Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί καινα αφαιρεθεί. Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 16/03/2019.
Αυτό το λήμμα αναφέρεται στηννεοελληνική αρχιτεκτονική.
Από το 1453 και έπειτα, η ελληνική αρχιτεκτονική επικεντρώθηκε κυρίως στην εκκλησιαστική. Οι εκκλησίες, όπως και άλλα κέντρα όπως τα σχολεία, χρησιμοποιήθηκαν και ως χώρος συνάντησης.
Μετά την Επανάσταση του 1821 και τη δημιουργία του σύγχρονου ελληνικού κράτους, η σύγχρονη ελληνική αρχιτεκτονική προσπάθησε να συνδυάσει την αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική μετη δυτικοευρωπαϊκή. Η αρχιτεκτονική του 19ου αιώνα της Αθήνας και άλλων πόλεων της Ελλάδος επηρεάζεται κυρίως από τη νεοκλασική αρχιτεκτονική.
Η αρχιτεκτονική των σύγχρονων ελληνικών πόλεων, ιδιαίτερα οι «παλιές πόλεις» επηρεάζονται κυρίως από την οθωμανική ή βενετική αρχιτεκτονική, δύο δυνάμεις που κυριαρχούσαν στον ελληνικό χώρο από την Αναγέννηση. Μετά την σύσταση του νεοελληνικού κράτους, οι σύγχρονοι Έλληνες αρχιτέκτονες προσπάθησαν να συνδυάσουν αρχαία και βυζαντινά στοιχεία και κίνητρα μετα δυτικοευρωπαϊκά στυλ. Η Πάτρα ήταν η πρώτη πόλη του σύγχρονου ελληνικού κράτους που ανέπτυξε σχέδιο πόλης. Τον Ιανουάριο του 1829 ο Σταμάτης Βούλγαρης, Έλληνας μηχανικός του γαλλικού στρατού, παρουσίασε το σχέδιο της νέας πόλης στον κυβερνήτη Καποδίστρια, ο οποίος το ενέκρινε. Ο Βούλγαρης εφήρμοσε τον ορθογώνιο κανόνα στο αστικό συγκρότημα της Πάτρας.
Μετά την ίδρυση του Ελληνικού Βασιλείου, η αρχιτεκτονική της Αθήνας και άλλων πόλεων επηρεάστηκε κυρίως από τη νεοκλασική αρχιτεκτονική. Γιατην Αθήνα, ο πρώτος βασιλιάς της Ελλάδας, Όθωνας, ανέθεσε στους αρχιτέκτονες Σταμάτιο Κλεάνθη και Eduard Schaubert να σχεδιάσουν ένα σύγχρονο σχέδιο πόλης κατάλληλο γιατην πρωτεύουσα ενός κράτους.
Το 1917 το μεγαλύτερο μέρος του κέντρου της Θεσσαλονίκης κατεστράφη από τη μεγάλη πυρκαγιά της Θεσσαλονίκης το 1917. Μετά την πυρκαγιά η κυβέρνηση απαγόρευσε την γρήγορη ανοικοδόμηση, ώστε να μπορέσει να υλοποιήσει τον νέο επανασχεδιασμό της πόλης σύμφωνα μετο πολεοδομικό σχέδιο ευρωπαϊκού τύπου από ομάδα αρχιτεκτόνων, συμπεριλαμβανομένου του Βρετανού Thomas Mawson, με επικεφαλής τον Γάλλο αρχιτέκτονα Ernest Hébrard.
Το 1929 τέθηκαν σε ισχύ δύο σημαντικοί νόμοι σχετικά μετα πολυκατοικίες. Ο νόμος γιατην "οριζόντια ιδιοκτησία" κατέστησε δυνατή την ύπαρξη πολλών διαφορετικών ιδιοκτητών για ένα ακίνητο ή διαμέρισμα. Τοπιο σημαντικό αποτέλεσμα αυτού του νόμου ήταν η αντιπαροχή. Μετην αντιπαροχή, ο ιδιοκτήτης ενός οικοπέδου, ο οποίος δεν έχει την πολυτέλεια να ανεγείρει ένα ακίνητο, συνάπτει σύμβαση μεμια κατασκευαστική εταιρεία έτσι ώστε ο τελευταίος να κτίσει το ακίνητο αλλά να γίνει ιδιοκτήτης ενός αριθμού συμφωνηθέντων διαμερισμάτων. Παρόλο που κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου η πρακτική της αντιπαροχής δεν ήταν διαδεδομένη, η αντιπαρόχη έγινε ηπιο κοινή μέθοδος ανοικοδόμησης από τη δεκαετία του 1950 και έπειτα.
