοιάζοντας οπτικά μεφλογέρακαι άλλα αντίστοιχα πνευστά μουσικά όργανα. Επιπλέον όμως, το κλαρινέτο έχει καιμια σειρά από μεταλλικά κλειδιά που καλύπτουν ή αποκαλύπτουν άλλες οπές στο σώμα του. Ο ήχος του κλαρινέτου προέρχεται από την παλλόμενη γλωττίδαπου βρίσκεται τοποθετημένη στοεπιστόμιοστην κορυφή του οργάνου, καιστο οποίο στερεώνεται μέσω του σφιγκτήρα.
Το κλαρινέτο διασπάται συνήθως σε πέντε τμήματα και αποθηκεύεται σε βαλιτσάκι σε κομμάτια. Τα τμήματα αυτά του κλαρινέτου ξεκινώντας από την κορυφή, είναι το επιστόμιο, το βαρελάκι, το άνω στέλεχος, το κάτω στέλεχος καιη καμπάνα. Το κλαρινέτο κατασκευάζεται από ξύλο, κυρίως Αφρικάνικο έβενο ή τριανταφυλλιά Ονδούρας. Η γλωττίδα, ή στην αργκό των μουσικών καλάμι, κατασκευάζεται από καλάμι, κομμένο σε κατάλληλο πάχος. Σήμερα υπάρχουν στην αγορά και κλαρινέτα από πλαστικό, τα οποία είναι κατάλληλα για εκμάθηση, σε πολύ προσιτότερες τιμές.
Σε ό, τι αφορά τον τρόπο διάταξης των κλειδιών του οργάνου, διακρίνουμε δύο βασικά συστήματα, το σύστημα Oehler, δημοφιλές στην Αυστρία καιτη Γερμανία, το οποίο προτιμάται καιστην Ελληνική παραδοσιακή μουσική, καιτο σύστημα Boehm (τουΥ. Κλοζέ) που επικρατεί γενικά στις συμφωνικές ορχήστρες. Υπάρχει πάντως ακόμη καιτο παλαιότερο σύστημα Albertσε ορισμένα σημεία του κόσμου, όπως στις νότιες περιοχές τωνΗΠΑ.
Ο συνδυασμός των καλυπτόμενων και αποκαλυπτόμενων οπών του δίνουν τη δυνατότητα παραγωγής μιας μεγάλης έκτασης ήχων, πάνω από τρεις οκτάβες, ανάλογα με τις ικανότητες του οργανοπαίκτη. Υπάρχει μια μεγάλη σειρά από κλαρινέτα, διαχωριζόμενα ανάλογα μετην τονικότητά τους. Τοπιο συνηθισμένο είναι το κλαρινέτο σεΣι♭, το οποίο έχει καιτην τυπική μορφή και τις διαστάσεις του οργάνου όπως είναι ευρύτερα γνωστό. Αυτά μετονπιο οξύ ήχο παίζουν σεΛα♭, Μι♭ καιΡε. Με μεσαίο τόνο υπάρχουν κλαρινέτα σεΝτο, Σι♭, Σι φυσικό καιΛα. Σεπιο χαμηλό τόνο υπάρχουν μπάσα και κόντρα μπάσα κλαρινέτα σεΜι♭ καιΣι♭, τα οποία διαφέρουν καιστη μορφή τους από τη συνηθισμένη, διαθέτοντας μεγαλύτερο μήκος και καμπάνα. Υπάρχει επίσης καιτο μεταλλικό κλαρίνο σεΣολ, πολύ διαδεδομένο στην Τουρκία. Τα βασικότερα είδη κλαρινέτου που χρησιμοποιούνται σήμερα φαίνονται στον παρακάτω πίνακα:
Όνομα-Περιγραφή
Έκταση
Φωτογραφία
Κλαρινέτο σεΜι♭ Ηχεί 3η μικρή επάνω από τοΝτο
Κλαρινέτο σεΝτο Το παραδοσιακό κλαρίνο της Ελλάδας, ηχεί όπου γράφεται
Κλαρινέτο σεΣι♭ Το πλέον συνηθισμένο κλαρινέτο. Ηχεί έναν τόνο κάτω από τοΝτο
Κλαρινέτο σεΛα Ηχεί 3η μικρή κάτω από τοΝτο
Άλτο κλαρινέτο σεΜι♭ Ηχεί 1 οκτάβα κάτω από το Κλαρινέτο σεΜι♭
Μπάσο κλαρινέτο σεΣι♭ Ηχεί 1 οκτάβα κάτω από το Κλαρινέτο σεΣι♭
Κόντρα μπάσο κλαρινέτο σεΣι♭ Ηχεί 2 οκτάβες κάτω από το Κλαρινέτο σεΣι♭
Ηχροιάτου οργάνου εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό τόσο από τη δεξιοτεχνία του οργανοπαίκτη, όσο και από την ποιότητα καιτο υλικό κατασκευής του οργάνου. Το πάχος του επιγλωσσιδίου που χρησιμοποιείται επηρεάζει και αυτό τη χροιά, αλλά κυρίως την ευκολία παιξίματος. Συνήθως οι μαθητευόμενοι χρησιμοποιούν λεπτότερα επιγλωσσίδια, γιατί είναι ευκολότερα στο παίξιμο (αριθμός 1 σεμια κλίμακα 1 έως 5) ενώ οι επαγγελματίες μουσικοί προτιμούν παχύτερα επιγλωσσίδια (μεγαλύτερα από 2,5) γιατί ο ήχος τους είναι πολύ καλύτερος, ιδιαίτερα στις ψηλές νότες.
