O Χέρμπερτ Ιούστις Ουίνλοκ(Herbert Eustis Winlock, 1 Φεβρουαρίου 1884, Ουάσινγκτον – 26 Ιανουαρίου 1950, Βενετία της Φλόριντα), ήταν Αμερικανός Αιγυπτιολόγος που εργάστηκε στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης Νέας Υόρκης σε όλη τη διάρκεια της αιγυπτιολογικής σταδιοδρομίας του. Ο Ουίνλοκ έδρασε σε μία εποχή πουτο έργο του Μητροπολιτικού Μουσείου ως χρηματοδότης των ανασκαφών στην Αίγυπτο, βρισκόταν στην καρδιά της "χρυσής εποχής" του. Η προσφορά του ίδιου στην ανάπτυξη της Αιγυπτιολογίας υπήρξε μεγάλη, ιδιαιτέρως σε ό,τι αφορά στην αναπαράσταση του "γενεαλογικού δέντρου" των Αιγύπτιων ηγεμόνων τουΜέσου Βασιλείου. Ένα μεγάλο κομμάτι της συλλογής των αιγυπτιακών έργων τέχνης τουΜητροπολιτικού Μουσείου προοέρχεται από τις δικές του αρχαιολογικές αποστολές, κυρίως από τις ανασκαφέςτου στις Θήβες, όπου εργάστηκε για πολλά χρόνια στις έρευνες του νεκρικού ναού της ΧατσεψούτκαιτουΜεντουχοτέπ Β'.[2][3]
Ο Ουίνλοκ ήταν ο γιός της Alice Broom καιτου William Crawford Winlock, που εργαζόταν ως βοηθός γραμματέα στοΙνστιτούτο Σμιθσόνιαν. Αποφοίτησε με άριστα από τοΧάρβαρντ, όπου ειδικεύτηκε στην Αιγυπτιολογία. ΟAlbert Morton Lythgoe, ιδρυτής του τμήματος Αιγυπτιακών Αρχαιοτήτων στο Μουσείο της Βοστώνης καιστο Μητροπολιτικό της Νέας Υόρκης, ήταν ο μέντοράς του.[4]Ο Lythgoe, αναγνωρίζοντας τις ικανότητές του, τον κάλεσε να δουλέψει μαζί του στις ανασκαφές στην Αίγυπτο και έτσι ο Ουίνλοκ δεν άργησε να γίνει το νεότερο μέλος της εξερευνητικής αποστολής του Μητροπολιτικού Μουσείου, το 1906, στη βασιλική νεκρόπολη τουΛιστ, 25 μίλια νότια του Καΐρου. Αργότερα, μετατέθηκε στηνΌαση Κάργκα, 100 μίλια δυτικά τουΛούξορ, όπου συμμετείχε στην αποκατάσταση τουναού του Άμωνα.[5]
Το 1911, ο Ουίνλοκ ξεκίνησε να ανασκάπτει τοννεκρικό ναότου Φαραώ Μεντουχοτέπ Β΄ (2055 – 2004 π.Χ.) της 11ης Δυναστείας στοΝτέιρ ελ-Μπαχάρι, στηνΚοιλάδα των Βασιλέων. Εκεί, ανακάλυψε τους τάφους 60 στρατιωτών, θυμάτων της μάχης της Ηρακλεόπολης, που ενταφιάστηκαν σε λινά σάβανα τα οποία ήταν διακοσμημένα μετηβασιλική δέλτοτου Φαραώ Mεντουχοτέπ Β'.[6] Στις 17 Μαρτίου 1920, ο Γουίνλοκ ανακάλυψε τοντάφο του Μεκετρέ, ενός ανώτατου αξιωματούχου του Mεντουχοτέπ Β', όπου βρέθηκαν πολλά ξύλινα ταφικά ομοιώματα.[7]
Στο Ντεΐρ-ελ-Μπάχρι, ο Ουίνλοκ ολοκλήρωσε την καριέρα τουστο ανασκαφικό πεδίο, το 1932, και επιστρέφοντας στις Η.Π.Α. διορίστηκε διευθυντής του Μητροπολιτικού Μουσείου. Όπως σχολιάστηκε στο εγκώμιό του μετά το θάνατό τουτο 1950, ο Ουίνλοκ είχε την σπάνια ικανότητα "να μεταφέρει τον εαυτό του μέσα σε έναν αρχαίο πολιτισμό καινα δίνει ζωή ξανά σε ένα κομμάτι του, για τους συγχρόνους του".