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο καιτον εμφύλιο πόλεμο, η μαζική κατασκευή πολυκατοικιών στα μεγάλα αστικά κέντρα ήταν ένας σημαντικός παράγοντας που συνέβαλε στην ελληνική οικονομία καιστη μεταπολεμική ανάκαμψη. Κατά τη δεκαετία του 1960 και του 1970, η Ξενία ήταν ένα πρόγραμμα κατασκευής ξενοδοχείων που χρηματοδοτήθηκε από τονΕλληνικό Οργανισμό Τουρισμού (ΕΟΤ) γιατη βελτίωση των τουριστικών υποδομών.
Το 1929 τέθηκαν σε ισχύ δύο σημαντικοί νόμοι που αφορούσαν τις πολυκατοικίες. Ο νόμος γιατην «οριζόντια ιδιοκτησία» επέτρεψε σε πολλούς διαφορετικούς ιδιοκτήτες να κατέχουν μία πολυκατοικία, ο καθένας κατέχοντας ένα ή περισσότερα διαμερίσματα. Θεωρητικά, κάθε διαμέρισμα αντιστοιχεί σε ένα ποσοστό του αρχικού οικοπέδου. Τοπιο σημαντικό αποτέλεσμα αυτού του νόμου ήταν η πρακτική της «αντιπαροχής». Μετην αντιπαροχή, ο ιδιοκτήτης ενός οικοπέδου, πουδεν έχει την οικονομική δυνατότητα να χτίσει μόνος τουμια πολυκατοικία, κάνει συμβόλαιο μεμια κατασκευαστική εταιρεία ώστε η τελευταία να χτίσει την πολυκατοικία αλλά να διατηρήσει την ιδιοκτησία τόσων διαμερισμάτων όσες αναφέρει το συμβόλαιο. Ανκαι κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου η πρακτική της αντιπαροχής ήταν περιορισμένη, καθώς η ανέγερση των περισσότερων πολυκατοικιών χρηματοδοτούνταν αποκλειστικά από τους αρχικούς ιδιοκτήτες του οικοπέδου, η αντιπαροχή έγινε ηπιο κοινή μέθοδος χρηματοδότησης της κατασκευής πολυκατοικιών από τη δεκαετία του 1950. και μετά.[1] Ωστόσο, αυτή η πρακτική είχε ως αρνητικό αποτέλεσμα την καταστροφή πολλών παλιών (κυρίως του 19ου αιώνα) κτιρίων και αρχοντικών στις μεγάλες ελληνικές πόλεις, γιανα αντικατασταθούν από κοινές πολυκατοικίες. Ακόμη και σήμερα (2024), οι ιδιοκτήτες παλαιών κτιρίων ή αρχοντικών, που έχουν χαρακτηριστεί ως αρχιτεκτονικά διατηρητέα, προτιμούν νατα αφήσουν να καταρρεύσουν γιανα αποφύγουν το κόστος συντήρησης καινα εκμεταλλευτούν το οικόπεδο.
Μετά τονΒ' Παγκόσμιο Πόλεμοκαιτονελληνικό εμφύλιο, αυτή η πρακτική (η μαζική κατασκευή συγκυριαρχιών στα μεγάλα κέντρα της Ελλάδας) ήταν ένας σημαντικός παράγοντας που συνέβαλε στην ελληνική οικονομία καιστη μεταπολεμική ανάκαμψη. Κατά τις δεκαετίες του 1960 και του 1970 κατασκευάστηκαν καιοι πρώτοι υαλοστάτες, όπως οΠύργος τουΟΤΕκαιτοΣυγκρότημα Πύργου Αθηνών.
Κατά τις δεκαετίες 1960 και 1970, τοXenia ήταν ένα πανελλαδικό πρόγραμμα κατασκευής ξενοδοχείων που ξεκίνησε από τονΕλληνικό Οργανισμό Τουρισμού (ΕΟΤ) γιατη βελτίωση της τουριστικής υποδομής της χώρας. Αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα έργα υποδομής στη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Πρώτος υπεύθυνος του έργου ήταν ο αρχιτέκτονας Χαράλαμπος Σφαέλλος (από το 1950 έως το 1958) και από το 1957 τα κτίρια σχεδιάστηκαν από ομάδα υπό τονΆρη Κωνσταντινίδη.