instructeur
Μετάβαση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]instructeur (fr) αρσενικό
ο δάσκαλος,ο εκπαιδευτής
Ολλανδικά (nl)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]instructeur (nl)
instructeur (fr) αρσενικό
instructeur (nl)