Οτουρισμός αποτελεί μια πολύ μεγάλη βιομηχανίακαι σημαντικότατη πηγή εσόδων για τις τουριστικές χώρες, μεταξύ των οποίων καιηΕλλάδα.
Το 2023 οι κορυφαίοι τουριστικοί προορισμοί ήταν ηΓαλλία, οιΗΠΑ, ηΙσπανίακαιηΚίνα. [1]
Πολλές είναι οι προσπάθειες που έχουν γίνει γιαναδoθεί ένας επακριβής ορισμός του Τουρισμού. Από τα κύρια χαρακτηριστικά του, πέντε μπορούν να εξακριβωθούν εννοιολογικά και συγκεκριμένα τα εξής:
Ο τουρισμός είναι αποτέλεσμα μεμονωμένης ή ομαδικής μετακίνησης ανθρώπων σε διάφορους τουριστικούς προορισμούς καιη διαμονή τους σε αυτούς επί τουλάχιστον ένα 24ωρο με σκοπό την ικανοποίηση των ψυχαγωγικών τους αναγκών.
Οι διάφορες μορφές του τουρισμού περιλαμβάνουν απαραίτητα δύο βασικά στοιχεία: Το ταξίδι στον τουριστικό προορισμό καιτη διαμονή σε αυτόν, συμπεριλαμβανομένου της διατροφής.
Τοταξίδικαιη διαμονή λαμβάνουν χώρα εκτός του τόπου της μόνιμης διαμονής των ανθρώπων που αποφασίζουν να μετακινηθούν για τουριστικούς λόγους.
Η μετακίνηση ανθρώπων σε διάφορους τουριστικούς προορισμούς είναι προσωρινού και βραχυχρόνιου χαρακτήρα, που σημαίνει ότι πρόθεσή τους είναι να επιστρέψουν στον τόπο της μόνιμης κατοικίας τους μέσα σε λίγες μέρες ή εβδομάδες, ή το πολύ λίγους μήνες.
Οι άνθρωποι επισκέπτονται τουριστικούς προορισμούς για τουριστικούς λόγους, δηλαδή για λόγους άλλους από εκείνους της μόνιμης διαμονής τους ή της επαγγελματικής απασχόλησής τους.
Το 1941 οι καθηγητές Hunziker και Krapf του Πανεπιστημίου της Βέρνης υποστήριξαν την άποψη πως ο τουρισμός πρέπει να οριστεί σαντο σύνολο των φαινομένων και σχέσεων που προκύπτουν από την πραγματοποίηση ενός ταξιδιού σε έναν προορισμό καιτη διαμονή σε αυτόν μη μόνιμων κατοίκων του.
Το 1937 η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων της Κοινωνίας των Εθνών σύστησε στις χώρες-μέλη της να υιοθετήσουν έναν ορισμό που χαρακτήριζε τον τουρίστα σαν ένα άτομο που ταξιδεύει για ένα χρονικό διάστημα 24 ωρών ή περισσότερο σεμια χώρα διαφορετική από εκείνη που διαμένει μόνιμα.
Δυόμιση δεκαετίες αργότερα, το 1963 η Διάσκεψη τωνΗνωμένων Εθνώνγια Διεθνή Ταξίδια και Τουρισμό, που πραγματοποιήθηκε στηΡώμη συμφώνησε ο όρος επισκέπτης να περιγράφει κάθε άτομο που επισκέπτεται μία χώρα διαφορετική από εκείνη που διαμένει μόνιμα, για οποιοδήποτε λόγο εκτός από εκείνο της άσκησης ενός επαγγέλματοςγιατο οποίο να αμείβεται με χρηματικούς πόρους της χώρας την οποία επισκέπτεται. Ο ορισμός αυτός καλύπτει δύο κατηγορίες επισκεπτών:
Τους τουρίστες: άτομα που επισκέπτονται μια χώρα και διαμένουν σε αυτήν τουλάχιστον επί ένα 24ωρο, καιτων οποίων οι λόγοι επίσκεψης είναι τις περισσότερες φορές διακοπές, επαγγελματικοί, υγείας, σπουδές, συμμετοχή σε αποστολή ή σύσκεψη ή συνέδριο, επίσκεψη φίλων ή συγγενών, θρησκευτικοί και άθληση.
