ΟΠόλεμος της Παραγουάης,[A] γνωστός και ως Πόλεμος της Τριπλής Συμμαχίας[B]καιΜεγάλος Πόλεμος[3][C]στην Παραγουάη, ήταν ένοπλη σύρραξη στηΝότια Αμερικήτην περίοδο 1864 έως 1870 μεταξύ της Παραγουάηςκαι της Τριπλής Συμμαχίας της Αργεντινής, της Αυτοκρατορίας της Βραζιλίαςκαι της Ουρουγουάης. Με τις απώλειες να υπολογίζονται σε 400.000, ο πόλεμος αυτός ήταν ο πλέον θανατηφόρος στην ιστορία της Λατινικής Αμερικής.[6]Πιο συγκεκριμένα οδήγησε την Παραγουάη σε ερήμωση, η οποία υπέφερε από καταστροφικές απώλειες στον πληθυσμό – περίπου το 70% του ενήλικου ανδρικού πληθυσμού σκοτώθηκε, σύμφωνα με κάποιους υπολογισμούς – και υποχρεώθηκε να παραχωρήσει εδάφη σε Αργεντινή και Βραζιλία. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, ο πληθυσμός της Παραγουάης πριντον πόλεμο ήταν 525.000 και μειώθηκε στους 221.000 μετά το τέλος του, εκτων οποίων μόνον 28.000 ήταν άνδρες.[7][8]
Ο πόλεμος ξεκίνησε στα τέλη του 1864, ως αποτέλεσμα της σύρραξης μεταξύ Παραγουάης και Βραζιλίας που προκλήθηκε από τονΠόλεμο της Ουρουγουάης. Η Αργεντινή καιη Ουρουγουάη εισήλθαν στον πόλεμο κατά της Παραγουάης το 1865, ο οποίος τότε έγινε γνωστός ως «Πόλεμος της Τριπλής Συμμαχίας».
Ο πόλεμος ολοκληρώθηκε μετην ολοκληρωτική ήττα της Παραγουάης. Αφότου ηττήθηκε στονσυμβατικό πόλεμο, η Παραγουάη διεξήγαγε παρατεταμένη αντίσταση σε μορφή ανταρτοπόλεμου, μια καταστροφική στρατηγική που είχε ως αποτέλεσμα την περαιτέρω καταστροφή του στρατού της Παραγουάης και μεγάλου μέρους του πληθυσμού της χώρας λόγω απωλειών στις μάχες, πείνας και ασθενειών. Η ανταρσία διήρκεσε 14 μήνες μέχρι πουο πρόεδρος Φρανσίσκο Σολάνο Λόπεζσκοτώθηκε από βραζιλιάνικα στρατεύματα στηΜάχη του Σέρο Κοράτη 1η Μαρτίου 1870. Αργεντίνικα και βραζιλιάνικα στρατεύματα κατείχαντην Παραγουάη μέχρι το 1876. Οι υπολογισμοί των συνολικών απωλειών της Παραγουάης κυμαίνονται από 21.000 έως 200.000 ανθρώπους. Χρειάστηκαν δεκαετίες γιατην Παραγουάη ώστε να επανακτήσει τις δυνάμεις της από το χάος και τις δημογραφικές απώλειες.
Η περιοχή του ποταμού Πλάτατο 1864. Οι σκιασμένες περιοχές είναι διαφιλονικούμενα εδάφη.
Από τηνανεξαρτησία τους από Πορτογαλία και Ισπανία στις αρχές του 19ου αιώνα, η Αυτοκρατορία της Βραζιλίας καιοι ισπανόφωνες χώρες της Νότιας Αμερικής βρισκόταν σε συνεχείς εδαφικές διαμάχες. Όλα τα έθνη στην περιοχή είχαν μακροχρόνιες διαφορές με αρκετούς γείτονες τους. Τα περισσότερα έθνη είχαν αλληλεπικαλυπτόμενες αξιώσεις επί των ιδίων εδαφών. Τα ζητήματα είχαν τις ρίζες τους στις πρώην μητροπόλεις τους, οι οποίες, παρά τις πολυάριθμες προσπάθειες, δεν μπόρεσαν να επιλυθούν σε ικανοποιητικό βαθμό. Η υπογραφή της Συνθήκης της Τορδεσίγιας από την Πορτογαλία καιτην Ισπανία το 1494, αποδείχθηκε ανεπαρκής τους επόμενους αιώνες μιας καιοι αποικιακές δυνάμεις επέκτειναν τα σύνορά τους στη Νότια Αμερική και αλλού. Οι παρωχημένες μεθόριες γραμμές δεν αναπαριστούσαν τα ακριβή εδάφη που κατείχαν οι Πορτογάλοι καιοι Ισπανοί.[9]
Στις αρχές της δεκαετίας του 1700, η Συνθήκη της Τορδεσίγιας θεωρούνταν παρωχημένη και όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές επιθυμούσαν μια νεώτερη βασισμένη σε ρεαλιστικά και εφικτά σύνορα. Το 1750, ηΣυνθήκη της Μαδρίτης χώρισε τις πορτογαλικές και τις ισπανικές περιοχές Νότιας Αμερικής σε λωρίδες που είναι σχεδόν παρόμοιες μετα σημερινά σύνορα των χωρών. Ούτε η Πορτογαλία ούτε η Ισπανία ήταν ικανοποιημένες από τα αποτελέσματα, και τις επόμενες δεκαετίες υπογράφηκαν νέες συνθήκες οι οποίες είτε εγκαθίδρυσαν νέες μεθόριες γραμμές είτε τις ακύρωσαν. Η τελική συμφωνία που υπογράφηκε από τις δύο δυνάμεις, ηΣυνθήκη του Μπαδαχόθ (1801), επαναβεβαίωσε την ισχύ της προηγούμενης Συνθήκης τουΣαν Ιλντεφόνσο (1777), η οποία μετη σειρά της προερχόταν από την παλαιότερη Συνθήκη της Μαδρίτης.[10]
Οι εδαφικές διαμάχες δυσχεράνθηκαν όταν ηΑντιβασιλεία του Ρίο ντελα Πλάτα κατέρρευσε στις αρχές της δεκαετίας του 1810, οδηγώντας στη δημιουργία της Αργεντινής, της Παραγουάης, της Βολιβίαςκαι της Ουρουγουάης.[11] Μόλις διαχωρίστηκαν, οι Αργεντινή, Παραγουάη και Βολιβία άρχισαν να αντιμάχονται για εδάφη που ήταν αχαρτογράφητα και άγνωστα μέχρι τότε. Τα εδάφη αυτά είτε ήταν αραιοκατοικημένα ή κατοικούνταν από γηγενείς φυλές πουδεν ανήκαν σε καμία πλευρά.[12][13]Στην περίπτωση της Παραγουάης και της γείτονα της Βραζιλίας, το πρόβλημα εναπόκειτο στο εάν τα σύνορα τους βρισκόταν στον ποταμό Άπα ή στονΜπράνκο, ένα ζήτημα στο οποίο επέμειναν καιτο οποίο μπέρδεψε την Ισπανία καιτην Πορτογαλία στα τέλη του 18ου αιώνα. Η περιοχή ανάμεσα στους δύο ποταμούς ήταν ακατοίκητη, εκτός από κάποιες φυλές που περιόδευαν στην περιοχή και επιτίθεντο σε κοντινούς οικισμούς της Βραζιλίας και της Παραγουάης.[14][15]
Υπήρξαν διάφορες θεωρίες σχετικά μετο πως ξεκίνησε ο πόλεμος. Η παραδοσιακή άποψη δίνει έμφαση στην πολιτική του προέδρου Φρανσίσκο Σολάνο Λόπεζ, ο οποίος χρησιμοποίησε τονΠόλεμο της Ουρουγουάης ως πρόσχημα γιανα αποκτήσει τον έλεγχο της λεκάνης του ποταμού Πλάτα. Το γεγονός αυτό προκάλεσε αντίδραση από τους περιφερειακούς ηγεμόνες της Βραζιλίας και της Αργεντινής, οι οποίοι ασκούσαν επιρροή στις μικρότερες δημοκρατίες της Ουρουγουάηςκαι της Παραγουάης.[16]
Ο πόλεμος αποδόθηκε επίσης στις συνέπειες της αποικιοκρατίαςστη Νότια Αμερική, με εδαφικές διαμάχες γιατα νέα κράτη, τον αγώνα για εξουσία ανάμεσα στα γειτονικά έθνη στη στρατηγικής σημασίας περιοχή τουΡίο ντελα Πλάτα, τους Βραζιλιάνους και τους Αργεντινούς να εισχωρούν στην εσωτερική πολιτική της Ουρουγουάης, και τις προσπάθειες του Σολάνο Λόπεζ να βοηθήσει τους συμμάχους τουστην Ουρουγουάη, αλλά και τις επεκτατικές φιλοδοξίες του.[17]
Πριντον πόλεμο η Παραγουάη είχε έντονη οικονομική και στρατιωτική ανάπτυξη ως αποτέλεσμα των προστατευτικών πολιτικών της που είχαν δώσει ώθηση στην τοπική βιομηχανία. Ο ισχυρός στρατός είχε αναπτυχθεί λόγων των εδαφικών διεκδικήσεων που είχαν Αργεντινή και Βραζιλία επ' αυτής. Η Παραγουάη ήθελε να κυριαρχήσει πολιτικά όπως έκανε καιη Ουρουγουάη. Η Παραγουάη είχε επαναλαμβανόμενες εδαφικές διαμάχες και θέματα δασμών μετην Αργεντινή καιτη Βραζιλία για πολλά χρόνια από τη διακυβέρνηση τουΚάρλος Αντόνιο Λόπεζ.
Από τη στιγμή που Βραζιλία και Αργεντινή ανεξαρτητοποιήθηκαν, η πάλη τους γιακυριαρχίαστην περιοχή τουΡίο ντελα Πλάτα στιγμάτισε τις διπλωματικές και πολιτικές σχέσεις μεταξύ των χωρών της περιοχής.[18]
Η Βραζιλία ήταν η πρώτη χώρα που αναγνώρισε την ανεξαρτησία της Παραγουάης το 1844. Την ίδια περίοδο η Αργεντινή θεωρούνταν αποκομμένη περιοχή. Ενώ η Αργεντινή βρισκόταν υπό την εξουσία τουΧουάν Μανουέλ Ρόσας (1829–1852), κοινού εχθρού τόσο της Βραζιλίας όσο και της Παραγουάης, η Βραζιλία συνέβαλε στη βελτίωση των οχυρώσεων καιτην ανάπτυξη του στρατού της Παραγουάης, στέλνοντας αξιωματικούς και τεχνική βοήθεια στηνΑσουνσιόν.
Μιας καιδεν υπήρχε χερσαία δίοδος πουνα συνδέει τη μεσόγεια επαρχεία τουΜάτου ΓκρόσουμετοΡίο ντε Τζανέιρο, τα βραζιλιάνικα πλοία έπρεπε να διέρχονται από εδάφη της Παραγουάης, διασχίζοντας τον ποταμό Παραγουάηγιανα φτάσουν στηνΚουιαμπά. Ωστόσο, η Βραζιλία αντιμετώπισε δυσκολίες στονα αποκτήσει την άδεια της κυβέρνησης της Παραγουάης γιανα χρησιμοποιεί ελευθέρα τον ποταμό Παραγουάη για τις ανάγκες της.
Η Βραζιλία είχε πραγματοποιήσει τρεις πολιτικές και στρατιωτικές παρεμβάσεις στην ασταθή Ουρουγουάη: το 1851 ενάντια στονΜανουέλ Ορίμπεγιανα καταπολεμήσει την Αργεντίνικη επιρροή στη χώρα καινα δώσει τέλος στηΜεγάλη Πολιορκία του Μοντεβιδέο· το 1855, μετά από αίτηση της κυβέρνησης της Ουρουγουάης καιτουΒενάνσιο Φλόρες, ηγέτη τουκόμματος Κολοράδο, που παραδοσιακά υποστήριζε τη Βραζιλιάνικη αυτοκρατορία· καιτο 1864, ενάντια στονΑτανάσιο Αγκίρε. Η τελευταία αυτή παρέμβαση οδήγησε στον πόλεμο της Παραγουάης.
