ard

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ard (en)

  • τたうοおみくろん πρωτόγονο ξύλινο άροτρο

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]
  • Ard_(plough) σしぐまτたうηいーたνにゅー αγγλόφωνη Βικιπαίδεια