Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο. Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 21/07/2016.
ΟΌττο Έντουαρντ Λέοπολντ, πρίγκιπας του Μπίσμαρκ, Δούκας του Λάουενμπουργκ (Otto Eduard Leopold von Bismarck-Schönhausen, 1 Απριλίου1815 - 30 Ιουλίου1898), ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς Γερμανούς πολιτικούς του19ου αιώνα. Ως πρωθυπουργός της Πρωσίας από το1862 έως το1890, πραγματοποίησε τηνενοποίηση της Γερμανίας. Από το1867 ήταν ο Καγκελάριος της Βόρειας Γερμανικής Συνομοσπονδίας. Όταν ιδρύθηκε ηΓερμανική Αυτοκρατορίατο1871, έγινε ο πρώτος της Καγκελάριος (Reichskanzler). Παλαιότερα, στα βιβλία της ιστορίας και αλλού, ήταν γνωστός ως Βίσμαρκ.
Ο Μπίσμαρκ γεννήθηκε στην πρωσική επαρχία τουΒρανδεμβούργου, δυτικά τουΒερολίνου. Ο πατέρας του ήταν γαιοκτήμονας και αξιωματικός του πρωσικού στρατού. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο τουΓκέτινγκεν, χωρίς ιδιαίτερες ακαδημαϊκές διακρίσεις: αντίθετα ξεχώρισε γιατην κλίση τουγιατο ποτό καιγια τις μονομαχίες, καθώς πήρε μέρος σε πενήντα από αυτές. Ο Μπίσμαρκ έλπιζε να γίνει διπλωμάτης, αλλά διορίστηκε σε άνευ σημασίας θέσεις στοΆαχενκαιτοΠότσδαμ.
Μετά τον θάνατο της μητέρας τουτο 1839, ανέλαβε τη διοίκηση των οικογενειακών κτημάτων στηνΠομερανία. Περίπου οκτώ χρόνια αργότερα επέστρεψε στοSchönhausen, όπου αναμείχθηκε στην πολιτική. Το1847, παντρεύτηκε τηJohanna von Puttkamer. Απέκτησαν μία κόρη (Marie) και δύο γιους (HerbertκαιWilhelm).
Το 1847, ο Μπίσμαρκ εκλέχτηκε αντιπρόσωπος στο νέο πρωσικό νομοθετικό σώμα. Εκεί απέκτησε φήμη βασιλόφρονα και αντιδραστικού πολιτικού, αφού υπερασπιζόταν απροκάλυπτα το θείο δικαίωμα του ηγεμόνα να κυβερνά.
Ο Μπίσμαρκ σε ηλικία 32 ετών, 1847
Κατά τη διάρκεια της επανάστασης του1848, οΦρειδερίκος Γουλιέλμος Δ΄, βρέθηκε σε δυσμενή θέση. Ανκαι αρχικά σχεδίαζε να χρησιμοποιήσει ένοπλες δυνάμεις γιανα καταστείλει την εξέγερση, αναγκάστηκε τελικά να υποχωρήσει στις απαιτήσεις των φιλελεύθερων επαναστατών. Υποσχέθηκε σύνταγμα, συμφώνησε ότι η Πρωσία θα έπρεπε να ενωθεί με άλλα γερμανικά έθνη και διόρισε Πρωθυπουργό έναν φιλελεύθερο, τονLudolf Camphausen. Αλλά η φιλελεύθερη νίκη κράτησε μόνο έναν χρόνο και παρότι ο βασιλιάς παρουσίασε τελικά ένα σύνταγμα, μετα κριτήρια των επαναστατών ήταν πολύ συντηρητικό.
Το 1849, ο Μπίσμαρκ εκλέχτηκε στοLandtag, την κάτω βουλή του νέου πρωσικού νομοθετικού σώματος. Σε αυτή την περίοδο της σταδιοδρομίας του, ο Μπίσμαρκ εναντιωνόταν στην ενοποίηση της Γερμανίας, γιατί κατά τη γνώμη του, εάν πραγματοποιούνταν η Πρωσία θα έχανε την ανεξαρτησία της. Αποδέχτηκε τον διορισμό του ως αντιπροσώπου της Πρωσίας στο Κοινοβούλιο της Ερφούρτης (όπου αντιπρόσωποι των γερμανικών εθνών συναντώνταν γιανα συζητήσουν την ενοποίησή τους), αλλά μόνο γιανα μπλοκάρει τις ενωτικές τους προσπάθειες.
