Ηαψίδα είναι αρχιτεκτονική κατασκευή η οποία δημιουργεί άνοιγμαστον χώρο ενώ ταυτόχρονα υποστηρίζει βάρος (π.χ. θύρα σε πέτρινο τοίχο). Οι αψίδες άρχισαν να εμφανίζονται στη δεύτερη χιλιετία π.Χ. στηνπλίθινη αρχιτεκτονική της Μεσοποταμίας. Η συστηματική χρήση τους ξεκίνησε από τους Ρωμαίουςοι οποίοι ήταν οι πρώτοι που εφάρμοσαν την τεχνική αυτή σε ευρύ φάσμα οικοδομημάτων.
ΣτηνΕυρώπη, την ημικυκλική αψίδα διαδέχτηκε η οξυκόρυφη γοτθική αψίδα ή γοτθική κυκλική αψίδα (αγγλ. ogive) της οποίας ο άξονας (centreline) του τόξου ακολουθεί πιο πιστά τις δυνάμεις σύνθλιψης, επιτυγχάνοντας έτσι μεγαλύτερη αντοχή. Η ημικυκλική αψίδα μπορεί να εξομαλυνθεί ώστε να παραχθεί ελλειπτική αψίδα, όπως στη γέφυρα Πόντε Σάντα Τρινιτά (Ponte Santa Trinita) στηΦλωρεντία. Σήμερα είναι πια γνωστό πως οι θεωρητικά δυνατότερες μορφές αψίδας είναι η παραβολική καιη αλυσσοειδής. Στην οικοδομική, οι παραβολικές αψίδες πρωτοχρησιμοποιήθηκαν από τονΙσπανό αρχιτέκτονα Αντόνιο Γκαουντί, ο οποίος θαύμαζε το δομικό σύστημα τουγοτθικού ρυθμού, εκτός από τα αντερείσματα που χρησιμοποιεί, τα οποία αποκαλούσε περιφρονητικά «αρχιτεκτονικά δεκανίκια». Οι αλυσσοειδείς και παραβολικές αψίδες μεταφέρουν όλες τις οριζόντιες δυνάμεις στη θεμελίωση καιγι αυτό τον λόγο δεν χρειάζονται πρόσθετα στοιχεία.
Η πεταλοειδής αψίδα βασίζεται στην ημικυκλική αψίδα, αλλά τα χαμηλότερα άκρα της προεκτείνονται κικι άλλο γύρω από τον κύκλο μέχρι να αρχίσουν να συγκλίνουν. Οι πρώτες γνωστές πεταλοειδείς αψίδες που γνωρίζουμε προέρχονται από το βασίλειο της Αξώμης (σημ. ΑιθιοπίακαιΕρυθραία) γύρω στον 3ο-4οαι. μ.Χ., περίπου την ίδια εποχή μετα πρωιμότερα παραδείγματα στηρωμαϊκή Συρία, υποδεικνύοντας έτσι αξωμιτική ή συριακή προέλευση αυτού του τύπου αψίδας.[1]
Οι πραγματικές αψίδες, αντίθετα από τους προβόλους, ήταν γνωστές σε διάφορους πολιτισμούς της ανατολικής Μεσογείου καιτουΜεξικού αλλά η χρήση τους ήταν σπάνια και περιοριζόταν σε υπόγειες κατασκευές, όπως οι αποχετεύσεις, όπου το πρόβλημα των πλευρικών καταπονήσεων είναι πολύ περιορισμένο.[2] Σπάνια εξάιρεση είναι η πύλη, στηνΑσκαλώνα (Ασκελόν) τουΙσραήλ, η οποία χρονολογείται στηνεποχή του Χαλκού, περί το 1850 π.Χ.[3] Πρώιμο παράδειγμα αψίδας με θολίτες εμφανίζεται στηναρχαία ελληνικήπεζογέφυρα της Ρόδου.[4]Το 2010, ανακαλύφθηκε από ρομπότ ένας μεγάλος αψιδωτός διάδρομος κάτω από την πυραμίδα του Κουετζαλκοάτλ, η οποία βρίσκεται στην αρχαία πόλη Τεοτιχουακάν, βορείως της Πόλης του Μεξικού. Ο διάδρομος αυτός χρονολογείται στο 200 μ.Χ.[5]
Οι αρχαίοι Ρωμαίοι, οι οποίοι έμαθαν την αψίδα από τους Έλληνεςκαι τους Ετρούσκους, τη βελτίωσαν και ήταν οι πρώτοι που αξιοποίησαν πλήρως τις δυνατότητές της σε υπέργειες κατασκευές.
