Αυτό το λήμμα χρειάζεται μετάφραση.Αν θέλετε να συμμετάσχετε, μπορείτε ναεπεξεργαστείτετο λήμμα μεταφράζοντάς το ή προσθέτοντας δικό σας υλικό καινα αφαιρέσετε το{{μετάφραση}} μόλις το ολοκληρώσετε. Είναι πιθανό (και επιθυμητό) το ξενόγλωσσο κείμενο να έχει κρυφτεί σαν σχόλιο μετα <!-- και -->. Πατήστε "επεξεργασία"γιανα δείτε ολόκληρο το κείμενο.
Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές ορθογραφικής και συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης. Αίτιο: χρειάζεται μετατροπή των σημειώσεων σε κανονικές παραπομπές Για περαιτέρω βοήθεια, δείτε τα λήμματα πώς να επεξεργαστείτε μια σελίδακαιτονοδηγό μορφοποίησης λημμάτων.
ΟιΈλληνες ήταν γνωστοί με αρκετά διαφορετικά ονόματα στην ιστορία. Οι πολεμιστές που έπεσαν στις Θερμοπύλες έπεσαν ως Έλληνες. Στην Καινή Διαθήκη αποκαλούνται "Ελληνιστές" οι ελληνίζοντες Ιουδαίοι και "Έλληνες" οι οπαδοί της ελληνικής εθνικής θρησκείας. Στη Βυζαντινή εποχή αναφέρονται επίσημα, αλλά και ανεπίσημα, ως Ρωμαίοι, μετο κράτος να ονομάζεται "Βασιλεία Ρωμαίων", ενώ οι γείτονές τους στηΔυτική Ευρώπη τους ονόμαζαν Γκραίκους (Greci). Κάποιοι σχολαστικοί της νεοπλατωνικής ιδεολογίας, όπως για παράδειγμα οΠλήθων Γεμιστός (15ος αιώνας), τους ονόμαζαν Έλληνες, ενώ βασικά "Έλληνες" πριντον 18ο αιώνα ονομάζονταν οιΑρχαίοι Έλληνες. Στους Άραβες και Τούρκους ονομάζονται ΑλΡουμ (Ρωμαίοι). Στη μακρά περίοδο γιατην οποία υπάρχουν γραπτές πηγές, τα ονόματα για τους Έλληνες ποικίλουν, και πολλές φορές ο ίδιος συγγραφέας χρησιμοποιεί δύο ή περισσότερα ονόματα ανάλογα μετην περίσταση. Στη νεώτερη εποχή (μετά τον 19ο αιώνα) η μελέτη των χρησιμοποιηθεισών ονομασιών για τους Έλληνες έχουν γίνει αντικείμενο μελέτης σε σχέση μετην "εθνική ταυτότητα" των Ελλήνων και συχνά εξετάζονται σε συνάφεια με όρους όπως "γένος", "έθνος" καισε άλλες γλώσσες με όρους όπως "nation", "race" (πρό τουΒ' ΠΠ) κ.ά.[1] Όμως η αρχή της συζήτησης γύρω από την ελληνική εθνική ταυτότητα καιη σχετική χρήση των ονομασιών (Γραίκος, Έλλην, Ρωμαίος) με εθνική σημασία εντοπίζεται τουλάχιστον στους λογίους του 15ου αιώνα.[2] Σήμερα ονομάζονται "Ρωμιοί" (Ρωμαίοι) τα μέλη της ελληνικής εθνικής μειονότητας της Τουρκίας, με σκοπό ναμη θεωρηθεί ότι σχετίζονται μετηνΕλλάδα.
ΣτηνΙλιάδατουΟμήρου, οι ελληνικές συμμαχικές δυνάμεις περιγράφονται με τρία διαφορετικά ονόματα: Αργείοι, Δαναοί και Αχαιοί, και όλα μετην ίδια έννοια. Από τα παραπάνω ο πρώτος τύπος χρησιμοποιείται 170 τουλάχιστον φορές, ο δεύτερος 148 και ο τρίτος 598 φορές.[2].
Οι Αργείοι είναι πολιτικός όρος που προέρχεται από την αρχική πρωτεύουσα των Αχαιών, τοΆργος. Οι Δαναοί είναι το όνομα που αποδίδεται στη φυλή που εξουσιάζει αρχικά τηνΠελοπόννησοκαιτην περιοχή κοντά στο Άργος. Αχαιοί ονομάζεται η φυλή που, ενισχυμένη από τους Αιολείς, κυριάρχησε πρώτη στα ελληνικά εδάφη, επικεντρωμένοι γύρω από την πρωτεύουσά τους, τις Μυκήνες.
Κατά τη διάρκεια τουΤρωικού Πολέμου, οιΈλληνες ήταν μια σχετικά μικρή αλλά δυνατή φυλή στηΦθία της Θεσσαλίας, συγκεντρωμένοι στις πόλεις Άλος, Αλώπη, Τροιχίνα καιστο Πελασγικό Άργος[3]. Όμως στα ομηρικά έπη συναντάται η λέξη "πανέλληνες" μετην έννοια του συνόλου των Ελλήνων.[3]
Διάφορες ετυμολογίες που έχουν προταθεί γιατη λέξη Έλληνας, αλλά καμία δεν είναι ευρέως αποδεκτή -Σαλ, προσεύχομαι' έλλ, ορεινός' σελ, φωτίζω. Μια πιό πρόσφατη μελέτη συνδέει το όνομα μετην πόλη Ελλάς, δίπλα στον ποταμό Σπερχειό, που λεγόταν επίσης Ελλάς στην αρχαιότητα.[4]
Ωστόσο, είναι γνωστό με σιγουριά ότι οιΈλληνες έχουν σχέση με τους Σελλούς, τους ιερείς της ΔωδώνηςστηνΉπειρο. ΟΌμηρος περιγράφει τονΑχιλλέανα προσεύχεται στον Δωδώνιο Δία ως τον αρχέγονο Θεό: «Βασιλέα Ζευ, φώναξε, Άρχοντα της Δωδώνης, θεέ των Πελασγών, που κατοικούν μακριά, που έχεις τη χειμωνιάτικη Δωδώνη κάτω από την εξουσία σου, όπου οι Ιερείς σουοι Σελλοί κατοικούν γύρω σουμετα πόδια τους άπλυτα καιτα καταλύματά τους πάνω στο έδαφος[5].»
ΟΠτολεμαίος αποκαλεί τηνΉπειροαρχέγονη Ελλάδα[6]καιοΑριστοτέλης αναφέρει γιατην ίδια περιοχή ότι συνέβη ένας αρχαίος κατακλυσμός «στην αρχαία Ελλάδα, μεταξύ της Δωδώνης καιτου Αχελώου ποταμού [...], τηγηπου κατείχαν οι Σελλοί καιοι Γραικοί, που αργότερα θα γίνονταν γνωστοί ως Έλληνες», (οι καλούμενοι τότε μεν Γραικοί, νυνδ' Έλληνες)[7]. Η θέση, συνεπώς, ότι οι Έλληνες ήταν φυλή από την Ήπειρο η οποία αργότερα μετανάστευσε προς τα νότια στη Φθία της Θεσσαλίας, επαληθεύεται. Η επέκταση μιας συγκεκριμένης λατρείας τουΔίαστηΔωδώνη, η τάση των Ελλήνων να σχηματίζουν ακόμη μεγαλύτερες κοινότητες καιαμφικτυονίες, καθώς καιη αυξανόμενη δημοτικότητα της λατρείας τωνΔελφών, είχε ως αποτέλεσμα την επέκταση του ονόματος στην υπόλοιπη ελληνική χερσόνησο, αργότερα πέρα από τοΑιγαίο πέλαγος, στηΜικρά Ασίακαι τελικά προς δυσμάς στηΣικελίακαιτη νότια Ιταλία, οι οποίες ήταν γνωστές μετον όρο Μεγάλη Ελλάδα.
Η λέξη Έλληνεςμετην ευρύτερη σημασία της απαντάται για πρώτη φορά σεμια επιγραφή αφιερωμένη στονΗρακλήγιατη νίκη του στις Αμφικτυονίες [8]και αναφέρεται στην 48ηΟλυμπιάδα (584 π.Χ.). Φαίνεται πως παρουσιάστηκε τον 8ο αιώνα π.Χ. με τους Ολυμπιακούς Αγώνεςκαι σταδιακά καθιερώθηκε μέχρι τον 5ο αιώνα π.Χ.
Μετά τον πόλεμο εναντίον των Περσών, αναρτήθηκε επιγραφή στους Δελφούςγιατη νίκη εναντίον τωνΠερσώνη οποία υμνεί τονΠαυσανία ως αρχηγό των Ελλήνων.[9]Η συνείδηση της πανελλήνιας ενότητας προωθείτο μέσω θρησκευτικών εκδηλώσεων, με σημαντικότερη ταΕλευσίνια Μυστήρια, στην οποία οι μυημένοι έπρεπε να μιλούν ελληνικά, και βέβαια μέσω της συμμετοχής στους τέσσερις Πανελλήνιους Αγώνες, όπως ήταν οιΟλυμπιακοί Αγώνες. Απαγορευόταν η συμμετοχή στις γυναίκες και στους μη-Έλληνες. Ορισμένες εξαιρέσεις σημειώθηκαν πολύ αργότερα, όπως για παράδειγμα γιατον Αυτοκράτορα Νέρωνακαι ήταν αδιαμφισβήτητα ένδειξη της ρωμαϊκής ηγεμονίας.
