Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο. Το πρότυπο τοποθετήθηκε χωρίς ημερομηνία. Γιατη σημερινή ημερομηνία χρησιμοποιήστε: {{χωρίς παραπομπές|13|07|2024}}
Ηγαλλική ομόηχη λέξη Μποέμ (Bohème) αρχικά σήμαινε καταγωγή από τηΒοημία δηλαδή Βοημός και συνεκδοχικά αυτός που κάνει ζωή τσιγγάνου, χωρίς τη φροντίδα καιτη σκέψη της επαύριον. Η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε από τους Γάλλους προκειμένου να χαρακτηρίσουν έτσι τους Παρισινούςλογοτέχνεςκαικαλλιτέχνες, γιατον ανέμελο τρόπο της σκέψης και της ζωής τους, που αντιστρατεύονταν τα πλαίσια του βίου των οικονομικών στενών ορίων των πολιτών με τις καθημερινές ανάγκες και υποχρεώσεις, αλλά και περισσότερο γιατην ατημέλητη εμφάνισή τους ιδιαίτερα των καφενόβιων του "Καρτιέ Λατέν".
Τα χαρακτηριστικά των μποέμ ήταν η αδιαφορία γιατη ζωή και τις έγνοιες της, η ξενοιασιά, η διαρκής ευθυμία, η σπατάλη χρημάτων, τα όνειρα για νέα και μεγαλύτερα έσοδα, έτσι πουνα μπορούν να εξασφαλίσουν καιγιατην επόμενη τον ίδιο τρόπο ζωής. Συμβαίνει συχνά όμως υπό την εξωτερική εμφάνιση ενός "μποέμ" να υποκρύπτονται πρόσωπα άσημα και ανίκανα να συμμορφώσουν ζωή ανάλογη των οικονομικών τους δυνάμεων φερόμενα περισσότερα από ανόητη επιδειξιομανία. Αναμφίβολα όμως, συμβαίνει να εμφανίζονται ως "μποέμ" και πρόσωπα πραγματικοί καλλιτέχνες (ποιητές, ζωγράφοι, μουσικοίκ.λπ.) αλλά και άλλα πρόσωπα που χαίρουν ιδιαίτερης κοινωνικής εκτίμησης σαφώς προνοητικοί και άριστοι διαχειριστές των οικονομικών τους. Τέτοιοι λεγόμενοι "μποέμ" ήταν ο ποιητής Πωλ Βερλαίν, ο ζωγράφος Γκωγκένκ.ά.
Τον τρόπο ζωής των "μποέμ" περιέγραψε αριστοτεχνικά και πολύ γλαφυρά οΑνρί Μυρζέστομυθιστόρημάτου "Σκηνές από τη ζωή των Μποέμ". Στην ελληνική δημώδη γλώσσα πέρασε η λέξη ομόηχα χαρακτηρίζοντας γενικά την ανέμελη ζωή γεμάτη απολαύσεις και μάλιστα χωρίς κανένα ιδιαίτερο μειωτικό χαρακτήρα ή προέκταση. Σταδε ελληνικά λαϊκά τραγούδια απαντώνται ευρύτατα οι ονομασίες "μποέμης" και "μποέμισσα".