baroko
Μετάβαση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- baroko < → λείπει
η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | baroko | barokoj |
αιτιατική | barokon | barokojn |
baroko (eo)
τ ο μπαρόκ
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | baroko | barokoj |
αιτιατική | barokon | barokojn |
baroko (eo)