Η ανάπτυξη μυθολογικών γενεαλογιών από επώνυμους ιδρυτές, πολύ αργότερα μετά τη μετανάστευση προς τα νότια Αχαιών, Ιώνων, Αιολέων και Δωριέων, επηρέασε το πώς αντιμετωπίζονταν οι βορειότερες φυλές. Κατά τονΤρωικό Πόλεμο, οιΗπειρώτες, οιΜολοσσοίκαιοιΜακεδόνεςδε θεωρούνταν Έλληνες, καθώς οι λαοί με αυτές τις ονομασίες δεν ήταν τότε παρά μια μικρή φυλή στηΘεσσαλία, μέλος της οποίας ήταν οΑχιλλέας. Ωστόσο, ακόμα κι όταν η ονομασία επεκτάθηκε, καλύπτοντας όλους τους λαούς νότια τουΟλύμπου, οι βορειότεροι λαοί με τις ίδιες ρίζες δεν αποκαλούνταν έτσι. Ένας λόγος ήταν η άρνησή τους να συμμετάσχουν στους Περσικούς Πολέμους. Ωστόσο, αντιπρόσωποι των φυλών αυτών είχαν γίνει δεκτοί στους Ολυμπιακούς Αγώνεςκαι διαγωνίστηκαν μαζί με άλλους Έλληνες.[10]ΟΘουκυδίδης αποκαλεί βαρβάρους τους Ακαρνάνες, τους Αιτωλούς[11], τους Ηπειρώτες[12]και τους Μακεδόνες[13], αλλά το επιχειρεί σε καθαρά γλωσσικό πλαίσιο. Όταν ο ρήτορας Δημοσθένης αποκαλεί τους Μακεδόνεςχειρότερους από βαρβάρουςστονΓ' Φιλιππικό, το κάνει με σεβασμό στον πολιτισμό τους, ο οποίος απλώς δε συμβαδίζει μετα κοινά ελληνικά πρότυπα. Από την άλλη πλευρά, οΠολύβιος θεωρεί τις φυλές της δυτικής Ελλάδας, ΗπείρουκαιΜακεδονίας αμιγώς ελληνικές.[14]
Στους επόμενους αιώνες, οι μή Έλληνες αποκαλούνταν «βάρβαροι», μετην έννοια των απολίτιστων.
Το πρώτο πράγμα πουοι ελληνικές φυλές παρατήρησαν ήταν το γεγονός της διαφορετικότητας στην ομιλία με τους γειτονικούς λαούς. Στο γεγονός αυτό βασίζεται ουσιαστικά καιο χαρακτηρισμός βάρβαρος, ο ομιλών ξενική γλώσσα ως προς τους Έλληνες.
Ο όρος «βάρβαρος» θεωρείται ότι προέρχεται από τη προσπάθεια απόδοσης της ξενικής αυτής ομιλίας, βάσει της ερμηνείας των παραγόμενων ήχων (bar-bar), που έφτανε στα αυτιά των διαφόρων ελληνικών φυλών ως κάποιο είδος ψευδισμού.[15] Αυτό αλήθευε καιγια τους Αιγύπτιους, που, σύμφωνα μετονΗρόδοτο, αποκαλούσαν βαρβάρους όλους όσοι μιλούσαν διαφορετική γλώσσα[16], καιγια τους Σλάβουςπιο πρόσφατα, οι οποίοι αποκαλούσαν τους Γερμανούςμετο όνομα nemec, που σημαίνει τραυλός[17]. ΟΑριστοφάνης στους Όρνιθες αποκαλεί τον αγράμματο επιστάτη βάρβαρο, ο οποίος όμως έμαθε στα πουλιά να μιλάνε [18].
Τελικά, ο όρος επεκτάθηκε σε ολόκληρο τον τρόπο ζωής των ξένων, ταυτίστηκε δηλαδή με τους όρους "αγράμματος" ή «απολίτιστος». Έτσι, «ένας αγράμματος άνθρωπος είναι κι αυτός βάρβαρος» [19]. Σύμφωνα μετονΔιονύσιο της Αλικαρνασσού, ένας Έλληνας διέφερε από έναν βάρβαρο σε τέσσερα σημεία: εκλεπτυσμένη γλώσσα, εκπαίδευση, θρησκεία και νόμους [20]. Η ελληνική εκπαίδευση έγινε συνώνυμη μετην ευγενή ανατροφή. ΟΑπόστολος Παύλοςτο θεωρούσε υποχρέωσή τουνα κηρύξει σε όλους τους λαούς τοΕυαγγέλιο, «Έλληνες και βαρβάρους, σοφούς και ανόητους» [21].
ΟΕυριπίδης θεωρούσε λογικό να κυριαρχήσουν οι Έλληνες στους βαρβάρους, γιατί οι πρώτοι προορίζονταν για ελευθερία, ενώ οι δεύτεροι για σκλαβιά [22]. ΟΑριστοτέλης κατέληξε στο συμπέρασμα πως "η φύση ενός βαρβάρου κι ενός δούλου είναι ένα καιτο αυτό" [23]. Η φυλετική διαφοροποίηση άρχισε να ξεθωριάζει μετη διδασκαλία τωνΣτωικών, που δίδασκαν πως όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι απέναντι στονΘεόκι έτσι από τη φύση τους δεν μπορεί να υπάρχει ανισότητα μεταξύ τους. Μετον καιρό, η ονομασία Έλληνας έγινε σημάδι διανόησης κι όχι καταγωγής, όπως είπε κιοΙσοκράτης.
Οι κατακτήσεις τουΜεγάλου Αλεξάνδρου έφεραν την ελληνική επιρροή στην Ανατολή, "εξάγοντας" τον ελληνικό πολιτισμό και μεταβάλλοντας την εκπαίδευση και τις κοινωνικές δομές των περιοχών αυτών. Ο Ισοκράτης ανέφερε στονΠανηγυρικότου: "οι ταύτης μαθηταί των άλλων διδάσκαλοι γεγόνασι, καιτοτων Ελλήνων όνομα πεποίηκε μηκέτι του γένους αλλά της διανοίας δοκείν είναι"[24]. ΟΕλληνιστικός πολιτισμός είναι η εξέλιξη του κλασικού αρχαιοελληνικού πολιτισμού με παγκόσμιες προοπτικές. Παρομοίως, η ονομασία Έλληνας εξελίχτηκε από εθνική ονομασία σε πολιτιστικό όρο, που υποδήλωνε κάποιον που διήγαγε τη ζωή του σύμφωνα μετα ελληνικά ήθη.
Η σύγχρονη αγγλική λέξη Greek προέρχεται από τηλατινικήGraecus, η οποία μετη σειρά της προέρχεται από τηνελληνικήΓραικός, το όνομα φυλής Βοιωτώνπου μετανάστευσε στην Ιταλία τον8ο αιώνα π.Χ.. Με αυτό το όνομα ήταν γνωστοί οι Έλληνες στηΔύση. ΟΌμηρος, κατά την απαρίθμηση των βοιωτικών δυνάμεων στηνΙλιάδα (Κατάλογος των Νηών), παρέχει την πρώτη γραπτή αναφορά γιαμια πόλη της Βοιωτίαςμετο όνομα Γραία[25]καιοΠαυσανίας αναφέρει ότι Γραία ήταν το όνομα της αρχαίας πόλης της Τανάγρας. [26]ΗΚύμη, πόλη δυτικά της Νεάποληςκαι νότια της Ρώμης, ιδρύθηκε από Κυμείς και Χαλκιδείς, καθώς και κατοίκους της Γραίας. Στην επαφή τους με τους Ρωμαίους ίσως καινα οφείλεται η λατινική ονομασία Graeciγια όλες τις ελληνόφωνες φυλές.
ΟΑριστοτέλης, η αρχαιότερη πηγή που αναφέρει τη λέξη αυτή, δηλώνει ότι κατακλυσμός "σάρωσε" την κεντρική Ήπειρο, περιοχή της οποίας οι κάτοικοι αποκαλούνταν Γραικοίκι αργότερα ονομάζονταν Έλληνες[27]. ΣτηΜυθολογία, οΓραικός είναι ξάδερφος τουΛατίνουκαιη λέξη μάλλον σχετίζεται μετη λέξη γηραιός, που ήταν ο τίτλος των ιερέων της Δωδώνης. Ονομάζονταν επίσης Σελλοί, κάτι που δείχνει τη σχέση μεταξύ τωνδυο βασικών ονομασιών των Ελλήνων. Η επικρατούσα θεωρία γιατον αποικισμό της Ιταλίας είναι ότι τμήμα κατοίκων της Ηπείρου διέσχισαν τηΔωδώνηκαι μετοίκησαν στηΦθίακαι έγιναν γνωστοί ως Έλληνες, η φυλή που οδήγησε στηνΤροίαοΑχιλλέας. Οι υπόλοιποι κάτοικοι αναμείχθηκαν με άλλες φυλές που κατέφτασαν αργότερα, χωρίς όμως να χάσουν το όνομά τους. Από εκεί ταξίδεψαν δυτικά προς τηνΙταλία, πριν καταφτάσει το πρώτο κύμα αποικισμού στη Σικελία καιτην Κάτω Ιταλία τον 8ο αιώνα π.Χ.
ΣτηνΑνατολή, καθιερώθηκε ένας εντελώς διαφορετικός όρος. Οι αρχαίοι λαοί της Μέσης Ανατολής αναφέρονταν στους Έλληνες ως Yunan, από την περσική λέξη Γιαουνά (Yaunâ), η οποία μετη σειρά της προέρχεται από την ελληνική Ιωνία, δηλαδή τα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας. Στα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ., οιΠέρσες κατέκτησαν την ιωνική φυλή κι έτσι η ονομασία αυτή επεκτάθηκε για όλους τους Έλληνες.
Οι αρχαιότερες αναφορές στους Yaunâ βρίσκονται στις αυτοκρατορικές επιγραφές της δυναστείας των Αχαιμενιδών. Η πρώτη από αυτές (520 π.Χ.) είναι επιγραφή τουΔαρείου Α'στο Μπεχιστούν (Behistun).[4]Σε άλλη επιγραφή του Δαρείου Α', στο Νακς-ι Ρουστάμ (Naqš-i Rustam),[5] αναφέρονται οιYaunâ μετο ασπιδοειδές καπέλο. Αυτή η ονομασία προέρχεται από τη χρήση της καυσίας, δηλαδή του μακεδονικού πλατύγυρου καπέλο γιατον ήλιο (παραλλαγής του πέτασου), και υπονοεί τους Μακεδόνες.[6] Επίσης, επιγραφή τουΞέρξηστηνΠερσέποληκαι τις Πασαργάδες μιλάει γιαYaunâ, κοντά και πέρα από τη θάλασσα.[7]
Όλοι οι λαοί υπό την περσική κυριαρχία υιοθέτησαν αυτό τον όρο και από εκεί προέρχεται η σανσκριτική λέξη Γιαβάνα, που συναντά κανείς σε αρχαία σανσκριτικά κείμενα, κι αργότερα αναφέρεται στους Έλληνες των ελληνιστικών βασιλείων της Ινδίας, καθώς καιοι λέξεις Yonaστηγλώσσα ΠάλικαιYonaka (όρος μετον οποίο αυτοχαρακτηρίζονταν οι Έλληνες της Βακτρίας). Ο όρος Yunan (युनान) χρησιμοποιείται σήμερα στατουρκικά, τααραβικά (يوناني), ταπερσικά, τα αζερικά, τα ινδικά Χίντι (यूनान) και τις γλώσσες Μαλάι (Ινδονησία, Μαλαισίακα).
