μισοψημένος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οおみくろん μισοψημένος ηいーた μισοψημένηいーた τたうοおみくろん μισοψημένοおみくろん
      γενική τたうοおみくろんυうぷしろん μισοψημένοおみくろんυうぷしろん της μισοψημένης τたうοおみくろんυうぷしろん μισοψημένοおみくろんυうぷしろん
    αιτιατική τたうοおみくろんνにゅー μισοψημένοおみくろん τたうηいーた μισοψημένηいーた τたうοおみくろん μισοψημένοおみくろん
     κλητική μισοψημένεいぷしろん μισοψημένηいーた μισοψημένοおみくろん
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οおみくろんιいおた μισοψημένοおみくろんιいおた οおみくろんιいおた μισοψημένες τたうαあるふぁ μισοψημέναあるふぁ
      γενική τたうωおめがνにゅー μισοψημένωおめがνにゅー τたうωおめがνにゅー μισοψημένωおめがνにゅー τたうωおめがνにゅー μισοψημένωおめがνにゅー
    αιτιατική τους μισοψημένους τις μισοψημένες τたうαあるふぁ μισοψημέναあるふぁ
     κλητική μισοψημένοおみくろんιいおた μισοψημένες μισοψημέναあるふぁ
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μισοψημένος < μみゅーιいおたσしぐまοおみくろん- (<μισός) + ψημένος

Μετοχή

[επεξεργασία]

μισοψημένος αρσενικό

  • πぱいοおみくろんυうぷしろん είναι σχεδόν ψημένος, πぱいοおみくろんυうぷしろん δでるたεいぷしろんνにゅー έχει ψηθεί καλά

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]