Από τοναρχαιοελληνικό προπομπό του, τοναυλό, μέχρι το σημερινό κλαρίνο οι ομοιότητές παραμένουν σχεδόν ίδιες ως προς την τεχνική εκτέλεσης καιτην κατασκευή.[1]
Είναι πασίγνωστο το ειδικό βάρος που έχει το κλαρίνο στηΕλληνική δημοτική μουσική. Είναι πολύ διαδεδομένο σε όλες τις γωνιές της χώρας, ιδιαίτερα δεστην Πελοπόννησο, στη Στερεά, στην Ήπειρο καιστη Θεσσαλία, χωρίς να λείπει και από την υπόλοιπη επικράτεια. Δεν είναι απολύτως σίγουρο το πώς το κλαρίνο διαδόθηκε στηνΕλλάδα, αντικαθιστώντας άλλα παλαιότερα όργανα όπως η φλογέρα καιο ζουρνάς. Είναι πιθανό να προήλθε από τη διαδικασία εκσυγχρονισμού των μουσικών τουελληνικούκαι τουρκικού στρατού στις αρχές του 19ου αιώνα, οι οποίοι μεταξύ άλλων υιοθέτησαν καιτο κλαρίνο. Κατά μια απλούστερη εκδοχή, το κλαρίνο πέρασε στους Έλληνες από τους Τούρκους περιοδεύοντες μουσικούς, οι οποίοι το έφεραν από την Ευρώπη τον καιρό της τουρκοκρατίας. Το κλαρίνο διαδόθηκε εύκολα, λόγω της απόδοσής τουκαι ίσως λόγω και της επιρροής του ως ένα μοντέρνο όργανο κατευθείαν από τις συμφωνικές ορχήστρες της Δύσης. [2][3]
Σίγουρα όμως το κλαρίνο επικράτησε κυρίως λόγω των μεγάλων του μουσικών ικανοτήτων καιτου τόσο ταιριαστού στην Ελληνική μουσική ήχου του, πουοι Έλληνες αγάπησαν αμέσως. Η έκταση το διαχωρίζει σαφώς από τα απλούστερα παρόμοια όργανα, όπως η φλογέρα καιτοσουραύλι, που έχουν σαφώς μικρότερες δυνατότητες. Η "άλωση" της δημοτικής μουσικής από το κλαρίνο ήταν τόσο καθολική, που σήμερα για τους περισσότερους Έλληνες είναι αδιανόητη η αποσύνδεσή της από αυτό.
Το παραδοσιακό κλαρίνο στην Ελλάδα είναι σε κλίμακα Ντο, αλλά ευρέως χρησιμοποιείται καισεΣι♭. Στη Θράκη χρησιμοποιούν καιτο μεταλλικό κλαρίνο σεΣολ.
Οι Έλληνες οργανοπαίκτες εξέλιξαν την τεχνική του παιξίματος του οργάνου. Η εξέλιξη αυτή ήταν σταδιακή και έχει σήμερα κλείσει έναν πολύ μεγάλο κύκλο, καταλήγοντας σε έναν χαρακτηριστικό και εύκολα αναγνωρίσιμο ήχο, σε ότι αφορά την παραδοσιακή μουσική μας. Η καταγεγραμμένη από τις αρχές του αιώνα δεξιοτεχνία στο παίξιμο του κλαρίνου μαρτυρούν αυτήν την εξέλιξη, ενώ η διάδοσή του είναι ακόμα εξαιρετικά μεγάλη, ακόμα και εκτός της παραδοσιακής Ελληνικής μουσικής.