Η ονομασία Έλληνας απέκτησε θρησκευτική σημασία στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες μέχρι καιτο τέλος της πρώτης χιλιετίας, διάστημα κατά το οποίο διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο ηΡωμαιοκαθολική Εκκλησία. Καίρια ήταν η επαφή μετονΙουδαϊσμό, καθώς κληροδότησε τη θρησκευτική διαφοροποίηση των ανθρώπων. ΟιΕβραίοι, όπως κιοιΈλληνες, διαφοροποιούσαν εαυτούς από τους ξένους, οι πρώτοι όμως με θρησκευτικά κι όχι πολιτιστικά κριτήρια.
Μετην κατάκτηση των Ελλήνων από τηΡώμη, όπως οι Έλληνες θεωρούσαν βαρβάρους όλους τους απολίτιστους λαούς, έτσι κιοιΕβραίοι θεωρούσαν όλους τους παγανιστές goyim (άπιστους, κυριολεκτικά "έθνη"). Η θρησκευτική αυτή διάκριση υιοθετήθηκε από τους πρώτους Χριστιανούςκι έτσι αναφέρονταν σε όλους τους παγανιστές ως Έλληνες.
Θρησκευτική σημασία έφτασε να κατέχει ο όρος κατά το 2ο ή 3ο αιώνα μ.Χ. O Κλήμης ο Αλεξανδρεύς αναφέρει έναν ανώνυμο Χριστιανό συγγραφέα, που αποκαλούσε τους παραπάνω Έλληνεςκαι μιλούσε γιαδυο παλιά έθνη κι ένα νέο: τοχριστιανικό έθνος [28].
Από τότε καιστο εξής, ο όρος συνήθως σήμαινε του παγανιστές, ανεξαρτήτως φυλής. Η προσπάθεια του Αυτοκράτορα Ιουλιανούνα επαναφέρει τον παγανισμό απέτυχε και σύμφωνα μετονΠάπα Γρηγόριο Α', "τα πράγματα εξελίχθηκαν υπέρ της Χριστιανοσύνης καιη θέση των Ελλήνων επλήγη σοβαρά" [29]. Μισό αιώνα αργότερα, Χριστιανοί διαμαρτύρονται εναντίον του Έπαρχου της Αλεξάνδρειας, κατηγορώντας τον ότι ήταν Έλληνας [30]. ΟΘεοδόσιος Α' προέβη στα πρώτα "νομοθετικά" βήματα εναντίον του παγανισμού, αλλά οι νομοθετικές μεταρρυθμίσεις τουΙουστινιανού προκάλεσαν διώξεις των παγανιστών σε μαζικό βαθμό. ΟΙουστινιάνειος Κώδικας περιείχε δυο νόμους, που διέτασσαν την ολοκληρωτική καταστροφή τουΕλληνισμού, ακόμα καιστο δημόσιο βίο. Οιμη-Χριστιανοί θεωρούνταν δημόσια απειλή, κάτι που υποβίβασε ακόμη περισσότερα τη σημασία τουΈλληνα. Παραδόξως, σύμφωνα μετολεξικό της Σούδας, οΤριβωνιανός, ο ίδιος ο νομικός αρμοστής τουΙουστινιανού, ήταν "Έλληνας" [31].
Παρά τη θρησκευτική σημασία του ονόματος "Έλλην", αυτό χρησιμοποιείται από κάποιους συγγραφείς των πρώτων βυζαντινών χρόνων καιμετην εθνική του σημασία. Για παράδειγμα, οΠροκόπιος (500-565)χρησιμοποιεί τον όρο αρκετές φορές, ενώ αναφέρεται καιστα "Θαύματα του Αγίου Δημητρίου" (πιθανώς του 6ου-7ουαι.). Σε ένα συμβολαιογραφικό έγγραφο των αρχών του 7ου αιώνα στη Νάπολη, κάποιος Στέφανος υπογράφει ως grecus και αποκαλείται ομοίως από τους μάρτυρες. Το κείμενο είναι σε λατινική γλώσσα αλλά γραμμένο με ελληνικά γράμματα. Πιστεύεται ότι ο συγκεκριμένος χρησιμοποίησε αυτό το εθνώνυμο γιανα δείξει ότι ανήκει σεμια διακριτή εθνική ή γλωσσική μειονότητα επιφανών πολιτών της Νάπολης που ήλθε από την Ανατολική Αυτοκρατορία.[8]
Ενδιαφέρον έχει η χρήση των όρων σε σχέση μετην ιδεολογική/θεολογική θέση του ανακαινιστή του ορθόδοξου μοναχισμού Θεόδωρου Στουδίτη (~759-826). Ενώ ταυτίζει τον Έλληνα μετον ειδωλολάτρη, θεωρεί "ελληνοειδέστατο" καιτον διωγμό των εικονολατρών από τους εικονομάχους. Ο ίδιος χαρακτηρίζει "Γραικούς" τους κατοίκους της βυζαντινής αυτοκρατορίας και "ταπεινή Γραικία" τον τόπο όπου ζεί. Χρησιμοποιεί τον όρο "Ρωμαίος" μόνο γιατον πάπα της Ρώμης.[9]
γενικός όρος μεταξύ αυτών που ακολουθούν τα ίδια ήθη, έθιμα, παραδόσεις, και γλώσσα. Διάφορα φύλα, πόλεις, αποικίες και βασίλεια, εντός και εκτός ελλαδικού χώρου και Ευρώπης
σταδιακά και αργά ο όρος άρχισε να επανέρχεται ως αυτοπροσδιορισμός των σύγχρονων κατοίκων στον ελλαδικό χώρο από τον 13ο-15ο αιώνα και έπειτα, ιδιαίτερα μετά τηνάλωση της Δ´ Σταυροφορίας.[^ 2][^ 3]
ο κύριος όρος σε χρήση για τους κατοίκους εντός της Ελλάδας και Κύπρου και γενικότερα στην ελληνική γλώσσα διαχρονικά για τους κατοίκους του ελλαδικού χώρου και άλλων περιοχών
Γραικοί
(Graeci): οι Έλληνες όπως αναφέρονταν από τους Ρωμαίους[^ 4]
ανεπίσημος χαρακτηρισμός των κατοίκων του ελλαδικού χώρου (ή των ατόμων ελληνικής καταγωγής γενικότερα) στηνΑνατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ιστορικά προερχόμενος από τον αρχαίο ρωμαϊκό όρο για τους Έλληνες[^ 5][^ 3]
ΟιΈλληνεςτου Μεσαίωνα όπως κατά την παραπάνω χρήση τουΈλληνεςγιατο σύνολο της ανατολικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας[^ 6]
Ρωμιοί / Ρωμανοί
-
αυτοπροσδιορισμός των κατοίκων της ανατολικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (Ρωμαίοι, Έλληνες και άλλες εθνικότητες εντός της αυτοκρατορίας, ισχυρά στοιχεία ελληνικού πολιτισμού)[^ 7][^ 6]
(hellenic κτλ), συγκεκριμένα σε ότι αφορά την αρχαία Ελλάδα (κυρίως γερμανική βιβλιογραφία), ή γενικά σε ότι αφορά τον ελληνικό πολιτισμό και φιλοσοφία διαχρονικά (αγγλική βιβλιογραφία)
χρήση του όρου τον 15ο αιώνα από τονΙερώνυμο Βολφ όπου ως όρος γιατο σύνολο της ανατολικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Επικράτησε σταδιακά ως τέτοιος.[^ 8][^ 6]
Ο όρος "Ελλαδικοί" είναι κλασσικός και αναφέρεται στον Ξενοφάνη (6ος αι. π.Χ.), τον Στράβωνα και άλλους[10]. Εμφανίζεται περίπου οκτώ φορές σε βυζαντινές πηγές του 6ουκαι 7ου αιώνα, όπως ο Κοσμάς ο Ινδικοπλεύστης καιο Μαλαλάς. Παλαιότεροι μελετητές πίστευαν ότι αναφέρεται στους κατοίκους του βυζαντινού θέματος "Ελλάς" το οποίο περιλάμβανε κυρίως τη Στερεά αλλά όχι την Πελοπόννησο. Ο Βέης καιοΝ.Γ. Πολίτης πίστευαν ότι η ονομασία επεκτάθηκε γενικότερα στους κατοίκους της Ελλάδας νοτίως του Ολύμπου ως εναλλακτικό του "Έλληνες" που είχε θρησκευτική σημασία, ώστε ναμην προκαλείται σύγχυση. Μεταγενέστερη μελέτη δείχνει ότι ο όρος χρησιμοποιήθηκε καιπριν από το σχηματισμό του θέματος της Ελλάδος, και αργότερα περιορίστηκε στονα σημαίνει τους κατοίκους αυτού του θέματος. ΣτοΠασχάλιο χρονικό (πρώτο μισό του 7ου αιώνα) η Αθηναΐς, μετέπειτα Ευδοκία, σύζυγος του Θεοδοσίου Β', αναφέρεται ως Ελλαδική και Ελληνίς, δηλαδή από την Ελλάδα και παγανίστρια.[11]Τον 11ο αιώνα οΜιχαήλ Ψελλός θεωρεί ότι οι Χριστιανοί Έλληνες καιοι εθνικοί (παγανιστές) ανήκουν στο ίδιο έθνος.[12]
Ρωμαίοι είναι η ονομασία μετην οποία οιΈλληνες ήταν γνωστοί κατά τονΜεσαίωνα. Ενώ ηΡωμαϊκή Αυτοκρατορία εκχριστιανιζόταν, η θρησκευτική αλλοίωση του ονόματος Έλλην ολοκληρώθηκε. Στη διάρκεια εκείνης της περιόδου οι Έλληνες της Αυτοκρατορίας υιοθέτησαν την ονομασία Ρωμαίοι, επειδή η προηγούμενη είχε χάσει την παλαιότερη σημασία της. Έτσι ενώ η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία εξελληνιζόταν, το όνομα των Ελλήνων εκρωμαϊζόταν. Το ξένο δανεικό όνομα αρχικά είχε περισσότερο πολιτική παρά εθνική σημασία, η οποία συμβάδιζε μετην οικουμενική ιδεολογία της Ρώμης που φιλοδοξούσε να περικλείσει όλα τα έθνη του κόσμου κάτω από ένα αληθινό Θεό.
