όλος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση
Δείτε επίσης: ὅλος, Ολούς

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική      όλος      όληいーた      όλοおみくろん
      γενική όλοおみくろんυうぷしろん όλης όλοおみくろんυうぷしろん
    αιτιατική όλοおみくろん όληいーた όλοおみくろん
     κλητική όλεいぷしろん όληいーた όλοおみくろん
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική      όλοおみくろんιいおた      όλες      όλαあるふぁ
      γενική όλωおめがνにゅー όλωおめがνにゅー όλωおめがνにゅー
    αιτιατική όλους όλες όλαあるふぁ
     κλητική όλοおみくろんιいおた όλες όλαあるふぁ
Κατηγορία όπως «ξένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

όλος < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική ὅλος < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *solwos

Επίθετο[επεξεργασία]

όλος, -ηいーた, -οおみくろん(νにゅー)

  1. ένα πρόσωπο ή πράγμα σしぐまτたうοおみくろん σύνολό τたうοおみくろんυうぷしろん, χωρίς νにゅーαあるふぁ εξαιρείται κανένα τμήμα τたうοおみくろんυうぷしろん
    όλο τたうοおみくろんυうぷしろん τたうοおみくろん είναι ήταν δοσμένο σしぐまτたうηいーたνにゅー επιστήμη
    • (μみゅーεいぷしろん άρθρο) οおみくろん συνολικός, ολόκληρος, σしぐまτたうοおみくろん σύνολό τたうοおみくろんυうぷしろん
    • ※  Τたうοおみくろん μεθύσι της εξουσίας, σしぐまεいぷしろん συνδυασμό μみゅーεいぷしろん τたうαあるふぁ αδιέξοδα πぱいοおみくろんυうぷしろん έχει συσσωρεύσει ηいーた όλη επιχείρηση εξαρχαϊσμού τたうωおめがνにゅー πάντων (εφημερίδα Ηいーた ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 2 Μαΐου 2014)[1]
       συνώνυμα: ολόκληρος
  2. (γがんまιいおたαあるふぁ νにゅーαあるふぁ δοθεί έμφαση)
    είμαι όλος αφτιά (ακούω μみゅーεいぷしろん πολύ μεγάλη προσοχή)
  3. (σしぐまτたうοおみくろんνにゅー πληθυντικό) γがんまιいおたαあるふぁ μみゅーιいおたαあるふぁ ομάδα στοιχείων σしぐまτたうοおみくろん σύνολό της, χωρίς νにゅーαあるふぁ εξαιρείται κανένα μέλος της
    όλοι μみゅーοおみくろんυうぷしろん οおみくろんιいおた φίλοι παντρευτήκανε
    τέλειωσα γがんまιいおたαあるふぁ σήμερα όλες τις δουλειές μみゅーοおみくろんυうぷしろん
    • (χωρίς προσδιοριζόμενο ουσιαστικό)
      έφυγαν όλοι κかっぱιいおた έμεινα μόνος μみゅーοおみくろんυうぷしろん
  4. (μみゅーεいぷしろん επανάληψη) όλοι κかっぱιいおた όλοι - όλες κかっぱιいおた όλες -όλα κかっぱιいおた όλα: συνολικά (γがんまιいおたαあるふぁ νにゅーαあるふぁ δηλωθεί ένας αριθμός πぱいοおみくろんυうぷしろん θεωρείται σχετικά περιορισμένος)
    έχω πάνω μみゅーοおみくろんυうぷしろん όλα κかっぱιいおた όλα πέντε ευρώ
    • (ως έκφραση) όλα κかっぱιいおた όλα: γがんまιいおたαあるふぁ νにゅーαあるふぁ δηλωθεί ότι κάποιος έφτασε σしぐまτたうαあるふぁ όριά τたうοおみくろんυうぷしろん κかっぱαあるふぁιいおた δでるたεいぷしろんνにゅー μπορεί νにゅーαあるふぁ ανεχτεί κάτι περισσότερο
      Αあるふぁ, όλα κかっぱιいおた όλα, σしぐまεいぷしろん ανέχομαι τόση ώρα, αλλά όχι νにゅーαあるふぁ μみゅーεいぷしろん πεις κかっぱαあるふぁιいおた ψεύτη!

Συγγενικά[επεξεργασία]

Σύνθετα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]