O όρος Αρχαία Αίγυπτος αναφέρεται στονπολιτισμόο οποίος αναπτύχθηκε στηβορειοανατολική περιοχή της Αφρικής, είναι παράκτια της νοτιοανατολικής Μεσογείουστην οποία εκβάλλει ο ποταμός Νείλοςκαι ταυτίζεται στο σύνολο, σχεδόν, της έκτασής της μετη σημερινή Αιγύπτο. Είναι ένας από τους έξι πολιτισμούςπου αναπτύχθηκαν ανεξάρτητα. Ο Αιγυπτιακός πολιτισμός ακολούθησε τηνπροϊστορική Αίγυπτοκαι προέκυψε, ως ενότητα, περίπου το 3150 π.Χ. (κατά τηνσυμβατική Αιγυπτιακή χρονολογία)[1]μετη διοικητική ένωση της ΆνωκαιΚάτω Αιγύπτου από τονφαραώΝαρμέρ (κοινώς γνωστός ως Μήνης).[2]Η ιστορία της αρχαίας Αιγύπτου εκτυλίχθηκε σεμια σειρά σταθερών βασιλείων, χωριζόμενων από περιόδους σχετικής αστάθειας οι οποίες είναι γνωστές ως Ενδιάμεσες Περίοδοι: τοΠαλαιό Βασίλειο κατά την Πρώιμη εποχή του Χαλκού, τοΜέσο Βασίλειο της μέσης εποχής του Χαλκού καιτοΝέο Βασίλειο της ύστερης εποχής του Χαλκού.
Η επιτυχία του αρχαίου αιγυπτιακού πολιτισμού οφείλεται αδιαμφισβήτητα και ουσιαστικά, στην ικανότητά τουνα προσαρμόζεται στις συνθήκες του ιδιαίτερου και αφιλόξενου, σε τρίτους, περιβάλλονυος της Κοιλάδας του Νείλου, τις εξελιγμένες, εκτων πραγμάτων, αγροτοκτηνοτροφικές μεθόδους, καθώς και της εκμετάλλευσης του «δέλτα» του. Οι προβλέψιμες πλημμύρες του Νείλου, οι οποίες σε συνδυασμό με τους μουσώνες - χαρακτηριστικών καιρικών φαινομένων της περιοχής - οι οποίοι προσέδιδαν διπλούς ετήσιους εποχιακούς κύκλους καιη ελεγχόμενη άρδευση της εύφορης κοιλάδας παρήγαγε αφθονία προϊόντων, το οποίο επέφερε πυκνό πληθυσμό (ίσο μετο σύνολο ετούτου της Γηραιάς Ηπείρου) μεκοινωνική ανάπτυξηκαι εξελιγμένο πολιτισμό. Με πλεόνασμα πόρων, η διοίκηση της κοιλάδας και της γύρω ερήμου ενθάρρυνε την πρώιμη ανάπτυξη ενός αυτόνομου και ιδιαίτερου συστήματος γραφής, την οργάνωση συλλογικών κατασκευών και αγροτικών προγραμμάτων, το εμπόριο με τις γύρω περιοχές και ένας στρατός προορισμένος να αντιμετωπίζει εγχώριους και εξωτερικούς εχθρούς. Η γραφειοκρατία του διοικητικού συστήματος, η οποία κατέστησε τους γραφείς υψηλή, κοινωνικώς, τάξη, θρησκευτικοί ηγέτες και διοικητικοί αξιωματούχοι υπό τον έλεγχο του Φαραώ ενθάρρυναν και οργάνωναν αυτές τις δραστηριότητες ενώ ο ίδιος διασφάλιζε τη συνεργασία καιτην ενότητα του Αιγυπτιακού λαού μέσω ενός περίπλοκου συστήματος θρησκευτικών πεποιθήσεων.[4][5]
ΟΝείλος έχει υπάρξει η ζωοδόχος πηγή των περιοχών από τις οποίες διέρχεται, για μεγάλο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας.[6]Η εύφορη κοιλάδα του, με τις περιοδικές πλημμύρες, έδωσε στους ανθρώπους την ευκαιρία να αναπτύξουν μια σταθερή, πάγια αγροτική οικονομία καιμιαπιο περίτεχνη, συγκεντρωτική κοινωνία που έγινε ακρογωνιαίος λίθος στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού.[7]Νομάδες, ως σύγχρονοιτροφοσυλλέκτες άρχισαν να κατοικούν την κοιλάδα του Νείλου στο τέλος τουΜέσου Πλειστόκαινου περίπου πριν 120 χιλιάδες χρόνια. Από τα τέλη της Παλαιολιθικής περιόδου, το ερημικό ξηρό κλίμα της Βόρειας Αφρικής έγινε βαθμιαία θερμότερο και ξηρότερο, αναγκάζοντας τους πληθυσμούς της περιοχής να συγκεντρωθούν στην παραποτάμια περιοχή.
