refreno
Μετάβαση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- refreno < → λείπει
η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | refreno | refrenoj |
αιτιατική | refrenon | refrenojn |
refreno (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | refreno | refrenoj |
αιτιατική | refrenon | refrenojn |
refreno (eo)