Το 1851, ο Φρειδερίκος Γουλιέλμος Δ΄ διόρισε τον Μπίσμαρκ αντιπρόσωπο της Πρωσίας στη Γερμανική Συνομοσπονδία της Φρανκφούρτης. Κατά την οκταετή του παραμονή άλλαξε πολιτικές απόψεις σε πολλά σημεία. Ο Μπίσμαρκ έγινε λιγότερο αντιδραστικός και περισσότερο διαλλακτικός. Πείστηκε ότι η Πρωσία έπρεπε να συμμαχήσει με άλλα γερμανικά κράτη, προκειμένου να περιορίσει την επιρροή της Αυστρίας. Έτσι, άρχισε σταδιακά να αποδέχεται την ιδέα ενός ενωμένου γερμανικού έθνους.
Το1858, λόγω σοβαρών προβλημάτων υγείας του Φρειδερίκου Γουλιέλμου Δ΄, ανέβαλε ως αντιβασιλιάς ο αδελφός του Γουλιέλμος. Σύντομα έκανε τον Μπίσμαρκ πρεσβευτή στηΡωσία, αυτό αποτελούσε σημαντική προαγωγή καθώς η Ρωσία ήταν ένας από τους δύο ισχυρούς γείτονες της Πρωσίας (ο άλλος ήταν η Αυστρία). Ο Μπίσμαρκ έμεινε τέσσερα χρόνια στηνΑγία Πετρούπολη, όπου έγινε φίλος μετον μελλοντικό του αντίπαλο τον Πρίγκιπα Γκορτσάκοφ.
Τον Ιούνιο του1862 στάλθηκε στηΓαλλία ως πρεσβευτής. Παρά τη μακρά του παραμονή στο εξωτερικό, ο Μπίσμαρκ δεν έχασε την επαφή τουμε τις εξελίξεις στο εσωτερικό της Γερμανίας. Ο φίλος του Ρόον τον κρατούσε πάντα ενήμερο και σύντομα σχημάτισαν μια σταθερή πολιτική συμμαχία.
Όταν το1861 πέθανε ο Φρειδερίκος Γουλιέλμος Δ΄, ο αντιβασιλιάς έγινε βασιλιάς μετο όνομα Γουλιέλμος Α΄. Ο νέος μονάρχης ήταν συχνά σε σύγκρουση μετη φιλελεύθερη Πρωσική Δίαιτα. Το1862 ανέκυψε μία σοβαρή κρίση, όταν η δίαιτα αρνήθηκε να εγκρίνει τα έξοδα γιατην προτεινόμενη αναδιοργάνωση του στρατού. Ο Γουλιέλμος πίστευε ότι ο Μπίσμαρκ ήταν ο μόνος που μπορούσε να χειριστεί την κρίση, αλλά φοβόταν να διορίσει έναν πολιτικό που ήθελε να ελέγχει πλήρως τις εξωτερικές υποθέσεις. Όταν πείστηκε πλέον ότι ήταν αδύνατο να πετύχει την έγκριση των εξόδων, ανακάλεσε τον Μπίσμαρκ στην Πρωσία ακολουθώντας τη συμβουλή του Ρόον. Στις 23 Σεπτεμβρίου1862, ο Μπίσμαρκ έγινε πρωθυπουργός (Ministerpräsident) και Υπουργός Εξωτερικών.
Ο Μπίσμαρκ ήρθε αμέσως σε σύγκρουση μετο νομοθετικό σώμα: εφόσον οι νομοθέτες αρνούνταν να εγκρίνουν τον προϋπολογισμό, ο Μπίσμαρκ αποφάσισε να συνεχίσει να χρησιμοποιεί τον προϋπολογισμό του 1861. Γιατα επόμενα τέσσερα χρόνια, η Πρωσία συνέλεγε φόρους με βάση τον προϋπολογισμό του 1861.
Η κρίση κλιμακώθηκε το1863, όταν η Βουλή πέρασε ένα ψήφισμα μετο οποίο ζητούσε από τον βασιλιά να απομακρύνει τον Μπίσμαρκ. Αντ' αυτού, ο Γουλιέλμος διέλυσε τη Δίαιτα. Εν συνεχεία, ο Μπίσμαρκ εξέδωσε διάταγμα μετο οποίο περιοριζόταν η ελευθερία του τύπου. Παρά, όμως, τις προσπάθειες τουνα κρατήσει τους πολιτικούς του αντίπαλους στο περιθώριο, ο Μπίσμαρκ παρέμεινε ελάχιστα δημοφιλής. Στις εκλογές του Οκτωβρίου του 1863, οι υποστηρικτές του Μπίσμαρκ είχαν φτωχά αποτελέσματα, ενώ η Φιλελεύθερη Συμμαχία πήρε τα δύο τρίτα των εδρών. Το κοινοβούλιο εξακολούθησε να δείχνει δυσπιστία προς τον Μπίσμαρκ, όμως ο βασιλιάς τον διατήρησε στη θέση του επειδή φοβόταν τους φιλελεύθερους.