Κατά την Προδυναστική και Πρώιμη Δυναστική Περίοδο, το κλίμα της Αιγύπτου ήταν, αισθητά, λιγότερο ερημικό σε σχέση μετο σημερινό. Μεγάλες εκτάσεις της Αιγύπτου καλύπτονταν από δασωμένη σαβάνακαι τις διέσχιζαν κοπάδια οπληφόρων χορτοφάγων. Το φύλλωμα καιη πανίδα ήταν πολύ πιο κοινά σε όλες τις περιοχές καιη περιοχή του Νείλου έτρεφε μεγάλους πληθυσμούς waterfowl (είδος υδρόβιου πτηνού). Το κυνήγι ήταν, ενδεχομένως, κοινή δραστηριότητα για τους Αιγύπτιους και πολλά ζώα εξημερώθηκαν αυτήν την περίοδο.[9]
Μέχρι το5500 π.Χ., μικρές φυλές που διαβιούσαν στην κοιλάδα του Νείλου είχαν εξελιχθεί σεμια σειρά πολιτισμών, τοπικής κλίμακας, επιδεικνύοντας ιδιαίτερα αποδοτικές μεθόδους στη γεωργία καιτηνκτηνοτροφία, όπως προσδιορίζεται από την αγγειοπλαστική καιτα αντικείμενα προσωπικής χρήσης όπως, χτένες, βραχιόλια και χάντρες. Ο σπουδαιότερος από αυτούς τους πολιτισμούς στην άνω Αίγυπτο ήταν οιΠολιτισμός Μπαντάρι, που πιθανώς προήλθαν από τη Δυτική Έρημο· διακρινόταν γιατα υψηλής ποιότητας κεραμικά του, ταλίθινα εργαλείακαιτη χρήση του χαλκού.[10]
Τον πολιτισμό Μπαντάρι ακολούθησαν οι πολιτισμοί τωνΑμρατίων (Νακάντα I) καιτων Γκερζέχ (Νακάντα II),[11]που επέφεραν σειρά τεχνολογικών βελτιώσεων. Τουλάχιστον από την Περίοδο Νακάντα I, οι κάτοικοι της προδυναστικής Αιγύπτου εισήγαγαν οψιανό (ή οψιδιανό) από την περιοχή της Αιθιοπίας, τον οποίο χρησιμοποιούσαν γιατη διαμόρφωση λεπίδων και άλλων αντικειμένων από μακρόστενα κομμάτια λίθων.[12]Την εποχή των Νακάντα II, υπάρχουν πρώιμα στοιχεία επαφής μετηνΕγγύς Ανατολή, ειδικά μετηΧαναάνκαιτην ακτή της Βύβλου.[13]Στη διάρκεια μιας χιλιετίας, ο πολιτισμός Νακάντα εξελίχθηκε από μερικές μικρές αγροτικές κοινότητες σε έναν ισχυρό πολιτισμό, οι ηγέτες του οποίου είχαν πλήρη έλεγχο επί των ανθρώπων καιτων πόρων της κοιλάδας του Νείλου.[14] Εγκαθιδρύοντας ένα κέντρο εξουσίας στηνΙερακόπολη, και αργότερα στηνΆβυδο, οι ηγεμόνες Νακάντα III επέκτειναν τον έλεγχό τους επί της Αιγύπτου βορείως στην Άνω Αίγυπτο, κατά μήκος τουΝείλου.[15] Διεξήγαγαν, επίσης, εμπόριο μετηΝουβίαστα νότια, με ορισμένες από τις οάσεις της δυτικής ερήμουκαι τους πολιτισμούς της ανατολικής Μεσογείουκαι της Εγγύς Ανατολής, στα ανατολικά.[15] Βασιλικές Νουβικές ταφές στοΚουστούλ έδωσαν αντικείμενα που φέρουν τα αρχαιότερα γνωστά παραδείγματα Αιγυπτιακών δυναστικών συμβόλων, όπως τολευκό στέμμα της Αιγύπτου καιτο γεράκι.[16][17]
Οι Φαραώ του Νέου Βασιλείου εγκαθίδρυσαν μια περίοδο ευημερίας άνευ προηγουμένου διασφαλίζοντας τα σύνορα τους και ενδυναμώνοντας τοις διπλωματικές σχέσεις με τους γείτονες τους, όπως οιΜιτάνι, ηΑσσυρίακαιηΧαναάν. Εκστρατείες τουΤούθμωση Α΄καιτου εγγονού τουΤούθμωση Γ΄ διεύρυναν την επιρροή των Φαραώ σεμια από τις μεγαλύτερες εκτάσεις που είχε σημειώσει, ως τότε, η Αίγυπτος. Μεταξύ των βασιλειών τους, ηΧατσεψούτ, εν γένει, επέβαλε την ειρήνη και αποκατέστησε τους εμπορικούς δρόμους που είχαν απολεσθεί κατά την κατοχή από τους Υξώς, καθώς επίσης, επεκτάθηκαν σε νέες περιοχές. Όταν πέθανε ο Τούθμωσις Γ΄ το 1425 π.Χ., η Αίγυπτος κατείχε μια αυτοκρατορία από τηNiyaστη βορειοδυτική Συρία μέχρι τον τέταρτο καταρράκτη του Νείλου στηΝουβία, θεμελιώνοντας συμμαχίες και επιτρέποντας την πρόσβαση καίριων προϊόντων όπως ομπρούντζοςκαιτοξύλο.[18]