Στις 19 Απριλίου 1896 ο Ουρουγουανός στρατηγός Βενάνσιο Φλόρες, ο οποίος τότε ήταν αξιωματικός του Αργεντίνικου στρατού και ηγέτης του κόμματος Κολοράδο της Ουρουγουάης,[19] εισέβαλε στη χώρα του, αρχίζοντας τηνCruzada Libertadora (Απελευθερωτική Σταυροφορία), μετην υποστήριξη της Αργεντινής η οποία παρείχε οπλισμένους αντάρτες, πυρομαχικά και 2.000 στρατιώτες.[20]Ο Φλόρες ήθελε να απομακρύνει τοΕθνικό Κόμμακαιτον πρόεδρο Μπερνάρντο Μπέρο,[21]:24ο οποίος ήταν σύμμαχος της Παραγουάης, από τη διακυβέρνηση της χώρας.[21]:24
Ο πρόεδρος της Παραγουάης Λόπεζ έστειλε στις 6 Σεπτεμβρίου 1863 σημείωμα στην κυβέρνηση της Αργεντινής ζητώντας εξηγήσεις, αλλά το Μπουένος Άιρες αρνήθηκε οποιαδήποτε εμπλοκή στην Ουρουγουάη.[21]:24 Από τη στιγμή αυτή, εισήχθη στην Παραγουάη ηυποχρεωτική στρατιωτική θητείακαιτο Φεβρουάριο του 1864, 64.000 άνδρες στρατολογήθηκαν.[21]:24
Ένα χρόνο μετά την έναρξη της "Cruzada Libertadora", τον Απρίλιο του 1864, ο Βραζιλιάνος υπουργός Ζοσέ Αντόνιο Σαραΐβα έφτασε σε ύδατα της Ουρουγουάης επιβαίνοντας στον Αυτοκρατορικό Στόλο, γιανα διεκδικήσει πληρωμές για τις καταστροφές που προκλήθηκαν σε αγρότες γκάουτσοσε εδαφικές διαμάχες με αγρότες της Ουρουγουάης. Ο πρόεδρος της Ουρουγουάης Ατανάσιο Αγκίρετου Εθνικού Κόμματος απέρριψε τις αιτιάσεις της Βραζιλίας, παρουσιάζοντας τις δικές του απαιτήσεις και ζήτησε τη βοήθεια της Παραγουάης.[22]Γιανα αποκαταστήσει την κρίση, ο Σολάνο Γκόμεζ προσέφερε εαυτόν ως διαμεσολαβητή στην κρίση της Ουρουγουάης, μιας και ήταν πολιτικός και διπλωματικός σύμμαχος του Εθνικού Κόμματος της Ουρουγουάης, αλλά η Βραζιλία απέρριψε την πρόταση του.[23]
Βραζιλιάνοι στρατιώτες στα βόρεια σύνορα της Ουρουγουάης άρχισαν να παρέχουν υποστήριξη στα στρατεύματα του Φλόρες, παρενόχλησαν αξιωματικούς της Ουρουγουάης, ενώ ο Αυτοκρατορικός Στόλος βρισκόταν στα ανοιχτά τουΜοντεβιδέο.[24] Τους μήνες Ιούνιος–Αύγουστος του 1864 υπογράφηκε Σύμφωνο Συνεργασίας μεταξύ της Βραζιλίας και της Αργεντινής στοΜπουένος Άιρες, για κοινή βοήθεια στην κρίση της Λεκάνης του Πλάτα.[25]
Ο Βραζιλιάνος υπουργός Σαραΐβα, έστειλε τελεσίγραφο στις 4 Αυγούστου 1864 προς την κυβέρνηση της Ουρουγουάης. Είτε θα συμμορφωνόταν με τις απαιτήσεις της Βραζιλίας, είτε ο στρατός της Βραζιλίας θα ανταπέδιδε στα ίσα.[26]Η κυβέρνηση της Παραγουάης ενημερώθηκε γιατα συμβάντα αυτά και έστειλε στη Βραζιλία ένα μήνυμα, το οποίο μεταξύ άλλων ανέφερε:
Η κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Παραγουάης θα θεωρήσει οποιαδήποτε κατάληψη των Ανατολικών εδαφών (σ.σ. Ουρουγουάη) ως μια προσπάθεια κατά της ισορροπίας των εθνών του Πλάτα η οποία ενδιαφέρει τη Δημοκρατία της Παραγουάης ως ενέχυρο γιατην ασφάλεια, την ειρήνη καιτην ευημερία, και ότι διαμαρτύρεται μετον πλέον επίσημο τρόπο κατά της ενέργειας, απελευθερωμένη στο μέλλον από οποιαδήποτε ευθύνη που μπορεί να προκύψει από την παρούσα δήλωση.
— Χοσέ Μπέργες, σύμβουλος της Παραγουάης, προς το τελεσίγραφο του Βιάνα ντε Λίμα προς την κυβέρνηση της Παραγουάης, 30 Αυγούστου 1864., [27]
Η κυβέρνηση της Βραζιλίας, θεωρώντας πως ίσως η απειλή της Παραγουάης θα ήταν αποκλειστικά διπλωματική, απάντησε την 1η Σεπτεμβρίου 1864 αναφέροντας πως «δενθα εγκαταλείψουν την υποχρέωση προστασίας των ζωών και ενδιαφερόντων που άπτονται των θεμάτων της Βραζιλίας». Αλλά στην απάντηση της δύο μέρες αργότερα η κυβέρνηση της Παραγουάης επέμεινε πως «ανη Βραζιλία λάβει τα μέτρα που αντιτίθενται στο σημείωμα της 30ης Αυγούστου 1864, η Παραγουάη θα υποστεί την οδυνηρή ανάγκη να πραγματοποιήσει τη δήλωση της».[28]
Παρά τα σημειώματα καιτα τελεσίγραφα της Παραγουάης, βραζιλιάνικα στρατεύματα υπό τον στρατηγό Ζοάο Προπίσιο Μένα Μπαρέτο εισέβαλαν στην Ουρουγουάη στις 12 Οκτωβρίου 1864[21]:24 προκαλώντας την έναρξη των εχθροπραξιών.[1]Οι στρατιωτικές ενέργειες της Παραγουάης κατά της Βραζιλίας ξεκίνησαν στις 12 Νοεμβρίου 1864, όταν το πλοίο Tacuarí της Παραγουάης κατέλαβε το βραζιλιάνικο πλοίο Marquês de Olinda, που έπλεε στον ποταμό Παραγουάη προς την επαρχία τουΜάτο Γκρόσο,[29]μετο νέο πρόεδρο της επαρχίας να βρίσκεται στο πλοίο. Η Παραγουάη κήρυξε επισήμως τον πόλεμο στη Βραζιλία στις 13 Δεκεμβρίου 1864, την παραμονή της εισβολής της Παραγουάης στην επαρχία του Μάτο Γκρόσο.[30]
Η σύρραξη μεταξύ Βραζιλίας και Ουρουγουάης ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 1865. Νέα γιατο τέλος του πολέμου έφθασαν εν μέσω ενθουσιασμού στο Ρίο ντε Τζανέιρο από τον Περέιρα Πίντο. Ο Αυτοκράτορας της Βραζιλίας Πέτρος Β΄ έγινε δέκτης επευφημιών στους δρόμους της πόλης.[31][32] Ωστόσο η κοινή γνώμη άλλαξε γρήγορα προς το χειρότερο όταν εφημερίδες άρχισαν να αναπαράγουν ειδήσεις που κατηγορούσαν τη συνέλευση της 20ής Φεβρουαρίου ως επιζήμια γιατα ενδιαφέροντα της Βραζιλίας, κατηγορώντας το υπουργικό συμβούλιο. Ο προσφάτως διορισμένος Υποκόμης του Ταμανταρέ καιο Μένα Μπαρέτο υποστήριζαν τη συμφωνία ειρήνης.[33]Ο Ταμανταρέ άλλαξε άποψη σε σύντομο διάστημα και έπαιζε με τις λέξεις. Ένα μέλος του κόμματος της αντιπολίτευσης, οΖοζέ Παράνιος, Υποκόμης του Ρίο Μπράνκο, χρησιμοποιήθηκε ως αποδιοπομπαίος τράγος από τον Αυτοκράτορα καιτην κυβέρνηση, και κατηγορήθηκε για ατίμωση του αυτοκρατορικού κεφαλαίου.[34]Η κατηγορία ότι η συνέλευση δεν ανταποκρίθηκε στα συμφέροντα της Βραζιλίας αποδείχθηκε αβάσιμη. Όχι μόνο ο Παράνιος κατάφερε να διευθετήσει όλες τις αξιώσεις της Βραζιλίας, αλλά μετην πρόληψη του θανάτου χιλιάδων πολιτών, κέρδισε έναν πρόθυμο και ευγνώμονα σύμμαχο, την Ουρουγουάη, αντί ενός αμφιβόλου και ανυπότακτου, ο οποίος παρείχε στη Βραζιλία μια σημαντική βάση επιχειρήσεων κατά τη διάρκεια της οξείας σύγκρουσης μετην Παραγουάη που ακολούθησε σε σύντομο διάστημα.[35]
Σύμφωνα με κάποιους ιστορικούς, η Παραγουάη ξεκίνησε τον πόλεμο με πάνω από 60.000 γυμνασμένους άνδρες – εκτων οποίων οι 38.000 ήταν οπλισμένοι – 400 κανόνια, ναυτική μοίρα 23 ατμόπλοιων (vapores) και πέντε πλοία ποτάμιας πλεύσης (εκτων οποίων καιη κανονιοφόρος Tacuarí).[36]
Οι συγκοινωνίες στη λεκάνη του Ρίο ντελα Πλάτα γινόταν αποκλειστικά μέσω του ποταμού μιας και υπήρχαν ελάχιστες οδοί. Οποιοσδήποτε έλεγχε τους ποταμούς θα κέρδιζε τον πόλεμο, έτσι η Παραγουάη κατασκεύασε οχυρώσεις στις όχθες του ομώνυμου ποταμού.[21]:28–30
Ωστόσο, πρόσφατες μελέτες αναφέρουν πολλαπλά προβλήματα. Ανκαιο στρατός της Παραγουάης αριθμούσε μεταξύ 70.000 και 100.000 στρατιωτών στην αρχή της σύρραξης, αυτοί είχαν προβλήματα στον εξοπλισμό του. Το μεγαλύτερο μέρος του εξοπλισμού του πεζικού ήταν κακής ποιότητας μουσκέτα και καραμπίνες, που γέμιζαν με καθυστέρηση και είχαν μικρή εμβέλεια. Το πυροβολικό είχε παρόμοια προβλήματα. Οι αξιωματικοί είχαν ελάχιστη εκπαίδευση ή εμπειρία, ενώ δεν υπήρχε σύστημα διοίκησης και όλες οι αποφάσεις λαμβανόταν προσωπικά από τον Λόπεζ. Το φαγητό, τα πυρομαχικά καιο εξοπλισμός σπάνιζαν, μετην επιμελητεία καιτη νοσοκομειακή φροντίδα να είναι ελλιπείς ή σχεδόν ανύπαρκτες.[37]Το έθνος των 450.000 δεν μπορούσε να αντισταθεί στην Τριπλή Συμμαχία των 11 εκατομμυρίων.
Στις αρχές του πολέμου, οι στρατιωτικές δυνάμεις της Βραζιλίας, της Αργεντινής και της Ουρουγουάης ήταν μικρότερες από αυτές της Παραγουάης. Οι Αργεντινή διέθετε περίπου 8.500 άνδρες στον τακτικό στρατό της, ναυτική μοίρα αποτελούμενη από τέσσερα ατμόπλοια καιμιαγολέτα. Η Ουρουγουάη εισήλθε στον πόλεμο με λιγότερους από 2.000 στρατιώτες και χωρίς ναυτική δύναμη. Μεγάλο μέρος από τους 16.000 στρατιώτες της Βραζιλίας βρισκόταν στους στρατώνες της στα νότια.[38]Το πλεονέκτημα της Βραζιλίας ήταν όμως, το ναυτικό της, που αποτελούνταν από 45 πλοία με 239 κανόνια και περίπου 4.000 πλήρως εκπαιδευμένο προσωπικό. Μεγάλο μέρος της μοίρας βρισκόταν στηλεκάνη του Ρίο ντελα Πλάτα, όπου ενέργησε υπό τονΜαρκήσιο του Ταμανταρέστην εισβολή κατά της κυβέρνησης του Αγκίρε.
