Ιατρός αφαιμάσσει ασθενή σε ερυθρόμορφο αρχαίο ελληνικό αγγείο (480-470 π.Χ., Λούβρο).
Αφαίμαξη ονομάζεται η αφαίρεση αίματος από έναν άνθρωπο ή ζώο με σκοπό τη θεραπεία ή την πρόληψη ασθένειας. Η αφαίμαξη είναι μία ιατρική πρακτική με ρίζες στην αρχαιότητα καιστη θεωρία των χυμών του σώματος, οι οποίοι έπρεπε να παραμένουν στην κατάλληλη ισορροπία γιατη διατήρηση της υγείας. Πιθανότατα υπήρξε η συνηθέστερη επεμβατική πρακτική στην ιστορία της ιατρικής από την αρχαιότητα μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα[1]. Σήμερα έχει σχεδόν εγκαταλειφθεί από τη σύγχρονη ιατρική, εκτός από ελάχιστες, πολύ ειδικές ιατρικές καταστάσεις[2].
Γιατην αφαίρεση αίματος για εργαστηριακές εξετάσεις ή για μεταγγίσεις χρησιμοποιούνται οι όροι φλεβοτομήκαιαιμοδοσία. Η λέξη «αφαίμαξη» χρησιμοποιείται πλέον περισσότερο μεταφορικά, με αρνητική χροιά[3].
Σημεία για αφαίμαξη, Χανς φον Γκέρσντορφ, Εγχειρίδιο ιατρικής πληγών, 1517
Οι αρχαιότερες περιγραφές αφαιμάξεων βρίσκονται σε αρχαία κείμενα της ινδικής Αγιουρβέδα, όπου αναφέρονται λεπτομερώς συστηματικά επιστημονικοί τρόποι αφαιμάξεως.
Η αφαίμαξη είναι μία από τις αρχαιότερες ιατρικές πρακτικές, που εφαρμοζόταν στην αρχαία Μεσοποταμία, στηναρχαία Αίγυπτοκαιστηναρχαία Ελλάδα. ΟΙπποκράτης αναφέρει την εφαρμογή της κατά τον 5ο αιώνα π.Χ., παρότι ο ίδιος γενικώς προτιμούσε θεραπείες βασιζόμενες στη διατροφή[4]. ΟΕρασίστρατος, ωστόσο, είχε τη θεωρία ότι πολλές ασθένειες προκαλούνταν από «υπεραφθονίες» (πληθώραι) στο αίμα και συμβούλευε την καταπολέμησή τους με άσκηση, εφίδρωση, μειωμένη πρόσληψη τροφής καιέμετο[5]. ΟΗρόφιλος προπαγάνδιζε την αφαίμαξη. Ο Αρχάγαθος, ένας από τους πρώτους `Ελληνες ιατρούς που άσκησε την ιατρική στη Ρώμη, πίστευε επίσης στην αξία της αφαιμάξεως.
Η «αιμορράγησις» ενός ασθενή προς αποκατάσταση της υγείας του είχε ως φυσικό πρότυπο τηνεμμηνόρροια. Ο Ιπποκράτης πίστευε ότι η εμμηνόρροια είχε τη λειτουργία της «καθάρσεως των γυναικών από κακούς χυμούς»[6]. Ο δεύτερος σε επιρροή μετά τον Ιπποκράτη ιατρός της αρχαιότητας, οΓαληνός, υπερασπιζόταν επίσης την αφαίμαξη.
Η αποδοχή των αφαιμάξεων στον ελληνορωμαϊκό κόσμο ενισχύθηκε μετά την ανακάλυψη από τον Γαληνό ότι όχι μόνο οιφλέβες, αλλά καιοιαρτηρίες ήταν γεμάτες με αίμα (και όχι με αέρα, όπως νομιζόταν ως τότε). Υπήρχαν δύο βασικές αντιλήψεις πίσω από την εφαρμογή της αφαιμάξεως: Η πρώτη ήταν ότι το αίμα παραγόταν καιστο τέλος λογικά παρέμενε ως «χρησιμοποιημένο», πουδεν κυκλοφορούσε πλέον και άρα μπορούσε να «λιμνάσει» στα άκρα. Η δεύτερη ήταν ότι η ισορροπία μεταξύ τωντεσσάρων χυμών (αίματος, φλέγματος, μελανής και κίτρινης χολής) αποτελούσε τη βάση της υγείας ή της ασθένειας. Ο Γαληνός πίστευε πως το αίμα ήταν ο κυρίαρχος χυμός και αυτός που χρειαζόταν να ελέγχεται περισσότερο. Γιανα εξισορροπήσει τους χυμούς, ο ιατρός έπρεπε είτε να αφαιρέσει την «περίσσεια» (πληθώραν) αίματος από τον ασθενή, είτε νατου χορηγήσει κάποιο εμετικό ή διουρητικό φάρμακο.
