ΟΜοχάντας Καραμτσάντ Γκάντι (γκουτζαράτι: મોહનદાસ કરમચંદ ગાંધી, χίντι: मोहनदास करमचंद गांधी, Mohandās Karamcaṃd Gāndhī, 2 Οκτωβρίου 1869 - 30 Ιανουαρίου 1948), επίσης γνωστός ως Μαχάτμα Γκάντι, ήταν Ινδόςδικηγόρος, πολιτικός, στοχαστής και επαναστάτης ακτιβιστής. Υπήρξε σημαντικός πνευματικός οδηγός της Ινδίας καιτουκινήματος γιατην ανεξαρτησία της, καθώς και εμπνευστής της μεθόδου παθητικής αντίστασης χωρίς τη χρήση βίας έναντι των καταπιεστών.
Η διδασκαλία του επηρέασε το διεθνές κίνημα γιατηνειρήνηκαι μαζί μετον ασκητικό βίο του συνέτειναν στονα καταστεί παγκόσμιο σύμβολο και ορόσημο της φιλοσοφικής και κοινωνικοπολιτικής διανόησης του 20ού αιώνα. Έγινε ευρύτερα γνωστός μετην προσωνυμία Μαχάτμα[16], που φαίνεται νατου απέδωσε στα 1915 ο Ινδός νομπελίστας ποιητής και φιλόσοφος Ραμπιντρανάθ Ταγκόρκαιστασανσκριτικά σημαίνει Μεγάλη Ψυχή.[17]
Τα γενέθλια του Γκάντι στις 2 Οκτωβρίου εορτάζονται στηνΙνδία ως Γκάντι Τζαγιάντι (μια από τις σημαντικότερες εθνικές αργίες) και παγκοσμίως ως η Παγκόσμια Ημέρα μη Βίας. Θεωρείται από πολλούς ότι είναι, αλλά επίσημα δεν θεωρείται εθνοπατέρας στηνΙνδία.[18][19]Ο Γκάντι είναι γνωστός και ως Μπαπού[20] (σταγκουτζαράτι σημαίνει πατέρας,[21] μπαμπάς[21][22]).
Γεννήθηκε στις 2 Οκτωβρίου 1869, στοΠορμπαντάρ,[23]μια μικρή πόλη στη δυτική ακτή της Ινδίας στην επαρχία Γκουτζάρατ. Η οικογένειά του ανήκε στηνκάστα Βανισίγια,[24][25] σύμφωνα μετηνινδουιστική παράδοση του κοινωνικού διαχωρισμού σε κάστες. Ο παππούς του ήταν τοπικός κυβερνήτης του Πορμπαντάρ θέση στην οποία τον διαδέχτηκε ο γιος τουκαι πατέρας του Μαχάτμα, Καραμτσάντ. Η μητέρα του, Πουτλιμπάι, που ήταν η τέταρτη σύζυγος του Καραμτσάντ (οι τρεις προηγούμενες είχαν πεθάνει κατά τη διάρκεια της γέννας) επηρέασε καταλυτικά το χαρακτήρα τουμετην αγνότητα του βίου της, την ευγένειά καιτη θρησκευτική πίστη. Γεννήθηκε σε ένα δωμάτιο χωρίς παράθυρα εντός της οικίας της οικογένειας Γκάντι.[26]
Μεγάλωσε σε ένα οικογενειακό περιβάλλον, το οποίο ασπαζόταν τις απόψεις του τοπικού θρησκευτικού κινήματος της Γκουτζαράτ, Τζαΐν, που πρέσβευε τις αρχές τουμη-τραυματισμού οποιουδήποτε ζωντανού πλάσματος, τηχορτοφαγία, τηνηστεία ως μέθοδο αυτοκάθαρσης καιτην αμοιβαία ανοχή μεταξύ των μελών των διάφορων καστών και θρησκευτικών κινημάτων.
Το 1876 η οικογένειά του μετακόμισε στην πόλη Ρατζκότ[27]καιο Μαχάτμα εγγράφηκε στο σχολείο.[28]Την ίδια χρονιά αρραβωνιάστηκε τη συνομήλική τουΚαστουρμπάι, κόρη του εμπόρου Γκοκούλντας Μακάντζι. Λόγω του γάμου έχασε ένα σχολικό έτος αλλά το κάλυψε επιταχύνοντας τα μαθήματά του.[29]Το1881 εισήλθε στο Γυμνάσιο Λύκειο Άλφρεντ και δύο χρόνια αργότερα παντρεύτηκε την Καστουρμπάι. Μαζί απέκτησαν τέσσερα παιδιά τοΧαριλάλ (1888), τοΜανιλάλ (1892), τοΡαμντάς (1897) καιτονΝτεμντάς (1900)[30].