Η Βραζιλία, όμως, ήταν απροετοίμαστη γιατον πόλεμο, καιο στρατός της δεν ήταν οργανωμένος. Τα στρατεύματα που χρησιμοποίησε στην Ουρουγουάη ήταν επί το πλείστον οπλισμένα συντάγματα γκάουτσο και Εθνοφρουράς. Ενώ ορισμένες βραζιλιάνικες αναφορές σχετικά μετον πόλεμο αναφέρουν πως το πεζικό ήταν εθελοντικό σώμα (Voluntários da Pátria), ενώ αναφορές από την Αργεντινή καιτην Παραγουάη ανέφεραν πως το πεζικό της Βραζιλίας αποτελούνταν από δούλους και ακτήμονες χαμηλότερης τάξης, στους οποίους είχε υποσχεθεί η δωρεάν παροχή γης εφόσον στρατολογούνταν.[39]Το ιππικό σχηματίστηκε από την Εθνοφρουρά τουΡίου Γκράντι ντουΣουλ. (Τελικά, συνολικά 146.000 Βραζιλιάνοι πολέμησαν από το 1864 έως το 1870, με 10.025 στρατιώτες να βρίσκονται επί εδαφών της Ουρουγουάης το 1864, 2.047 βρισκόταν στην επαρχία του Μάτο Γκρόσο, 55.985 ήταν εθελοντές, 60.009 ανήκαν στην Εθνοφρουρά, 8.570 ήταν πρώην δούλοι και 9.177 ναυτικοί. Ακόμη 18.000 στρατιώτες της Εθνοφρουράς έμειναν πίσω γιανα υπερασπίσουν τα εδάφη της Βραζιλίας.[40])
Τα δύο διακριτά στρατιωτικά τμήματα της Παραγουάης εισέβαλαν στο Μάτου Γκρόσου ταυτόχρονα. Επρόκειτο για εκστρατεία 3.248 στρατιωτών υπό τον Βιθέντε Μπάριος η οποία πραγματοποιήθηκε μετη συνεισφορά ναυτικής μοίρας τουCapitán de Fragata Πέδρο Ιγκνάθιο Μέθα στον ποταμό Παραγουάηκαιτην πόλη Κονσεπθιόν.[21]:25 Από εκεί επιτέθηκαν στο οχυρό Νόβα Κοΐμπρα στις 27 Δεκεμβρίου 1864.[21]:26Ο βραζιλιάνικος στρατώνας των 154 στρατιωτών αντιστάθηκε για τρεις μέρες, υπό τη διοίκηση του Ερμενεγκίλντο ντε Αλμπουκέρκε Πόρτο Καρέρο. Όταν τα πυρομαχικά τους εξαντλήθηκαν, οι αμυνόμενοι εγκατέλειψαν το οχυρό και αποσύρθηκαν προς τηνΚορούμπαμετην κανονιοφόρο Anhambaí.[21]:26 Αφού κατέλαβαν το οχυρό, οι Παραγουανοί κινήθηκαν βόρεια καταλαμβάνοντας τις πόλεις Αλμπουκέρκε, Τάγκε και Κορούμπα τον Ιανουάριο του 1865.[21]:26
Ο Σολάνο Λόπεζ έστειλε απόσπασμα γιανα επιτεθεί στο στρατιωτικό μέτωπο μπροστά από το Ντουράντος. Το απόσπασμα αυτό, υπό τον Μαρτίν Ουρμπιέτα, αντιμετώπισε έντονη αντίσταση στις 29 Δεκεμβρίου 1864 από τονΑντόνιο Ζοάο Ριμπέιροκαι τους 16 στρατιώτες του, πουεν τέλει σκοτώθηκαν όλοι τους. Οι Παραγουανοί συνέχισαν προς τοΝιοάκεκαιτηΜιράντα, επικρατώντας των στρατευμάτων του Ζοζέ Ντίας ντα Σίλβα. Το Κοξίμ κατελήφθη τον Απρίλιο του 1865. Η δεύτερη φάλαγγα της Παραγουάης, των 4.650 στρατιωτών υπό τον Φρανσίσκο Ισιντόρο Ρεσκίν, εισέβαλε στο Μάτο Γκρόσο με 1.500 στρατιώτες.[21]:26
Παρά τις νίκες αυτές, οι δυνάμεις της Παραγουάης δεν συνέχισαν προς τηνΚουιαμπά, την πρωτεύουσα της επαρχίας, όπου ο Αουγκούστο Λεβεργκέρ είχε οχυρώσει το στρατόπεδο τοΜελγκάσο. Ο κύριος στόχος τους ήταν η κατάληψη των ορυχείων χρυσού και διαμαντιών, διακόπτοντας τη ροή των αγαθών αυτών προς τη Βραζιλία μέχρι το 1869.[21]:27
Η Βραζιλία έστειλε εκστρατευτική δύναμη γιανα πολεμήσει τους εισβολείς στοΜάτο Γκρόσο. Φάλαγγα 2.780 στρατιωτών υπό τον Μάνουελ Πέντρου Ντράγκου αναχώρησε από τηνΟυμπεράμπα της Μίνας Ζεράιςτον Απρίλιο του 1865 και έφτασε στο Κοξίμ τον Δεκέμβριο μετά από δύσκολη πορεία απόστασης πάνω από 2.000 χιλιομέτρων διαμέσου τεσσάρων επαρχιών. Ωστόσο, οι Παραγουανοί είχαν ήδη εγκαταλείψει την πόλη. Ο Ντράγκου έφτασε στη Μιράντα το Σεπτέμβριο του 1866, αλλά οι Παραγουανοί είχαν ήδη αποχωρήσει και πάλι. Τον Ιανουάριο του 1867 οΚάρλος ντε Μοράις Καμισάου ανέλαβε τη διοίκηση της φάλαγγας η οποία διέθετε μόνον 1.680 στρατιώτες και αποφάσισε να εισβάλει σε εδάφη της Παραγουάης, φτάνοντας μέχρι τη Λαγκούνα[41] όπου το ιππικό της Παραγουάης ανάγκασε το εκστρατευτικό σώμα σε υποχώρηση.
Παρά τις προσπάθειες των στρατευμάτων του Καμισάου καιτην αντίσταση στην επαρχία, που είχε ως αποτέλεσμα την απελευθέρωση τους Κορουμπά τον Ιούνιο του 1867, το Μάτου Γκρόσου παρέμεινε υπό τον έλεγχο της Παραγουάης. Οι Βραζιλιάνοι αποχώρησαν από την περιοχή τον Απρίλιο του 1868, μετακινώντας τα στρατεύματά τους στο κύριο μέτωπο των επιχειρήσεων, στο νότιο τμήμα της Παραγουάης.
Όταν ξέσπασε ο πόλεμος μεταξύ Παραγουάης και Βραζιλίας, η Αργεντινή παρέμεινε ουδέτερη. Ο Σολάνο Λόπεζ αμφισβήτησε την ουδετερότητα της Αργεντινής, μιας και έδινε το δικαίωμα πλεύσης βραζιλιάνικων πλοίων σε ποταμούς της στην ευρύτερη περιοχή, παρά το γεγονός πως η Παραγουάη βρισκόταν σε πόλεμο μετη Βραζιλία.
Η εισβολή στις επαρχίες Κοριέντες και Ρίου Γκράντι ντουΣουλ ήταν η δεύτερη φάση της επίθεσης της Παραγουάης. Γιανα υποστηρίξουν τοΕθνικό Κόμμα της Ουρουγουάης, οι Παραγουανοί έπρεπε να διέλθουν από εδάφη της Αργεντινής. Τον Ιανουάριο του 1865 ο Σολάνο Λόπεζ ζήτησε την άδεια της Αργεντινής ώστε στράτευμα 20.000 ανδρών (υπό τον Βενσεσλάο Ρόμπλες) να διέλθει από την επαρχία Κοριέντες.[21]:29–30Ο πρόεδρος της Αργεντινής Μπαρτολομέ Μίτρε απέρριψε το αίτημα της Παραγουάης, καθώς και ένα παρόμοιο της Βραζιλίας.[21]:29
Μετά την απόρριψη αυτή συνήλθε στις 5 Μαρτίου 1865, σε έκτακτη συνεδρίαση, το Κογκρέσο της Παραγουάης. Μετά από αρκετές μέρες συζητήσεων, το Κογκρέσο αποφάσισε στις 23 Μαρτίου να κηρύξει τον πόλεμο στην Αργεντινή για τις πολιτικές της που ήταν εχθρικές κατά της Παραγουάης και φιλικές προς τη Βραζιλία. Στη συνέχεια, το Κογκρέσο απένειμε στον Φρανσίσκο Σολάνο Λόπεζ Καρίγιο το αξίωμα τουαρχιστράτηγου της Δημοκρατίας της Παραγουάης. Η διακήρυξη του πολέμου εστάλη στο Μπουένος Άιρες στις 29 Μαρτίου 1865.[42]
Μετά την εισβολή της Παραγουάης στην επαρχία Κοριέντες στις 13 Απριλίου 1865, ξέσπασαν μεγάλης κλίμακας ταραχές στο Μπουένος Άιρες καθώς η κοινή γνώμη ενημερώθηκε γιατη διακήρυξη του πολέμου από την Παραγουάη. Στις 4 Μαΐου 1865 ο πρόεδρος Μπαρτολομέ Μίτρε έβγαλε λόγο προς το πλήθος:
…Αγαπητοί συμπατριώτες μου, σας υπόσχομαι: σε τρεις ημέρες θα πρέπει να βρισκόμαστε στα χαρακώματα. Σε τρεις εβδομάδες στα μέτωπα. Καισε τρεις μήνες στην Ασουνσιόν!
Την ίδια μέρα η Αργεντινή διακήρυξε τον πόλεμο στην Παραγουάη,[21]:30–31 αλλά μερικές μέρες νωρίτερα, την 1η Μαΐου 1865, οι Βραζιλία, Αργεντινή και Ουρουγουάη είχαν υπογράψει τηΜυστική Συνθήκη της Τριπλής Συμμαχίαςστο Μπουένος Άιρες. Όρισαν τον Μπαρτολομέ Μίτρε, πρόεδρο της Αργεντινής, ως επικεφαλής των συμμαχικών δυνάμεων.[44]Οι υπογράψαντες της συμφωνίας ήταν οι Ρουφίνο ντε Ελιζάλντε (Αργεντινή), Οκταβιανό ντε Αλμέιδα (Βραζιλία) και Κάρλος ντε Κάστρο (Ουρουγουάη).
Η Συνθήκη ανέφερε πως η Παραγουάη ήταν υπεύθυνη για οποιαδήποτε συνέπεια της συμπλοκής καιθα έπρεπε να πληρώσει όλα τα έξοδα του πολέμου, η Παραγουάη πρέπει να παραμείνει χωρίς οχυρά και στρατιωτική δύναμη. Μεγάλα τμήματα της Παραγουάης θα λαμβανόταν από την Αργεντινή καιτη Βραζιλία στο τέλος του πολέμου, καιη ανεξαρτησία της Παραγουάης θα είχε ισχύ μόνο γιαπέντε χρόνια. Η Συνθήκη είχε ως αποτέλεσμα να ξεσπάσουν φωνές και οργή υπέρ της Παραγουάης σε ολόκληρο τον κόσμο.[45]
Στις 13 Απριλίου 1865, μοίρα του στόλου της Παραγουάης έπλευσε στον ποταμό Παρανάκαι επιτέθηκε σε δύο πλοία της Αργεντινής στην πόλη Κοριέντες. Αμέσως τα στρατεύματα του Ρόμπλες κατέλαβαν την πόλη ενώ την ίδια μέρα κατέφθασαν 3.000 στρατιώτες και ιππικό 800 ανδρών. Αφήνοντας δύναμη 1.500 ανδρών στην πόλη, ο Ρόμπλες συνέχισε την πορεία του νότια κατά μήκος της ανατολικής όχθης του ποταμού.[21]:30
Μαζί μετα στρατεύματα του Ρόμπλες, δύναμη 12.000 στρατιωτών του Αντόνιο ντελαΚρουζ Εστιγκαρίμπα διέσχισε τα σύνορα της Αργεντινής νότια του Ενκαρανθιόν το Μάιο του 1865, κινούμενη προς το Ρίου Γκράντι ντουΣουλ. Κινήθηκαν παράλληλα μετον ποταμό Ουρουγουάηκαι κατέλαβαν την πόλη Σάο Μπόρχα στις 12 Ιουνίου. ΗΟυρουγκουιάναστα νότια, κατελήφθη στις 6 Αυγούστου μετά από ασθενή αντίσταση.
Εισβάλλοντας στην επαρχία Κοριέντες, ο Σολάνο Λόπεζ ήλπιζε πως θα αποκτούσε την υποστήριξη του ισχυρού Αργεντινού στρατιωτικού και πολιτικού ηγέτη Χούστο Χοσέ ντε Ουρκίθα, κυβερνήτη των επαρχιών Κοριέντες και Έντρε Ρίος, που ήταν γνωστός εχθρός του Μίτρε και της κεντρικής κυβέρνησης του Μπουένος Άιρες.[44] Ωστόσο, ο Ουργκίθα υποστήριξε πλήρως την Αργεντινή.[21]:31Οι δυνάμεις κινήθηκαν περίπου 200 χιλιόμετρα νότια πριντην ολοκληρωτική αποτυχία της επίθεσης.