Τους εκδρομείς: άτομα που επισκέπτονται μια χώρα και διαμένουν σε αυτή λιγότερο από ένα 24ωρο. Σε αυτούς περιλαμβάνονται οι επιβάτες κρουαζιεροπλοίων, οι επισκέπτες που έρχονται και φεύγουν την ίδια μέρα χωρίς να διανυκτερεύσουν, καθώς επίσης καιτα πληρώματα πλοίων, αεροπλάνων κλπ.
Κανένας από αυτούς τους ορισμούς δεν λαμβάνει υπόψη τονεσωτερικό τουρισμό. Η τελευταία φορά πουτο θέμα της υιοθέτησης ενός ορισμού γιατον εσωτερικό τουρισμό τέθηκε, συνέβη στην Παγκόσμια Διάσκεψη γιατον Τουρισμό που συγκλήθηκε το 1980 στην ΜανίλατωνΦιλιππινών από τονΠαγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού, χωρίς όμως θετικό αποτέλεσμα. Σήμερα, κάποιες χώρες έχουν δώσει έναν ορισμό γιατον ντόπιο τουρίστα. ΟιΗΠΑπ.χ. ορίζουν σαν τουρίστα που κάνει εσωτερικό τουρισμό οποιοδήποτε άτομο φεύγει από το σπίτι τουμε σκοπό να επισκεφθεί κάποιο μέρος που απέχει τουλάχιστον 50 μίλια (80,48 χιλιόμετρα) από αυτό για οποιοδήποτε λόγο εκτός της καθημερινής του μετάβασης στην εργασία.
Εγχώριος τουρισμός (domestic tourism): ο τουρισμός των κατοίκων μίας χώρας όταν ταξιδεύουν μόνο εντός αυτής (π.χ. ένας Αθηναίος πηγαίνει στην Τρίπολη).
Εξερχόμενος τουρισμός (outbound tourism): αφορά στους μόνιμους κατοίκους μίας χώρας οι οποίοι ταξιδεύουν σε μία άλλη χώρα (π.χ. ένας Έλληνας που ταξιδεύει στη Γαλλία).
Εισερχόμενος τουρισμός (inbound tourism): ο τουρισμός των αλλοδαπών οι οποίοι ταξιδεύουν σε δεδομένη χώρα (π.χ. ένας Γάλλος που ταξιδεύει στην Ελλάδα).
Διεθνής τουρισμός (international tourism): το σύνολο του εισερχόμενου καιτου εξερχόμενου τουρισμού.
Εσωτερικός τουρισμός (internal tourism): το σύνολο του εγχώριου καιτου εισερχόμενου τουρισμού.
Εθνικός τουρισμός: (national tourism): το σύνολο του εγχώριου καιτου εξερχόμενου τουρισμού.[2]
Ο μαζικός τουρισμός είναι μια σχετικά νέα ιδέα, που προήλθε από την μεγάλη άνοδο των εισοδημάτων μετά τηνΒιομηχανική Επανάσταση. Πριν από αυτή, τα ταξίδια πολιτιστικού ή ψυχαγωγικού χαρακτήρα ήταν αποκλειστικό προνόμιο λίγων εκλεκτών περιηγητών, συνήθως αριστοκρατών.
Σήμερα, ο μαζικός τουρισμός είναι απευκταίος λόγω των δυσμενών επιπτώσεων που προκαλεί στο φυσικό περιβάλλον, αλλά καισε κοινωνικό επίπεδο. Η παγκόσμια τάση, σήμερα, είναι ο τουρισμός να είναι φιλικός ως προς τον άνθρωπο και ως προς το φυσικό περιβάλλον. Μορφές τουρισμού όπως οαγροτουρισμός, οπεριηγητικός τουρισμός, οπολιτιστικός τουρισμός, οσυνεδριακός τουρισμός, αλλά καιο τουρισμός των πόλεων (city breaks) θεωρούνται σήμερα οι μορφές πουθα πρέπει να επικρατήσουν προκείμενου η τουριστική ανάπτυξη να καταστεί βιώσιμη, καθώς καιγιανα καταπολεμηθεί η εποχικότητα.
ΣτηνΕυρώπη, ο όρος εναλλακτικός τουρισμός χρησιμοποιήθηκε γιανα προσδιορίσει τουριστικές δραστηριότητες που δημιουργούν εναλλακτικό εισόδημα σε προβληματικές οικονομικά κατηγορίες πολιτών ιδιαίτερα στον αγροτικό χώρο και έτσι συχνά ταυτίστηκε μετον αγροτουρισμο.