Πριντην ενοποίηση, η Γερμανία αποτελούνταν από μία πληθώρα πριγκιπάτων με χαλαρούς δεσμούς. Ο Μπίσμαρκ είχε καθοριστικό ρόλο στην ένωσή τους σε ένα κράτος. Στην πρώτη του ομιλία ως Πρωθυπουργός, αναφέρθηκε ως εξής στη γερμανική ενοποίηση: «τα μεγάλα ζητήματα της εποχής μας δεθα κριθούν με ομιλίες και ψηφίσματα των πλειοψηφιών (αυτό ήταν το μεγάλο λάθος από το1848 έως το1849), αλλά με σίδερο και αίμα». Ο Μπίσμαρκ δεν απέρριπτε μόνο τις φιλελεύθερες μεθόδους του 1848 αλλά καιτην ιδέα της συμμετοχής της Αυστρίας στη δημιουργία της ενωμένης Γερμανίας. Επιθυμούσε να κάνει την Πρωσία το κυρίαρχο συστατικό του έθνους και λογικά προτιμούσε να περιορίσει την αυστριακή επιρροή.
Όταν οΦρειδερίκος Ζ΄ της Δανίας πέθανε τον Νοέμβριο του1863, ο Μπίσμαρκ βρέθηκε αντιμέτωπος με μία διπλωματική κρίση: τα δουκάτα του Σλέσβιχ καιτουΧόλσταϊν διεκδικούνταν τόσο από τον νέο βασιλιά της Δανίας όσο και από έναν Γερμανό Δούκα. Οι Δανοί έδειξαν υπερβολική εμπιστοσύνη στις στρατιωτικές τους ικανότητες και επέμειναν να προσαρτήσουν τα δύο δουκάτα. Σύντομα, οδηγήθηκαν σε πόλεμο εναντίον της Πρωσίας και της Αυστρίας. Μετά τη νίκη τους, τον Αύγουστο του1865, οι δύο χώρες υπέγραψαν τη συμφωνία του Γκαστάιν, σύμφωνα μετην οποία η Πρωσία έπαιρνε το Σλέσβιχ καιη Αυστρία το Χόλσταϊν.
Όμως, το1866η Αυστρία ζήτησε να επανεξεταστεί το ζήτημα τουΣλέσβιχ-Χόλσταϊν. Ο Μπίσμαρκ, που πλέον επιθυμούσε την ανοικτή σύγκρουση μετην Αυστρία, χρησιμοποίησε αυτή την πρόφαση γιανα εισβάλει καινα καταλάβει το Χόλσταϊν. Σύντομα ξέσπασε οΑυστρο-πρωσικός πόλεμος. Η Πρωσία ήταν καλά προετοιμασμένη καθώς ο στρατός είχε αναδιοργανωθεί καιο αριθμός των ανδρών είχε αυξηθεί. Προς έκπληξη της υπόλοιπης Ευρώπης, η Πρωσία κέρδισε την καθοριστική μάχη του Κένιγκρατς. Σύμφωνα μετηΣυνθήκη της Πράγας (1866)που ακολούθησε η Γερμανική Συνομοσπονδία διαλύθηκε. Η Πρωσία προσάρτησε το Σλέσβιχ, το Χόλσταϊν, τηΦρανκφούρτη, τοΑνόβερο, τηνΈσση-Κασσέλκαιτοδουκάτο του Νασσάου. Επίσης, η Αυστρία δήλωσε ότι δεθα αναμιγνυόταν στις γερμανικές υποθέσεις. Εν συνεχεία, δημιουργούνταν η Βόρεια Γερμανική συνομοσπονδία στη οποία προσχώρησαν η Πρωσία και άλλα γερμανικά κράτη. Ουσιαστικά, η Συνθήκη της Πράγας επιβεβαίωνε την πρωσική ηγεμονία στον γερμανικό χώρο.
Οι στρατιωτικές αυτές επιτυχίες αύξησαν σημαντικά τη δημοτικότητα του Μπίσμαρκ. Στις εκλογές του1866, οι φιλελεύθεροι υπέστησαν σοβαρή ήττα. Το νέο νομοθετικό σώμα ήταν αρκετά πιο συντηρητικό και ευνοϊκά διατεθειμένο έναντι του Μπίσμαρκ. Έτσι, επικύρωσε αναδρομικά τους προϋπολογισμούς των τεσσάρων προηγούμενων χρόνων, πουτο προηγούμενο κοινοβούλιο είχε αρνηθεί να εγκρίνει.
Οι νίκες της Πρωσίας ανησύχησαν τονΝαπολέοντα Γ΄, που έβλεπε την Πρωσία ως απειλή γιατη στρατιωτική πρωτοκαθεδρία της Γαλλίας στην Ευρώπη. Από την άλλη μεριά, Ο Μπίσμαρκ θεωρούσε ότι η εχθρότητα της Γαλλίας θα μπορούσε να διευκολύνει τη γερμανική ενοποίηση.