Στις 11 Ιουνίου 1865, στηναυμαχία του Ριατσουέλοο στόλος της Βραζιλίας υπό τον Φρανσίσκο Μανοέλ Μπαρόσο ντα Σίλβα κατέστρεψε το πανίσχυρο πολεμικό ναυτικό της Παραγουάης και απέτρεψε την κατάληψη εδαφών της Αργεντινής από τους Παραγουανούς. Για όλους τους πρακτικούς λόγους, η ναυμαχία αυτή επηρέασε την έκβαση του πολέμου υπέρ της Τριπλής Συμμαχίας. Από το σημείο αυτό και έπειτα η Συμμαχία έλεγχε τα ύδατα στη λεκάνη του Ρίο ντελα Πλάτα μέχρι την είσοδο στην Παραγουάη.[46]
Ξεχωριστή μεραρχία της Παραγουάης αποτελούμενη από 3.200 στρατιώτες που συνέχισε την πορεία της προς την Ουρουγουάη υπό τον Πέδρο Ντουάρτε, ηττήθηκε από Συμμαχικά στρατεύματα υπό τονΒενάνσιο Φλόρεςστην αιματηρή Μάχη του Γιατάι στις όχθες του ποταμού Ουρουγουάη κοντά στοΠάσο ντε λος Λίμπρες.[47]
Η υποχώρηση των Παραγουανών από την Ουρουγκουιάνα.
Ενώ ο Σολάνο Λόπεζ διέταξε την υποχώρηση των δυνάμεων που είχαν καταλάβει την πόλη Κοριέντες, τα στρατεύματα που είχαν εισβάλει στην πόλη Σάο Μπόρχα, συνέχισαν να προωθούνται, καταλαμβάνοντας τοΙτακουίκαιτηνΟυρουγκουιάνα. Η κατάσταση στην επαρχία Ρίου Γκράντι ντουΣουλ ήταν χαοτική, καιοι Βραζιλιάνοι στρατιωτικοί διοικητές στην περιοχή δεν είχαν τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουν την αντίσταση των Παραγουανών.[48]
Ο βαρώνος Πόρτο Αλέγκρε αναχώρησε γιατην Ουρουγκουιάνα, μια μικρή πόλη στα δυτικά της επαρχίας, όπου ο στρατός της Παραγουάης πολιορκούσε μικτή ομάδα μονάδων από τη Βραζιλία, την Αργεντινή καιτην Ουρουγουάη.[49]Ο Πόρτο Αλέγκρε ανέλαβε τη διοίκηση του βραζιλιάνικου στρατού στην Ουρουγκουιάνα στις 21 Αυγούστου 1865.[50] Στις 18 Σεπτεμβρίου, ο στρατός της Παραγουάης παραδόθηκε χωρίς περαιτέρω αιματοχυσία.[51]
Το 26ο Τάγμα Εθελοντών από τηΣεαρά πραγματοποιώντας ανταρτοπόλεμο, μεταξύ 1867 και 1868.Συμμαχικά στρατεύματα στα χαρακώματα στηΜάχη του Τουγιουτί
Μέχρι τα τέλη του 1864, η Παραγουάη είχε πετύχει αρκετές νίκες στον πόλεμο. Στις 11 Ιουνίου 1865, ωστόσο, η ναυτική ήττα της από τη Βραζιλία στον ποταμό Παρανά άλλαξε την πορεία της. Ηναυμαχία του Ριατσουέλο ήταν σημείο κλειδί στον Πόλεμο της Παραγουάης, μιας και αποτέλεσε την έναρξη της επίθεσης των Συμμάχων.
Τους επόμενους μήνες οι Παραγουανοί απομακρύνθηκαν από τις πόλεις του Κοριέντες καιτουΣαν Κοσμέ, τα μοναδικά εδάφη που βρισκόταν ακόμη υπό την κατοχή της Παραγουάης.
Μέχρι τα τέλη του 1865 η Τριπλή Συμμαχία βρισκόταν σε πλήρη επίθεση. Τα στρατεύματα της αριθμούσαν 42.000 στρατιώτες πεζικού καικαι 15.000 ιππικού όταν εισέβαλε στην Παραγουάη τον Απρίλιο.[21]:51–52Οι Παραγουανοί πέτυχαν μικρής σημασίας νίκες εναντίον μεγαλύτερων δυνάμεων στις μάχες τουΚοράλεςκαιτουΙτατί, αλλά δεν κατάφεραν να σταματήσουν την εισβολή.[52]
Στις 16 Απριλίου 1866 οι Συμμαχικές δυνάμεις εισέβαλαν στην ενδοχώρα της Παραγουάης διασχίζοντας τον ποταμό Παρανά.[53]Ο Λόπεζ πραγματοποίησε αντεπιθέσεις, αλλά αυτές αποκρούστηκαν από τον στρατηγό Οσόριο, ο οποίος επικράτησε στις μάχες του Ιταπιρού και Ίσλα Καμπρίτα. Εν τούτοις, η προέλαση των Συμμάχων έλαβε στέρεες βάσεις στην πρώτη σημαντική επικράτηση στον πόλεμο, στοΕστέρο Μπεγιάκο, στις 2 Μαΐου 1866.[54]
Ο Λόπεζ, θεωρώντας πως μπορούσε να καταστρέψει ολοκληρωτικά τους Συμμάχους, ξεκίνησε μια μεγάλη επίθεση με 25.000 στρατιώτες κατά 35.000 Συμμάχων στις 24 Μαΐου 1866 στηΜάχη του Τουγιουτί, την πλέον αιματηρή στην ιστορία της Λατινικής Αμερικής.[55] Παρά το γεγονός ότι βρέθηκε κοντά στην επικράτηση στο Τουγιουτί, το σχέδιο του Λόπεζ συνετρίβη από τη βίαια αντίσταση των Συμμάχων, καιτων αποφασιστικών ενεργειών του πυροβολικού της Βραζιλίας.[56]Καιοι δύο πλευρές υπέστησαν μεγάλες απώλειες: πάνω από 12.000 απώλειες γιατην Παραγουάη έναντι 6.000 των Συμμάχων.[57][58]
Το πυροβολικό της Ουρουγουάης στη Μάχη του Σος, 18 Ιουλίου 1866
Μέχρι τις 18 Ιουλίου 1866 οι Παραγουανοί είχαν ανακάμψει, επικρατώντας δυνάμεων υπό τους Μίτρε και Φλόρες στηΜάχη του Σος και Μποκερόν, χάνοντας 2.000 στρατιώτες στη μάχη έναντι 6.000 απωλειών των Συμμάχων.[59] Ωστόσο, ο στρατηγός Πόρτο Αλέγκρε[60] επικράτησε στηΜάχη του Κουρουζού, φέρνοντας του Παραγουανούς σε απόγνωση.[61]
Το πυροβολικό της Παραγουάης υποχωρεί από τη Μάχη του Κουρουζού, από τον φωτογράφο Κάνδιδο Λόπεζ
Στις 12 Σεπτεμβρίου 1866, ο Σολάνο Λόπεζ, μετά την ήττα στη Μάχη του Κουρουζού, συγκάλεσε διάσκεψη με τους Μίτρε και Φλόρες στο Γιατάιτι Κόρα, η οποία είχε ως αποτέλεσμα «έντονη λογομαχία» μεταξύ των ηγετών.[21]:62Ο Λόπεζ αντιλήφθηκε πως ο πόλεμος είχε χαθεί και ήταν έτοιμος να υπογράψει συνθήκη ειρήνης με τους Συμμάχους.[62]Δεν επήλθε κάποια συμφωνία, μιας καιοι απαιτήσεις του Μίτρε γιατην υπογραφή της συνθήκης ήταν η εκτέλεση κάθε άρθρου της μυστικής Συνθήκης της Τριπλής Συμμαχίας, κάτι που αρνήθηκε ο Σολάνο Λόπεζ.[62]Το άρθρο 6 της συνθήκης έκανε σχεδόν αδύνατη την εκεχειρία ή την ειρήνη, δεδομένου ότι ο πόλεμος έπρεπε να συνεχιστεί μέχρις ότου η τότε κυβέρνηση απομακρυνθεί από τη θέση της, πράγμα που σήμαινε είτε τον θάνατο ή την απομάκρυνση του Σολάνο Λόπεζ.
Μετά τη συνδιάσκεψη, οι Σύμμαχοι προέλασαν σε εδάφη της Παραγουάης, φτάνοντας στην αμυντική γραμμή τουΚουρουπαΐτι. Έχοντας εμπιστοσύνη στο αριθμητικό τους πλεονέκτημα καιτην πιθανότητα επίθεσης στα άκρα της αμυντικής γραμμής μέσω του ποταμού Παραγουάη χρησιμοποιώντας πλοία της Βραζιλίας, οι Σύμμαχοι επιτέθηκαν κατά μέτωπο στη γραμμή άμυνας, μετην υποστήριξη πλευρικών πυρών από τα πολεμικά πλοία.[63] Ωστόσο, οι Παραγουανοί, υπό τονΧοσέ Ε. Ντίαζ, έμειναν σταθεροί στις θέσεις τους και πραγματοποίησαν μάχη άμυνας, προκαλώντας μεγάλες καταστροφές στα Συμμαχικά στρατεύματα: πάνω από 8.000 απώλειες έναντι 250 των Παραγουανών.[64]ΗΜάχη του Κουρουπαΐτι είχε ως αποτέλεσμα τη σχεδόν καταστροφική ήττα για τους Συμμάχους, δίνοντας τέλος στη διάρκειας δέκα μηνών επίθεση τους τον Ιούλιο του 1867.[21]:65
Οι ηγέτες των Συμμάχων κατηγόρησαν αλλήλους γιατην καταστροφική αποτυχία στο Κουρουπαΐτι. Ο στρατηγός Φλόρες αναχώρησε γιατην Ουρουγουάη το Σεπτέμβριο του 1866, ενώ δολοφονήθηκε εκεί το 1867. Οι Πόρτο Αλέγκρε και Ταμανταρέ βρήκαν κοινό έδαφος στην αντιπάθεια τους κατά του διοικητή του 1ου σώματος, αρχιστράτηγου Πολιντόρο Ζορντάου, Υποκόμη της Σάντα Τερέζα. Ο Πολιντόρο εξοστρακίστηκε ως υποστηρικτής του Μίτρε και μέλος του Συντηρητικού Κόμματος, ενώ ο Πόρτο Αλέγκρε καιο Ταμανταρέ ήταν Προοδευτικοί.[65]
Ο Πόρτο Αλέγκρε κατηγόρησε επίσης τον Μίτρε γιατην ήττα, αναφέροντας:
Εδώ είναι τα αποτελέσματα της έλλειψης εμπιστοσύνης της κυβέρνησης της Βραζιλίας προς τους στρατηγούς της, δίνοντας τη διοίκηση του στρατού της σε ξένους.
