παττάλου γυμνότερος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
παττάλου γυμνότερος (ελληνιστική κοινή) < → δείτε τις λέξεις παττάλου, πάτταλος, γυμνότερος κかっぱαあるふぁιいおた γυμνός

Έκφραση

[επεξεργασία]

παττάλου γυμνότερος (ελληνιστική κοινή)