Ο Γαληνός συνέταξε ένα σύνθετο πρόγραμμα γιατο πόσο αίμα θα έπρεπε να αφαιρείται, ως συνάρτηση της ηλικίας και της κράσεως του ασθενούς, της εποχής, του καιρού και της τοποθεσίας. Τα συμπτώματα της περίσσειας αίματος πιστευόταν ότι περιελάμβαναν τονπυρετό, τηναποπληξίακαιτον πονοκέφαλο. Ο τύπος του αίματος που έπρεπε να αφαιρεθεί καθοριζόταν από την ασθένεια: είτε αρτηριακό, είτε φλεβικό, και από κοντά ή μακριά από τη νοσούσα περιοχή του σώματος. Κατά τον Γαληνό, διαφορετικά αγγεία συνδέονταν με διαφορετικά όργανα, π.χ. η φλέβα στο δεξιό χέρι έπρεπε να αφαιμάσσεται για προβλήματα στοήπαρ, ενώ η φλέβα στο αριστερό χέρι για προβλήματα τουσπλήνα. Η ποσότητα του αίματος που αφαιρούσαν ήταν ανάλογη μετη βαρύτητα της ασθένειας. Οι μεγαλύτερες αφαιμάξεις γίνονταν σε περιπτώσεις υψηλού πυρετού.
Στην εβραϊκή παράδοση, τοΤαλμούδ συνιστούσε μία συγκεκριμένη ημέρα της εβδομάδας και συγκεκριμένες ημερομηνίες για τις αφαιμάξεις, καιστον ευρωπαϊκό Μεσαίωνα παρόμοιοι κανόνες ανιχνεύονται σε κείμενα που συμβούλευαν γιατοποιων αγίων οι εορτές ήταν ευνοϊκές για αφαίμαξη, ενώ συνήθεις ήταν καιοι αστρολογικοί χάρτες που έδειχναν συγκεκριμένα σημεία αιμοληψίας σε σχέση με τις θέσεις των πλανητών καιτων ζωδίων[7]. Η ισλαμική ιατρική συμβούλευε επίσης την αφαίμαξη, ιδίως σε περιπτώσεις πυρετού.
Ακόμα και μετά την εγκατάλειψη της θεωρίας των χυμών, η πρακτική της αφαιμάξεως συνεχίσθηκε από χειρουργούςκαιμπαρμπέρηδες. Τη χρησιμοποιούσαν γιατη «θεραπεία» πάμπολλων ασθενειών, και εφαρμοζόταν τόσο προληπτικά (για προφύλαξη), όσο και θεραπευτικά. Γιατον λόγο αυτό, πολλά κουρεία διατηρούσαν βδέλλες μέσα σε βάζα.
Αφαίμαξη το 1860
Η ωφέλεια των αφαιμάξεων άρχισε να αμφισβητείται σοβαρά μόλις μετά τα μέσα του 19ου αιώνα, μετην ανάπτυξη νέων στατιστικών μεθόδων γιατην αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των διάφορων θεραπευτικών μεθόδων[8]. Μερικοί γιατροί πάντως συνέχισαν να τις θεωρούν «ευεργετικές» σε κάποιες περιπτώσεις, π.χ. γιατον «καθαρισμό» από μολυσμένο ή «εξασθενημένο» αίμα[9].
Η πρακτική συνεχίσθηκε καιτον 20ό αιώνα: ΟσερΓουίλιαμ Όσλερτη συνιστά στην έκδοση του 1923 του συγγράμματός τουThe Principles and Practice of Medicine[10].
ΟΓουίλιαμ Χάρβεϋ είχε ήδη αποδείξει το εσφαλμένο της σχετικής θεωρίας το1628, ενώ η επιστημονική ιατρική, la méthode numérique, επέτρεψε στον Γάλλο παθολόγο ΠιερΣαρλ Αλεξάντρ Λουίνα αποδείξει το 1830-1840 ότι η φλεβοτομή ήταν εντελώς αναποτελεσματική σε περιπτώσεις πνευμονίαςκαι διάφορων πυρετών. Ο Λουί κυνηγήθηκε από τον οπαδό της αφαιμάξεως Φρανσουά Μπρουσαί, ο οποίος μπορούσε να συστήσει «πενήντα βδέλλες τη φορά». Ορισμένοι σοβαρότεροι ιατροί αντιστάθηκαν στην έρευνα του Λουί, επειδή δεν ήταν προετοιμασμένοι να απορρίψουν θεραπείες «επικυρωμένες τόσο από την παράδοση, όσο και από τη δική τους εμπειρία, χάριν των αριθμών κάποιου άλλου»[11].