Ο Μίτρε ήταν σκληρός κατά των Βραζιλιανών αναφέροντας πως «οι Πόρτο Αλέγκρε και Ταμανταρέ, οι οποίοι είναι εξάδελφοι, καιοι εξάδελφοι, ακόμη καιστην έλλειψη κρίσης, έχουν κάνει ένα οικογενειακό σύμφωνο γιανα μονοπωλήσουν στην πράξη τη διοίκηση του πολέμου». Επέκρινε περαιτέρω τον Πόρτο Αλέγκρε: «Είναι αδύνατο να φανταστεί κανείς μια μεγαλύτερη στρατιωτική μηδαμινότητα απ' αυτόν τον στρατηγό, στον οποίο μπορεί να προστεθεί η κακή επιρροή του Ταμανταρέ πάνω σε αυτόν καιτο αρνητικό πνεύμα καιτων δύο σε σχέση με τους συμμάχους, που κατέχονται από πάθη και μικρά συμφέροντα».[65]
Η κυβέρνηση της Βραζιλίας αποφάσισε να δημιουργήσει ενοποιημένη διοίκηση στις δυνάμεις της που επιχειρούσαν στην Παραγουάη, και όρισε ως επικεφαλής της τον 63χρονο Κασίας στις 10 Οκτωβρίου 1866.[67]Ο Οσόριο στάλθηκε γιανα οργανώσει ένα τρίτο σώμα δύναμης 5.000 ανδρών στο Ρίου Γκράντι ντοΣουλ.[21]:68Ο Κασίας έφτασε στην πόλη Ιταπίρου στις 17 Νοεμβρίου 1866.[68]Το πρώτο μέτρο του ήταν η απομάκρυνση του αντιναυάρχου Ζοακίμ Μαρκές Λισμπόα, ενώ η κυβέρνηση όρισε τον συντηρητικό Ζοακίμ Ζοζέ Ινάσιο ως επικεφαλής του ναυτικού.[68]
Ο Μαρκήσιος του Κασίας ανέλαβε τα καθήκοντα του στις 19 Νοεμβρίου 1866.[69] Έπρεπε να τερματίσει την ατέλειωτη μάστιγα καινα αυξήσει την αυτονομία του από την κυβέρνηση της Βραζιλίας.[70]Μετην αναχώρηση του προέδρου Μίτρε τον Φεβρουάριο του 1867, ο Κασίας ανέλαβε τη συνολική διοίκηση των Συμμαχικών δυνάμεων.[21]:65 Βρήκε το στράτευμα πρακτικά παράλυτο και κατεστραμμένο από τις ασθένειες. Την περίοδο αυτή ο Κασίας εκπαίδευσε τους στρατιώτες του, επανεξόπλισε τον στρατό με νέα όπλα, βελτίωσε την ποιότητα των αξιωματικών και αναβάθμισε το σώμα ιατρών καιτη συνολική υγιεινή των στρατευμάτων, δίνοντας τέλος στις επιδημίες.[71]
Την περίοδο από τον Οκτώβριο του 1866 μέχρι τον Ιούλιο του 1867, όλες οι επιθετικές επιχειρήσεις είχαν διακοπεί.[72]Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις είχαν περιοριστεί σε αψιμαχίες με τους Παραγουανούς καιτον βομβαρδισμό τουΚουρουπαΐτι. Ο Σολάνο Λόπεζ εκμεταλλεύτηκε την αποδιοργάνωση του εχθρού τουκαι ενίσχυσε τοΟχυρό Χουμαϊτά.[21]:70
Ενώ ο στρατός της Βραζιλίας ήταν έτοιμος για μάχη, ο Κασίας επιθυμούσε την περικύκλωση του Χουμαϊτά καιτην κατάληψη του μέσω πολιορκίας. Γιανα διευκολύνει τον σκοπό του, ο Κασίας χρησιμοποίησε αερόστατα παρατήρησηςγιανα συλλέξει πληροφορίες για τις γραμμές του εχθρού του.[73]Μετο 3ο Σώμα έτοιμο για μάχη, στις 22 Ιουλίου 1867 ο Συμμαχικός στρατός άρχισε την πλευρική πορεία του γύρω από το Χουμαϊτά.[73]Η πορεία πουθα υπερφαλαγγίσει την αριστερή πτέρυγα των οχυρώσεων των Παραγουανών αποτελούσε τη βάση της τακτικής του Κασίας. Ήθελε να παρακάμψει τα οχυρά των Παραγουανών, να διακόψει τις συγκοινωνίες μεταξύ Ασουνσιόνκαι Χουμαϊτά και τελικά να περικυκλώσει τους Παραγουανούς. Το 2ο σώμα ήταν τοποθετημένο στο Τουγιουτί, ενώ το 1οκαιτο νεοσυσταθέν 3ο σώμα χρησιμοποιήθηκαν από τον Κασίας γιατην περικύκλωση του οχυρού Χουμαϊτά.[74]Ο πρόεδρος Μίτρε επέστρεψε από την Αργεντινή και ανέλαβε και πάλι τη συνολική διοίκηση την 1η Αυγούστου.[75]
Μετην κατάληψη στις 2 Νοεμβρίου, από βραζιλιάνικα στρατεύματα, της θέσης Ταχί των Παραγουανών, στις όχθες του ποταμού, το οχυρό Χουμαϊτά αποκόπηκε χερσαίως από το υπόλοιπο τμήμα της χώρας.[76][α]
Αγορά στοΛαμπαρέ, στα αριστερά τουΟχυρού Χουμαϊτά (μετά από την κατάληψη του από τους σύμμαχους). Στα δεξιά διακρίνεται σημαία της Βραζιλίας.ΤοΑυτοκρατορικό Ναυτικό της Βραζιλίαςστο οχυρό Χουμαϊτά.Βραζιλιάνοι στρατιώτες προελαύνοντας προς το Ναό της Παναγίας στην Παραγουάη στις 30 Μαΐου 1868.
Τα μικτά στρατεύματα Βραζιλίας–Αργεντινής–Ουρουγουάης συνέχισαν την προέλαση βόρεια εν μέσω εχθρικών εδαφών ώστε να περικυκλώσουν τη Χουμαϊτά. Οι Συμμαχικές δυνάμεις προέλασαν έως τοΣαν Σολάνο την 29η Οκτωβρίου καιτο Ταγί στις 2 Νοεμβρίου απομονώνοντας το Οχυρό Χουμαϊτά από την Ασουνσιόν.[78]Πριντην αυγή της 3ης Νοεμβρίου, ο Σολάνο Λόπεζ αντέδρασε διατάσσοντας την επίθεση στην εμπροσθοφυλακή των συμμάχων στηΔεύτερη Μάχη του Τουγιουτί.[21]:73Οι Παραγουανοί υπό τονΜπερναρντίνο Καμπαγιέρο διέρρηξαν τις γραμμές της Αργεντινής, προκαλώντας μεγάλες καταστροφές στο στρατόπεδο των Συμμάχων καταλαμβάνοντας όπλα και προμήθειες που χρειαζόταν γιατην πολεμική προσπάθεια τους.[79] Μόνον μετά από την επέμβαση του Πόρτο Αλέγκρε καιτον στρατευμάτων του, μπόρεσε να ανακάμψει ο στρατός των Συμμάχων.[80]Στη Δεύτερη Μάχη του Τουγιουτί, ο Πόρτο Αλέγκρε πολέμησε ο ίδιος μετη σπάθη τουσε μάχη χέρι-με-χέρι και έχασε δύο άλογα.[81]Στημαχη αυτή, οι Παραγουανοί έχασαν πάνω από 2.500 στρατιώτες, ενώ οι σύμμαχοι είχαν μόνο 500 απώλειες.[82]
Το 1867 οι Παραγουανοί είχαν χάσει 60.000 άνδρες από απώλειες σε μάχες, τραυματισμούς ή ασθένειες. Ο Λόπεζ στρατολόγησε ακόμη 60.000 στρατιώτες από δούλους και παιδιά. Οι γυναίκες ανέλαβαν την πλήρη υποστήριξη των στρατιωτών. Οι στρατιώτες πήγαν στη μάχη χωρίς υποδήματα ή ενδύματα. Ο Λόπεζ επέβαλε τη σκληρότερη πειθαρχία, εκτελώντας ακόμη και τους δύο αδελφούς και τους δύο κουνιάδους μιας και θεωρούσε πως ήταν ηττοπαθείς.[83]
Το Δεκέμβριο του 1867 υπήρχαν 45.791 Βραζιλιάνοι, 6.000 Αργεντινοί και 500 Ουρουγουανοί στο μέτωπο. Μετά τον θάνατο του αντιπροέδρου της Αργεντινής Μάρκος Παζ, ο Μίτρε εγκατέλειψε τη θέση τουγια δεύτερη και τελευταία φορά στις 14 Ιανουαρίου 1868.[84] Εκπρόσωποι των συμμάχων στο Μπουένος Άιρες αποφάσισαν την κατάργηση της θέσης του Επικεφαλής των Συμμάχων στις 3 Οκτωβρίου 1868, ανκαιο Μαρκήσιος του Κασίας συνέχισε να είναι ανώτατος διοικητής.[85]
Στις 19 Φεβρουαρίου 1868, θωρακοβαρίδες της Βραζιλίας κατάφεραν να διασχίσουν επιτυχώς τον ποταμό Παραγουάη εν μέσω βαρέων πυρών, αποκτώντας τον πλήρη έλεγχο του ποταμού και απομονώνοντας το οχυρό Χουμαϊτά από ύδατος.[86]Το οχυρό έπεσε στις 25 Ιουλίου 1868, μετά από μακρά πολιορκία.[21]:86
Μάχη του Αβάι, Δεκέμβριος 1868Παραγουανοί αιχμάλωτοι κατά τη διάρκεια της κατοχής της Ασουνσιόν από τους Συμμάχους το 1869.ΟΑυτοκρατορικός Στρατός της Βραζιλίαςστην Παραγουάη υπό την επίβλεψη τουΚόμη τουΕ.Ο Συνταγματάρχης Φαρία ντα Ρότσα επιβλέποντας τα βραζιλιάνικα στρατεύματα μπροστά από την αγορά του Ταγί, περ. 1868.
Καθ' οδόν γιατην Ασουνσιόν, τα Συμμαχικά στρατεύματα κινήθηκαν 200 χιλιόμετρα βόρεια προς το Πάλμας, σταματώντας στον ποταμό Πικισίρι. Εκεί ο Σολάνο Λόπεζ είχε συγκεντρώσει 12.000 Παραγουανούς σε γραμμή οχύρωσης μετην οποία εκμεταλλεύτηκε το έδαφος και υποστήριξε τα οχυρά της Ανγκουστούρα και Ιτά-Ιμπατέ.
Περιμένοντας μια κατά μέτωπον μάχη, ο Κασίας διέταξε τον αποκαλούμενο ελιγμό του Πικισίρι. Ενώ μια μοίρα πραγματοποιούσε επίθεση στην Ανγκουστούρα, ο Κασίας διέσχισε μετο στράτευμα τουστη δυτική πλευρά του ποταμού. Διέταξε την κατασκευή οδού στους βάλτους τουΓκραν Τσάκο μέσω της οποίας τα στρατεύματα τουθα προέλαυναν βορειοανατολικά. ΣτηΒιγιέταο στρατός διέσχισε τον ποταμό και πάλι ανάμεσα στην Ασουνσιόν καιτο Πικισίρι, έχοντας περάσει τη γραμμή οχύρωσης της Παραγουάης. Αντί να προωθηθούν προς την πρωτεύουσα, η οποία είχε ήδη καταληφθεί και βομβαρδιστεί, ο Κασίας κινήθηκε νότια και επιτέθηκε στο πίσω τμήμα των Παραγουανών τον Δεκέμβριο του 1868.[21]:89–91Ο Κασίας κινήθηκε ακόμη περισσότερο, καιτα στρατεύματα του υπέστησαν ενέδρα ενώ διέσχιζαν τον Ιτορορό, όπου οι Παραγουανοί πραγματοποίησαν αρκετές φθορές στον στρατό της Βραζιλίας.[87] Αλλά μερικές μέρες αργότερα οι Σύμμαχοι κατέστρεψαν ολόκληρη μεραρχία της Παραγουάης στηΜάχη του Αβάι.[21]:94
Μερικές εβδομάδες αργότερα, ο Κασίας πραγματοποίησε αποφασιστική νίκη στην αιματηρή Μάχη του Λόμας Βαλεντίναςκαι κατέλαβε το τελευταίο οχυρό του Στρατού της Παραγουάης στην Ανγκοστούρα. Στις 24 Δεκεμβρίου, ο Κασίας έστειλε σημείωμα στον Σολάνο Λόπεζ ζητώντας τουνα παραιτηθεί, αλλά ο Σολάνο Λόπεζ αρνήθηκε και διέφυγε στο Σέρο Λεόν.[21]:90–100 Μαζί μετον πρόεδρο της Παραγουάης βρισκόταν ο Αμερικανός πρεσβευτής στρατηγός Μάρτιν Τ. ΜακΜάχον.[88]
Η Ασουνσιόν καταλήφθηκε τη 1η Ιανουαρίου 1869 από τον βραζιλιάνο στρατηγό Ζοάου ντε Σόουζα ντα Φονσέκα Κόστα. Στις 5 Ιανουαρίου ο Κασίας εισήλθε στην πόλη μετον στρατό του.[21]:99Το μεγαλύτερο μέρος του στρατού του Κασίας εγκαταστάθηκε στην Ασουνσιόν, όπου μαζί τους βρισκόταν και 4.000 Αργεντινοί και 200 Ουρουγουανοί στρατιώτες κατέφτασαν μαζί με περίπου 800 στρατιώτες και αξιωματικούς της Λίγκας της Παραγουάης. Τις μέρες εκείνες ο Κασίας ήταν ασθενής και καταπονημένος. Στις 17 Ιανουαρίου λιποθύμησε κατά τη διάρκεια μαζικής συγκέντρωσης, αποχώρησε από το αξίωμα του στις 18 και αναχώρησε γιατο Μοντεβιδέο στις 19 Ιανουαρίου.[89]
Σε σύντομο διάστημα η πόλη φιλοξένησε περίπου 30.000 στρατιώτες της Συμμαχίας ο οποίοι τους επόμενους μήνες σύλησαν σχεδόν κάθε κτίριο, περιλαμβανομένων και αυτών των διπλωματικών αποστολών Ευρωπαϊκών κρατών.[89]
Μετο Σολάνο Λόπεζ να έχει διαφύγει, η χώρα δεν είχε κυβέρνηση. Ο Πέτρος Β΄ της Βραζιλίας έστειλε τον υπουργό εξωτερικών τουΖοζέ Παράνιοςστην Ασουνσιόν. Έφτασε εκεί στις 20 Φεβρουαρίου 1869 και άρχισε διαβουλεύσεις με τους πολιτικούς της περιοχής. Ο Παράνιος έπρεπε να σχηματίσει προσωρινή κυβέρνηση η οποία θα μπορούσε να υπογράψει συνθήκη ειρήνης καινα αναγνωρίσει τα σύνορα όπως τα έθεσε η Βραζιλία.[90]
Μετην Παραγουάη να είναι κατεστραμμένη, το κενό εξουσίας που ακολούθησε την απομάκρυνση του Σολάνο Λόπεζ, πληρώθηκε άμεσα από εγχώριες παρατάξεις τις οποίος ο Παράνιος έπρεπε να φέρει σε συμβιβασμό. Στις 31 Μαρτίου υπογράφηκε υπόμνημα από 335 γνωστούς πολίτες της χώρας οι οποίοι ζητούσαν από τους Συμμάχους τον σχηματισμό προσωρινής κυβέρνησης. Στη συνέχεια ακολούθησαν διαπραγματεύσεις μεταξύ των Συμμαχικών χωρών οι οποίες παραμέρισαν μερικά από τα πλέον αμφισβητήσιμα σημεία της Συνθήκης της Τριπλής Συμμαχίαςκαι στις 11 Ιουνίου έφτασαν σε συμφωνία με προσωπικότητες της αντιπολίτευσης της Παραγουάης, οι οποίοι θα αποτελούσαν την προσωρινή κυβέρνηση της Παραγουάης. Στις 22 Ιουλίου η Εθνοσυνέλευση συνήλθε στο Εθνικό Θέατρο και εξέλεξε τηνJunta Nacional (Εθνική Δικτατορία) που αποτελούνταν από 21 άνδρες οι οποίοι στη συνέχεια επέλεξαν μια πενταμελή επιτροπή πουθα επέλεγε τους τρεις της προσωρινής κυβέρνησης. Επέλεξαν τους Κάρλος Λοιζάγκα, Χουάν Φρανσίσκο ΝτεκούντκαιΧοσέ Ντίας ντε Μπεντόγια. Ο Παράνιος δεν δέχθηκε την επιλογή του Ντεκούντ, και έτσι τον αναπλήρωσε μετονΚιρίλο Αντόνιο Ριβαρόλα. Η κυβέρνηση ανέλαβε τυπικά τα καθήκοντά της στις 15 Αυγούστου, αλλά ουσιαστικά αποτέλεσε την κάλυψη της συνεχιζόμενης κατοχής των Συμμάχων.[89] Μετά το θάνατο του Λόπεζ, η προσωρινή κυβέρνηση εξέδωσε προκήρυξη στις 6 Μαρτίου 1870 μετην οποία υποσχόταν να υποστηρίξει τις πολιτικές ελευθερίες, την προστασία του εμπορίου καιτην προώθηση της μετανάστευσης.