Οι Ρωμαίοι ήταν οι πρώτοι κατασκευαστές στην Ευρώπη, ίσως καιστον κόσμο, οι οποίοι αναγνώρισαν τα πλεονεκτήματα της αψίδας, τουθόλουκαιτουτρούλου.[6]
Σε όλη τηΡωμαϊκή Αυτοκρατορία, οι μηχανικοί τους ανήγειραν αψιδωτές κατασκευές όπως γέφυρες, υδραγωγείακαι πύλες. Επίσης, εισήγαγαν τηθριαμβική αψίδα ως τύπο στρατιωτικού μνημείου. Οι θόλοι άρχισαν να χρησιμοποιούνται γιατη στέγαση μεγάλων εσωτερικών χώρων όπως οι αίθουσες καιοι ναοί, ενώ ανάλογη χρήση είχαν καιοι τρουλωτές κατασκευές, από τον 1ο αιώνα π.Χ. κ.ε.
Η τμηματική αψίδα πρωτο-χρησιμοποιήθηκε από τους Ρωμαίους, οι οποίοι συνειδητοποίησαν ότι η αψίδα μιας γέφυρας δεν είναι απαραίτητο να σχηματίζει ημικύκλιο,[7][8] όπως η γέφυρα του Alconétar ή ηΠόντε Σαν Λορέντζο. Επίσης τις χρησιμοποίησαν συστηματικά στην κατασκευή κατοικιών, όπως στηναρχαία Όστια (βλ. εικόνα).
Ο προβληματισμός γύρω από τον τρόπο κατασκευής της αψίδας ξεκινά από το γεγονός ότι αυτή απαιτεί τη συγκράτηση όλων των στοιχείων της μεταξύ τους. Μια λύση είναι η κατασκευή καλουπιού (παραδοσιακά, ξύλινου) το οποίο ακολουθεί με ακρίβεια το εσωτερικό της αψίδας. Αυτή η μέθοδος είναι γνωστή ως κεντράρισμα (αγγλ. centring). Οι θολίτες τοποθετούνται πάνω στο καλούπι μέχρι να συμπληρωθεί η αψίδα καινα μπορεί να στηρίζεται μόνη της. Για αψίδες με ύψος μεγαλύτερο από του ανθρώπου, χρειάζονται έτσι κι αλλιώς σκαλωσιές για τους χτίστες, οι οποίες μπορούν να συνδυαστούν μετη στήριξη της αψίδας. Κάποιες φορές, οι αψίδες καταρρέουν, όταν αφαιρείται το καλούπι, λόγω εσφαλμένου σχεδιασμού ή κατασκευής. Το εσωτερικό μέρος καιη χαμηλότερη γραμμή ή τόψο της αψίδας ονομάζεται εσωράχιο.
Οι παλιές αψίδες χρειάζονται μερικές φορές ενίσχυση λόγω της φθοράς των κλειδιών τους, σχηματίζοντας τις αποκαλούμενες φαλακρές αψίδες (αγγλ. bald arch)
Στις παρακάτω εικόνες παρατίθενται οι διάφοροι τύποι αψίδων, σε κατά προσέγγιση χρονολογική σειρά.