Ως Μεγάλος Φόβος (Γαλλικά: La Grande Peur) χαρακτηρίζεται η περίοδος στην αρχή της Γαλλικής Επανάστασης, μεταξύ 22 Ιουλίου και 6 Αυγούστου 1789, κατά την οποία στη γαλλική επικράτεια ξέσπασαν αγροτικές εξεγέρσεις.
Οι αγροτικές εξεγέρσεις προκλήθηκαν από την επιδεινούμενη έλλειψη τροφίμων και, τροφοδοτούμενες από φήμες γιαμια συνωμοσία των αριστοκρατών γιανα προκαλέσουν λιμό ή να κάψουν τον πληθυσμό, τόσο οι αγρότες όσο καιοι κάτοικοι επαρχιακών πόλεων καταλήφθηκαν από έναν συλλογικό φόβο και κινητοποιήθηκαν σε όλη τη Γαλλία.
Μετά τηνάλωση της Βαστίλης στις 14 Ιουλίου, το παράδειγμα της εξέγερσης του Παρισιού ακολούθησαν καιοι επαρχίες της Γαλλίας, στις οποίες ο αγροτικός πληθυσμός ζούσε σε συνθήκες απόλυτης εξαθλίωσης και ανέχειας που επιδείνωσε η σιτοδεία των τελευταίων ετών. Οι αγρότες είχαν την υποχρέωση να καταβάλουν φόρους και εισφορές προς τους άρχοντες-ιδιοκτήτες, την εκκλησία καιτον βασιλιά, αλλά και έμμεσους φόρους σε προϊόντα, όπως το αλάτι, το κρασί κ.λ.π. και πολλές αναταραχές είχαν σημειωθεί ήδη από το 1788.
Καμία από τις αξιώσεις που είχαν υποβάλει οι αγρότες στα υπομνήματά τους μέσω των αντιπροσώπων τους στηΣυνέλευση των τάξεωνδεν είχε ικανοποιηθεί. Το φεουδαρχικό σύστημα είχε μείνει ανέγγιχτο. Τα νέα που ελάμβαναν από τις συνεδρίες της Συντακτικής τους έπειθαν ότι επρόκειτο γιαμια αστική επανάσταση πουδενθα ασχοληθεί μετα προβλήματά τους. Η έλλειψη τροφίμων, η ανεργία καιη ακρίβεια αύξησαν τον αριθμό των απελπισμένων. Ήδη είχαν συγκροτηθεί συμμορίες. Ο «φόβος των ληστών» αυτών τροφοδοτούσε τον φόβο από φήμες που διαδίδονταν γιαμια «συνωμοσία των αριστοκρατών» πουθα μπορούσε να τους χρησιμοποιήσει.[2]
Σιτοδεία, οικονομική κρίση, συνωμοσία των αριστοκρατών καιο φόβος των ληστών προκάλεσαν μια ατμόσφαιρα πανικού. Ο φόβος πυροδοτήθηκε από ασαφείς και υπερβολικές φήμες ότι οι αριστοκράτες στρατολόγησαν τις συμμορίες των ληστών γιανα κόψουν το σιτάρι πριν ωριμάσει και έτσι να καταστρέψουν τη συγκομιδή γιανα τους αναγκάσουν τους αγρότες να εγκαταλείψουν τις διεκδικήσεις τους.[3] Μπροστά σ'αυτούς τους πραγματικούς και φανταστικούς κινδύνους, οι αγρότες οπλίστηκαν με δρεπάνια, δικράνια και κυνηγετικά όπλα και μαζεύτηκαν με κωδωνοκρουσίες γύρω από τους πύργους των ευγενών, αρχικά στοΦρανς-Κοντέ, απλώθηκαν νότια κατά μήκος της κοιλάδας του ΡοδανούστηνΠροβηγκία, ανατολικά προς τις Άλπειςκαι σύντομα εξαπλώθηκαν σε όλη τηΓαλλία.
Κατά τη διάρκεια των επιθέσεων των αγροτών στους πύργους της φεουδαρχικής αριστοκρατίας καιστα μοναστήρια, ο κύριος στόχος ήταν η εύρεση και καταστροφή των παλαιών τίτλων και εγγράφων που χάρη σ'αυτά οι ευγενείς εισέπρατταν τα φεουδαρχικά δικαιώματά τους από τους αγρότες. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όταν ευγενείς αντιστάθηκαν, οι πύργοι κάηκαν μαζί μετα έγγραφα. Εκατοντάδες πύργοι αναφέρεται ότι πυρπολήθηκαν με αυτόν τον τρόπο, αλλά δεν υπήρξε αδιάκριτη λεηλασία. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι χωρικοί έφευγαν απλώς αφού είχαν κάψει τους τίτλους των φεουδαρχικών προνομίων.