Στις 16 Νοεμβρίου 1885 πέθανε ο πατέρας τουσε ηλικία 63 ετών.[31]Το 1887 πέτυχε στις εισαγωγικές εξετάσεις και εισήλθε στο Κολλέγιο Σαμάλντας, αλλά οι σπουδές εκεί του φάνηκαν δύσκολες καιη ατμόσφαιρα δυσάρεστη ώστε παρακολούθησε μόνο ένα ακαδημαϊκό έτος. Έτσι εγκατέλειψε το φθηνότερο κολλέγιο που μπορούσε να παρακολουθήσει.[32] Μετά από αυτό ένας οικογενειακός φίλος, ο Μάβτζι Ντάβε Τζοσίτζι, πρότεινε πως εάν ο Μαχάτμα επιθυμούσε να αναλάβει τη θέση του πατέρα τουθα ήταν καλό να σπουδάσει νομικά, σπουδές πουθα διαρκούσαν τρία χρόνια στοΛονδίνο.[33] Έτσι ο νεαρός Γκάντι εκμεταλλευόμενος αυτήν την πρόταση μετέβη στην πρωτεύουσα της τότε Βρετανικής Αυτοκρατορίας στις 4 Σεπτεμβρίου 1888 και εγγράφηκε στο Γιουνιβέρσιτι Κόλετζ τουΛονδίνου.[34][35]Ο Γκάντι φανταζόταν τηνΑγγλία ως το κέντρο του πολιτισμού, χώρα φιλοσόφων και ποιητών. Η φανταστική του εικόνα όμως υπεχώρησε όταν βρέθηκε αντιμέτωπος μετον χλευασμό συμφοιτητών για τις ιδιαίτερες πολιτισμικές του συνήθειες ενώ συνάμα δυσκολευόταν να προσαρμοστεί προς τον δυτικό τρόπο ένδυσης και συμπεριφοράς.
Η παραμονή τουστοΛονδίνο επηρεάστηκε από την υπόσχεση, την οποία είχε δώσει στη μητέρα του, ενώπιον του μοναχού Μπετσάρτζι της ομάδας Τζαΐν, να απέχει από την κρεοφαγία, την οινοπνευματοποσία καιτην ερωτική ελευθεριότητα. Ανκαι πειραματίστηκε στην υιοθέτηση ορισμένων αγγλικών συνηθειών, εν τούτοις παρέμεινε χορτοφάγος συμμετέχοντας στην Ένωση Χορτοφάγων του Λονδίνου[36], όπου ανήκε καιοΤζορτζ Μπέρναρντ Σο, εκλεγόμενος μάλιστα και μέλος της εκτελεστικής της επιτροπής.
Μερικά από τα μέλη της Ένωσης ήταν επίσης μέλη της Θεοσοφικής Εταιρείας, η οποία είχε ιδρυθεί το 1875 με σκοπό την προώθηση της παγκόσμιας συναδέλφωσης και επικέντρωνε στη μελέτη της βουδιστικήςκαι ινδικής βραχμανικής λογοτεχνίας. Αυτοί παρότρυναν τον Γκάντι να διαβάσει τηΜπαγκαβάτ-Γκίτα. Το ίδιο διάστημα ένας Χριστιανός φίλος τουτου πρότεινε να διαβάσει τηΒίβλο. Ανκαι βρήκε δύσκολη και ανιαρή την ανάγνωση της Παλαιάς Διαθήκης ενθουσιάστηκε μετηνΚαινή Διαθήκηκαι ιδιαίτερα μετην «Επί του Όρους ομιλία». Μη έχοντας επιδείξει προηγουμένως ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατηθρησκεία μελέτησε θρησκευτικά έργα και πραγματείες, γεγονός πουτου ενεφύσησε την αρχή γιατον σεβασμό κάθε θρησκείας καιτην υπεράσπιση της θρησκευτικής ιδιαιτερότητας.