Ο Ουίνλοκ συνέβαλε σημαντικά στον σχεδιασμό ενός θεαματικού έργου, του λεγόμενου "Dig House" ("Σπίτι των Ανασκαφών") του Μητροπολιτικού Μουσείου, κοντά στην Κοιλάδα των Βασιλέων, ένα μέρος όπου διέμενε κατά τη διάρκεια του χειμώνα, έχοντας συντροφιά την συγγραφέα καιμε καταγωγή από τη Βοστώνη σύζυγό του, Helen Chandler Winlock (1887 - 1972) και τις δύο μικρές κόρες τους, FrancesκαιBarbara. Το ζευγάρι είχε αποκτήσει ακόμη ένα παιδί, τονWilliam, που όμως πέθανε σε ηλικία μόλις δύο ετών (1917).[8]
Το "Dig House" που είναι περισσότερο γνωστό ως «το Σπίτι των Αμερικανών», ήταν το "αρχηγείο" γιατον ίδιο και τους διακεκριμένους αρχαιολόγους της ομάδας του, αρκετοί από τους οποίους είχαν βοηθητικό ρόλο στη διερεύνηση του τάφου τουΤουταγχαμών, όταν ανακαλύφθηκε από τονΧάουαρντ Κάρτερτο 1922. Ο Ουίνλοκ είχε στενή σχέση με αυτήν την ανακάλυψη και, ως κοντινός φίλος του Carter, "παγιδεύτηκε" στο απατηλό παιχνίδι της πολιτικής διαμάχης που δημιουργήθηκε μόλις ανοίχθηκε ο θρυλικός τάφος KV62.
Ως επακόλουθο της Παγκόσμιας Οικονομικής Ύφεσηςτου 1929, οι χρηματοδοτήσεις για τις ανασκαφές στην Αίγυπτο άρχισαν να στερεύουν καιοι ετήσιες ερευνητικές αποστολές στις Θήβες σταμάτησαν. Ο Ουίνλοκ επέστρεψε στη Νέα Υόρκη καιτο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, όπου υπηρέτησε ως διευθυντής από το 1932 έως τη συνταξιοδότησή του, το 1939. Παρέμεινε στη θέση του ως επίτιμος διευθυντής μέχρι το θάνατό του.[9]Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, το ενδιαφέρον τουγιατον Τουταγχαμών και τους μύθους που άνθιζαν γύρω από αυτόν κυνηγώντας τον, παρέμεινε έντονο. Αμφισβητούσε σταθερά τις θεωρίες περί ύπαρξης μίας κατάρας η οποία ακολουθούσε όλους όσους επισκέπτονταν τον τάφο αυτό ή εκείνους που ασχολούνταν μετην έρευνά του – και συνέχισε να υποστηρίζει την άποψη αυτή ακόμη και όταν μία μεγάλη τραγωδία χτύπησε την πόρτα της δικής του οικογένειας. Η κόρη του Francis που επισκέπτονταν τον τάφο του φαραώ μαζί μετον πατέρα της, αρρώστησε από φυματίωση και μέσα σε δύο χρόνια πέθανε, τον Νοέμβριο του 1935, σε ηλικία μόλις 21 ετών.[10]Το βιβλίο του Ουίνλοκ "Tutankhamun's Funeral" (η κηδεία του Τουταγχαμών),[11]με εισαγωγή γραμμένη από την Γερμανίδα Αιγυπτιολόγο Dorothea Arnold, δημοσιεύθηκε το 1941, μετά τη συνταξιοδότησή του. Πρόκειται για μία αναδρομή στα θαυμαστά γεγονότα πουο ίδιος έζησε στην Κοιλάδα των Βασιλέων και συγκεκριμένα το 1908, τα οποία και αφηγείται, γεγονότα που - εν καιρώ - εφοδίασαν τον Χάουαρντ Κάρτερ με σημαντικά γιατην έρευνά του συμπεράσματα πουτον βοήθησαν να "ξεκλειδώσει" τα μυστικά του φαραωνικού τάφου. Το βιβλίο "Tutankhamun's Funeral" είναι ένα εκπληκτικό έργο, καθώς ο ίδιος, εκτός από σπουδαίος αρχαιολόγος, υπήρξε και ένας προικισμένος συγγραφέας. Είναι ένα βιβλίο που μεταφέρει τον αναγνώστη πίσω στην εποχή των μεγάλων αρχαιολογικών ανακαλύψεων στην Αίγυπτο, μία εποχή που ζωντανεύει ξανά μέσα από το έργο αυτό, που παράλληλα διαπνέεται από μία στοιχειωμένη μελαγχολία.
↑Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης Νέας Υόρκης, Excavations throughout Met History, 1870 - present, Temple of Hatshpsut, Thebes.
↑Roehrig C. H., Dreyfus R., Keller C. A., Hatshepsut: from Queen to Pharao, 2005, Thomas J. Watson Library Digital Collections, The Metropolitan Museum of Art, New York.
JSTOR, H. E. Winlock, The Metropolitan Museum of Art Bulletin, Vol. 23, No. 2, Part 2: The Egyptian Expedition 1925-1927 (Feb., 1928), pp. 3-58, Published by: The Metropolitan Museum of Art. (Οι έρευνες του Μητροπολιτικού Μουσείου Νέας Υόρκης στην Αίγυπτο την περίοδο 1925-1927)