Από γεωγραφικής άποψης, το μεγαλύτερο τμήμα της αρχαίας Αιγύπτου καταλάμβανε τμήμα της βόρειας Αφρικής ανκαιη χερσόνησος του Σινά βρίσκεται στη νοτιοδυτική Ασία. Είχε τις ίδιες ακτογραμμές στηνΕρυθράκαιτηΜεσόγειο θάλασσαμετη Λιβύη προς δυσμάς, το σημερινό Σουδάν, νότια, καιτηνΠαλαιστίνη, ανατολικά. Ουσιαστικά, κατά την περίοδο εκείνη διαιρείτο σε δύο βασίλεια, γνωστά ως Άνω (νότια) και Κάτω (βόρεια) Αίγυπτος. Στην πραγματικότητα τούτος ο γεωγραφικός προσδιορισμός ακολουθούσε τον άξονα τουΝείλου ποταμού. Ο Νείλος, γύρω από τον οποίο συναθροιζόταν και συνεχίσει να συναθροίζεται το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού, υπήρξε ζωοδότρια πηγή τουΑιγυπτιακού πολιτισμού, ήδη από τηνεποχή του Λίθουκαιτονπολιτισμό Νακάντα. Τα δύο βασίλεια ενωμένα σχημάτιζαν ότι αποκαλούσε οΗρόδοτος μαύρη γη (Ηροδότου, Β,12). Το όνομα μαύρη γη (kmt) ή Κεμέτ προέκυψε, πιθανώς, εξαιτίας των σκοτεινόχρωμων αποθέσεων από τις πλημμύρες του Νείλου.
Η μεγαλύτερη των τριών χιλιετιών ιστορία της αρχαίας Αιγύπτου χωρίζεται σε οκτώ ή εννέα περιόδους, οι οποίες αποκαλούνται ενίοτε Βασίλεια καιεν τάχει αναλύονται στο παρακάτω χρονολόγιο. Αυτή η σύγχρονη ταξινόμηση είναι αυθαίρετη και βασίζεται σε κοινωνικά κριτήρια ευημερίας, ενότητας και διακυβέρνησης από μία κεντρική εξουσία. Οι ίδιοι οι αρχαίοι Αιγύπτιοι δεν ομαδοποιούσαν τους κυβερνήτες τους βάσει τέτοιων κριτηρίων. Αντίθετα χρησιμοποιούσαν την έννοια των δυναστειών σε όλη την ιστορική τους διαδρομή. ΗΣτήλη του Παλέρμο απλώς κατονομάζει όλους τους βασιλείς, χωρίς να υποδεικνύει κάποιο είδος ομαδοποίησης. ΟΚανόνας του Τορίνο ομαδοποιεί τους βασιλείς ή βασίλισσες σύμφωνα μετην διαδοχή ή καταγωγή τους.
Τη διάκριση των τριάντα δυναστειών, όπως τη χρησιμοποιούμε σήμερα, την οφείλουμε στονΜανέθωνα, τον Αιγύπτιο ιερέα που έζησε στις αρχές της Πτολεμαϊκής περιόδου. Σε πολλές περιπτώσεις όμως δεν είναι απόλυτα κατανοητό γιατί οΜανέθων ομαδοποίησε ορισμένους βασιλείς σεμια δυναστεία και άλλους σε κάποια άλλη. Για παράδειγμα η 18η Δυναστεία ξεκινά μετον Άμασις (Αχμόσες), αδελφό του τελευταίου βασιλιά της 17ης δυναστείας του Μανέθωνα. Θεωρητικά ο Άμασις καιοΜάριος, θα έπρεπε να ταξινομούνται στην ίδια δυναστεία.
Ορισμένοι Αιγυπτιολόγοι προσπάθησαν να εγκαταλείψουν την ιδέα των Βασιλείων καιτων δυναστειών, χρησιμοποιώντας απλώς την χρονολογική ταξινόμηση. Ωστόσο, χάριν συμφωνίας μετην υπάρχουσα βιβλιογραφία και τους δικτυακούς τόπους που ασχολούνται μετο θέμα, το παρακάτω χρονολόγιο ακολουθεί αυτή την ταξινομητική αρχή.