Η προσωρινή κυβέρνηση δεν είχε μεγάλη διάρκεια. Το Μάιο του 1870 ο Χοσέ Ντίας ντε Μπεντόγια παραιτήθηκε και στις 31 Αυγούστου 1870 τον ακολούθησε ο Κάρλος Λοιζάγκα. Το εναπομείναν μέλος της κυβέρνησης, Αντόνιο Ριβαρόλα απαλλάχθηκε από τα καθήκοντά του από την Εθνοσυνέλευση η οποία όρισε προσωρινή προεδρεία από την οποία εξελέγη οΦακούντο Ματσαΐν αναλαμβάνοντας στις 31 Αυγούστου 1870, αλλά απομακρύνθηκε την επόμενη μέρα από πραξικόπημα που επανέφερε τον Ριβαρόλα στην εξουσία.[91]
Παραγουανός στρατιώτης, στο τέλος του πολέμου, σε αστυνομικά καθήκοντα στην έδρα του Σολάνο Λόπεζ. Είχε την τύχη να διαθέτει μουσκέτο. Μιας καιο πόλεμος κράτησε πολύ, μερικοί στρατιώτες εισήλθαν στη μάχη χωρίς όπλα και σχεδιαζόταν να πάρουν τα όπλα τους από τους πεσόντες συναδέλφους τους (Harpers Weekly: A Journal of Civilization, Vol. XIV, 1870).
Ο γαμπρός τουΑυτοκράτορα Πέτρου Β΄, Λουίς Φιλίπε Γκαστάου ντ' Ορλεάν, Κόμης τουΕ, ορίστηκε επικεφαλής της τελικής φάσης των στρατιωτικών επιχειρήσεων στην Παραγουάη. Όντας επικεφαλής 21.000 στρατιωτών, ο Κόμης τουΕ πραγματοποίησε εκστρατεία κατά της αντίστασης των Παραγουανών, την Εκστρατεία της Οροσειράς, η οποία διήρκεσε πάνω από έναν χρόνο. Οιπιο σημαντικές μάχες έγιναν στοΠιριμπεμπούικαιτοΑκόστα Νιου, όπου σκοτώθηκαν πάνω από 5.000 Παραγουανοί.[92]
Μετά από ένα εντυπωσιακό ξεκίνημα όπου πραγματοποιήθηκαν νίκες επί τμημάτων του στρατού του Σολάνο Λόπεζ, ο Κόμης έπεσε σε κατάθλιψη καιο Παράνιος ορίστηκε de facto επιτελάρχης του στρατού.[93]
Ο Συνταγματάρχης Ζόκα Ταβάρες (τρίτος καθήμενος από αριστερά) μαζί με τους βοηθούς του, που θεωρούνται υπεύθυνοι γιατον θάνατο του Σολάνο Λόπεζ.
Ο πρόεδρος Σολάνο Λόπεζ οργάνωσε αντάρτικο σώμα στην οροσειρά βορειοανατολικά της Ασουνσιόν. Στο τέλος του πολέμου, μετην Παραγουάη να υποφέρει από σοβαρές ελλείψεις σε όπλα και προμήθειες, ο Σολάνο Λόπεζ αντέδρασε με δρακόντεια μέτρα ώστε να διατηρήσει την τάξη, διατάσσοντας τα στρατεύματά τουνα σκοτώσουν οποιονδήποτε συνάδελφό τους, συμπεριλαμβανομένων αξιωματικών που μίλησαν για παράδοση της χώρας.[94]Η παράνοια κυριάρχησε στον στρατό, καιοι στρατιώτες πολέμησαν μέχρι τέλους σε ένα αντάρτικο κίνημα που είχε ως αποτέλεσμα την περαιτέρω καταστροφή της χώρας.[94]
Δύο αποσπάσματα στάλθηκαν προς καταδίωξη του Σολάνο Λόπεζ, ο οποίος συνοδευόταν από 200 στρατιώτες στα δάση του βορρά. Την 1η Μαρτίου 1870, στρατεύματα του Ζοζέ Αντόνιο Κορέια ντα Κάμαρα αιφνιδίασαν τους στρατιώτες του τελευταίου στρατοπέδου των Παραγουανών στοΣέρο Κορά. Κατά τη διάρκεια της επακόλουθης μάχης, ο Σολάνο Λόπεζ τραυματίστηκε και διαχωρίστηκε από το υπόλοιπο τμήμα του στρατού του. Ήταν πολύ αδύναμος γιανα περπατήσει, και συνοδευόταν από δύο αξιωματικούς, οι οποίοι τον οδήγησαν στις όχθες του ποταμού Ακινταμπάν-νιγκούι. Οι αξιωματικοί άφησαν εκεί το Σολάνο Λόπεζ καιτον υπασπιστή του ενώ αναζητούσαν ενισχύσεις. Προτού επιστρέψουν, ο Καμάρα έφτασε στοστο σημείο με μικρό αριθμό στρατιωτών. Ανκαιτου έδωσε την επιλογή να παραδοθεί καινα εξασφαλίσει τη ζωή του, ο Σολάνο Λόπεζ αρνήθηκε. Φωνάζοντας "¡Muero con mi patria!" («Πεθαίνω γιατην πατρίδα μου»), προσπάθησε να επιτεθεί στον Καμάρα μετο σπαθί του. Σκοτώθηκε άμεσα από τους άνδρες του Καμάρα δίνοντας τέλος στη μακρά συμπλοκή.[95][96]
Με ποσοστό θανάτων πάνω από το 60% του πληθυσμού της Παραγουάης, εάν πράγματι συνέβη, κάνει τον πόλεμο αυτό έναν από τους πλέον καταστρεπτικούς στησύγχρονη εποχήγια οποιοδήποτε έθνος.[97]
Η Παραγουάη υπέφερε από μεγάλο αριθμό απωλειών, ενώ η αποδιοργάνωση καιοι ασθένειες που προκαλεί ο πόλεμος κόστισαν αρκετές ζωές αμάχων. Μερικοί ιστορικοί υπολογίζουν πως η χώρα έχασε το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού του. Οιπιο συγκεκριμένοι υπολογισμοί είναι αμφισβητήσιμοι και ποικίλουν σημαντικά. Μια έρευνα από 14 υπολογισμούς του προπολεμικού πληθυσμού της Παραγουάης κυμαίνεται από 300.000 έως 1.337.000.[98] Μεταγενέστερα ακαδημαϊκά έργα που βασιζόταν σε δημογραφικά στοιχεία είχαν ως αποτέλεσμα μεγάλο εύρος υπολογισμών, μετο χαμηλότερο να βρίσκεται στις 21.000 (Reber, 1988) έως το 69% του συνολικού προπολεμικού πληθυσμού (Whigham, Potthast, 1999). Λόγω της κατάστασης, όλοι οι υπολογισμοί των απωλειών είναι αρκετά δύσκολοι. Ο ακριβής αριθμός των απωλειών ίσως δεν μπορέσει να επιβεβαιωθεί ποτέ.
Μετά τον πόλεμο η απογραφή του 1871 κατέγραψε 221.079 κατοίκους, εκτων οποίων οι 106.254 ήταν γυναίκες, οι 28.746 άνδρες και 86.079 ήταν παιδιά (χωρίς υπόδειξη γιατο φύλο ή την ηλικία).[99]
Οι χειρότερες αναφορές είναι αυτές που αναφέρουν πως το 90% του ανδρικού πληθυσμού σκοτώθηκε, ανκαιτο ποσοστό αυτό δεν τεκμηριώνεται επαρκώς.[94]Μια αναφορά καταγράφει πως οι απώλειες των Παραγουανών—είτε στον πόλεμο είτε από ασθένειες—φτάνει στους 1,2 εκατομμύρια ανθρώπους, ή το 90% του πληθυσμού πριντον πόλεμο.[100]Μια άλλη έκθεση αναφέρει πως οι θάνατοι των Παραγουανών είναι περίπου 300.000 από τους 500.000 ή 525.000 του συνολικού προπολεμικού πληθυσμού.[101] Κατά τη διάρκεια του πολέμου, πολλοί άνδρες και αγόρια διέφυγαν στην ύπαιθρο καιτα δάση.
Στον υπολογισμό της η Βέρα Μπλιν Ρέμπερ αναφέρει πως «Τα στοιχεία καταδεικνύουν πως οι απώλειες της Παραγουάης που οφείλονται στον πόλεμο είναι υπερβολικά».[102]
Βραζιλιάνος ιερέας με Παραγουανούς πρόσφυγες αποχωρώντας από τοΣαν Πέντρο, 1869 ή 1870.
Μια μελέτη του 1999 από τον Τόμας Γουίγκαμ τουΠανεπιστημίου της Τζόρτζιακαι της Μπάρμπαρα Πότχαστ (η οποία δημοσιεύθηκε στοLatin American Research Review υπό τον τίτλο "The Paraguayan Rosetta Stone: New Evidence on the Demographics of the Paraguayan War, 1864–1870") χρησιμοποίησε μεθοδολογία μετην οποία μπορούσε να υπολογίσει ακριβέστερα στοιχεία. Γιανα υπολογίσει τον πληθυσμό πριντον πόλεμο χρησιμοποίησε την απογραφή του 1846 και υπολόγισε, με βάση τον ρυθμό μεταβολής του πληθυσμού της κλίμακας 1,7% με 2,5% ετησίως, πως ο πληθυσμός της Παραγουάης πριντην έναρξη του πολέμου το 1864 ήταν περίπου 420.000–450.000. Με βάση την απογραφή που πραγματοποιήθηκε μετά το τέλος του πολέμου, την περίοδο 1870-1871, ο Γουίγκαμ συμπέρανε πως μόνον 150.000–160.000 Παραγουανοί είχαν διασωθεί, από τους οποίους μόνον 28.000 ήταν ενήλικοι άνδρες. Συνολικά, το 60%-70% του πληθυσμού σκοτώθηκε εξαιτίας του πολέμου,[103]με συνέπεια η αναλογία γυναικών/ανδρών να είναι 4:1 (20:1 στις περιοχές που επηρεάστηκαν περισσότερο).[103]
Από τους περίπου 123.000 Βραζιλιάνους που πολέμησαν στον Πόλεμο της Παραγουάης, οι ευνοϊκότεροι υπολογισμοί αναφέρουν 50.000 νεκρούς στρατιώτες. Η Ουρουγουάη πολέμησε με 5.600 στρατιώτες (εκτων οποίων και ορισμένοι ξένοι), έχοντας 3.100 απώλειες. Η Αργεντινή έχασε περίπου 30.000 άνδρες.[104]
Ωστόσο, τα υψηλά ποσοστά θνησιμότητας δεν οφείλονται μόνο στις μάχες, αλλά και στις ασθένειες, την κακιά διατροφή και γενικότερα τις κακές συνθήκες υγιεινής.