ΣτηνΕλλάδα, ο όρος εναλλακτικός τουρισμός χρησιμοποιείται είτε γιανα προσδιορίσει τουριστικές δραστηριότητες εναλλακτικές του συμβατικού –Ξενοδοχειακού τουρισμού (που συχνά αποκαλείται και μαζικός, χωρίς όμως να είναι το ίδιο πράγμα), είτε γιανα προσδιορίσει φιλικές προς το φυσικό περιβάλλον τουριστικές δραστηριότητες όπως ο οικοτουρισμός ή ο αγροτουρισμός.
Και στις δύο περιπτώσεις δεν υπεισέρχεται η έννοια του εναλλακτικού εισοδήματος καιοι επιπτώσεις αυτής της παράληψης είναι εξαιρετικά σημαντικές ιδιαίτερα για τις μορφές τουρισμού που έχουν σχέση μετην περιφερειακή ανάπτυξη υποβαθμισμένων περιοχών.
Οεναλλακτικός τουρισμός αποτελεί τμήμα των ειδικών μορφών τουρισμού, οι οποίες χαρακτηρίζονται από την ύπαρξη ενός ειδικού κινήτρου στη ζήτηση και από την ανάπτυξη μιας αντίστοιχης ειδικής υποδομής (προσφοράς).[3]Μετον εναλλακτικό τουρισμό (alternative tourism), οι άνθρωποι αναζητούν ένα διαφορετικό τρόπο διακοπών, ο οποίος συνδέεται μετην προστασία της τοπικής κουλτούρας, την προστασία του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, αλλά καιμετην αποφυγή της χρήσης υπηρεσιών οργανωμένου μαζικού τουρισμού.[4]
Ο τουρισμός είναι κεντρικός πυλώνας στήριξης της ελληνικής οικονομίας. Το 2010 συνεισέφερε στην οικονομία 34,4 δισεκατομμύρια ευρώ, ή το 15,1% του συνολικού ακαθάριστου προϊόντος της χώρας, με αφίξεις τουριστών που πλησίασαν τα 15 εκατομμύρια. Ο ελληνικός τουρισμός συνδέεται με ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων σε πολλούς κλάδους. Από αυτούς, οι υπηρεσίες καταλύματος και εστίασης είναι οι σημαντικότερες που απορροφούν περίπου τα 2/3 της τουριστικής δαπάνης. Σηµαντική είναι επίσης η συνεισφορά των µεταφορών, ενώ επωφελούνται καιτοεμπόριο, οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, οι κατασκευές κ.ά. Το 2010 η άμεση και έμμεση απασχόληση στον τουρισμό εκτιμήθηκε σε 446.000 θέσεις εργασίας.
Το 2010, το 88% των τουριστών προήλθαν από χώρες της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας. Παραδοσιακά, ηΓερμανίακαιηΒρετανία είναι τα κράτη απ' όπου προέρχεται ο μεγαλύτερος αριθμός τουριστών στηνΕλλάδα. Οι παράγοντες που ελκύουν τους τουρίστες στην Ελλάδα είναι κυρίως τα πολιτισμικά αξιοθέατα, το καλό κλίμακαιοι φυσικές ομορφιές.[5]
Οσκοτεινός τουρισμός ορίζεται ως η πράξη επίσκεψης περιοχών που σχετίζονται με θάνατο, ταλαιπωρία και σχετικά μακαβριά γεγονότα ( Dorota Rucinska,2016).
Τα φυσικά στοιχεία καιτα φυσικά φαινόμενα είναι παράγοντες με μεγάλη επιρροή στον τομέα του τουρισμού. Μεγάλά φυσικά γεγονότα δημιουργούν παράξενες “φυσικές αξίες”, οι οποίες συνεισφέρουν στον τουρισμό καταστροφών. Πολλοί μάλιστα, αναζητούν αυτό το είδος τουρισμό γιατην περιπέτεια καιτο αίσθημα αδρεναλίνης που προσδίδει ο κίνδυνος. Πιο συγκεκριμένα σύμφωνα μετον W.W. Gaworecki, οι παράγοντες που ωθούν τους ανθρώπους σε αυτό το είδος τουρισμού μπορούν να είναι σωματικοί, δηλαδή η ανάγκη για σωματική άσκηση, ψυχικοί, δηλαδή όπως αναφέρθηκε παραπάνω η ανάγκη για ακραίες συναισθηματικές αντιδράσεις και συναισθηματική αντοχή αλλά και πολιτισμικές, δηλαδή να ανακαλύψεις μια χώρα μέσα αποτην επίσκεψη επικίνδυνων περιοχών ( Dorota Rucinska& Maciej Lechowicz,2014).