Οι περισσότεροι αρχαίοι Αιγύπτιοι ήταν αγρότες προσδεδεμένοι στηγη. Οι κατοικίες τους περιορίζονταν σε μέλη της άμεσης οικογένειας και ήταν χτισμένα από λασπότουβλα σχεδιασμένα να παραμένουν δροσερά μέσα στη ζέστη της ημέρας. Κάθε σπίτι είχε μια κουζίνα με ανοιχτή οροφή, η οποία περιείχε μια μυλόπετρα για άλεσμα σιτηρών και έναν μικρό φούρνο για ψήσιμο του ψωμιού.[21]Οι τοίχοι ήταν βαμμένοι λευκοί και μπορούσαν να καλυφθούν από αποξηραμένα λινά πλαίσια. Τα πατώματα καλύπτονταν με χαλιά από χόρτα, ενώ η επίπλωση περιελάμβανε ξύλινα σκαμνιά, υπερυψωμένα κρεβάτια και ατομικά τραπέζια αποτελούσαν μέρη της επίπλωσης.[22]
Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι έδιναν μεγάλη σημασία στην υγιεινή καιτην εμφάνιση. Οι περισσότεροι έκαναν μπάνιο στο Νείλο και χρησιμοποιούσαν σαπούνια με υφή πάστας από ζωικό λίποςκαι κιμωλία. Οι άντρες ξύριζαν ολόκληρο το σώμα τους για καθαριότητα· αρώματα και ευωδιαστές αλοιφές κάλυπταν τις κακοσμίες και απάλυναν το δέρμα.[23]Ο ρουχισμός κατασκευαζόταν από απλά φύλλα λινού που αποχρωματίζονταν γιανα λευκανθούν, και μέλη της ανώτερης τάξης καιτων δύο φύλων φορούσαν περούκες, κοσμήματα καικαλλυντικά. Τα παιδιά δε φορούσαν ρούχα μέχρι την ωρίμανσή τους, περίπου στην ηλικία των 12, καισε αυτή την ηλικία τα αγόρια υποβάλλονταν σε περιτομή και τους ξύριζαν το κεφάλι. Οι μητέρες ήταν υπεύθυνες γιατη φροντίδα των παιδιών, ενώ ο πατέρας κέρδιζε το οικογενειακό εισόδημα.[24]
Η μουσική καιο χορός ήταν δημοφιλείς τρόποι ψυχαγωγίας για εκείνους που μπορούσαν να τις αντέξουν οικονομικά. Τα πρώιμα όργανα περιελάμβαναν φλάουτα και άρπες, ενώ όργανα παρόμοια με τρομπέτες, όμποε και αυλούς αναπτύχθηκαν αργότερα και έγιναν δημοφιλή. Στο Νέο Βασίλειο, οι Αιγύπτιοι έπαιζαν με κουδούνια, κύμβαλα, ντέφι,τύμπανα και εισαγόμενα παραλληλόχορδα έγχορδακαιλύρες από την Ασία.[25]Τοσείστρο ήταν ένα κροταλιστό μουσικό όργανοπου ήταν ιδιαίτερα σημαντικό σε θρησκευτικές τελετές.
Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι απολάμβαναν μια ποικιλία δραστηριοτήτων αναψυχής, περιλαμβανομένων παιχνιδιών και μουσικής. Τοσενέτ, ένα επιτραπέζιο παιχνίδι όπου κομμάτια μετακινούνταν σύμφωνα με τυχαίες πιθανότητες, ήταν πολύ δημοφιλές από την πρότερη περίοδο· Ένα παρόμοιο παιχνίδι ήταν τομέχεν , το οποίο είχε ένα στρογγυλό ταμπλό παιχνιδιού. Τα ζογκλερικά καιτα παιχνίδια με μπάλες ήταν πολύ δημοφιλή μεταξύ των παιδιών, καθώς καιη πάλη όπως φαίνεται από ένα τάφο στοBeni Hasan.[26]Τα πλούσια μέλη της αρχαίας Αιγυπτιακής κοινωνίας απολάμβαναν επίσης το κυνήγι καιτα ταξίδια με πλοία.
