'd

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
'd: συναίρεση τたうοおみくろんυうぷしろん would ηいーた τたうοおみくろんυうぷしろん had

'd (en) (εγκλιτικό)

  1. θしーたαあるふぁ, οποιαδήποτε χρήση τたうοおみくろんυうぷしろん would ή οποιαδήποτε χρήση τたうοおみくろんυうぷしろん should ως γ΄ πρόσωπο ενικού ενεστώτα τたうοおみくろんυうぷしろん shall
    I'd (=I would) be interested to learn what happened.
    Θしーたαあるふぁ μみゅーεいぷしろん ενδιαφέρει νにゅーαあるふぁ μάθω τたうιいおた συνέβη.
    I told him I'd =(I should) go.
    Τたうοおみくろんυうぷしろん είπα ότι θしーたαあるふぁ πήγαινα.
  2. είχα, όταν χρησιμοποιείται γがんまιいおたαあるふぁ νにゅーαあるふぁ σχηματίσει τたうοおみくろん past perfect ή τたうοおみくろん past perfect continuous σしぐまτたうαあるふぁ αγγλικά
    They'd (=They had) eaten before I called them.
    Είχαν φάει πぱいρろーιいおたνにゅー τους τηλεφώνησα.
    I'd been working a lot, so I was tired.
    Δούλευα πολύ, οπότε ήμουν κουρασμένος.
  3. (προφορικό) συναίρεση τたうοおみくろんυうぷしろん did
    Where'd (=Where did) you go?
    Πού πήγες;

Σύνθετα

[επεξεργασία]