Στα κείμενα των λογίων του Βυζαντίου, όταν συνδιαλέγονται και όταν αναφέρονται στους ανθρώπους της εξουσίας, δεν μνημονεύονται Έλληνες, όχι γιατί δεν υπάρχουν αλλά γιατί δεν έχουν δικαίωμα μνημόνευσης. Ο μόνος που υφίσταται πολιτικά είναι ο Ρωμαίος.[13]
Μέχρι τις αρχές του 7ου αιώνα, όταν η Αυτοκρατορία ακόμη έλεγχε μεγάλες εκτάσεις και πολλούς ανθρώπους, η χρήση του ονόματος Ρωμαίος πάντα δήλωνε την κατοχή πολιτικών δικαιωμάτων και ποτέ καταγωγή. Διάφορες εθνότητες μπορούσαν να χρησιμοποιούν ταεθνικά ονόματά τους ή τατοπωνύμια τους, γιανα αποσαφηνίζουν την κατοχή πολιτικών δικαιωμάτων από τη γενεαλογία, γι’ αυτό ο ιστορικός Προκόπιος προτιμά να αποκαλεί τους Βυζαντινούςεξελληνισμένους Ρωμαίους[32], ενώ άλλοι συγγραφείς χρησιμοποιούν ΡωμαιοέλληνεςκαιΕλληνορωμαίοι[33], αποβλέποντας στονα δηλώσουν καταγωγή και κατοχή πολιτικών δικαιωμάτων συγχρόνως. Οι εισβολές τωνΛομβαρδώνκαιτωνΑράβωντον ίδιο αιώνα είχαν ως αποτέλεσμα την απώλεια των περισσότερων επαρχιών, συμπεριλαμβανομένων και της Ιταλίαςκαι όλης της Ασίας, εκτός από τηνΑνατολία. Οι περιοχές που διατηρήθηκαν ήταν κυρίως ελληνικές, μετατρέποντας έτσι την αυτοκρατορία σεμια πολύ πιο συνεκτική ενότητα που τελικά εξελίχτηκε σε σαφώς ενσυνείδητη ταυτότητα. Διαφορετικά απ’ ότι τους προηγούμενους αιώνες, προς το τέλος της πρώτης χιλιετίας μ.Χ. εκφράζεται στα βυζαντινά έγγραφα μια ξεκάθαρη αίσθηση εθνικισμού.
Η αποτυχία των Βυζαντινών να προστατεύσουν τονΠάπα από τους Λομβαρδούς εξανάγκασε τον Πάπα να αναζητήσει βοήθεια αλλού. Στο αίτημά του απάντησε οΠιπίνος II από την Ακουιτανία, τον οποίο είχε ονομάσει "Πατρίκιο", τίτλο που προκάλεσε σοβαρή σύγκρουση. Το772, η Ρώμη έπαψε να μνημονεύει τον αυτοκράτορα που πρώτα κυβερνούσε από την Κωνσταντινούπολη, καιστα800οΚαρλομάγνος στέφθηκε Ρωμαίος αυτοκράτορας από τον ίδιο τον Πάπα, επίσημα απορρίπτοντας τους Βυζαντινούς ως πραγματικούς Ρωμαίους. Σύμφωνα μετη ερμηνεία των γεγονότων από τους Φράγκους, οπαπισμός κατάλληλα "μετέφερε τη ρωμαϊκή αυτοκρατορική εξουσία από τους Έλληνες στους Γερμανούς, στο όνομα της Μεγαλειότητός του, του Καρόλου".[34]Στο εξής, ένας πόλεμος ονομάτων ξέσπασε γύρω από τα ρωμαϊκά αυτοκρατορικά δικαιώματα. Αδυνατώντας να αρνηθούν ότι υπήρχε αυτοκράτορας στην Κωνσταντινούπολη, ικανοποιούνταν αποκηρύσσοντας τον ως διάδοχο της ρωμαϊκής κληρονομιάς μετο επιχείρημα ότι οιΈλληνεςδεν είχαν καμιά σχέση μετη ρωμαϊκή κληρονομιά. ΟΠάπας Νικολάος Α' έγραψε στονΑυτοκράτοραΜιχαήλ Γ', "Παύσατε να αποκαλείστε 'Αυτοκράτωρ Ρωμαίων,' αφού οι Ρωμαίοι των οποίων ισχυρίζεστε ότι είστε Αυτοκράτορας, είναι στην πραγματικότητα βάρβαροι, κατά τη γνώμη σας".[35]
Στο εξής, ο αυτοκράτορας στην Ανατολή ήταν γνωστός και μνημονευόταν ως Αυτοκράτωρ Ελλήνωνκαιη χώρα τους ως Ελληνική Αυτοκρατορία, διατηρώντας και τους δύο "Ρωμαϊκούς" τίτλους γιατον Φράγκο βασιλιά. Το ενδιαφέρον καιτων δύο πλευρών ήταν περισσότερο κατ’ όνομα παρά πραγματικό. Καμιά γηδε διεκδικήθηκε ποτέ, αλλά η προσβολή πουοιΒυζαντινοί αισθάνθηκαν γιατην κατηγορία καταδεικνύει πόσο συναισθηματικά συνδεδεμένοι ήταν μετο όνομα Ρωμαίος. Πραγματικά, ο Επίσκοπος Λιουτπράνδος (Cremon Liutprand), απεσταλμένος της φραγκικής αυλής, φυλακίστηκε για σύντομο χρονικό διάστημα στην Κωνσταντινούπολη, επειδή δεν αναφέρθηκε στον Ρωμαίο αυτοκράτορα μετον κατάλληλο τίτλο του.[36]Η φυλάκισή του ήταν αντεκδίκηση γιατην ίδρυση της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τον βασιλιά του, τονΌθωνα Α'.
Σύμφωνα μεμια άποψη, οι «Ρωμαίοι» των τελευταίων αιώνων του Βυζαντίου αποτελούσαν έθνος πουσε μεγάλο βαθμό, και ειδικά μετά την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους το 1204, ταυτίζεται μετο νεότερο ελληνικό έθνος. Ο πρώτος που διατύπωσε αυτή την άποψη ήταν οΑ. Καλδέλλης (καθηγητής βυζαντινολόγος στοΠαν/μιοτου Οχάιο). Κατά τη γνώμη τουοι Ρωμαίοι δεν θεωρούσαν τον εαυτό τους Έλληνες πριντο 1204 και ο Ελληνισμός ήταν κατασκευή των μορφωμένων η οποία κατά την Αυτοκρατορία της Νίκαιας έγινε το κύριο συστατικό μια εθνικιστικής ιδεολογίας.[14].