Αφορμή γιατον πόλεμο έδωσε η διαδοχή του ισπανικού θρόνου. Η γαλλική επιρροή στην ιβηρική χερσόνησο, ανέκαθεν υπήρξε σημαντική καιοι Γάλλοι πολιτικοί παρακολουθούσαν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τα τεκταινόμενα στα δυτικά τους σύνορα. Έτσι όταν το 1870 ο ισπανικός θρόνος προσφέρθηκε στον Γερμανό πρίγκιπα Χο(χ)εντζόλλερν-Ζιμαρίνγκεν, ο Ναπολέων το θεώρησε ως απειλή γιατα γαλλικά συμφέροντα και ζήτησε διαβεβαιώσεις ότι κανένα μέλος του οίκου τωνΧο(χ)εντζόλλερν δεθα γινόταν βασιλιάς στην Ισπανία. Όμως, οι σχέσεις των δύο χωρών επιδεινώθηκαν περαιτέρω μετη διαρροή στον τύπο μιας συζήτησης ανάμεσα στον βασιλιά Γουλιέλμο καιτον γάλλο πρεσβευτή, που έμεινε γνωστή ως «τηλεγράφημα της Εμς». Αργότερα, έγινε γνωστό ότι το περιεχόμενο του τηλεγραφήματος είχε αλλοιωθεί από τον ίδιο τον Μπίσμαρκ.
Ο πόλεμος κηρύχθηκε από τη Γαλλία πέντε μέρες μετά τη δημοσίευση του τηλεγραφήματος, στις 19 Ιουλίου 1870. Ο πρωσικός στρατός ήταν καλύτερα εξοπλισμένος και οπλισμένος, ενώ υπερείχε ελαφρά αριθμητικά. Στηνπιο καθοριστική μάχη του πολέμου, στο Σεντάν, οι Πρώσοι καιοι σύμμαχοι τους επικράτησαν κατά κράτος και αιχμαλώτισαν τον Γάλλο αυτοκράτορα.
Στησυνθήκη της Φρανκφούρτηςοι Γάλλοι αναγκάστηκαν να πληρώσουν σημαντικές πολεμικές αποζημιώσεις. Οπιο σκληρός όμως όρος ήταν ότι η Γαλλία έχανε την Αλσατία και μέρος της Λωρραίνης. Αυτός ο εδαφικός ακρωτηριασμός δημιούργησε έναν πικρόχολο γαλλικό ρεβανσισμό έναντι της Γερμανίας, που συνεισέφερε σημαντικά στην έκρηξη τουΑ΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Πιστεύεται ότι ο Μπίσμαρκ είχε διαισθανθεί τις δυσκολίες πουθα γεννούσε η προσάρτηση αυτών των εδαφών καιη αφομοίωση των πληθυσμών τους και ότι συναίνεσε μόνο μετά από έντονες πιέσεις του στρατιωτικού επιτελείου.
Στο μεταξύ, και ενώ οι εχθροπραξίες ακόμα συνεχίζονταν, ο Μπίσμαρκ κινήθηκε ταχύτατα γιανα επιτύχει τηνενοποίηση της Γερμανίας. Διαπραγματεύθηκε με αντιπροσώπους των κρατών της Νότιας Γερμανίας, προσφέροντας τους ειδικές παραχωρήσεις γιανα συμφωνήσουν. Οι διαπραγματεύσεις πέτυχαν καιο Γουλιέλμος ανακηρύχθηκε «Γερμανός Αυτοκράτορας» στις 18 Ιανουαρίου1871στην Αίθουσα των Καθρεπτών των Βερσαλλιών. Η Γερμανική Αυτοκρατορία είχε ομοσπονδιακό χαρακτήρα: το καθένα από τα 25 κράτη (βασίλεια, δουκάτα, πριγκιπάτα και ελεύθερες πόλεις) διατηρούσε έναν βαθμό αυτονομίας. Ο βασιλιάς της Πρωσίας ως Γερμανός Αυτοκράτορας δεν είχε επικυριαρχία στο σύνολο της Γερμανίας, αλλά ήταν (θεωρητικά) πρώτος μεταξύ ίσων. Είχε όμως δύο κρίσιμα προνόμια: την προεδρεία του Bundesrat καιτο κυρίως το δικαίωμα να διορίζει τον Καγκελάριο.