Οι ανασκαφές στο χωριό των εργατών τουDeir el-Madinah ανέδειξαν μερικά από ταπιο τεκμηριωμένα ευρήματα κοινοτικής ζωής στον αρχαίο κόσμο που διανύει σχεδόν τέσσερις αιώνες. Δεν υπάρχει συγκρίσιμη τοποθεσία στην οποία οργάνωση, οι κοινωνικές αλληλεπιδράσεις οι συνθήκες εργασίας και διαβίωσης μιας κοινότητας μελετήθηκαν με τόση λεπτομέρεια.[27]
Το Αιγυπτιακό πάνθεο αποτελούνταν από πολλούς θεούς οι οποίοι προστάτευαν και βοηθούσαν τους ανθρώπους οι οποίοι τους τιμούσαν και εξευμένιζαν με προσευχές και αναθήματα, ενώ οΦαραώ ήταν ο γιός του Όσιρι ενός από σημαντικούς θεούς τους. Άλλες σημαντικές θεότητες είναι ο Αμόν Ρακαιη Ίσις. Η ιεραρχία των θεοτήτων δεν ήταν στατική αλλά μεταβάλλονταν, καιοι ιερείς δεν είχαν θεσπίσει ένα ενιαίο σύστημα γιατην οργάνωση του πλήθους των διαφόρων θρησκευτικών παραδόσεων.[28]Η ποικιλία αυτή των μυριάδων παραδόσεων, οι οποίες μερικές φορές επικάλυπταν η μία την άλλη, θεωρούνταν πως ήταν διαφορετικά επίπεδα επί των πολλών όψεων της πραγματικότητας.[29]
Οι ναοί της αρχαίας Αιγύπτου δεν ήταν μέρη δημόσιας λατρείας και συγκέντρωσης των πιστών, παρά τοποθεσίες όπου οι ιερείς φρόντιζαν να αποδώσουν τιμές στις θεότητες, τα αγάλματα των οποίων συνήθως βρισκόταν στο κέντρο του ναού. Οι μόνες εξαιρέσεις όπου συγκεντρώνονταν πλήθος πιστών ήταν κατά τις εορτές, όπου αυτό γινόταν έξω από τους ναούς μετη περιφορά των αγαλμάτων των θεών καιτην απόδοση τιμών σε αυτούς. Οι πολίτες είχαν τη δυνατότητα να διαθέτουν τα προσωπικά τους αγάλματα και αγαλματίδια στο σπίτι τους προς λατρεία, καθώς και διέθεταν και φυλακτά τα οποία προσέφεραν προστασία έναντι των δυνάμεων του χάους.[30] Μετά την ίδρυση τουΝέου Βασιλείου -1500 π.Χ. και έπειτα-, ο ρόλος του Φαραώ ως μεσολαβητή των θεών ελαχιστοποιήθηκε καιτα θρησκευτικά έθιμα μετατοπίστηκαν προς την απευθείας λατρεία των θεών από τους ανθρώπους. Έτσι τα ιερά απέκτησαν ιερομάντεις γιατην γνωστοποίηση της θέλησης των θεών στον λαό.[31]
Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι πίστευαν πως ο κάθε άνθρωπος αποτελείται από το φυσικό καιτο πνευματικό μέρος του. Έτσι πέρα από το σώμα, το κάθε άτομο είχε επίσης την σκιά του (σουτ), την ψυχή του (μπα), την ζωτική δύναμη του (κα), καθώς καιτο όνομα του.[32]Η πηγή των σκέψεων καιτων συναισθημάτων θεωρούνταν η καρδιά, αντί γιατο κεφάλι. Μετά τον θάνατο του ανθρώπου, τα πνευματικά χαρακτηριστικά που κατείχε απελευθερώνονταν από το σώμα τουκαι μπορούσαν να μετακινηθούν αυτόνομα, ωστόσο χρειάζονταν ένα σώμα -ή υποκατάστατο σώματος όπως άγαλμα- ως μόνιμη έδρα. Μετά τον θάνατο ο υπέρτατος σκοπός ήταν η επανένωση της ψυχής μετη ζωτική δύναμη, έτσι ώστε να έχουν μια ήρεμη και ολοκληρωμένη μεταθανάτια ζωή (ακ). Γιανα συμβεί αυτό, το άτομο κρινόταν μεταθανάτια ως προς τον πρότερο βίο του, καιαν κρινόταν άξιο τότε μπορούσε να συνεχίσει να κυκλοφορεί στηγη ως πνεύμα.[33]
Ο αρχαίος αιγυπτιακός στρατός ήταν ένας βασικός λόγος της υπεροχής της Αιγύπτου ενάντια σε ξένους εισβολείς καιγιατη διατήρηση της κυριαρχίας της Αιγύπτου στην Εγγύς Ανατολή. Ο στρατός προστάτευε τις εκστρατείες εξόρυξης στο Σινά κατά το Αρχαίο Βασίλειο και συμμετείχε σε εμφύλιους πολέμους στην Πρώτη και Δεύτερη Ενδιάμεση Περίοδο. Ο στρατός συντηρούσε τις οχυρώσεις κατά μήκος σημαντικών εμπορικών δρόμων, όπως εκείνους κοντά στην πόλη Μπουχένστη διαδρομή προς τη Νουβία. Οχυρά κατασκευάζονταν ακόμα γιανα χρησιμοποιηθούν σαν στρατιωτικές βάσεις, όπως το φρούριο στο Σίλε, το οποίο ήταν βάση επιχειρήσεων προς τοΛεβάντε. Στο Νέο Βασίλειο, μια σειρά φαραώ χρησιμοποίησαν τον τακτικό Αιγυπτιακό στρατό γιανα κατακτήσουν τοΒασίλειο του Κουςκαι μέρη τουΛεβάντε.[34]