Κατά τονΑπ. Βακαλόπουλο, οι λαϊκές μάζες είχαν διατηρήσει τη χρήση της ονομασίας "Έλλην" (καιτην εθνική συνείδηση) καθ' όλη τη Βυζαντινή περίοδο, αυτοί πρώτοι χρησιμοποίησαν τον όρο αντί του "Ρωμαίος" και από αυτούς πέρασε ο όρος στους λογίους αργότερα (κυρίως μετά τη Φραγκοκρατία). Κατά τον Βακαλόπουλο ουσιαστικά συνέβη μια "επισημοποίηση" του όρου "Έλλην".[15] Κατά τον ιστορικό Dieter Reinsch αυτό θεωρείται απίθανο. Μετά από μια μελέτη των τεσσάρων ιστορικών της Άλωσης (Λαόνικου Χαλκοκονδύλη, Κριτόβουλου, Δούκα και Σφραντζή) καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι τρείς πρώτοι - που χρησιμοποιούν τον όρο "Έλλην" απευθύνονται σε λόγιους και ευγενείς, ενώ ο Σφραντζής, πουδεν χρησιμοποιεί καθόλου τον όρο, εκφράζετει αρκετά καλά τον κόσμο των ιδεών του λαού της εποχής. Στη μελέτη αυτή γίνεται και ανακεφαλαίωση της χρήσης των όρων "γένος" και "έθνος" σε σχέση με τους όρους "Ρωμαίος", "Έλλην", "Τούρκος", "ορθόδοξος" κλπ κατά την εποχή της Άλωσης, καθώς καιη ιδέα που είχε κάθε συγγραφέας γιατη σχέση των τότε Ρωμαίων ή Ελλήνων με τους αρχαίους.[16]
Ο Χρήστος Μαλατράς διαπιστώνει ότι οι Ρωμαίοι των πηγών του 12ου-13ου αιώνα αποτελούν εθνική ομάδα που αναφέρεται με τους πρακτικά συνώνυμους όρους γένος, έθνοςκαιφύλο. Ο όρος «Ρωμαίος» δεν ταυτίζεται μετον υπήκοο του Βυζαντίου αφού αποδίδεται καισε χριστιανούς υπό τονΤούρκο σουλτάνο ενώ υπάρχουν υπήκοοι του Βυζαντίου πουδεν θεωρούνται Ρωμαίοι αλλά «αλλογενείς» και «βάρβαροι». Επίσης διαπιστώνει ότι ο όρος δεν είναι κατασκευή των μορφωμένων αφού αναγνωρίζεται και από τον λαό. Γεωγραφικές περιοχές του Βυζαντίου όπως η Σερβία, η Βουλγαρία καιη Κιλικία δεν θεωρούνταν «περιοχές των Ρωμαίων» ενώ ταυτόχρονα «αλλογενείς» κατοικούσαν σε περιοχές Ρωμαίων. Πρόσωπα πουδεν υπάκουαν στον αυτοκράτορα δεν έπαυαν να θεωρούνται Ρωμαίοι. Δεν ονομάζονταν έτσι οι Σλάβοι και Αιγύπτιοι χριστιανοί ορθόδοξοι ούτε αρκούσε η γνώση της ελληνικής γλώσσας γιανα ονομαστεί κάποιος Ρωμαίος. Τα κύρια όρια αυτής της εθνικής ομάδας, η ορθοδοξία καιη ελληνική γλώσσα, έπρεπε να είχαν αποκτηθεί εκ γενετής. Την ίδια εποχή (12ος-13ος αι.) οι Ρωμαίοι της αρχαίας Ρώμης γίνονται αντιληπτοί ως Άλλοι. Απορρίπτεται το πρό Κωνσταντίνου λατινικό παρελθόν και αποκαθίσταται το αρχαίο ελληνικό ενώ αναγνωρίζεται ότι η χριστιανική θρησκεία δεν επαρκεί γιανα σχηματιστεί η ταυτότητα αυτής της εθνικής ομάδας η οποία επιβιώνει στους επόμενους αιώνες μέχρι τον σχηματισμό έθνους-κράτους τον 19ο αιώνα. Τότε επισήμως υιοθετείται το όνομα Έλληνας αντί του Ρωμαίος.[17]
Την εποχή της πτώσης της Ρώμηςοι περισσότεροι κάτοικοι της Ανατολής είχαν φτάσει στο σημείο να θεωρούν τους εαυτούς τους Χριστιανούς και, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, είχαν κάποια ιδέα ότι ήταν Ρωμαίοι. Ακόμη κιανδε συμπαθούσαν τη διακυβέρνησή τους περισσότερο απ' ό,τιπριν, οι Έλληνες ανάμεσά τους δεν μπορούσαν πλέον νατη θεωρούν ξένη, ότι ασκούνταν από Λατίνους στην Ιταλία. Η ίδια η λέξη Έλλην είχε ήδη αρχίσει να σημαίνει ειδωλολάτρης παρά έναν άνθρωπο ελληνικής φυλής ή που μετείχε στον ελληνικό πολιτισμό. Αντίθετα η συνηθισμένη λέξη για έναν Έλληνα της Ανατολής είχε αρχίσει να είναι τοΡωμαίος, το οποίο εμείς οι σύγχρονοι αποδίδουμε ως Βυζαντινός.[37]
Ο όρος "Βυζαντινή Αυτοκρατορία" επινοήθηκε το 1557, έναν αιώνα περίπου μετά τηνΆλωση της Κωνσταντινούπολης από τον Γερμανό ιστορικό Ιερώνυμο Βολφ (Hieronymus Wolf), ο οποίος εισήγαγε ένα σύστημα βυζαντινής ιστοριογραφίαςστο έργο τουCorpus Historiae Byzantinae, γιανα διακρίνει την αρχαία ρωμαϊκή από τη μεσαιωνική ελληνική ιστορία, χωρίς να στρέψει την προσοχή προς τους αρχαίους προγόνους τους. Αρκετοί συγγραφείς υιοθέτησαν την ορολογία τουστη συνέχεια, αλλά παρέμεινε σχετικά άγνωστη. Όταν το ενδιαφέρον αυξήθηκε, οι Άγγλοι ιστορικοί προτιμούσαν να χρησιμοποιούν ορολογία "ρωμαϊκή" (οΈντουαρντ Γκίμπον (Edward Gibbon) τη χρησιμοποιούσε με έναν ιδιαίτερα μειωτικό τρόπο)• ενώ οι Γάλλοι ιστορικοί προτιμούσαν νατην ονομάζουν "ελληνική".[38]Ο όρος επανεμφανίστηκε στα μέσα του 19ου αιώνα και από τότε έχει κυριαρχήσει πλήρως στην ιστοριογραφία, ακόμη καιστηνΕλλάδα, παρά τις αντιρρήσεις τουΚωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου (ισχυρού Έλληνα ομολόγου του Gibbon) ότι η αυτοκρατορία θα έπρεπε να καλείται "Ελληνική". Λίγοι Έλληνες λόγιοι υιοθέτησαν την ορολογία εκείνη την εποχή, αλλά έγινε δημοφιλής μόνο το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα.[39]
Η εξωεκκλησιαστική χρήση της ονομασίας Έλληνας αναβίωσε τον9ο αιώνα, μετά την έκλειψη του παγανισμού, πουδεν ήταν πλέον απειλή γιατην κυριαρχία τουΧριστιανισμού. Ο όρος στηΒυζαντινή Αυτοκρατορία απέκτησε αρχικά την πολιτισμική του σημασία και μέχρι τον11ο αιώνα απέκτησε την αρχική του σημασία: του ανθρώπου με ελληνική καταγωγή, συνώνυμου εκείνη την εποχή μετον όρο Ρωμαίος.
Η επανίδρυση του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης στο παλάτι της Μαγναύρας δημιούργησε ενδιαφέρον γιατην απόκτηση γνώσης, ιδιαίτερα στις ελληνικές σπουδές. ΟΠατριάρχης Φώτιος Α΄ ενοχλείτο που "οι ελληνικές σπουδές προτιμώνταν αντί των πνευματικών έργων". ΟΜιχαήλ Ψελλός λαμβάνει ως φιλοφρόνηση τα λόγια του Αυτοκράτορα Ρωμανού Γ', ότι "είχε ελληνική ανατροφή" και ως αδυναμία του Αυτοκράτορα Μιχαήλ Δ'την έλλειψη ελληνικής εκπαίδευσης [40], ενώ ηΆννα Κομνηνή ισχυριζόταν ότι "κατείχε τη σπουδή των Ελληνικών στο μέγιστο βαθμό" [41]και, σχολιάζοντας την ίδρυση ορφανοτροφείου από τον πατέρα της, ανέφερε πως "εκεί μπορούσε ναδει κανείς να εκπαιδεύεται ένας Λατίνος, ένας Σκύθης να μελετά Ελληνικά, ένας Ρωμαίος να διαβάζει ελληνικά κείμενα κι ένας αγράμματος Έλληνας να μιλάει σωστά Ελληνικά" [42]. Σε αυτή την περίπτωση, μπορεί να λεχθεί πως οιΒυζαντινοί ήταν Ρωμαίοισε πολιτικό επίπεδο αλλά Έλληνεςστην καταγωγή.
ΟΕυστάθιος ο Θεσσαλονικεύς αποσαφηνίζει το διαχωρισμό αυτό στην αναφορά τουγιατην Άλωση της Κωνσταντινούπολης το1204: στους εισβολείς αναφέρεται μετο γενικό όρο Λατίνοι, περιλαμβάνοντας τους συναφείς μετηΡωμαιοκαθολική Εκκλησία, ενώ μετον όρο Έλληνες αναφέρεται στον κυρίαρχο πληθυσμό της αυτοκρατορίας [43].