Είναι ακόμα αντικείμενο ιστορικής διαμάχης τοανο πόλεμος ήταν υπολογισμένο αποτέλεσμα των πολιτικών δολοπλοκιών του Μπίσμαρκ ή άλλων παραγόντων, όπως η φιλοπόλεμη γαλλική κοινή γνώμη, η πολιτική κύρους του Ναπολέοντα κ.α. Πάντως, αναμφίβολα, η νίκη εναντίον της Γαλλίας και, κυρίως, η επακόλουθη ενοποίηση της Γερμανίας είναι τα σημαντικότερα επιτεύγματα του Πρώσου πολιτικού.
Ο Μπίσμαρκ έγινε καγκελάριος της Γερμανικής Αυτοκρατορίας (Ράιχ), αμέσως μετά την ίδρυση του, το 1871. Συγχρόνως διατήρησε τις θέσεις που κατείχε στο πρωσικό κράτος (Πρωθυπουργός και Υπουργός Εξωτερικών). Έτσι διατηρούσε πλήρη έλεγχο της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής.
Στα επόμενα χρόνια, ένας από τους κύριους στόχους του ήταν η μείωση της επιρροής της Καθολικής Εκκλησίαςστη Γερμανία. Η Πρωσία, μετην εξαίρεση της Ρηνανίας, καιτα περισσότερα από τα βόρεια γερμανικά κράτη ήταν έντονα προτεσταντικά, αλλά πολλοί καθολικοί ζούσαν στη Νότια Γερμανία, ειδικά στηΒαυαρία. Στο σύνολο της χώρας, το ένα τρίτο των κατοίκων ήταν Καθολικοί. Ο Μπίσμαρκ πίστευε ότι η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ήταν πολύ ισχυρή πολιτικά καιτον ανησυχούσε επίσης η ίδρυση του Καθολικού Κόμματος του Κέντρου (1870).
Έτσι, ξεκίνησε μία πολιτική εκστρατεία εναντίον της Καθολικής Εκκλησίας, που έμεινε γνωστή ως Kulturkampf ή πολιτισμικός αγώνας. Το 1871, το Καθολικό τμήμα του Πρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών καταργήθηκε. Το 1872, οιΙησουίτες εξορίστηκαν από τη Γερμανία, ενώ ο Μπίσμαρκ ευνοούσε την άνοδο του Λουθηρανισμού. Το 1873, εγκρίθηκαν πιο αυστηροί αντικαθολικοί νόμοι που επέτρεπαν στην κυβέρνηση να επιβλέπει τη μόρφωση των Καθολικών ιερέων. Αλλά αυτές οι προσπάθειες απλώς ενίσχυσαν το Κόμμα του Κέντρου. Το 1878, ο Μπίσμαρκ εγκατέλειψε τον πολιτισμικό αγώνα, που έμεινε γνωστός ως μία από τις σημαντικότερες πολιτικές αποτυχίες του.
Στο μεταξύ, το 1873 ξεκίνησε η Μακρά Ύφεση ως αποτέλεσμα της κατάρρευσης του Χρηματιστηρίου της Βιέννης. Για πρώτη φορά για πολλά χρόνια, η γερμανική οικονομία βρέθηκε σε κρίση. Γιανα βοηθήσει τη βιομηχανία, ο Μπίσμαρκ εγκατέλειψε το ελεύθερο εμπόριο και έβαλε προστατευτικούς δασμούς. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία όχι μόνο από οικονομικής αλλά και από πολιτικής άποψης: το Εθνικό Φιλελεύθερο Κόμμα, που ήταν μέχρι τότε ο κύριος πολιτικός σύμμαχος του Μπίσμαρκ τον εγκατέλειψαν γιατί διαφωνούσαν μετη θέσπιση δασμών. Ο Μπίσμαρκ πλέον στράφηκε οριστικά προς τους συντηρητικούς για πολιτική υποστήριξη.
Μετά την επιρροή της Καθολικής Εκκλησίας, δύο προβλήματα απασχολούσαν το μυαλό του Μπίσμαρκ. Το πρώτο ήταν οι μειονότητες, καθώς ο Γερμανός καγκελάριος ήθελε να αποφύγει οπωσδήποτε τα προβλήματα της γειτονικής Αυστροουγγαρίας. Οι μειονότητες της Αυτοκρατορίας βρίσκονταν κυρίως στα σύνορα: οι Δανοί στον Βορρά, οι Γάλλοι στη Δύση καιοι Πολωνοί στην Ανατολή. Παρότι ο Μπίσμαρκ δεν ήταν προκατειλημμένος εναντίον των Πολωνών (τουναντίον μιλούσε πολωνικά) ακολούθησε ιδιαίτερα σκληρή πολιτική εναντίον των Πολωνών της Πρωσίας και συνέτεινε στην ένταση των σχέσεων μεταξύ Πολωνών και Γερμανών.