Πολλά μέλη της φεουδαρχικής αριστοκρατίας αναγκάστηκαν ναμεταναστεύσουν. Μερικοί αριστοκράτες συνελήφθησαν και ανάμεσά τους, υπήρχαν αναφορές για κακομεταχείριση όπως ξυλοδαρμοί και ταπείνωση, αλλά υπάρχουν μόνο τρεις επιβεβαιωμένες περιπτώσεις ιδιοκτητών που σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια των εξεγέρσεων. [4]
Μπροστά στην αδυναμία της κρατικής εξουσίας να τους προστατεύσει, σχηματίστηκαν στα χωριά αγροτικές επιτροπές και πολιτοφυλακές. Όπως η αστική τάξη στο Παρίσι καισε άλλες πόλεις οπλίστηκαν και πήραν στα χέρια τους τη δημοτική διοίκηση, έτσι καιοι αγρότες κατέλαβαν την τοπική δημόσια εξουσία. Δημιουργήθηκαν επίσης Ομοσπονδίες μεταξύ κοντινών πόλεων αλλά και μεταξύ των χωριών.
Παρόλο πουο Μεγάλος Φόβος συνδέεται συνήθως μετην αγροτιά, στις εξεγέρσεις συμμετείχαν και τεχνίτες ή εύποροι αγρότες. Συχνά η αστική τάξη είχε επίσης συμφέρον από την καταστροφή του φεουδαρχικού καθεστώτος όπως καιοι φτωχότεροι αγρότες.[5]
Ανκαιη κύρια φάση του Μεγάλου Φόβου τελείωσε μέχρι τις 6 Αυγούστου, οι εξεγέρσεις των αγροτών συνεχίστηκαν έως καιτο 1790 σε πολλές περιοχές της Γαλλίας επειδή ηΣυντακτική, τρομαγμένη από την έκταση των παραχωρήσεων, προσπάθησε να ακυρώσει μερικές από τις αποφάσεις της. Τα τελευταία κατάλοιπα της φεουδαρχίας εξαφανίστηκαν το 1792 και το 1793.[6]
Ο Μεγάλος Φόβος προκάλεσε μεγάλη ανησυχία στους κόλπους της Συντακτικής. Στις 4 Αυγούστου 1789, οι αντιπρόσωποι, γιανα καθησυχάσουν τους χωρικούς καινα αποφύγουν περαιτέρω αναταραχές, αποφάσισαν να καταλύσουν το φεουδαρχικό καθεστώς. Η δεκάτη καιοι αγγαρείες καταργήθηκαν, τα κυνηγετικά προνόμια των ευγενών σταμάτησαν, οι φοροαπαλλαγές καιτα μονοπώλια των ευγενών καταργήθηκαν ως αντίθετα προς τη φυσική ισότητα. Ανκαιδεν καταργήθηκαν όλα τα προνόμια και παραχωρήθηκαν αποζημιώσεις στους ευγενείς - πουγια τους αγρότες ήταν το ίδιο δυσβάσταχτες[Σημ. 1] -, το αποτέλεσμα ήταν η εξάλειψη των ταξικών διακρίσεων καιη νομική εξίσωση των Γάλλων πολιτών.[7]
↑Λίγες μέρες αργότερα, η Συνέλευση διευκρίνισε ότι το διάταγμα της 4ης Αυγούστου προέβλεπε τη διατήρηση των «νόμιμων» φεουδαρχικών δικαιωμάτων ιδιοκτησίας. Ενώ οι προσωπικές φεουδαρχικές υπηρεσίες όπως τα δικαιώματα κυνηγιού, η φεουδαρχική δικαιοσύνη καιοι εργατικές υπηρεσίες καταργήθηκαν εντελώς, τα περισσότερα φεουδαρχικά τέλη θα καταργούνταν μόνο εάν οι αγρότες πλήρωναν αποζημίωση στους άρχοντες τους, που ορίζονταν σε 20 έως 25 φορές την ετήσια αξία της υποχρέωσης. Η απογοήτευση των αγροτών οδήγησε σε αναταραχές έως ότου το 1792 και το 1793 οριστικοποιήθηκε η πλήρης κατάργηση όλων των φεουδαρχικών τελών χωρίς αποζημίωση.