all
Μετάβαση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Αντωνυμία[επεξεργασία]
all (en)
- όλος, όσος,
τ ο π α ν , ολόκληροτ ο ποσό- ↪ all of us/you/them - όλοι εμείς/εσείς/αυτοί
- ↪ all of us/you/them - όλοι μας/σας/τους
- ↪ all of us/you/them - όλους εμάς/εσάς/αυτούς
- ↪ He ate all of the dessert; he didn’t leave any for us.
- Έφαγε όλο
τ ο γλυκό·δ ε ν άφησε καθόλουγ ι α μας.
- Έφαγε όλο
- ↪ They all want to go.
- Όλοι θέλουν
ν α πάνε.
- Όλοι θέλουν
- ↪ We all have the same disease.
- Έχουμε όλοι
τ η ν ίδια ασθένεια.
- Έχουμε όλοι
- ↪ I will tell it all to your wife.
Θ α τ α π ω όλασ τ η γυναίκασ ο υ .
- ↪ He thought he knows it all.
- Νόμιζε ότι
τ α ξέρει όλα.
- Νόμιζε ότι
- ↪ Take it all!
- Πάρ'
τ ο όλο!
- Πάρ'
- ↪ all’s well that ends well - τέλος καλό, όλα καλά
- ↪ I gave him all he asked for.
Τ ο υ έδωσα όσα ζήτησε.
- ↪ I lost all I had.
- Όσα είχα
τ α 'χασα.
- Όσα είχα
- ↪ All of us who knew English died of laughter.
- Όσοι ξέραμε αγγλικά πεθάναμε
σ τ α γέλια.
- Όσοι ξέραμε αγγλικά πεθάναμε
- ↪ We lost our all in the flood.
- Χάσαμε
τ ο π α ν σ τ η ν πλημμύρα.
- Χάσαμε
- όλα
π ο υ ,τ ο μόνοπ ο υ , ό,τ ι - ↪ That is all I know.
- Αυτά είναι όλα
π ο υ ξέρω.
- Αυτά είναι όλα
- ↪ All (that) I know/I want/I can say is…
Τ ο μόνοπ ο υ ξέρω/θέλω/μπορών α π ω …
- ↪ All I need is a little rest.
Τ ο μόνοπ ο υ θέλω είναι λίγη ξεκούραση.
- ↪ A swim in the sea is all I needed today.
- Ένα μπάνιο
σ τ η θάλασσα είναι ό,τ ι χρειάζεται σήμερα.
- Ένα μπάνιο
- ↪ It was all I could do not to laugh/cry.
- Μόλις
κ α ι μετά βίας κρατήθηκαν α μ η γελάσω/κλάψω.
- Μόλις
- ↪ That is all I know.
Εκφράσεις[επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
all (en) (χωρίς παραθετικά)
- εντελώς
- ↪ They were dress all in black/in all black.
- Ήταν ντυμένοι εντελώς
σ τ α μαύρα/σ τ α κατάμαυρα.
- Ήταν ντυμένοι εντελώς
- ≈ συνώνυμα: → δείτε
τ η λέξη completely
- ↪ They were dress all in black/in all black.
- όλα,
σ ε αθλήματακ α ι παιχνίδια- ↪ The first half ended three all.
Τ ο πρώτο ημίχρονο έληξε τρία όλα.
- ↪ The first half ended three all.
Εκφράσεις[επεξεργασία]
Προσδιοριστής[επεξεργασία]
all (en)
- όλος, χρησιμοποιείται
μ ε ουσιαστικάσ τ ο ν πληθυντικό αριθμό· ολόκληροτ ο ποσό- ↪ all my books - όλα
τ α βιβλίαμ ο υ - ↪ All men are mortal.
- Όλοι
ο ι άνθρωποι είναι θνητοί.
- Όλοι
- ↪ All birds have wings.
- Όλα
τ α πουλιά έχουν φτερά.
- Όλα
- ↪ He left all his money to charities.
- Άφησε όλα
τ ο υ τ α χρήματασ ε φιλανθρωπικά ιδρύματα.
- Άφησε όλα
- ↪ All five men were killed.
Κ α ι ο ι πέντε άντρες σκοτώθηκαν.
- ↪ all my books - όλα
- όλος, χρησιμοποιείται
μ ε ουσιαστικάσ τ ο ν ενικό αριθμόπ ο υ δείχνουν ότι κάτι συμβαίνειγ ι α μ ι α ολόκληρη χρονική περίοδο- ↪ all his life - όλη
τ ο υ τ η ζωή - ↪ Where have you been all day?
Π ο υ γυρίζεις όλητ η ν ημέρα;
- ↪ I didn’t get any shut-eye all night.
Δ ε ν έκλεισα μάτι όλητ η νύχτα.
- ↪ all his life - όλη
τ ο μεγαλύτερο δυνατό ποσό- ↪ in all honesty -
μ ε κάθε τιμιότητα (=έντιμα) - ↪ beyond
- ↪ in all honesty -
- όλος,
π ο υ αποτελείται ή φαίνεταιν α αποτελείται από ένα μόνο πράγμα- ↪ I am all eyes/ears (=I pay attention by watching/listening very carefully).
- Είμαι όλος μάτια/αυτιά (=προσέχω πολύ βλέποντας/ακούγοντας).
- ↪ She was all smiles.
- Ήταν όλη χαμόγελα.
- ↪ I am all eyes/ears (=I pay attention by watching/listening very carefully).
- οτιδήποτε
Σύνθετα[επεξεργασία]
Εκφράσεις[επεξεργασία]
Πηγές[επεξεργασία]
- all (pronoun) - Oxford Learner's Dictionaries
- all (adverb) - Oxford Learner's Dictionaries
- all (determiner) - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press.
σ ε λ . 203, 561, 635. ISBN 9780194325684., λήμμα: γυρίζω, μόνο(ν ), όσος
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
all (de)
Καταλανικά (ca)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
all (ca)
Κατηγορίες:
- Αγγλική γλώσσα
- Αντωνυμίες (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Επιρρήματα (αγγλικά)
- Επιρρήματα χωρίς παραθετικά (αγγλικά)
- Προσδιοριστές (αγγλικά)
- Λήμματα
μ ε ήχοσ τ η ν προφορά (γερμανικά) - Γερμανική γλώσσα
- Επίθετα (γερμανικά)
- Αντίστροφο λεξικό (γερμανικά)
- Καταλανική γλώσσα
- Ουσιαστικά (καταλανικά)
- Λαχανικά (καταλανικά)