Το δεύτερο πρόβλημα που ανησυχούσε τον Μπίσμαρκ ήταν το σοσιαλιστικό κίνημα και συγκεκριμένα το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα. Το 1878, θέσπισε μια σειρά αντισοσιαλιστικών νόμων. Οι σοσιαλιστικές οργανώσεις και συγκεντρώσεις απαγορεύονταν, καθώς καιη κυκλοφορία σοσιαλιστικών κειμένων. Οι ηγέτες των σοσιαλιστών συνελήφθησαν και δικάστηκαν. Αλλά παρά αυτές τις προσπάθειες, το σοσιαλιστικό κίνημα εξακολούθησε να κερδίζει υποστήριξη και μάλιστα αύξησε τις έδρες τουστοΡάιχσταγκ (οι υποψήφιοι του κόμματος παρουσιάζονταν ως ανεξάρτητοι υποψήφιοι).
Εν συνεχεία, ο Καγκελάριος προσπάθησε να μειώσει την απήχηση του σοσιαλισμού προσφέροντας ανταλλάγματα στην εργατική τάξη. Πραγματοποίησε μια σειρά πατερναλιστικών κοινωνικών μεταρρυθμίσεων, που θεωρούνται η πρώτη μορφή κράτους πρόνοιας στην Ευρώπη. Στα μέτρα περιλαμβάνονταν ασφάλεια υγείας, ασφάλεια από ατυχήματα και αναπηρίες, καθώς και συντάξεις. Επιπλέον, ο Μπίσμαρκ προσπάθησε να περιορίσει την εργασία παιδιών και γυναικών που ήταν διαδεδομένη στην Ευρώπη εκείνη την εποχή. Παρόλα αυτά, η εργατική τάξη παρέμεινε επιφυλακτική έναντι του Μπίσμαρκ.
Κύριος στόχος της εξωτερικής πολιτικής του Μπίσμαρκ ήταν η διατήρηση του status quo στην Ευρώπη, γιατί έτσι εξασφαλιζόταν η γερμανική υπεροχή στην ήπειρο. Η κύρια απειλή γιατον καγκελάριο ήταν ο γαλλικός ρεβανσισμός, καθώς οι Γάλλοι επιθυμούσαν διακαώς να εκδικηθούν γιατην απώλεια της Αλσατίας και της Λωρραίνης. Έτσι, ο Μπίσμαρκ προσπάθησε να απομονώσει τη Γαλλία, ενώ διατηρούσε καλές σχέσεις με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές δυνάμεις. Σύμφωνα με μία αποφθεγματική του ρήση: «Πάντα να προσπαθείς να είσαι ο ένας από τους τρεις σε έναν κόσμο πέντε δυνάμεων.».
Συνεπής με τις ιδέες του, δεν επιδίωξε ισχυρό πολεμικό στόλο ή αποικιακή αυτοκρατορία γιαναμην προκαλέσει τη Βρετανία (οι διάδοχοι του επιδίωξαν καιτα δύο με καταστροφικές συνέπειες). Το 1872, προσέφερε συνθήκη φιλίας στην Αυστροουγγαρία καιτη Ρωσία, σχηματίζοντας τηΛίγκα των Τριών Αυτοκρατόρων ή Dreikaiserbund. Τέλος, ο Μπίσμαρκ διατήρησε καλές σχέσεις μετην Ιταλία.
Όμως, στα τέλη της δεκαετίας του 1870, μία σοβαρή κρίση προέκυψε στις ευρωπαϊκές σχέσεις. Μετά τονρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877-78, η Ρωσία καιη Οθωμανική Αυτοκρατορία υπέγραψαν τηΣυνθήκη του Αγίου Στεφάνου, μετην οποία δημιουργούνταν ένα εξαιρετικά μεγάλο σε έκταση βουλγαρικό βασίλειο. Καθώς οι Ευρωπαίοι πίστευαν (λανθασμένα όπως αποδείχτηκε αργότερα) ότι η Βουλγαρία θα ήταν ουσιαστικά προτεκτοράτο της Ρωσίας φοβόντουσαν ότι η δημιουργία του νέου βασιλείου ανέτρεπε την ισορροπία δυνάμεων υπέρ της Ρωσίας. Γι’ αυτό τον λόγο συγκλήθηκε το συνέδριο του Βερολίνου, στο οποίο υπογράφτηκε ηΣυνθήκη του Βερολίνου, όπου στη θέση της μεγάλης Βουλγαρίας του Αγίου Στεφάνου δημιουργούνταν η Ανατολική Ρωμυλία και μία σημαντικά μικρότερη Βουλγαρία. Καθώς, η Γερμανία άσκησε πιέσεις στη Ρωσία γιατην αναθεώρηση της συνθήκης (άλλωστε ο Μπίσμαρκ ήταν ο ιθύνων νους πίσω από το Συνέδριο του Βερολίνου), οιρωσο-γερμανικές σχέσεις μπήκαν σε περίοδο κρίσης. Τα προβλήματα εντάθηκαν περισσότερο λόγω της προστατευτικής πολιτικής της Γερμανίας.