Αφού πέρασε με επιτυχία τις εξετάσεις του τελευταίου έτους και έλαβε τοπτυχίοτου απέπλευσε γιατην Ινδία στις 10 Ιουνίου του 1891. Φθάνοντας στηΒομβάη πληροφορήθηκε ότι η μητέρα του είχε πεθάνει. Οι συγγενείς του σκόπιμα είχαν αποκρύψει την είδηση προκειμένου να αποφύγει τον συναισθηματικό κλονισμό, ως τόσο μακριά από την πατρίδα. Αρχικά έμεινε για λίγο στο Ρατζκότ αναλαμβάνοντας την εκπαίδευση του μικρού γιουτουκαιτων παιδιών του αδελφού του, ενώ λίγο αργότερα αποφάσισε να ανοίξει δικηγορικό γραφείο στη Βομβάη. Εκεί παρέμεινε μερικούς μήνες αναλαμβάνοντας μόνο μια μικρή υπόθεση. Όταν όμως προσήλθε στοδικαστήριογιανα αγορεύσει έχασε το θάρρος τουκαιδεν κατάφερε να αρθρώσει ούτε μία λέξη.
Η αποτυχία στη Βομβάη τον έφερε πίσω στο Ρατζκότ όπου προσπάθησε να σταδιοδρομήσει επαγγελματικά. Και εκεί όμως δεν κατάφερε να προοδεύσει και επί πλέον ένιωθε άβολα μέσα σ' ένα περιβάλλον γεμάτο ασήμαντες δολοπλοκίες και μικροπρέπειες. Τότε του προτάθηκε από την εταιρεία Dada Abdulla & Co. νατην αντιπροσωπεύσει σε μία δικαστική υπόθεση στην αποικία του Νατάλ στηΝότια Αφρική.[37][38]Ο Γκάντι ενθουσιάστηκε από την προσφορά και ξεκίνησε γιατηνΑφρικήτον Απρίλιο του 1893.
Φτάνοντας στη Νότια Αφρική βρέθηκε αντιμέτωπος μετον φυλετικό διαχωρισμό τουαπαρτχάιντ, ο οποίος εκδηλωνόταν από τους λευκούς εποίκους εις βάρος των ντόπιων έγχρωμων καιτων Ινδών μεταναστών. Ο ίδιος ο Γκάντι εκδιώχθηκε από την αίθουσα του δικαστηρίου επειδή αρνούνταν να βγάλει το παραδοσιακό ινδικό τουρμπάνι ενώ ακόμη μία φορά δέχθηκε βία από τον οδηγό ταχυδρομικής άμαξας λόγω του ότι αρνήθηκε να παραχωρήσει τη θέση τουσε κάποιον Ευρωπαίο επιβάτη. Αυτή η κατάσταση τον οδήγησε να δραστηριοποιηθεί πολιτικά, υπερασπιζόμενος ταανθρώπινα δικαιώματατων συμπατριωτών του.[39][40]
Κατά την εικοσάχρονη παραμονή στηΝότια Αφρική φυλακίστηκε πολλές φορές για τους αγώνες του. Εκεί πρώτη φορά ξεκίνησε να διδάσκει την τακτική της παθητικής αντίστασης, μιας μεθόδου με σαφείς αναφορές στη σκέψη του κορυφαίου Ρώσου συγγραφέα Λέοντα Τολστόι. Στην άρνηση γιατη χρήση βίας έναντι των καταπιεστών επηρεάστηκε, όπως ο ίδιος έλεγε, από τη διδασκαλία τουΙησού ΧριστούκαιτονΑμερικανό συγγραφέα Χένρι Θορό, ο οποίος είχε γράψει ένα δοκίμιο γιατην πολιτική ανυπακοή.
Όταν ξέσπασε οπόλεμος των Μπόερςο Γκάντι οργάνωσε σώμα τραυματιοφορέων[41]γιατον βρετανικό στρατό και διηύθυνε μία μονάδα τουΕρυθρού Σταυρού. Μετά τη λήξη του πολέμου επέστρεψε στον αγώνα γιατα δικαιώματα των Ινδών μεταναστών καιστα 1910 ίδρυσε το αγρόκτημα Τολστόι, κοντά στοΝτάρμπαν, μια συνεταιριστική παροικία για Ινδούς.[42][43]
Αργότερα η κυβέρνηση της Νοτιοαφρικανικής Ένωσης έκανε σημαντικές παραχωρήσεις στις απαιτήσεις του Γκάντι, συμπεριλαμβανομένης της αναγνώρισης των ινδικών γάμωνκαι της κατάργησης τουκεφαλικού φόρου. Έτσι αφού κατάφερε την απόδοση ουσιωδών δικαιωμάτων στους συμπατριώτες του αποφάσισε να επιστρέψει τον ίδιο χρόνο στηνΙνδία.