Εργαλεία για χρήση σε αφαιμάξεις ζώων
Μία τυπική κούρα τραυματία της εποχής περιγράφεται ως εξής: Στις 13 Ιουλίου 1824 ένας Γάλλος λοχίας μαχαιρώθηκε στο στήθος. Μέσα σε λίγα λεπτά είχε λιποθυμήσει από απώλεια αίματος. Φθάνοντας στο τοπικό νοσοκομείο, οι ιατροί του αφαίμαξαν αμέσως 20 ουγγιές (570 ml - χιλιοστά του λίτρου) αίματος «διατην πρόληψιν φλεγμονής». Την ίδια νύχτα του αφαίρεσαν άλλες 24 ουγγιές (680 ml). Το επόμενο πρωί, ο χειρουργός προχώρησε σε αφαίμαξη κι άλλων 10 ουγγιών (285 ml) από τον ασθενή. Και τις επόμενες 14 ώρες έγιναν άλλες 5 αφαιμάξεις. Το ιατρικό προσωπικό αφαίρεσε έτσι σκοπίμως περισσότερο από το ήμισυ του αίματος του ασθενούς (πέρα από την αρχική απώλεια που είχε προκαλέσει τη λιποθυμία του). Οι αφαιμάξεις συνεχίσθηκαν μετά από λίγες ημέρες. Στις 29 Ιουλίου η πληγή είχε φλεγμονή. Ο θεράπων ιατρός εφάρμοσε 32 βδέλλες στο πλέον ευαίσθητο μέρος της πληγής. Κατά τις επόμενες τρεις ημέρες έγιναν επιπλέον αφαιμάξεις και συνολικά 40 ακόμα βδέλλες. Ο λοχίας αποθεραπεύθηκε και πήρε εξιτήριο στις 3 Οκτωβρίου. Ο θεράπων ιατρός του έγραψε ότι «δια της μεγάλης ποσότητος αφαιρεθέντος αίματος, ίσης με 170 ουγγιές (4,8 λίτρα), πέραν του αφαιρεθέντος δια της εφαρμογής βδελλών (ίσως άλλο ένα λίτρο), η ζωή του ασθενούς εσώθη». Γιατα δεδομένα της εποχής, 6 λίτρα αίματος που αφαιρούντο σε διάστημα ενός μηνός ήταν μία μεγάλη αλλά όχι υπερβολική ποσότητα. Η ιατρική βιβλιογραφία της εποχής περιλαμβάνει πολλές παρόμοιες αναφορές, μερικές επιτυχημένες και άλλες όχι.
Στις ΗΠΑοεκτων υπογραψάντων τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας του νέου κράτους ιατρός Μπέντζαμιν Ρας θεωρούσε την κατάσταση των αρτηριών ως το «κλειδί» για τις ασθένειες, συνιστώντας επίπεδα αφαιμάξεων υψηλά ακόμα καιγιατην εποχή του. Ο ίδιος οΓεώργιος Ουάσιγκτον ζήτησε να αφαιμαχθεί βαριά όταν εμφάνισε μόλυνση στον λάρυγγα καιτου αφαιρέθηκαν περί τα 3,75 λίτρα αίματος μέσα σε 10 ώρες, πριν αποβιώσει από τη μόλυνση[12]
Σήμερα είναι πλέον αποδεδειγμένο ότι η αφαίμαξη δεν είναι αποτελεσματική για τις περισσότερες ασθένειες. Στην πραγματικότητα συνήθως είναι επιβλαβής, καθώς μπορεί να εξασθενήσει τον άρρωστο καινα διευκολύνει έτσι τις μολύνσεις. Η αφαίμαξη χρησιμοποιείται στις ημέρες μας στις περιπτώσεις λίγων σπάνιων παθήσεων, όπως είναι η κληρονομική αιμοχρωμάτωση, και γενικά ηυπερσιδηραιμία, καιηερυθροκύτωση. Ωστόσο, αυτές οι καταστάσεις ήταν άγνωστες και αδύνατο να διαγνωσθούν πριν από τον 20ό αιώνα.
Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις, η αφαίμαξη μπορεί να επιφέρει ευεργετικά αποτελέσματα, π.χ. μειώνοντας τον καρδιακό φόρτο σε περίπτωση καρδιακής ανεπάρκειαςκαιτο υγρό σε περίπτωση οξέος πνευμονικού οιδήματος, ή απλώς μειώνοντας την πίεση του αίματος. Σε άλλες περιπτώσεις η πτώση στην πίεση του αίματος μπορεί να βοηθήσει εξαιτίας του ηρεμιστικού της αποτελέσματος. Μία άλλη κατηγορία είναι οι δηλητηριάσεις του αίματος (η τοξίνη μπορεί να παράγεται και από τον ίδιο τον οργανισμό, π.χ. στηνουραιμία). Στη δηλητηρίαση από μονοξείδιο του άνθρακα (ουσιαστικά ασφυξία) η αφαίμαξη ωφελεί σε συνδυασμό μεοξυγονοθεραπεία ή ταυτόχρονη μετάγγιση καθαρού αίματος. Τότε όμως χαρακτηρίζεται μετον όρο αφαιμαξομετάγγιση.