Έτσι, η Λίγκα των Τριών Αυτοκρατόρων αποσυντέθηκε. Ο Μπίσμαρκ στράφηκε στην Αυστροουγγαρία μετην οποία υπέγραψε τηΔιπλή Συμμαχίατο 1879. Αυτή το 1882 μετατράπηκε στηνΤριπλή Συμμαχίαμετην προσθήκη της Ιταλίας. Οι προσπάθειες του Μπίσμαρκ να επαναπροσεγγίσει τη Ρωσία δεν είχαν αίσιο τέλος. Η Λίγκα των Τριών Αυτοκρατόρων αναδημιουργήθηκε το 1881, αλλά γρήγορα κατέρρευσε και πάλι.
Άλμπουμ με φωτογραφίες του Μπίσμαρκ, δημοσιευθείσες με αφορμή τα 70ά του γενέθλια στο Βερολίνο το 1885
Το 1888, οΓουλιέλμος Α΄ πέθανε καιτη θέση του πήρε ο γιος τουΦρειδερίκος Γ΄. Ο νέος μονάρχης όμως, βασίλευσε μόνο τρεις μήνες προτού πεθάνει από καρκίνο. Ο νέος βασιλιάς ήταν ο γιος, Γουλιέλμος Β΄. Ο Γουλιέλμος διαφωνούσε μετον Μπίσμαρκ τόσο σε θέματα εσωτερικής πολιτικής, όπου δε συμφωνούσε μετον ακραίο αντισοσιαλισμό του καγκελάριου, όσο σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, όπου είχε σαφώς μεγαλύτερες φιλοδοξίες από την απλή διατήρηση του status quo. Το σημαντικότερο όμως, εμπόδιο στη συνεργασία τουμετον Μπίσμαρκ ήταν ότι ο Γουλιέλμος ήθελε να αναλάβει προσωπικά τη διακυβέρνηση του κράτους καιδεν ανεχόταν τις πρωτοβουλίες του κατά σαράντα χρόνια γηραιότερού του Μπίσμαρκ.
Τελικά ο Μπίσμαρκ οδηγήθηκε σε παραίτηση το 1890 σε ηλικία 75 ετών. Μετά τον θάνατο της γυναίκας του, το 1894, μετακόμισε στο Friedrichsruh κοντά στοΑμβούργο, περιμένοντας μάταια νατον ανακαλέσουν στην πολιτική. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο Μπίσμαρκ αφοσιώθηκε στη συγγραφή των απομνημονευμάτων του. Πέθανε το1898.
Crankshaw, Edward (1981), Bismarck, The Viking Press.
Darmstaedter, Friedrich. Bismarck and the Creation of the Second Reich (2008)
Dawson, William Harbutt. The Evolution of Modern Germany (1908), 503pp covers 1871–1906 with focus on social and economic history & colonies online free
Engelberg, Ernst. Bismarck; 2 vols., (1986–90); major academic study by an east-German historian (only in German)
Eyck, Erich (1964), Bismarck and the German Empire, ISBN0393002357 (excerpt and text search)
Holborn, Hajo (1969), «The Constitutional Conflict in Prussia and the Early Years of the Bismarck Ministry», The History of Modern Germany 1840–1945, Alfred A Knopf, σελ. 131–72.
Holborn, Hajo (1969), «The Founding of the New German Empire, 1865–71», The History of Modern Germany 1840–1945, Alfred A Knopf, σελ. 173–229.
Holborn, Hajo (1969), «Bismarck and the Consolidation of the German Empire, 1871–90», The History of Modern Germany 1840–1945, Alfred A Knopf, σελ. 233–97.
Langer, William L. European alliances and alignments, 1871–1890 (1931)
Highly detailed diplomatic history of all major European powers.
Retallack, James N (2008), Imperial Germany, 1871–1918, Oxford University Press.
Robinson, Janet, and Joe Robinson. Handbook of Imperial Germany (2009) excerpt and text search
Sheehan, James J. German History, 1770–1866 (1989), dense, thorough political history
Goddard, Stacie E. "When Right Makes Might: How Prussia Overturned the European Balance of Power," International Security, Volume 33, Number 3, Winter 2008/09, pp. 110–42 in Project MUSE, covers 1864–71
Gross, Michael B (2005), The War against Catholicism: Liberalism and the Anti-Catholic Imagination in Nineteenth-Century Germany.
Hennock, E. P. The Origin of the Welfare State in England and Germany, 1850–1914: Social Policies Compared (Cambridge University Press, 2007) 381 pp.
