bordo
Μετάβαση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- bordo < → λείπει
η ετυμολογία
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | bordo | bordoj |
αιτιατική | bordon | bordojn |
bordo (eo)
η όχθη
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]bordo (pl) ουδέτερο
Επίθετο
[επεξεργασία]bordo (pl)
Επίρρημα
[επεξεργασία]bordo (pl)