ΣτοΧρονικόν του Μορέως (14ος αι.) ο χρονικογράφος αντιδιαστέλλει τους Φράγκους από τους Ρωμαίους, αναφέροντας μάλιστα το τελευταίο ως αυτοχαρακτηρισμό ("ημείς το γένος των Ρωμαίων", στ. 2090), γνωρίζοντας όμως ότι αυτοί σύγχρονοί του Ρωμαίοι "Έλληνες είχαν το όνομα, ούτως τους ωνομάζαν" και ότι "από τη Ρώμη απήρασιν το όνομα των Ρωμαίων" (στίχοι 794-797).[18] Κατά τη Χρύσα Μαλτέζου (1999) στην εποχή της Φραγκοκρατίας και Βενετοκρατίας ο προβληματισμός γύρω από τους όρους "Ρωμαίος", "Έλληνας" και "Γραικός" απασχολούσε πολλούς Κωνσταντινοπολίτες λόγιους, αλλά δεν φαίνεται να απασχολούσε τον μέσο Έλληνα. Συνήθως χρησιμοποιούνται καιοι τρείς όροι εναλλακτικά, μάλιστα ορισμένοι, όπως οΜιχαήλ Αποστόλης, είχαν παράγει καιτον όρο "Ρωμέλλην" γιανα καλύψουν "σημειολογικά χάσματα". Οι Έλληνες της Δύσης αυτοαποκαλούνται συχνά Greci, αλλά οι λόγιοι χρησιμοποιούν καιτο "Έλληνες". Για παράδειγμα, το 1499 ο Μάρκος Μουσούρος στο επίγραμμα της έκδοσης του Μεγάλου Ετυμολογικού, τονίζει ότι στα παιδιά των Ελλήνων ταιριάζουν περίτεχνοι τυπογραφικοί χαρακτήρες από την ιερή Ελλάδα ("οιγαραφ' ιρής Ελλάδος Ελλάνων παισί πρέπουσι τύποι"). Την ίδια εποχή της Βενετοκρατίας αρχίζει και διαμορφώνεται μια έντονη τοπικιστική συνείδηση και πολλοί αυτοαποκαλούνται όχι μετο εθνικό όνομα αλλά μετο τοπικό πατριδωνυμικό (π.χ. Κορφιώτης, Κυπραίος κλπ)[19]
Ο δεύτερος Αυτοκράτορας της ΝίκαιαςΙωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης απηύθυνε μια επιστολή στονΠάπα Γρηγόριο Θ' σχετικά μετη"φρόνηση, η οποία επιδαψιλεύει το Ελληνικόν Έθνος". Υποστήριζε ότι η μεταβίβαση της αυτοκρατορικής εξουσίας από τηΡώμηστηνΚωνσταντινούπολη υπαγορεύθηκε από εθνικούς μάλλον παρά από γεωγραφικούς λόγους και, κατά συνέπεια, δεν ανήκε στους Λατίνουςπου είχαν καταλάβει τηνΚωνσταντινούπολη: Η κληρονομιά τουΚωνσταντίνου του Μεγάλου μεταβιβάσθηκε στους Έλληνες, έτσι υποστήριζε, και αυτοί μόνοι ήσαν οι κληρονόμοι και διάδοχοί του[46]. Ο γιος τουΘεόδωρος Β΄ Λάσκαρις επιθυμούσε σφοδρότατα να προβάλει το όνομα των Ελλήνων, με πραγματικό εθνικιστικό ζήλο. Προέβαλε ως επιχείρημα ότι "η Ελληνική φυλή επικρατεί των άλλων γλωσσών"και ότι "κάθε τομέας φιλοσοφίας και κάθε μορφή γνώσης είναι επινόηση των Ελλήνων... Τι έχετε, εσείς, ώ Ιταλοί, να επιδείξετε;"[47]
Η εξέλιξη του ονόματος ήταν αργή και ποτέ δεν αντικατέστησε πλήρως το "ρωμαϊκό" όνομα. ΟΝικηφόρος Γρηγοράς ονόμασε το ιστορικό έργο του "Ρωμαϊκή Ιστορία".[48]Ο Αυτοκράτορας Ιωάννης ΣΤ' Καντακουζηνός, μέγας υποστηρικτής της ελληνικής παιδείας, στα απομνημονεύματά του αναφέρεται πάντα στους Βυζαντινούς μετον όρο "Ρωμαίοι", εν τούτοις σεμια επιστολή πουτου απέστειλε ο Σουλτάνος της ΑιγύπτουΝάσερ Χασάν μπεν Μοχάμεντ, τον μνημονεύει ως "Αυτοκράτορα των Ελλήνων, Βουλγάρων, Ασάνων, Βλάχων, Ρώσων και Αλανών", όχι όμως των "Ρωμαίων".[49]Τον επόμενο αιώνα οΓεώργιος Γεμιστός ή Πλήθων υπέδειξε στονΚωνσταντίνο 11ο Παλαιολόγο ότι ο λαός, του οποίου ηγείται, είναι "Έλληνες, όπως πιστοποιεί η φυλή, η γλώσσα καιη παιδεία τους"[20], ενώ οΛαόνικος Χαλκοκονδύλης συνηγορούσε υπέρ της ολοσχερούς αντικατάστασης του όρου "Ρωμαίοι" μετον όρο "Έλληνες".[21]Ο ίδιος οΚωνσταντίνος Παλαιολόγος τελικά ανακήρυξε τηνΚωνσταντινούπολη ως το "καταφύγιο των Χριστιανών, ελπίδα και αγάπη όλων των Ελλήνων".[22]Στο δεύτερο μισό του 15ου αιώνα, το έμμετρο μυθιστόρημα Ιστορία του Βελισαρίου ή Διήγησις Βελισαρίου ή Βελισαριάδα (αναφερόμενο στον στρατηγό Βελισάριοτου 6ου αιώνα, αναφέρονται οι στίχοι:
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί καινα αφαιρεθεί. Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 03/05/2011.
Μετά την πτώση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίαςκαι κατά τη διάρκεια της οθωμανικής κατοχής, ξεκίνησε μια διαμάχη γύρω από τις τρεις διαφορετικές ονομασίες των Ελλήνων. Η διαμάχη αυτή κόπασε για κάποιο χρονικό διάστημα μετά τηνΕλληνική Επανάσταση του 1821, αλλά επιλύθηκε οριστικά μόλις στις αρχές του 20ού αιώνα, μετά την κατάληψη της Μικράς Ασίας από τους Τούρκους.
Στη διάρκεια της Τουρκοκρατίαςδεν έπαυσε η συναίσθηση της καταγωγής από την αρχαιότητα. Αντίθετα, όσοι αυτοπροσδιορίζονταν ως «Έλληνες» προέβαλλαν την καταγωγή τους απευθείας από τους αρχαίους Έλληνες. Για παράδειγμα, το 1631 ο εκδότης ενός βιβλίου καλούσε όλους τους Έλληνες και τους Χριστιανούς Ορθόδοξους να αγοράσουν το βιβλίο του: «Συμβουλεύω λοιπόν πάντας τους Έλληνας και ορθοδόξους χριστιανούς (Έλληνας από το γένος, και ορθοδόξους χριστιανούς από την πίστιν) ναμη λυπηθούν ολίγων έξοδον ... »[24]Στην εποχή της τυπογραφίας σημειώνεται το 17οκαι 18ο αιώνα σημαντική αύξηση των λαϊκών εκδόσεων όπως ηΦυλλάδα του Μεγαλέξανδρου.[25]
Η προετοιμασία του ελληνισμού γιατην εθνική του αφύπνιση βασίστηκε σε πολλούς παράγοντες. Κατά την κρατούσα άποψη, η συμβολή του Νεοελληνικού Διαφωτισμού στην προετοιμασία της αφύπνισης του ελληνικού έθνους είναι μεγάλη, καθώς μετα έργα των Ελλήνων διανοούμενων της εποχής, συνέβαλλαν στη διαμόρφωση της νεοελληνικής συνείδησης, της γλώσσας και της εκπαίδευσης των Ελλήνων. Κατ' άλλους (π.χ. Απόστολος Διαμαντής) αυτή η εκτίμηση κρίνεται υπερβολική καιο λεγόμενος Νεοελληνικός Διαφωτισμός ήταν απλά ένα κίνημα με αίτημα παιδείας. Οι διανοούμενοι θεώρησαν την παιδεία βασικό θεμέλιο της εθνικής αφύπνισης. Το πνευματικό αυτό κίνημα αποτέλεσε την κινητήρια δύναμη γιατoν σκοπό αυτό, μεταφέροντας τις ιδέες τουΕυρωπαϊκού Διαφωτισμούμετη μετάφραση των έργων των μεγάλων Διαφωτιστών της Δύσης. Ως αποτέλεσμα του ξεσπάσματος του Αιώνα των Φώτων την περίοδο αυτή στην Ευρώπη, παρατηρείται το φαινόμενο της εμφάνισης εθνικών ομάδων οι οποίες, ανκι ακόμη ζουν μέσα στις πολυεθνικές αυτοκρατορίες, αρχίζουν να αναζητούν την ανεξαρτησία τους.
ΗΕλλάδα ήταν ένα κράμα γλωσσών, πολιτισμών, εθνοτήτων και θρησκειών. Επίσης, ήταν τμήμα μιας πολυεθνικής αυτοκρατορίας η οποία δεν είχε καμία σχέση μετην Ευρώπη. Η έλλειψη παιδείας και νόμων ήταν το βασικό χαρακτηριστικό της. Οι σουλτάνοι δεν ήταν φίλοι των γραμμάτων, των τεχνών καιτων επιστημών, αντίθετα με τους Ευρωπαίους μονάρχες οι οποίοι τα καλλιεργούσαν στις αυλές τους. ΤοΟθωμανικό κράτος είχε εντελώς διαφορετικό χαρακτήρα, άλλη κυρίαρχη θρησκεία, άλλους θεσμούς, άλλη πολιτική οργάνωση. Τα θρησκεύματα που υπήρχαν στην αυτοκρατορία χωρίζονταν σε μιλέτια: το μιλέτι των πιστών (μουσουλμάνων), το μιλέτι των Εβραίων καιτο μιλέτι των Ρωμιών (Ρούμ). Οι "πιστοί" καιοι "άπιστοι" (γκιαούρηδες) είχαν τα αντίστοιχα προνόμια και υποχρεώσεις που προβλέπονται από τον ισλαμικό νόμο.
Οι έννοιες Γένους και Έθνους άλλοτε συγκλίνουν και άλλοτε αποκλίνουν. Στα κείμενα του Διαφωτισμού συνυπάρχουν καιοι δύο, πολλές φορές με διαφορετικές αποχρώσεις. Στην αρχή, το Γένος βασίζεται στην καταγωγή, ενώ σε μεταγενέστερους εκπροσώπους του Διαφωτισμού και κυρίως τους ριζοσπαστικούς χάνει την οικουμενικότητά του. Κι αυτό γιατο λόγο ότι, οι επιδιώξεις του Γένους αλλάζουν και στρέφεται προς τη δημιουργία εθνικού κράτους και έτσι, εμφανίζεται ο όρος Έθνος.
Μετον όρο Γένος εννοείται το σύνολο των Ελλήνων που κατοικεί στην πάλαι ποτέ Βυζαντινή Αυτοκρατορία, το οποίο είναι κληρονόμος της. Κύρια επιδίωξη, η ανάσταση της αυτοκρατορίας που τώρα βρίσκεται εφήμερα κάτω από την κυριαρχία άπιστου κατακτητή μετην ανοχή του οποίου, οι υπόδουλοι αναρριχήθηκαν στις διοικητικές τάξεις και έλαβαν μέρος της εκτελεστικής εξουσίας καθώς και προνόμια. Κατά κάποιο τρόπο το Γένος είναι σε αναλογία μετη θρησκευτική ταυτότητα των Ελλήνων, δεν ερχόταν σε ρήξη μετην αυτοκρατορία και ήταν ενταγμένο στο μιλέτ, τη θρησκευτική ομάδα που ήταν θεσμός των Οθωμανών.
Αντίθετα τοΈθνος, εκφράζει τις νέες ιδέες. Ο όρος είναι αποτέλεσμα των εθνικιστικών τάσεων, βασισμένος στα κηρύγματα των Διαφωτιστών, της Γαλλικής επανάστασης καιστη στροφή προς την Αρχαία Ελλάδα με πρότυπα τηνΑθήνακαιτηΣπάρτη. Η επιδίωξη εδώ είναι η δημιουργία εθνικού δημοκρατικού κράτους, το οποίο δεν έχει κέντρο τουτηνΠόλη αλλά την κυρίως Ελλάδα. Παρατηρείται η εμφάνιση του όρου, «ελληνική πατρίδα». Όπως μπορούμε να συμπεράνουμε, το Έθνος δεν έχει να κάνει μετη θρησκεία αλλά μετην πολιτική και είναι μεταγενέστερο. Η ύπαρξη των όρων αυτών έρχεται σε αντιστοιχία καιμετην ονοματοθεσία των Ελλήνων στην οποία κυριαρχούν τρία ονόματα.
