arx
Μετάβαση
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- arx < → λείπει
η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]arx (la)
Κλίση
[επεξεργασία]αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | arx | arcēs |
γενική | arcis | arcum |
δοτική | arcī | arcibus |
αιτιατική | arcem | arcēs |
κλητική | arx | arcēs |
αφαιρετική | arce | arcibus |
Πηγές
[επεξεργασία]- arx - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από
τ ο 2011) Λεξικάγ ι α τ η ν αρχαία ελληνικήκ α ι λατινική γλώσσα (σ τ α αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά,κ .λ π .) Πανεπιστήμιοτ ο υ Σικάγου.