Ο τυπικός εξοπλισμός του στρατού περιελάμβανε τόξα και βέλη, δόρατα και ασπίδες από τεντωμένο δέρμα ζώων πάνω σε ξύλινο πλαίσιο. Στο Νέο Βασίλειο ο στρατός άρχισε να χρησιμοποιεί άρματαπου είχαν εισαγάγει πρώτοι οι εισβολείς Υξώς. Ο οπλισμός συνέχισε να βελτιώνονται μετά την εισαγωγή του χαλκού. Κατά το Νέο Βασίλειο, ο στρατός άρχισε να χρησιμοποιεί άρματα που είχαν προηγουμένως εισαχθεί από τους εισβολείς Υξώς. Οπλισμός και πανοπλίες συνέχισαν να βελτιώνονται μετά την υιοθέτηση κραμάτων του χαλκού: οι ασπίδες κατασκευάζονταν πλέον από συμπαγές ξύλο με bronze buckle, spears were tipped with a bronze point, and the Khopesh was adopted from Asiatic soldiers.[35]Ο φαραώ απεικονιζόταν συχνά να ιππεύει στην κεφαλή του στρατού· έχει γίνει ισχυρισμός ότι τουλάχιστον μερικοί φαραώ, όπως οΣεκενένρε Τάο Β'καιοιγιοιτου, όντως το έκαναν αυτό.[36] Όμως έχει ειπωθεί ότι "βασιλείς αυτής της περιόδου δεν συμμετείχαν σαν ηγέτες στην πρώτη γραμμή του πολέμου μαζί μετα στρατεύματά τους."[37]Οι στρατιώτες επιστρατεύονταν από το γενικό πληθυσμό, αλλά κατά τη διάρκεια και κυρίως μετά το τέλος του Νέου Βασιλείου, προσλαμβάνονταν μισθοφόροι από τη Νουβία, το Κους καιτη Λιβύη γιανα πολεμήσουν γιατην Αίγυπτο.[38]
Στην τεχνολογία, την ιατρική καιτα μαθηματικά η αρχαία Αίγυπτος πέτυχε μια σχετικά υψηλή στάθμη παραγωγικότητας και πολυπλοκότητας. Ο παραδοσιακός εμπειρισμός, όπως αποδεικνύει οΈντουιν ΣμιθκαιEbers papyri (περ. 1600 π.Χ.), αποδίδεται για πρώτη φορά στην ιστορία στην Αίγυπτο. Οι Αιγύπτιοι δημιούργησαν το δικό τους αλφάβητο καιδεκαδικό σύστημα.
Ακόμη καιπριντο Παλαιό Βασίλειο, οι αρχαίοι Αιγύπτιοι είχαν αναπτύξει ένα υαλώδες υλικό γνωστό ως φαγεντιανή, το οποίο επεξεργάζονταν σαν ένα είδος τεχνητού και ημιπολύτιμου λίθου. Η φαγεντιανή είναι ένα μη αργιλούχο κεραμικό από διοξείδιο του πυριτίου, μικρές ποσότητες ασβέστηκαισόδα, καθώς και ένα χρωματικό παράγοντα, συνήθως χαλκό.[39]ΤΟ υλικό χρησιμοποιείτο γιατην κατασκευή χαντρών, αγαλματιδίων και μικρών εμπορεύσιμων κεραμικών. Διάφορες μέθοδοι μπορούν να οδηγήσουν στην δημιουργία φαγεντιανής αλλά τυπικά η παραγωγή γινόταν με εφαρμογή των κονιορτοποιημένων υλικών σε μορφή πάστας πάνω σε πυρήνα αργίλου, ο οποίος ακολούθως ψηνόταν στη φωτιά. Μεμια σχετική τεχνική παραγόταν μια βαφή γνωστή σανΑιγυπτιακό μπλε ή μπλε frit, που παράγεται με σύντηξη (ή πυροσυσσωμάτωση) διοξειδίου του πυριτίου, χαλκού, ασβέστη και ενός αλκαλίου όπως το νάτρον. Το προϊόν κονιορτοποιείται και χρησιμοποιείται ως βαφή.[40]
Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι μπορούσαν να κατασκευάσουν μια μεγάλη γκάμα αντικειμένων από γυαλί με μεγάλη δεξιοτεχνία,αλλά δεν είναι σαφές αν ανέπτυξαν αυτή τη διαδικασία ανεξάρτητα.[41] Είναι επίσης ασαφές αν έφτιαχναν δικό τους raw glass or merely imported pre-made ingots, which they melted and finished. Διέθεταν όμως τεχνική αρτιότητα στην κατασκευή αντικειμένων αλλά καιστην προσθήκη trace elementsγιατον έλεγχο του χρώματος του φινιρισμένου γυαλιού. Μπορούσαν να δημιουργήσουν μια πλειάδα χρωμάτων όπως το κίτρινο, το κόκκινο το πράσινο, τομπλε, τομωβκαιτο λευκό ενώ το γυαλί μπορούσε να γίνει είτε διαφανές είτε αδιαφανές.[42]