Καταρχήν, είναι οι Ρωμιοί που υποστηρίζονται από τους εκπροσώπους της Εκκλησίας καιτα μέλη της άρχουσας ελληνικής τάξης, στενά συνδεδεμένα με αυτή, τους Φαναριώτες, καθώς καιοι αξιωματούχοι του σουλτάνου οι οποίοι έχουν στα χέρια τους την τοπική αυτοδιοίκηση. Φυσικά, οι πρόμαχοι του τίτλου αυτού επιθυμούν τη, με κάθε τρόπο, διατήρηση του Αυτοκρατορικού μοντέλου. Ο όρος Ρωμιός την εποχή αυτή είναι γεγονός ότι κατέχει περισσότερο θρησκευτικό χαρακτήρα, παρά πολιτικό ή εθνικό. ΟΔημήτριος Καταρτζής (περ. 1730 – 1807) δίνοντας τον ορισμό της έννοιας, την εξισώνει μετη θρησκεία, Ρωμιός χριστιανός. Βασίζεται, δηλαδή, στον προσδιορισμό του έθνους μέσα από το χώρο του μιλετίου και όχι της ιθαγένειας. Ωστόσο, άλλος λόγιος των αρχών του 18ου αιώνα, διαχωρίζει το γένος των Ρωμιών από αυτό των "Βλάχων", παρ' ότι αναγνωρίζει ότι τους ενώνει η ορθοδοξία.[26]
Η καταγωγή του ονόματος των Ρωμιών έρχεται από τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Είναι γνωστό ότι κατά τους πρώτους αιώνες της, οι θεσμοί καιη δομή της, ήταν εξισωμένοι μετη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία της οποίας φυσική συνέχεια ήταν η Βυζαντινή. Μετον εξελληνισμό της, όμως, άρχισε να μεταβάλλεται καινα απομακρύνεται από αυτήν. Όχι, όμως, καιτο όνομα που εξακολούθησε να δηλώνει την ταυτότητα των κατοίκων της αυτοκρατορίας.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Εκκλησία η οποία εκπροσωπούνταν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, ήταν αυστηρά ιεραρχημένη, ενώ παράλληλα, τύγχανε προνομίων, όπως οικονομική διαχείριση, δικαστική εξουσία και σχετική διοικητική αυτονομία. ΟΠατριάρχης ήταν ενταγμένος στους διοικητικούς θεσμούς των Οθωμανών, και όπως γινόταν για όλα τα αξιώματα, ιδίως κατά την εποχή που αναφέρεται, λάμβανε τον πατριαρχικό θώκο με εξαγορά από το κράτος. Το Πατριαρχείο προσπάθησε να προβάλλει τη γλώσσα των εκκλησιαστικών κειμένων καιτη διδασκαλία της, έχοντας έδρα τουτη συνοικία, Φανάρι, της Πόλης, όπου και εδραιώθηκε καιη ελληνική αριστοκρατία, οι Φαναριώτες.
ΟιΦαναριώτες αποτέλεσαν καθοριστικό παράγοντα του Γένους γιατο λόγο ότι, είχαν στα χέρια τους εκτελεστική εξουσία. Η διοικητική μηχανή των Οθωμανών στηριζόταν στο Βυζάντιο εξαιτίας, όμως, της αποφυγής των σουλτάνων να δίνουν σε ομόθρησκά τους άτομα υψηλές διοικητικές θέσεις, τις πρόσφεραν στην αριστοκρατική τάξη των Ελλήνων. Τα αξιώματα του Μεγάλου Δραγουμάνου καιτου Δραγουμάνου του Στόλου δόθηκαν στους Φαναριώτες. Μπαίνοντας οι υπόδουλοι στη διοίκηση των απίστων, το θεώρησαν σαν απαρχή της αφύπνισής τους. Μετην πάροδο του χρόνου, οι Φαναριώτες κέρδιζαν όλο και μεγαλύτερα προνόμια και αξιώματα. Γίνονταν Οσποδάροι, διοικητές τωνΠαραδουνάβιων Ηγεμονιών. Εκεί, όντας όμοροι μετην Ευρώπη, έφεραν στις Αυλές τους την επιστήμη, τη διανόηση καιτην παιδεία των Διαφωτιστών. Με αυτόν τον τρόπο, πέρασαν οι νέες ιδέες στον Ελληνικό χώρο. Τέλος, οι Φαναριώτες είχαν και καλή σύνδεση μετηΡωσία πάνω στην οποία αυτοί καιη Εκκλησία στήριζαν τις ελπίδες τους για απελευθέρωση.
Σε πολλές περιοχές της σημερινής κυρίως Ελλάδας, υπήρχε οργανωμένη τοπική αυτοδιοίκηση με κύριο μέλημά της τη συλλογή της φορολογίας. Και αυτοί οι αξιωματούχοι, οι κοτζαμπάσηδες, οι πρόκριτοι καιοι δημογέροντες ήταν μετο μέρος των Φαναριωτών και της Εκκλησίας. Ελπίδα τους ότι μετην παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που ήδη διαφαινόταν, θα ανέβαιναν Χριστιανοί, ακόμη καιστον Αυτοκρατορικό θρόνο καιθα έφερναν την αναβίωση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Παράλληλα μετο όνομα των Ρωμιών, η ονομασία Γραικοί υποστηρίζεται από παράγοντες του εξωτερικού και τους Έλληνες της διασποράς. Ήδη από παλαιότερα υπήρχαν στην Ευρώπη Ελληνικές παροικίες στις οποίες παρατηρήθηκε μεγάλη εκδοτική δραστηριότητα. Είναι γνωστό ότι μετά την άλωση πολλοί Βυζαντινοί λόγιοι πήγαν στην Ευρώπη και βοήθησαν στη μελέτη των Αρχαίων Ελλήνων, πάνω στην οποία είχαν στηριχθεί το κίνημα της ΑναγέννησηςκαιτουΔιαφωτισμού. Εξαιτίας των πολιτικών ζυμώσεων που λαμβάνουν χώρα στην Ευρώπη την περίοδο αυτή, έρχονται σε άμεση επαφή με τις νέες πολιτικές ιδέες και όπως είναι φυσικό, έρχονται σε ρήξη μετο αυτοκρατορικό μοντέλο. Οι παράγοντες αυτοί είναι οι έμποροι, επιχειρηματίες, καθώς καιτα κατώτερα κοινωνικά στρώματα τα οποία ενστερνίζονται τις ριζοσπαστικές ιδέες, επιθυμώντας κοινωνική ανάδειξη και συμμετοχή στη λήψη των αποφάσεων.
Η στροφή προς τηνΕυρώπη έγινε κάτω από συγκεκριμένους παράγοντες. Πρώτα, πρώτα ήταν ομόδοξη, παρά τις δογματικές διαφορές. Επίσης, θαύμαζε το αρχαίο Ελληνικό μεγαλείο, ενώ ο Ευρωπαϊκός Πολιτισμός θεμελιωνόταν στον Ελληνορωμαϊκό. Το γεγονός της παραμονής των Ελλήνων στην Ευρώπη τους βοήθησε ώστε να λάβουν ευρωπαϊκή παιδεία και σκέψη. Οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι έδωσαν σε πολλούς Έλληνες την ελπίδα ότι θα απελευθερωνόταν η Ελλάδα από τονΝαπολέοντα Α΄. Το γεγονός αυτό γινόταν πιο έντονο μετη διάδοση της πιθανότητας ότι εκείνος καταγόταν από την Ελλάδα. Ο πολιτικός στόχος του Γάλλου Αυτοκράτορα, όμως, καμία σχέση δεν είχε με τις επιδιώξεις των Ελλήνων. Το σίγουρο είναι ότι από τους πολέμους αυτούς επωφελήθηκαν οι Έλληνες έμποροι οι οποίοι κινδυνεύοντας διακινούσαν στα ευρωπαϊκά λιμάνια τα προϊόντα τους, εκεί πουο αποκλεισμός του Ναπολέοντα δεν επέτρεπε την είσοδο αγγλικών καραβιών.
Οι παράγοντες αυτοί, λοιπόν, ώθησαν τους υπόδουλους να ελπίζουν ανάλογα με τις απόψεις τους σε δύο κυρίως δυνάμεις, τηΡωσίακαιτηΓαλλία. Καταρχήν, στηρίζονταν στη Ρωσία, η οποία βασιζόμενη στην ελπίδα των Ελλήνων ότι ήταν φυσικός προστάτης τους, ως ομόδοξη, προσπαθούσε να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά της στη νοτιοανατολική Ευρώπη. Κύρια επιδίωξη της Ρωσίας ήταν η έξοδός της στονΕύξεινο ΠόντοκαιτηΜεσόγειοκαι αυτό αποτέλεσε αιτία πολλών ρωσοτουρκικών πολέμων. Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι η ουσιαστικότερη συμβολή της Ρωσίας ήταν η Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή το 1774. Με αυτήν τη συνθήκη τα ελληνικά πλοία μπορούσαν με ρωσική σημαία να διασχίζουν το Αιγαίο καιτον Εύξεινο Πόντο. Ουσιαστικά, όμως, ήταν συνθήκη που ρύθμιζε τις ρωσοτουρκικές διαφορές. Όσο γιατα ελληνικά πλοία, αυτό δεν αποτελεί εσκεμμένη κίνηση των Ρώσων υπέρ των Ελλήνων, αλλά απλά μία θετική συγκυρία.
Εξάλλου, κατατοπιστικός σχετικά με τους Ρώσους καιτου θρύλου περί «Ξανθού Γένους», είναι οΑδαμάντιος Κοραήςστο έργο του. Ο Κοραής θεωρεί ότι οι Έλληνες πρέπει να βασιστούν στη Γαλλία, στηριζόμενος στο Διαφωτισμό που έχει προηγηθεί αλλά καιστη ρωσική κυριαρχία στα Επτάνησα, η οποία δεν βοήθησε σε τίποτα τους Επτανήσιους, καιμε ενδιαφέροντα επιχειρήματα εξισώνει τους Γάλλους με τους Αρχαίους Έλληνες.
