προσφωνώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

προσφωνώ < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική προσφωνῶ / προσφωνέω < πぱいρろーοおみくろんσしぐま- + -φωνώ < φωνή

Προφορά[επεξεργασία]

ΔでるたΦふぁいΑあるふぁ : /pɾo.sfoˈno/
τυπογραφικός συλλαβισμός: προ‐σφω‐νώ

Ρήμα[επεξεργασία]

προσφωνώ, πぱいρろーτたう.: προσφωνούσα, αόρ.: προσφώνησα, πぱいαあるふぁθしーた.φωνή: προσφωνούμαι, πぱい.αόρ.: προσφωνήθηκα, μみゅーτたうχかい.πぱい.πぱい.: προσφωνημένος

  1. χαιρετώ κάποιον μέσω ενός σύντομου λόγου σしぐまεいぷしろん μみゅーιいおたαあるふぁ εκδήλωση
  2. δίνω τたうοおみくろんνにゅー λόγο σしぐまεいぷしろん κάποιον καλώντας τたうοおみくろんνにゅー μみゅーεいぷしろん τたうοおみくろんνにゅー τίτλο τたうοおみくろんυうぷしろん ή τたうοおみくろん όνομά τたうοおみくろんυうぷしろん

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]