Τα ιατρικά προβλήματα των αρχαίων Αιγυπτίων πήγαζαν απευθείας από το περιβάλλον τους. Η ζωή καιη εργασία κοντά στο Νείλο επέσειε τον κίνδυνο ελονοσίαςκαι παράσιτα εκφυλιστικής σχιστοσωμίασης, που προκαλούσαν ηπατικές και εντερικές βλάβες. Επικίνδυνα ζώα όπως οι κροκόδειλοι καιοι ιπποπόταμοι ήταν επίσης συνηθισμένη απειλή. Οι ισόβιος κόπος των κατασκευών και της γεωργίας επέβαλλε πίεση στη σπονδυλική στήλη και στις αρθρώσεις, ενώ σοβαροί τραυματισμοί στις κατασκευές και τους πολέμους συσσώρευαν μη ευκαταφρόνητη ζημιά στο σώμα. Τα μικροθραύσματα από τις μυλόπετρες καιτην άμμο τρίβονταν και έσκαβαν τα δόντια, κάνοντάς τα ευάλωτα σεabscesses (ανκαιητερηδόνα σπάνιζε).[43]
Οι πλούσιοι απολάμβαναν δίαιτες πλούσιες σε σάκχαρα, που συνεισέφεραν στην εμφάνιση περιοδοντίτιδας.[44] Παρά τις κολακευτικές σωματικές διαπλάσεις που απεικονίζονται σε τοίχους ταφικών μνημείων, οι υπέρβαρες μούμιες πολλών μελών της ανώτερης τάξης δείχνουν τα αποτελέσματα μιας ασυλλόγιστης ζωής.[45]Τοπροσδόκιμο ζωής κυμαινόταν περίπου στα 35 για τους άντρες καιτα 30 για τις γυναίκες, αλλά η ενηλικίωση ήταν δύσκολο να συμβεί καθώς ένα τρίτο του πληθυσμού περίπου πέθαινε σε βρεφική ηλικία.[46]
Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι γιατροί ήταν φημισμένοι στην αρχαία Εγγύς Ανατολή για τις θεραπευτικές τους ικανότητες και μερικοί εξ αυτών, όπως οΙμχοτέπ, παρέμειναν διάσημοι για πολύ μετά το θάνατό τους.[47]ΟΗρόδοτος σημειώνει ότι υπήρχε υψηλός βαθμός εξειδίκευσης στις τάξεις των Αιγυπτίων γιατρών, καθώς μερικοί περιποιούνταν μόνο το κεφάλι ή το στομάχι ενώ άλλοι ήταν οφθαλμίατροι και οδοντίατροι.[48]Η εκπαίδευση των γιατρών λάμβανε χώρα στοPer Ankh ή "Οίκο της Ζωής", κυρίως σε αυτούς τους οίκους που βρίσκονταν στηΒούβαστη κατά το Νέο Βασίλειο καιστηνΆβυδοκαιτηΣάιδα κατά την Ύστερη περίοδο. Αιγυπτιακοί ιατρικοί πάπυροι δείχνουν εμπειρική γνώση της ανατομίας, των τραυμάτων και πρακτικών θεραπειών.[49]
Η μεγαλοπρέπεια καιη μακροβιότητα του αρχαίου αιγυπτιακού πολιτισμού γοήτευε ήδη από την αρχαιότητα. Από το 1400 π.Χ. ο βασιλιάς Τούθμωσις Δ' πραγματοποιούσε ανασκαφές στηΓκίζα ενώ οΗρόδοτος άφησε μία λεπτομερή αφήγηση της περιήγησής τουστην Αίγυπτο το450 π.Χ.Η σύγχρονη αιγυπτιολογία πάντως ξεκίνησε στην πραγματικότητα το1798μετη μελέτη της χώρας που ζήτησε οΝαπολέων Α΄ της Γαλλίας. ΟιΓάλλοι λόγιοι συγκέντρωσαν το υλικό γιατο έργο-σταθμό Description de l’Égypte (Περιγραφή της Αιγύπτου) κατά τη διάρκεια της γαλλικής κατοχής (1798-1802). ΟΖαν-Φρανσουά Σαμπολιόν (1790-1832) ήταν ο Γάλλος γλωσσολόγος, η εξαιρετική δουλειά του οποίου στην αποκρυπτογράφηση των ιερογλυφικών υπήρξε το σημαντικότερο γεγονός στην ανάπτυξη της αιγυπτιολογίας. Ταιερογλυφικά χρησιμοποιούνταν ήδη από το 3200 π.Χ. και είναι το παλαιότερο γνωστό σύστημα γραφής. Τα χρησιμοποιούσαν κυρίως για θρησκευτικούς λόγους καιη τελευταία χρονολογήσιμη χρήση τους ήταν στο Ναό της Φίλαι το394 μ.Χ., όταν η γραφή αυτή περιλάμβανε πάνω από 6.000 χαρακτήρες.