Ο Κοραής γενικά προτείνει την υιοθέτηση του ονόματος Γραικός, γιατον λόγο ότι οι Ευρωπαίοι αποκαλούσαν τους Έλληνες με αυτόν τον τρόπο. Ο ίδιος είχε ζήσει στη Γαλλία και θεωρούσε ότι η στροφή σ’ αυτήν είναι απαραίτητη γιατί, η αφύπνιση του Γένους έπρεπε να στηριχθεί στην παιδεία, άρα στο σχολείο της Ευρώπης τη Γαλλία. Είναι αντίθετος μετο αυτοκρατορικό μοντέλο καιτην ονομασία Ρωμιός, ενώ παράλληλα προτείνει το όνομα Έλληνας.
Τέλος, η ονομασία Έλληνες, υποστηρίζεται κυρίως από αυτούς που θεωρούν απαραίτητη τη σύνδεση μετην αρχαιότητα. Έρχονται και αυτοί σε σύγκρουση μετο αυτοκρατορικό μοντέλο και καταφεύγουν στην ευρωπαϊκή βοήθεια με κυριότερο αίτημα την ένταξή τους στο δυτικό κόσμο. Αποστρέφονται το Βυζάντιο το οποίο εξάλλου είχε καταδιώξει το αρχαιοελληνικό πνεύμα. Η ονομασία αυτή συνδέεται μετη γέννηση της εθνικής συνείδησης που ήταν αποτέλεσμα της έλευσης των Διαφωτιστικών ιδεών και της εθνικιστικής έξαρσης στην Ευρώπη. Κορμός αυτής της κίνησης ήταν η αναζήτηση της κοινής καταγωγής με τους Αρχαίους Έλληνες και της αναγωγής της αρχαιότητας σε καίριο κρίκο γιατην εθνική αφύπνιση και ολοκλήρωση.
Είναι γεγονός ότι η σύνδεση μετην αρχαιότητα έγινε σε πρώτο βαθμό μετην εμφάνιση αρχαιοελληνικών ονομάτων στα παιδιά των Ελλήνων καιστα πλοία τους. Επίσης, η συμβολή του Νεοελληνικού Διαφωτισμού σ’ αυτήν την κατεύθυνση στάθηκε μεγάλη. Το κίνημα βοήθησε στη διάδοση των αρχαίων ιδεών μετη μελέτη τους καιστην προσπάθεια μορφοποίησης μιας ελληνικής γλώσσας καθαρής από τις ξένες επιρροές και κοντινής στην Αρχαία Ελληνική. Ανκαιοι απόψεις ποικίλουν μεταξύ των διαφωτιστών, αρχαϊστών και δημοτικιστών, χαρακτηριστική είναι η άποψη του πλέον μετριοπαθούς Διαφωτιστή, του Αδαμάντιου Κοραή, που πρότεινε τη μέση οδό καιστη γλώσσα. Το σημαντικό στοιχείο είναι η τάση της απομάκρυνσης από τους συντηρητικούς κύκλους καιη συνειδητοποίηση ότι γιατην απελευθέρωση είναι απαραίτητη η σύνδεση με τους προγόνους.
Χαρακτηριστική είναι η άποψη των Δημητριέων οι οποίοι προτείνουν την ονομασία Έλληνες εξηγώντας παράλληλα καιτην προέλευση των άλλων δύο ονομασιών, Ρωμιών και Γραικών. Οι Δημητρειείς μιλούν υποτιμητικά γιατο όνομα Ρωμιός, επειδή αυτό προέρχεται από τους Ρωμαίους που ήταν τύραννοι της Ελλάδας. Τέλος είναι καιη άποψη τουΡήγαο οποίος, ανκαι αναθρεμμένος σε Φαναριώτικο περιβάλλον, μίλησε για Έλληνες και μία πολυεθνική Ελληνική Δημοκρατία στα όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Είναι προφανές ότι μεταξύ των δύο τελευταίων ονομασιών ενυπάρχει μία συγγένεια, ως προς τις επιδιώξεις τους. Οι υποστηρικτές των όρων αυτών είναι οι ριζοσπάστες, αυτοί πουδεν αποδέχονται την Αυτοκρατορία καιτην «Ελέω Θεού» εξουσία. Είναι εκείνοι που ενστερνίστηκαν και αφομοίωσαν τα διδάγματα των καιρών και έστρεψαν τις ελπίδες τους στην Ευρώπη καιτη Δύση. Εκείνοι που πρώτοι απαίτησαν πλήρη ανεξαρτητοποίηση από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αντιμετώπισαν το Έθνος όχι σαν ποίμνιο, αλλά σαν έθνος που θέλει, και δικαιούται, να αποφασίζει γιατην τύχη του.
Συμπερασματικά, μέσα στις ιδεολογικές και πολιτικές ανακατατάξεις της περιόδου τίθενται θεμελιώδη ζητήματα γιατον ελληνισμό. Η περίοδος αυτή είναι από τις πλέον σημαντικές γιατο λόγο ότι αποτελεί την απαρχή της εθνικής παλιγγενεσίας και της επιδίωξης γιατην απομάκρυνση των Ελλήνων από το πλαίσιο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το σημαντικότερο ίσως στοιχείο είναι η διαμόρφωση της νεοελληνικής συνείδησης και της εθνικής ταυτότητας. Σ’ αυτήν την περίοδο τίθενται οι βάσεις γιατη διαμόρφωση της νεοελληνικής γλώσσας καιτην απαλλαγή της από τις ξένες προσμείξεις, και της παιδείας αμφότερα στοιχεία ταυτότητας και διαμόρφωσης του Νεοέλληνα. Όλοι αυτοί οι παράγοντες θα οδηγήσουν την ελληνική κοινωνία στην ανάσταση καιθα θέσουν τις βάσεις του Νεοελληνικού Κράτους.
↑Για σύνοψη σχετικών μελετών γύρω από το ύστερο Βυζάντιο βλ. Reinsch Dieter, "Η θεώρηση της πολιτικής και πολιτιστικής φυσιογνωμίας των Ελλήνων στους ιστορικούς της Άλωσης", Études Balkaniques, 6, 1999, σ. 69-85
↑The Cambridge Ancient History, IV, Persia, Greece and the Western Mediterranean, c.525-479 B.C, Cambridge University Press, 1988, σελ. 247. ISBN 0-521-22804-2.
↑Γουναρίδης Πάρις, "Η εξέλιξη της ταυτότητας των Ελλήνων στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία", Études Balkaniques, 6, 1999, σ. 61.
↑Kaldellis Anthony, Hellenism in Byzantium: The Transformations of Greek Identity and the Reception of the Classical Tradition. Cambridge University Press, 31 Ιαν 2008. Διαθέσιμο στο books.google.gr με περιορισμούς.[1]. Αναφέρεται στο Malatras Christos (2010), υποσημ. 3)
↑Βακαλόπουλος Απόστολος, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, Α', Θεσσαλονίκη, 1974, σ. 306. Αναφέρεται στο Reinsch Dieter, "Η θεώρηση της πολιτικής και πολιτιστικής φυσιογνωμίας των Ελλήνων στους ιστορικούς της Άλωσης", Études Balkaniques, 6, 1999, σ. 75.
↑Reinsch Dieter, "Η θεώρηση της πολιτικής και πολιτιστικής φυσιογνωμίας των Ελλήνων στους ιστορικούς της Άλωσης", Études Balkaniques, 6, 1999, σ. 75-85.
↑Μπουγάτσος Δ. Ιωάννης, "Λόγος εγκωμιαστικός στον Κωνσταντίνο Μαυροκορδάτο", Επετηρίς Ιδρύματος Νεοελλ. Σπουδών, τόμ. 2 (1981-82), σ. 203. Λόγος εκφωνηθείς παρά του άρχοντος γραμματικού κυρίου Παναγιώτου Βυζαντίου [1730]. " ... τους ηνωμένους κατά την ορθοδοξίαν, αγκαλά και κατά το γένος διαφέροντας, Ρωμαίους, λέγω, και Βλάχους."
^ Warren Treadgold, "History of the Byzantine State and Society", pp.136, 1997, Stanford
^ Εδουάρδος Γίββων "Άνοδος και Πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας", Alexandre Rambeau, "L'empire Grecque au X'siecle"
^ Ρωμαίος (Roman) remained a massively popular name for a Greek in Greece even after the foundation of the modern Greek state in 1829. Anastasius Eftaliotes, published his history of Greece series in 1901 under the title "History of Romanity", reflecting how well rooted Roman heritage was in Greeks, as late as the 20th century.
^ Romanus III, "Towards the son of Romanus himself", σ.49
Χρήστου, Παναγιώτης, Κ. "Οι περιπέτειες των εθνικών ονομάτων των Ελλήνων", Κυρομάνος, 1993, α' έκδ. 1960.
Γιώργος Τσουκνίδας, «Οι όροι Ελλάς, Έλλην, Ελληνιστής κ.λπ. στις επιστολές του οσίου Ευγενίου του Αιτωλού», Σύναξις Ευγένιος ο Αιτωλός καιη εποχή του, Πρακτικά Συνεδρίου (Καρπενήσιον 1984), Αθήναι, 1986, σελ. 286-300
Μανόλης Γ. Σέργης, «Οι όροι “Έλλην”, “Γραικός”, “Ρωμαίος”, “Ελλάς”, “Μακεδονία”, “Ρωμανία”, “Αχαΐα” καιτα παράγωγά τους στο συγγραφικό έργο του Παχωμίου Ρουσάνου», στα Πρακτικά Διεθνούς Επιστημονικού Συμποσίου «Παχώμιος Ρουσάνος 450 χρόνια από την κοίμησή του (+1553). Έκδοση Ιεράς Μητροπόλεως Ζακύνθου και Στροφάδων, Αθήναι 2005, σελ. 379-397.
Δημήτριος Καταρτζής, Δοκίμια, επιμ. Κ.Θ. Δημαράς, εκδ. Ερμής, Αθήνα 1974, [1783 ή 1785]