Επί δύο περίπου χρόνια ταξίδεψε σε πολλές περιοχές της Ινδίας προκειμένου να έρθει σε επαφή με τις απόψεις της σύγχρονης ινδικής κοινωνίας. Το ενδιαφέρον του επικεντρώθηκε στο πρόβλημα της επαγγελματικής μαθητείας, σύστημα στο πλαίσιο του οποίου φτωχοί και αγράμματοι εργάτες δελεάζονταν ώστε να εγκαταλείψουν την Ινδία εργαζόμενοι σε άλλες βρετανικές αποικίες.
Ο Γκάντι χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της παθητικής αντίστασης κατάφερε να προκαλέσει μεγάλη κινητοποίηση για αυτό το θέμα. ΣτηΒομβάη πραγματοποιήθηκε συνέλευση όλων των Ινδών ηγετών και καθορίστηκε η 31η Μαΐου 1917 ως η τελευταία ημερομηνία γιατην κατάργηση της επαγγελματικής μαθητείας. Εν συνεχεία ταξίδεψε σε όλη τη χώρα γιανα λάβει υποστήριξη του αγώνα του. Οι συγκεντρώσεις σε κάθε σταθμό της περιοδείας του ήταν τέτοιες, ώστε ανάγκασαν την κυβέρνηση να αναγγείλει ότι το συγκεκριμένο σύστημα εργασίας θα έπαυε πριντην 31η Μαΐου.
Την περίοδο τουΜεσοπολέμου αναδείχθηκε σε κεντρική μορφή του εθνικού αγώνα των Ινδών για ανεξαρτησία. Το κίνημα της ανεξαρτησίας άρχισε σύντομα να εξαπλώνεται και όταν το 1919 τοΒρετανικό Κοινοβούλιο μέσω της πράξης του Ρόουλατ παραχώρησε στις αποικιακές δυνάμεις έκτακτες εξουσίες γιατην αντιμετώπισή του, η τακτική της παθητικής αντίστασης απέκτησε εκατομμύρια θιασώτες σε όλη τη χώρα. Μία διαδήλωση εναντίον της πράξης του Ρόουλατ στην πόλη Αμριτσάρ κατέληξε σε λουτρό αίματος από τις βρετανικές δυνάμεις (Σφαγή του Αμριτσάρ). Ως αντίδραση στην απάνθρωπη αποικιοκρατική αυτή πράξη ο Μαχάτμα όρισε την 16η Απριλίου ημέρα νηστείας καιπροσευχήςγιατα θύματα της σφαγής. Το 1920 μετά την αποτυχία των Βρετανών να επανορθώσουν ο Γκάντι προώθησε μίαν οργανωμένη εκστρατεία μη συνεργασίας. Παραιτήθηκαν οι Ινδοί κρατικοί αξιωματούχοι, οι πολίτες αρνούνταν τη συμμετοχή σε κρατικούς οργανισμούς καιτα παιδιά αποχώρησαν από τα κρατικά σχολεία
↑McGregor, Ronald Stuart (1993). The Oxford Hindi-English Dictionary. Oxford University Press. σελ. 799. ISBN978-0-19-864339-5. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Οκτωβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 31 Αυγούστου 2013. Quote: (mahā- (S. "great, mighty, large, ..., eminent") + ātmā (S. "1. soul, spirit; the self, the individual; the mind, the heart; 2. the ultimate being."): "high-souled, of noble nature; a noble or venerable man."
↑Gandhi, Rajmohan (2006)p. 172: "... Kasturba would accompany Gandhi on his departure from Cape Town for England in July 1914 en route to India. ... In different South African towns (Pretoria, Cape Town, Bloemfontein, Johannesburg, and the Natal cities of Durban and Verulam), the struggle's martyrs were honoured and the Gandhi's bade farewell. Addresses in Durban and Verulam referred to Gandhi as a 'Mahatma', 'great soul'. He was seen as a great soul because he had taken up the poor's cause. The whites too said good things about Gandhi, who predicted a future for the Empire if it respected justice." (p. 172).
↑Nehru, Jawaharlal. An Autobiography. Bodley Head.
↑ 21,021,1McAllister, Pam (1982). Reweaving the Web of Life: Feminism and Nonviolence. New Society Publishers. σελ. 194. ISBN978-0-86571-017-7. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Οκτωβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 31 Αυγούστου 2013. Quote: "With love, Yours, Bapu (You closed with the term of endearment used by your close friends, the term you used with all the movement leaders, roughly meaning 'Papa'." Another letter written in 1940 shows similar tenderness and caring.
↑"Into that Heaven of Freedom: The impact of apartheid on an Indian family's diasporic history", Mohamed M Keshavjee, 2015, by Mawenzi House Publishers, Ltd., Toronto, ON, Canada, (ISBN978-1-927494-27-1)