Οι γυναίκες της Παραγουάης έπαιξαν σημαντικό ρόλο στον πόλεμο. Την περίοδο πριννα ξεσπάσει ο πόλεμος πολλές γυναίκες ήταν επικεφαλής των νοικοκυριών τους, γεγονός που σήμαινε πως κατείχαν θέσεις ισχύος και αρχής. Καταλάμβαναν τέτοιου είδους θέσεις όντας χήρες, ανύπαντρες με παιδιά ή όταν οι σύζυγοι τους εργαζόταν προς αποπληρωμή χρεών. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος οι γυναίκες άρχισαν να βγαίνουν έξω από τον χώρο του σπιτιού τους, εργαζόμενες ως νοσοκόμες, μαζί μετην κυβέρνηση, εγκαθιδρύοντας εαυτούς στη δημόσια σφαίρα. Το 1868 η εφημερίδα New York Times ανέφερε πως οι Παραγουανές βρισκόταν σε ίση θέση με τους άνδρες.[105]
Οι Παραγουανές υποστήριξαν την πολεμική προσπάθεια σε δύο στάδια. Το πρώτο ήταν στο ξέσπασμα του πολέμου το 1864 μέχρι την εκκένωση της Ασουνσιόν το 1868. Την περίοδο του πολέμου, οι αγρότισσες έγιναν οιυπ' αριθμόν ένα παραγωγοί αγροτικών προϊόντων. Το δεύτερο στάδιο ξεκίνησε όταν η σύρραξη έλαβε μορφή ανταρτοπόλεμου. Ξεκίνησε όταν έπεσε η πρωτεύουσα της χώρας και ολοκληρώθηκε μετη δολοφονία του προέδρου της Παραγουάης Φρανσίσκο Σολάνο Λόπεζ. Σε αυτό το στάδιο ο αριθμός των γυναικών θυμάτων του πολέμου είχε αυξηθεί.
Οι γυναίκες συνέβαλαν στη διατήρηση της κοινωνίας της Παραγουάης σεμια εξαιρετικά ασταθή περίοδο. Ανκαιη Παραγουάη ηττήθηκε στον πόλεμο, η έκβαση θα μπορούσε να ήταν πολύ πιο καταστροφική ανοι γυναίκες δεν εκτελούσαν ορισμένα καθήκοντα. Ήταν αγρότισσες, στρατιώτες, νοσοκόμες και κυβερνητικοί αξιωματούχοι. Έγιναν σύμβολο εθνικής ενότητας, καιστο τέλος του πολέμου οι παραδόσεις που διατήρησαν οι γυναίκες ήταν αυτές που παλινόρθωσαν το έθνος.[106]
Η Παραγουάη έχασε οριστικά εδάφη τα οποία, πριν τον πόλεμο, βρισκόταν σε φιλονικία μεταξύ της μετη Βραζιλία ή την Αργεντινή. Συνολικά επηρεάστηκαν 140.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Οι διαμάχες αυτές ήταν μακροχρόνιες και περίπλοκες.
Η Παραγουάη μετά τον πόλεμο μετα σημεία των κυριότερων μαχών με κίτρινο χρώμα. ΤοΓκραν Τσάκο δεν περιλαμβάνεται μιας και αποτελούσε αμφισβητήσιμη περιοχή.
Μετά τον πόλεμο η Βραζιλία υπέγραψε τηΣυνθήκη Λοιζάγκα-Κοτεγκίπε σχετική με θέματα ειρήνης και συνόρων μετην Παραγουάη στις 9 Ιανουαρίου 1872, στην οποία περιλαμβανόταν το δικαίωμα ελεύθερης πλεύσης στον ποταμό Παραγουάη. Η Βραζιλία διατήρησε επίσης τις βορινότερες επαρχίες που διεκδικούσε καιπριντον πόλεμο.[108]Οι επαρχίες αυτές είναι πλέον τμήμα της πολιτείας Μάτου Γκρόσου ντουΣουλ.
Την εποχή της αποικιοκρατίας οι Ιησουίτες ιεραπόστολοι ίδρυσαν πολυάριθμους οικισμούς σε εδάφη μεταξύ των ποταμών ΠαρανάκαιΟυρουγουάη. Όταν οι ιεραπόστολοι εκδιώχθηκαν από τα ισπανικά εδάφη το 1767 οι εκκλησιαστικές αρχές τόσο της Ασουνσιόν όσο καιτουΜπουένος Άιρες διεκδίκησαν τη θρησκευτική δικαιοδοσία στις περιοχές αυτές καιη ισπανική κυβέρνηση τις απένειμε πότε στη μία και πότε στην άλλη πλευρά. Ενίοτε χώριζαν την περιοχή στη μέση. Μετά την ανεξαρτησία η Δημοκρατία της Παραγουάης καιηΣυνομοσπονδία της Αργεντινής συνέχισαν να διεκδικούν τα εδάφη αυτά.[109] Στις 19 Ιουλίου 1852 οι κυβερνήσεις της Συνομοσπονδίας της Αργεντινής και της Παραγουάης υπέγραψαν συνθήκη μετην οποία η Παραγουάη παραιτούνταν από τις αξιώσεις στης στην περιοχή.[110] Ωστόσο, η συνθήκη αυτή δεν κατέστη δεσμευτική, διότι απαιτούνταν η επικύρωση από το Κογκρέσο της Αργεντινής, το οποίο αρνήθηκε νατην επικυρώσει.[111] Έτσι η Παραγουάη διατήρησε τις ελπίδες της στην αρχή του πολέμου.
Μετά τον πόλεμο τα διαφιλονικούμενα εδάφη προσαρτήθηκαν στην Αργεντινή και αποτελούν πλέον τηνεπαρχία Μισιόνες.
ΤοΓκραν Τσάκο είναι περιοχή που βρίσκεται στα δυτικά του ποταμού Παραγουάη. Πριν από τον πόλεμο ήταν «μια τεράστια πεδιάδα που καλυπτόταν από, δάση με θάμνους και άκανθα ... χώρος κατοικίας πολλών ομάδων φοβισμένων Ινδών, όπως οιΓκουαϊκουρού, ΤόμπακαιΜοκομπί».[111] Υπήρχαν από καιρό αλληλεπικαλυπτόμενες αξιώσεις σε ολόκληρη την περιοχή ή σε τμήματα αυτής από τη Συνομοσπονδία της Αργεντινής, τη Βολιβία καιτην Παραγουάη. Με κάποιες εξαιρέσεις, αυτοί ήταν ισχυρισμοί επί χάρτου, επειδή καμία από αυτές τις χώρες δεν κατείχε πραγματικά την περιοχή: ουσιαστικά ήταν ισχυρισμοί ότι είναι αποτελούσαν τον πραγματικό διάδοχο της Ισπανικής Αυτοκρατορίας, σεμια περιοχή που ποτέ δεν κατείχε η ίδια η Ισπανία και όπου η Ισπανία δεν είχε κάποιο γιατον ορισμό εσωτερικών συνόρων.
Οι εξαιρέσεις ήταν οι ακόλουθες. Πρώτον, προκειμένου να υπερασπιστεί τον εαυτό της έναντι στις ινδικές επιδρομές, τόσο στην εποχή της αποικιοκρατίας όσο και αργότερα, οι αρχές της Ασουνσιόν (Παραγουάη) είχαν δημιουργήσει οχυρά στη δυτική όχθη του ποταμού Παραγουάη. Μετην ίδια συνθήκη της 19ης Ιουλίου 1852 μεταξύ της Παραγουάης και της Συνομοσπονδίας της Αργεντινής, μια ακαθόριστη περιοχή στο Τσάκο βόρεια τουποταμού Μπερμέχο αποδόθηκε σιωπηρά στην Παραγουάη. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, το Κογκρέσο της Αργεντινής αρνήθηκε να επικυρώσει αυτή τη συνθήκη, ενώ υπήρχαν επίσης διαμαρτυρίες από την κυβέρνηση της Βολιβίας γιατη συνθήκη που ήταν αντίθετη στις δικές της αξιώσεις. Η δεύτερη εξαίρεση ήταν όταν το 1854 η κυβέρνηση τουΚάρλος Αντόνιο Λόπεζ δημιούργησε αποικία Γάλλων μεταναστών στη δεξιά όχθη του ποταμού Παραγουάη στο Νουέβα Μπουρντέος. Όταν η αποικία αυτή κατέρρευσε μετονομάστηκε σεΒίλα Οξιντεντάλ.[112]
Μετά το 1852, και ειδικότερα μετά την επανένωση της Πολιτείας του Μπουένος Άιρεςστη Συνομοσπονδία της Αργεντινής, οι αιτιάσεις της Αργεντινής στο Τσάκο σκλήρυναν. Η Αργεντινή διεκδικούσε εδάφη μέχρι τα σύνορα μετη Βολιβία. Στο άρθρο ΙΣΤ΄ της Συνθήκης της Τριπλής Συμμαχίας η Αργεντινή θα καταλάμβανε πλήρως την περιοχή αυτή. Ωστόσο, η κυβέρνηση της Βραζιλίας δυσανασχέτησε μετοτι είχε διαπραγματευτεί ο εκπρόσωπός της στο Μπουένος Άιρες και αποφάσισε πως η Αργεντινή δενθα έπρεπε να λάβει εδάφη πέρα από τονποταμό Πιλκομάγιο. Έθεσε ως στόχο να αποτρέψει την περαιτέρω απαίτηση της Αργεντινής, με τελική επιτυχία.
Τα μεταπολεμικά σύνορα μεταξύ Παραγουάης και Αργεντινής επιλύθηκαν με μακρές διαπραγματεύσεις, που ολοκληρώθηκαν στις 3 Φεβρουαρίου 1876 μετην υπογραφή της Συνθήκης Ματσαΐν-Ιριγογιέν. Η συνθήκη αυτή προσάρτησε στην Αργεντινή περίπου το 1/3 της περιοχής αρχικά επιθυμούσε. Η Αργεντινή έγινε η ισχυρότερη χώρα στην περιοχή τουποταμού Πλάτα.[113]
Όταν οι δύο πλευρές δεν μπόρεσαν να έρθουν σε συναίνεση γιατην τύχη της περιοχής Τσάκο Μπορεάλ μεταξύ τουποταμού Βέρντεκαιτου κυρίου κλάδου τουποταμού Πιλκομάγιο, ζητήθηκε από τον πρόεδρο τωνΗΠΑΡάδερφορντ Χαίηζνα διαιτητεύσει, παίρνοντας εν τέλει το μέρος της Παραγουάης.[114]
Καταστροφή του υπάρχοντος κράτους, απώλεια γειτονικών εδαφών και καταστροφή της οικονομίας της Παραγουάης, έτσι ώστε ακόμα και δεκαετίες αργότερα, δεν κατάφερε να αναπτυχθεί μετον ίδιο τρόπο όπως οι γείτονες της. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η Παραγουάη έχασε έως καιτο 69% του πληθυσμού, μετο μεγαλύτερο ποσοστό να οφείλεται σε ασθένειες, πείνα καιτη σωματική εξάντληση. Το 90% των απωλειών αφορούσε άνδρες. Επίσης, η Παραγουάη είχε μεγάλες πολεμικές αποζημιώσεις προς τις χώρες τις Συμμαχίες, ένα ποσό πουδεν αποπληρώθηκε ποτέ καιτο 1943 χαρίστηκε από τον πρόεδρο της Βραζιλίας Ζετούλιο Βάργκας. Μια νέα κυβέρνηση υπέρ της Βραζιλίας εγκαταστάθηκε στηνΑσουνσιόντο 1869, ενώ η Παραγουάη παρέμεινε κατεχόμενη από τις δυνάμεις της Βραζιλίας μέχρι το 1876, όταν η Αργεντινή αναγνώρισε επισήμως την ανεξαρτησία της χώρας αυτής, εξασφαλίζοντας την κυριαρχία της.[115]
Η Παραγουάη έχασε επίσης την οικονομική της ανεξαρτησία καθώς κατέστη βαθιά χρεωμένη στους ξένους πιστωτές. Επιπλέον, αυτοί οι ξένοι πιστωτές (κυρίως οι Βρετανοί) ανέλαβαν τις υποδομές ζωτικής σημασίας που είχαν αναπτυχθεί ολοκληρωτικά από το κράτος χωρίς καμία εξωτερική χρηματοδότηση, όπως το σιδηροδρομικό δίκτυο. Η επιβολή αυτών των ληστρικών πρακτικών υπό την αιγίδα του ελεύθερου εμπορίου περιόρισε την αρχική ανάπτυξη της οικονομίας της Παραγουάης.[116]
Από τον πόλεμο επηρεάστηκε επίσης η γεωργική παραγωγή της χώρας, η οποία αποτελούσε σημαντική πηγή εισοδημάτων.[117][118]
Προετοιμασίες γιατον εορτασμό της νίκης στη Βραζιλία, 1870.
