αριστοτέχνης
Μετάβαση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αριστοτέχνης < → λείπει
η ετυμολογία
Προφορά
[επεξεργασία]Δ Φ Α : /a.ɾi.stoˈte.xnis/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]αριστοτέχνης αρσενικό
Συγγενικά
[επεξεργασία]Συνώνυμα
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αριστοτέχνης
|