H παρωτίτιδα (γνωστή και ως μαγουλάδες) είναι ιογενής νόσος η οποία προκαλείται από τον ιό της παρωτίτιδας.[3]Τα αρχικά σημεία και συμπτώματα συνήθως περιλαμβάνουν πυρετό, μυικό πόνο, πονοκέφαλο και αίσθημα κόπωσης. Στη συνέχεια, ακολουθεί συνήθως επίπονη διόγκωση μίας ή καιτων δύο παρωτίδων.[4]τα συμπτώματα συνήθως λαμβάνουν χώρα 16 με 18 ημέρες μετά την έκθεση στον ιό και συνήθως υποχωρούν μετά από εφτά με δέκα ημέρες.[5][6]Τα συμπτώματα στους ενήλικες είναι συνήθως πιο έντονα απ'ότι στα παιδιά.[6] Περίπου το ένα τρίτο έχουν ήπια ή καθόλου συμπτώματα.[6] Επιπλοκές μπορεί να περιλαμβάνουν μηνιγγίτιδα (15%), παγκρεατίτιδα (4%), μόνιμη κώφωσηκαι φλεγμονή τωνόρχεων, η οποία σε κάποιες περιπτώσεις οδηγεί σεστειρότητα.[6]Οι γυναίκες μπορεί να αναπτύξουν φλεγμονή στις ωοθήκες, αλλά δε σχετίζεται με υπογονιμότητα.
Η ιογενής παρωτίτιδα είναι ιδιαίτερα μεταδοτική και εξαπλώνεται ταχύτατα ανάμεσα σε άτομα σε στενή επαφή.[7]Ο ιός μεταδίδεται μέσω σταγονιδίων της αναπνοής ή μετην άμεση επαφή με μολυσμένο άτομο.[5] Προσβάλει και διαδίδεται μόνο σε ανθρώπους.[6]Οι άνθρωποι είναι μολυσματικοί για περίπου εφτά μέρες πριντην έναρξη των συμπτωμάτων μέχρι οχτώ μέρες μετά.[8] Μετά το πέρας της μόλυνσης, το άτομο αποκτά δια βίου ανοσία.[6]Η επαναμόλυνση είναι πιθανή, αλλά η λοίμωξη τείνει να είναι πολύ ήπια.[9]Η διάγνωση είναι κλινική και βασίζεται στη διόγκωση των παρωτίδων και μπορεί να επιβεβαιωθεί μετην απομόνωση του ιού από τον παρωτιδικό πόρο.[5]Ο έλεγχος για αντισώματα IgM στο αίμα είναι απλώς, όμως μπορεί να είναι ψευδώς αρνητικός σε ανοσοποιημένα άτομα.[5]
Η ιογενής παρωτίτιδα μπορεί να προληφθεί με δύο δόσεις εμβολίουγια παρωτίτιδα. Οι περισσότερες χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου το περιλαμβάνουν στο πρόγραμμα εμβολιασμών τους, συχνά σε συνδυασμό μετηνιλαρά, τηνερυθράκαιτηνανεμοβλογιά.[6]Δεν υπάρχει εξειδικευμένη θεραπεία.[6] Γίνονται προσπάθειες για ανακούφιση των συμπτωμάτων μετη χρήση αναλγητικών, όπως ηπαρακεταμόλη. Η ενδοφλέβια ανοσοσφαιρίνη μπορεί να είναι χρήσιμη σε συγκεκριμένες επιπλοκές.[4]Η νοσηλεία μπορεί να είναι απαραίτητη σε περίπτωση ανάπτυξης μηνιγγίτιδας ή παγκρεατίτιδας.[7][9] Περίπου ένας στους δέκα χιλιάδες που νοσούν πεθαίνουν.[6]
Χωρίς ανοσοποίηση, περίπου 0,1 με 1% του πληθυσμού προσβάλλεται κάθε χρόνο. Ο διαδεδομένος εμβολιασμός οδήγησε σε πτώση άνω του 90% της συχνότητας της ασθένειας. Η παρωτίτιδα είναι κοινή στον αναπτυσσόμενο κόσμο, όπου ο εμβολιασμός είναι λιγότερο κοινός.[10]Πριντην εισαγωγή του εμβολίου, η παρωτίτιδα ήταν κοινή παιδική ασθένεια σε όλο τον κόσμο. Μεγάλες επιδημίες λάμβαναν χώρα συνήθως κάθε 2-5 χρόνια. Μολύνονταν συνήθως παιδιά σε ηλικία πέντε με εννέα ετών.[6] Στους ανοσοποιημένους πληθυσμούς συνήθως προσβάλλονται όσοι είναι στην αρχή της τρίτης δεκαετίας της ζωής.[4]Στηντροπική ζώνη είναι κοινή σε όλη τη διάρκεια του έτους ενώ σεποιο βόρειες ή νότιες περιοχές είναι πιο κοινή τον χειμώνα καιτην άνοιξη.[6]Η επώδυνη διόγκωση των παρωτίδων καιτων όρχεων είχε περιγραφεί από τονΙπποκράτητον 5ο αιώνα π.Χ.[5]