Hennock, E. P. "Social Policy in the Bismarck Era: A Progress Report," German History, (June 2003) 21#2 pp 229–238 online
Howard, Michael. The Franco-Prussian War: The German invasion of France, 1870–1871 (1961) excerpt and text search
Kennedy, Paul M (1988), The Rise of the Anglo-German Antagonism, 1860–1914.
Kissinger, Henry. "The White Revolutionary: Reflections on Bismarck," Daedalus Vol. 97, No. 3, (Summer, 1968), pp. 888–924 in JSTOR
Lord, Robert H. "Bismarck and Russia in 1863," American Historical Review, Vol. 29, No. 1 (October 1923), pp. 2–48. in JSTOR
Mork, Gordon R. "Bismarck and the 'Capitulation' of German Liberalism," Journal of Modern History Vol. 43, No. 1 (Mar., 1971), pp. 59–75 in JSTOR
Paur, Philip. "The Corporatist Character of Bismarck's Social Policy," European History Quarterly, Oct 1981; vol. 11: pp. 427–60.
Ross, Ronald J (1998), The Failure of Bismarck's Kulturkampf: Catholicism and State Power in Imperial Germany, 1871–1887, The Catholic University of America Press, 219 pp.
Stone, James. "Bismarck Ante Portas! Germany and the Seize Mai Crisis of 1877." Diplomacy & Statecraft (2012) 23#2 pp: 209-235.
Stern, Fritz. Gold and Iron: Bismark, Bleichroder, and the Building of the German Empire (1979) economic and financial history; Bismark worked closely with this leading banker excerpt and text search
Stone, James (1994), «Bismarck and the Containment of France, 1873–1877», Canadian Journal of History29 (2)
Strandmann, Hartmut Pogge von, "Domestic Origins of Germany's Colonial Expansion under Bismarck," Past & Present No. 42 (Feb., 1969), pp. 140–59 in JSTOR
Waller, Bruce. Bismarck at the Crossroads. The Reorientation of German Foreign Policy after the Congress of Berlin 1878–1880 (1974)
Wawro, Geoffrey. The Franco-Prussian War: The German Conquest of France in 1870–1871(2005)
Wawro, Geoffrey. "The War Scare of 1875: Bismarck and Europe in the Mid-1870s." German History (2012) 30#1 pp: 140-141.
Wehler, Hans-Ulrich "Bismarck's Imperialism 1862–1890" Past and Present, No. 48, August 1970. pp: 119–155 online edition
Wetzel, David. A Duel of Nations: Germany, France, and the Diplomacy of the War of 1870–1871 (University of Wisconsin Press; 2012) 310 pages
Wetzel, David. A Duel of Giants: Bismarck, Napoleon III, and the Origins of the Franco-Prussian War (U of Wisconsin Press, 2001). 244 pp. ISBN 0-299-17490-5
Frankel, Richard E. "From the Beer Halls to the Halls of Power: The Cult of Bismarck and the Legitimization of a New German Right, 1898–1945," German Studies Review, Vol. 26, No. 3 (Oct., 2003), pp. 543–560 in JSTOR
Frankel, Richard E (2005), Bismarck's Shadow. The Cult of Leadership and the Transformation of the German Right, 1898–1945, ISBN1-84520-033-0, 222 pp.
Gerwarth, Robert. "Inventing the Iron Chancellor," History Today 2007 57(6): 43–49, in EBSCO
Gerwarth, Robert (2005), The Bismarck Myth: Weimar Germany and the Legacy of the Iron Chancellor, ISBN0-19-928184-X, 216 pp.
Hamerow, Theodore S. ed. Otto von Bismarck and Imperial Germany: A Historical Assessment (1993), excerpts from historians and primary sources
Müller, Frank Lorenz (2008). «Man, Myth and Monuments: The Legacy of Otto von Bismarck (1866–1998)». European History Quarterly38 (4): 626–36. doi:10.1177/0265691408094517.
O'Shea, John J. "Bismarck's Decline and Fall," The American Catholic Quarterly Review, Vol. XXIII, January/October 1898. online
Pearce, Robert (March 2010), «The Austro-Prussian War», History Review (66).
Russell, Mark A. "The Building of Hamburg's Bismarck Memorial, 1898–1906," Historical Journal, Vol. 43, No. 1 (Mar., 2000), pp. 133–56 in JSTOR
Steefel, Lawrence D. "Bismarck," Journal of Modern History, Vol. 2, No. 1 (Mar., 1930), pp. 74–95 in JSTOR
Stürmer, Michael. "Bismarck in Perspective," Central European History, Vol. 4, No. 4, 1870/71 (Dec., 1971), pp. 291–331 in JSTOR
Urbach, Karina. "Between Saviour and Villain: 100 Years of Bismarck Biographies," Historical Journal 1998 41(4): 1141–60 in JSTOR