Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο. Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 4/10/2020.
Ρευστότητασταοικονομικά είναι η ικανότητα ταχείας μεταπώλησης ενός στοιχείου ενεργητικούμε αμελητέα μεταβολή στηντιμήτουκαιμε ελάχιστη απώλεια στην αξία του. Τοχρήμα είναι γενικά τοπιο «ρευστό» στοιχείο ενεργητικού και μπορεί να χρησιμοποιείται άμεσα, ανά πάσα στιγμή, για πραγματοποίηση οικονομικών συναλλαγών όπως οι αγορές, οι πωλήσεις καιοι πληρωμές οφειλών.
Ως δείκτη της οικονομικής δυνατότητας ενός φυσικού ή νομικού προσώπου ή επιχείρησης να πραγματοποιεί πληρωμές καινα καλύπτει τις άμεσες υποχρεώσεις του, μετον όρο ρευστότητα εννοούμε ταρευστά διαθέσιμα. Δηλαδή το σύνολο των στοιχείων ενεργητικών που μπορούν άμεσα να χρησιμοποιηθούν για πληρωμές, όπως τα μετρητά σε χαρτονόμισμα (στο ταμείο), τα μετρητά σε τραπεζικούς λογαριασμούς, οτρεχούμενος λογαριασμόςσε ταχυδρομικό ταμιευτήριο, τα βραχυπρόθεσμα χρεόγραφα καιοι εμπορεύσιμοι τίτλοι, τα συναλλαγματικά γραμμάτια, οι επιταγές και γενικά τα εύκολα ρευστοποιήσιμα στοιχεία από το τρέχον ενεργητικό.
Υπό αυτή τη δεύτερη πιο συγκεκριμένη έννοια η ρευστότητα (liquidity) διαφέρει καιδεν πρέπει να συγχέεται μετηφερεγγυότητα ή αξιόχρεο (solvency). Η φερεγγυότητα αφορά την επάρκεια τουτρέχοντος ενεργητικού μέσα σεμια χρήση (σε ένα έτος) να καλύψει τις τρέχουσες υποχρεώσεις σε μία χρήση, και όχι τα «στιγμιαία» ρευστά διαθέσιμα. Είναι δυνατόν ένα πρόσωπο ή επιχείρηση να είναι αξιόχρεο αλλά κάποια δεδομένη στιγμή να έχει πρόβλημα ρευστότητας, ή καιτο αντίστροφο. Για παράδειγμα όταν έχει στο ενεργητικό του στοιχεία που μπορεί να εισπράξει αργότερα εντός της χρήσης, δηλαδή του οφείλουν χρήματα, αλλά δεν διαθέτει τη δεδομένη στιγμή αρκετά μετρητά (και αντίστροφα).