all

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση
Δείτε επίσης: áll, ALL

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Αντωνυμία[επεξεργασία]

all (en)

  1. όλος, όσος, τたうοおみくろん πぱいαあるふぁνにゅー, ολόκληρο τたうοおみくろん ποσό
    all of us/you/them - όλοι εμείς/εσείς/αυτοί
    all of us/you/them - όλοι μας/σας/τους
    all of us/you/them - όλους εμάς/εσάς/αυτούς
    He ate all of the dessert; he didn’t leave any for us.
    Έφαγε όλο τたうοおみくろん γλυκό· δでるたεいぷしろんνにゅー άφησε καθόλου γがんまιいおたαあるふぁ μας.
    They all want to go.
    Όλοι θέλουν νにゅーαあるふぁ πάνε.
    We all have the same disease.
    Έχουμε όλοι τたうηいーたνにゅー ίδια ασθένεια.
    I will tell it all to your wife.
    Θしーたαあるふぁ τたうαあるふぁ πぱいωおめが όλα σしぐまτたうηいーた γυναίκα σしぐまοおみくろんυうぷしろん.
    He thought he knows it all.
    Νόμιζε ότι τたうαあるふぁ ξέρει όλα.
    Take it all!
    Πάρ' τたうοおみくろん όλο!
    all’s well that ends well - τέλος καλό, όλα καλά
    I gave him all he asked for.
    Τたうοおみくろんυうぷしろん έδωσα όσα ζήτησε.
    I lost all I had.
    Όσα είχα τたうαあるふぁ 'χασα.
    All of us who knew English died of laughter.
    Όσοι ξέραμε αγγλικά πεθάναμε σしぐまτたうαあるふぁ γέλια.
    We lost our all in the flood.
    Χάσαμε τたうοおみくろん πぱいαあるふぁνにゅー σしぐまτたうηいーたνにゅー πλημμύρα.
  2. όλα πぱいοおみくろんυうぷしろん, τたうοおみくろん μόνο πぱいοおみくろんυうぷしろん, ό,τたうιいおた
    That is all I know.
    Αυτά είναι όλα πぱいοおみくろんυうぷしろん ξέρω.
    All (that) I know/I want/I can say is…
    Τたうοおみくろん μόνο πぱいοおみくろんυうぷしろん ξέρω/θέλω/μπορώ νにゅーαあるふぁ πぱいωおめが
    All I need is a little rest.
    Τたうοおみくろん μόνο πぱいοおみくろんυうぷしろん θέλω είναι λίγη ξεκούραση.
    A swim in the sea is all I needed today.
    Ένα μπάνιο σしぐまτたうηいーた θάλασσα είναι ό,τたうιいおた χρειάζεται σήμερα.
    It was all I could do not to laugh/cry.
    Μόλις κかっぱαあるふぁιいおた μετά βίας κρατήθηκα νにゅーαあるふぁ μみゅーηいーた γελάσω/κλάψω.

Εκφράσεις[επεξεργασία]

Επίρρημα[επεξεργασία]

all (en) (χωρίς παραθετικά)

  1. εντελώς
    They were dress all in black/in all black.
    Ήταν ντυμένοι εντελώς σしぐまτたうαあるふぁ μαύρα/σしぐまτたうαあるふぁ κατάμαυρα.
     συνώνυμα: → δείτε τたうηいーた λέξη completely
  2. όλα, σしぐまεいぷしろん αθλήματα κかっぱαあるふぁιいおた παιχνίδια
    The first half ended three all.
    Τたうοおみくろん πρώτο ημίχρονο έληξε τρία όλα.

Εκφράσεις[επεξεργασία]

Προσδιοριστής[επεξεργασία]

all (en)

  1. όλος, χρησιμοποιείται μみゅーεいぷしろん ουσιαστικά σしぐまτたうοおみくろんνにゅー πληθυντικό αριθμό· ολόκληρο τたうοおみくろん ποσό
    all my books - όλα τたうαあるふぁ βιβλία μみゅーοおみくろんυうぷしろん
    All men are mortal.
    Όλοι οおみくろんιいおた άνθρωποι είναι θνητοί.
    All birds have wings.
    Όλα τたうαあるふぁ πουλιά έχουν φτερά.
    He left all his money to charities.
    Άφησε όλα τたうοおみくろんυうぷしろん τたうαあるふぁ χρήματα σしぐまεいぷしろん φιλανθρωπικά ιδρύματα.
    All five men were killed.
    Κかっぱαあるふぁιいおた οおみくろんιいおた πέντε άντρες σκοτώθηκαν.
  2. όλος, χρησιμοποιείται μみゅーεいぷしろん ουσιαστικά σしぐまτたうοおみくろんνにゅー ενικό αριθμό πぱいοおみくろんυうぷしろん δείχνουν ότι κάτι συμβαίνει γがんまιいおたαあるふぁ μみゅーιいおたαあるふぁ ολόκληρη χρονική περίοδο
    all his life - όλη τたうοおみくろんυうぷしろん τたうηいーた ζωή
    Where have you been all day?
    Πぱいοおみくろんυうぷしろん γυρίζεις όλη τたうηいーたνにゅー ημέρα;
    I didn’t get any shut-eye all night.
    Δでるたεいぷしろんνにゅー έκλεισα μάτι όλη τたうηいーた νύχτα.
  3. τたうοおみくろん μεγαλύτερο δυνατό ποσό
    in all honesty - μみゅーεいぷしろん κάθε τιμιότητα (=έντιμα)
    beyond
  4. όλος, πぱいοおみくろんυうぷしろん αποτελείται ή φαίνεται νにゅーαあるふぁ αποτελείται από ένα μόνο πράγμα
    I am all eyes/ears (=I pay attention by watching/listening very carefully).
    Είμαι όλος μάτια/αυτιά (=προσέχω πολύ βλέποντας/ακούγοντας).
    She was all smiles.
    Ήταν όλη χαμόγελα.
  5. οτιδήποτε
    Take all the measures you deem most worthwhile.
    Πάρε οτιδήποτε μέτρα κρίνεις σκοπιμότερο.
    beyond all doubt - πέραν πάσης αμφιβολίας
     συνώνυμα: → δείτε τたうηいーた λέξη whatever

Σύνθετα[επεξεργασία]

Εκφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]



Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 
 

Επίθετο[επεξεργασία]

all (de)



Καταλανικά (ca)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

all (ca)