Ο πόλεμος βοήθησε τηνΑυτοκρατορία της Βραζιλίαςνα φτάσει στο αποκορύφωμα της πολιτικής και στρατιωτικής επιρροής της, μετατρέποντας τησεΜεγάλη Δύναμη της Νότιας Αμερικής και επίσης τη βοήθησε δώσει τέλος στηδουλεία στη Βραζιλία, καινα δώσει στον στρατό βασικό ρόλο στη δημόσια σφαίρα.[119] Ωστόσο, ο πόλεμος προκάλεσε μια καταστροφική αύξηση του δημόσιου χρέους, το οποίο χρειάστηκε δεκαετίες γιανα αποπληρωθεί, περιορίζοντας σοβαρά την ανάπτυξη της χώρας. Το χρέος του πολέμου, παράλληλα μεμια μακροχρόνια κοινωνική κρίση μετά τη σύγκρουση,[120][121] θεωρούνται κρίσιμοι παράγοντες γιατηνπτώση της Αυτοκρατορίαςκαιτην κήρυξη της Πρώτης Δημοκρατίας της Βραζιλίας.[122][123]
Κατά τη διάρκεια του πολέμου ο στρατός της Βραζιλίας ανέλαβε τον πλήρη έλεγχο του εδάφους της Παραγουάης και κατέλαβε τη χώρα για έξι χρόνια μετά το 1870. Εν μέρει αυτό εμπόδισε την προσάρτηση ακόμα περισσότερων εδαφών από την Αργεντινή, που ήθελε να καταλάβει ολόκληρη την περιοχή Τσάκο. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η Βραζιλία καιη Αργεντινή είχαν έντονες διαφορές, με απειλή ένοπλης σύγκρουσης μεταξύ τους.
Κατά τη διάρκεια της λεηλασίας της Ασουνσιόν, οι Βραζιλιάνοι στρατιώτες κατέλαβαν λάφυρα. Μεταξύ των λαφύρων που μετέφεραν ήταν ένα πυροβόλο όπλο μεγάλου διαμετρήματος που ονομάστηκε Cristiano, το οποίο ονομάστηκε έτσι επειδή κατασκευάστηκε από καμπαναριά εκκλησιών που λιώθηκαν γιατον πόλεμο.[124]
Στη Βραζιλία ο πόλεμος αποκάλυψε την ευθραυστότητα της αυτοκρατορίας και αποσυνέδεσε τη μοναρχία από το στρατό. Ο στρατός της Βραζιλίας έγινε μια νέα και ισχυρή δύναμη στην εθνική ζωή. Αναπτύχθηκε ως ισχυρό εθνικό θεσμικό όργανο πουμετον πόλεμο απέκτησε την παράδοση καιτην εσωτερική συνοχή. Ο στρατός διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη μεταγενέστερη ανάπτυξη της ιστορίας της χώρας. Η οικονομική ύφεση καιη ενίσχυση του στρατού αργότερα είχαν σημαντικό ρόλο στην απομάκρυνση του αυτοκράτορα Πέτρου Β΄ καιτη διακήρυξη της δημοκρατίας το 1889. ΟΝτεοντόρο ντα Φόνσεκα έγινε ο πρώτος πρόεδρος της Βραζιλίας.[125]
Όπως καισε άλλες χώρες, «η στρατολόγηση δούλων κατά τη διάρκεια του πολέμου στην Αμερική σπάνια συνεπαγόταν πλήρη απόρριψη της δουλείας και συνήθως αναγνώριζε τα δικαιώματα των ιδιοκτητών σε αυτούς».[126]Η Βραζιλία αποζημίωσε τους ιδιοκτήτες που απελευθέρωσαν τους δούλους γιανα πολεμήσουν στον πόλεμο, υπό την προϋπόθεση ότι οι ελεύθεροι άνδρες θα στρατολογούνταν αμέσως. Στρατολόγησε επίσης τους δούλους από τους ιδιοκτήτες τους όταν χρειάζονταν εργατικό δυναμικό και κατέβαλε αποζημιώσεις. Σε περιοχές κοντά στη σύγκρουση, οι δούλοι εκμεταλλεύτηκαν τις συνθήκες πολέμου γιανα ξεφύγουν και ορισμένοι φυγάδες εργάστηκαν εθελοντικά στο στρατό. Όλα αυτά μαζί υπονόμευσαν τον θεσμό της δουλείας. Όμως, ο στρατός υποστήριξε τα δικαιώματα ιδιοκτησίας των δούλων, καθώς επέστρεψε τουλάχιστον 36 φυγάδες δούλους στους ιδιοκτήτες τους οι οποίοι θα μπορούσαν να ζητήσουν νομικές αποδείξεις. Σε σημαντικό βαθμό, η δουλεία δεν ολοκληρώθηκε επισήμως πριν από τις αρχές της δεκαετίας του 1880.[126]
Η Βραζιλία ξόδεψε σχεδόν 614 χιλιάδες ρέις (το νόμισμα της Βραζιλίας την εποχή εκείνη), τα οποία προερχόταν από τις εξής πηγές χρηματοδότησης:
Ρέις σε χιλιάδες
πηγή
49
Εξωτερικός δανεισμός
27
Εσωτερικός δανεισμός
102
Έκδοση χαρτονομισμάτων
171
Έκδοση τίτλων
265
Φόροι
Λόγω του πολέμου, η Βραζιλία είχε έλλειμμα μεταξύ 1870 και 1880, το οποίο τελικά αποπληρώθηκε. Τότε τα ξένα δάνεια δεν αποτελούσαν σημαντικές πηγές κεφαλαίων.[127]
Μετά τον πόλεμο, η Αργεντινή αντιμετώπισε πολλές εξεγέρσεις εναντίον της εθνικής κυβέρνησης. Οικονομικά επωφελήθηκε από την πώληση προμηθειών στον στρατό της Βραζιλίας, αλλά ο πόλεμος γενικά μείωσε τον εθνικό της πλούτο. Η εθνική δράση συνέβαλε στην εδραίωση της κεντρικής κυβέρνησης μετά την καταστολή των επαναστάσεων καιστην αύξηση της επιρροής της ηγεσίας του Στρατού.
Υποστηρίχθηκε ότι η σύγκρουση διαδραμάτισε βασικό ρόλο στην εδραίωση της Αργεντινής ως εθνικού κράτους.[128]Η χώρα αυτή έγινε μια από τις πλέον εύπορες στον κόσμο, στις αρχές του 20ου αιώνα.[129] Ήταν η τελευταία φορά πουη Βραζιλία καιη Αργεντινή ανέλαβαν ανοιχτά έναν τόσο παρεμβατικό ρόλο στην εσωτερική πολιτική της Ουρουγουάης.[130]
Η Ουρουγουάη είχε μικρότερες επιπτώσεις, ανκαι υπέστη περίπου 5.000 απώλειες στρατιωτών. Ως συνέπεια του πολέμου, τοΚόμμα Κολοράδο απέκτησε τον πολιτικό έλεγχο στην Ουρουγουάη και παρά τις κάποιες εξεγέρσεις τον διατήρησε μέχρι το 1958.
↑Ο Μίτρε συστηματοποίησε την ανταλλαγή αλληλογραφίας μετον Κασίας τον προηγούμενο μήνα, σχετικά μετην προέλαση των Συμμάχων σε ένα έγγραφο με τίτλο Memoria Militar, στο οποίο περιλάμβανε τα στρατιωτικά σχέδια τουκαιτον σχεδιασμό της επίθεσης στο Χουμαϊτά.[77]
↑Miguel Angel Centeno, Blood and Debt: War and the Nation-State in Latin America, University Park, PA: Pennsylvania State University Press, 1957. σελ. 55.
↑Baron of Jaceguay, "A Guerra do Paraguay", op. cit., σελ. 134. Emilio Jourdan, cied by Augusto Tasso Fragoso, op. cit., vol. III, σελ. 253, καισσ. 257-8.
↑Baron of Jaceguay, "A Guerra do Paraguay", op. cit., in baron of Jaceguay and Carlos Vidal de Oliveira, Quatro séculos de atividade marítima: Portugal e Brasil, Rio de Janeiro, Imprensa Nacional, 1900, σσ. 166 και 188. Romeu Beltrão, O vanguardeiro de Itororó, Santa Maria, RS, Câmara Municipal de Vereadores, σσ. 121-2
↑Pinker, Steven (2011). Better Angels of Our Nature: Why Violence Has Declined. London: Penguin. ISBN978-0-14-312201-2.
↑F. Chartrain : "L'Eglise et les partis dans la vie politique du Paraguay depuis l'Indépendance", Paris I University, "Doctorat d'Etat", 1972, σσ. 134–135
↑Ένας υπολογισμός των αρχών του 20ού αιώνα υπολογίζει πως ο προπολεμικός πληθυσμός ήταν 1.337.437 κάτοικοι, και πως μετά τον πόλεμο ήταν 221.709 (28.746 άνδρες, 106.254 γυναίκες, 86.079 παιδιά) (War and the Breed, David Starr Jordan, σελ. 164. Boston, 1915. Applied Genetics, Paul Popenoe, New York: Macmillan Company, 1918)
↑Byron Farwell, The Encyclopedia of Nineteenth-Century Land Warfare: An Illustrated World View, New York: WW Norton, 2001. σελ. 824.
↑Jürg Meister, Francisco Solano López Nationalheld oder Kriegsverbrecher?, Osnabrück: Biblio Verlag, 1987. 345, 355, 454–5. (ISBN3-7648-1491-8)
↑Reber, Vera Blinn (May 1988). "The Demographics of Paraguay: A Reinterpretation of the Great War, 1865-1870". Hispanic American Historical Review (Duke University Press) 68: 289–319.
Hardy, Osgood (Oct 1919). «South American Alliances: Some Political and Geographical Considerations». Geographical Review8 (4/5): 259–265. doi:10.2307/207840.
Herrera, Luis Alberto (1943). El Drama del 65: La Culpa Mitrista. Buenos Aires - Montevideo: Edición Homenaje.
JACEGUAY, "A Guerra do Paraguay: reflexões críticas sobre as operações combinadas da esquadra brasileira e exércitos aliados". In, JACEGUAY, baron de & OLIVEIRA DE FREITAS, Carlos Vidal. Quatro séculos de atividade marítima: Portugal e Brasil. Imprensa Nacional, 1900
Mellid, Atilio García (1959). Proceso a los Falsificadores de la Historia del Paraguay (2 vols.) (στα Ισπανικά). Buenos Aires: Ediciones Theoría.
Nabuco, Joaquim (1901). La Guerra del Paraguay (στα Ισπανικά). Buenos Aires: Ediciones Garnier.
O'Leary, Juan (2011). Recuerdos de Gloria: Artículos Históricos sobre la Guerra de la Triple Alianza (στα Ισπανικά). Asunción: Servilibro.
Peñalba, José Alfredo Fornos (Apr 1982). «Draft Dodgers, War Resisters and Turbulent Gauchos: The War of the Triple Alliance against Paraguay». The Americas38 (4): 463–479. doi:10.2307/981208.
Pomer, León (2008). La Guerra del Paraguay: Estado, Política y Negocios (στα Ισπανικά). Buenos Aires: Editorial Colihue.
Rosa, José María (2008). La Guerra del Paraguay y las Montoneras Argentinas (στα Ισπανικά). Buenos Aires: Editorial Punto de Encuentro.
Salles, Ricardo (2003). Guerra do Paraguai: Memórias & Imagens (στα Πορτογαλικά). Rio de Janeiro: Bibilioteca Nacional.
Scheina, Robert (2003). Latin America's Wars: The Age of the Caudillo, 1791–1899. Dulles, Virginia: Brassey's.
Shaw, Karl (2005) [2004]. Power Mad! [Šílenství mocných] (στα Τσεχικά). Praha: Metafora. ISBN978-80-7359-002-4.
Tate, E. N. (1979). «Britain and Latin America in the Nineteenth Century: The Case of Paraguay». Ibero-amerikanisches Archiv, Neue Folge5 (1): 39-70.
Thompson, George (1869). The War in Paraguay: With a historical sketch of the country and its people and notes upon the military engineering of the war. London, England: Longmans and Green Co.
Vasconsellos, Victor N. (1970). Resumen de Historia del Paraguay. Delimitaciones Territoriales. Asunción, Paraguay: Industria Grafica Comuneros.
Washburn, Charles (1871). The history of Paraguay : with notes of personal observations, and reminiscences of diplomacy under difficulties (2 vols). Lincoln, Nebraska: University of Nebraska Press.