Η αιγυπτιολογία είναι μια σχετικά νέα επιστήμη αλλά έχουν γίνει τεράστια άλματα από τότε πουο Σαμπολιόν έδειξε το δρόμο προς την αρχαία αιγυπτιακή ιστορία. Έκτοτε το θέμα αυτό αναπτύσσεται διαρκώς. Από τη δεκαετία του 1990, οι υπολογιστές καιτα ηλεκτρονικά μικροσκόπια έχουν αντικαταστήσει τις αξίνες καιτα φτυάρια. Σήμερα οι αιγυπτιολόγοι έχουν στη διάθεσή τους νέες τεχνολογίες, τόσο στο εργαστήριο όσο και στις ανασκαφές, ακόμη και κάτω από το νερό. Η αποκατάσταση και συντήρηση των αρχαίων αντικειμένων είναι μία λεπτή και επίπονη διαδικασία που πρέπει να γίνεται σε αυστηρά ελεγχόμενες συνθήκες. Τα σύγχρονα μέσα, όπως ο αξονικός τομογράφος, η χρονολόγηση με ραδιενεργό άνθρακα, η ανάλυση του DNA, τα ενδοσκόπια καιτα ηλεκτρονικά μικροσκόπια έχουν συμβάλλει στην ακριβέστερη χρονολόγηση καιτην κατανόηση των αρχαιολογικών ευρημάτων.
Μετην κατασκευή τουφράγματος του Ασουάνκαι της λίμνης Νάσερ (1960-1971) πολλοί ναοί και τάφοι κατά μήκος του Νείλου κινδύνευαν να βυθιστούν. Οι ανησυχίες γιατην απώλεια τέτοιων αρχαιολογικών θησαυρών οδήγησε τηνUNESCOνα προωθήσει μία διεθνή εκστρατεία διάσωσης γιατην οποία απαιτούνταν τρία στάδια: η επιθεώρηση της περιοχής, η ανασκαφή των τοποθεσιών καιη μεταφορά όσων μνημείων διέτρεχαν κίνδυνο. Είκοσι μνημεία από την αιγυπτιακή Νουβίακαι τέσσερα από τοΣουδάν διαλύθηκαν προσεκτικά και συναρμολογήθηκαν εκ νέου σε απόσταση ασφαλείας από την αρχική τοποθεσία τους. Οι δύο μεγαλύτερες επιχειρήσεις αφορούσαν το μεγάλο ναό τουΑμπού Σιμπέλκαιτο συγκρότημα ναών στη Φίλαι.
Το1996 μία ομάδα με επικεφαλής το Γάλλο ερευνητή εναλίων αρχαιοτήτων Φρανκ Γκοντιό άρχισε την εξερεύνηση της βυθισμένης βασιλικής πόλης της Αλεξάνδρειας, όπου βρισκόταν η αυλή της Κλεοπάτρας. Μέχρι σήμερα έχουν βρεθεί εκεί αγάλματα, σφίγγες και κεραμικά[50].
↑«Chronology». Digital Egypt for Universities, University College London. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Μαρτίου 2008. Ανακτήθηκε στις 25 Μαρτίου 2008.
↑Childe, V. Gordon (1953), New Light on the Most Ancient Near East, (Praeger Publications)
↑Barbara G. Aston, James A. Harrell, Ian Shaw (2000). Paul T. Nicholson and Ian Shaw editors. "Stone," in Ancient Egyptian Materials and Technology, Cambridge, 5–77, pp. 46–47. Also note: Barbara G. Aston (1994). "Ancient Egyptian Stone Vessels," Studien zur Archäologie und Geschichte Altägyptens 5, Heidelberg, pp. 23–26. (See on-line posts: [1] and [2].)
↑Patai, Raphael (1998), Children of Noah: Jewish Seafaring in Ancient Times (Princeton Uni Press)
↑«Music in Ancient Egypt». Digital Egypt for Universities, University College London. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Μαρτίου 2008. Ανακτήθηκε στις 9 Μαρτίου 2008.
↑"The Cambridge Ancient History: II Part I, The Middle East and the Aegean Region, c. 1800 – 13380 B.C", Edited I.E.S Edwards–C.JGadd–N.G.L Hammond-E.Sollberger, Cambridge at the University Press, p. 380, 1973, ISBN 0-521-08230-7