Η Λέιστερ γεννήθηκε στοΧάαρλεμ,[4] όγδοο παιδί τουΓιαν Βίλλεμς Λέιστερ, τοπικού ζυθοποιού και κατασκευαστή ρούχων. Ενώ οι λεπτομέρειες σχετικά μετην εκπαίδευσή της είναι ασαφείς, ήταν ήδη αρκετά γνωστή το 1628 ώστε να αναφέρεται στο βιβλίο του Σάμουελ Αμπζινγκ (Samuel Ampzing) που έφερε τον τίτλο Beschrijvinge ende lof der stadt Haerlem.
Υπάρχουν κάποιες εικασίες ότι η Λέιστερ ακολούθησε σταδιοδρομία στη ζωγραφική ως συνέπεια της χρεωκοπίας του πατέρα της και της ανάγκης να αποκτήσει προσόδους η οικογένεια. Πιθανόν να σπούδασε ζωγραφική μετονΦρανς Πήτερ ντε Χρέμπερ (Frans Pietersz de Grebber),[5]ο οποίος διατηρούσε εργαστήριο που έχαιρε εκτίμησης στο Χάαρλεμ κατά τη δεκαετία του 1620.[6] Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου η οικογένεια μετακόμισε στην περιοχή της Ουτρέχτηςκαι εκεί πιθανόν να ήρθε σε επαφή με τους θαυμαστές τουΚαραβάτζιο.[2]
Το πρώτο της "υπογεγραμμένο" έργο χρονολογείται από το 1629, τέσσερα χρόνια πριν εισέλθει στηΣυντεχνία των καλλιτεχνών.[7] Μέχρι το 1633 είχε γίνει μέλος της Συντεχνίας του Αγίου Λουκά στο Χάαρλεμ, η δεύτερη γυναίκα που γινόταν δεκτή στη Συντεχνία αυτή. Πρώτη υπήρξε ηΣάρα φαν Μπάαλμπερχεν (Sara van Baalbergen), το 1631, η οποία, όπως καιη Λέιστερ, δεν ήταν μέλος κάποιας καλλιτεχνικής οικογένειας και επίσης παντρεύτηκε ζωγράφο, τον Μπάρεντ φαν Έισεν (Barent van Eysen). Την εποχή εκείνη υπήρχαν και άλλες γυναίκες που δραστηριοποιούνταν ως ζωγράφοι στο Χάαρλεμ, αλλά καθώς απασχολούνταν στα οικογενειακά εργαστήρια, δεν χρειάζονταν τις επαγγελματικές διακριβώσεις γιανα μπορούν να υπογράφουν τα έργα τους ή να δημιουργήσουν το δικό τους εργαστήριο.[8]
Η "αυτοπροσωπογραφία" της (περίπου του 1633, σήμερα στηνΕθνική Πινακοθήκη Τέχνης της Ουάσιγκτον) της προτάθηκε ως έργο γιατην παρουσίασή της στη Συντεχνία. Αυτή η αυτοπροσωπογραφία ιστορικά κάνει μια μεταστροφή από την ακαμψία των παλαιότερων γυναικείων πορτρέτων για χάρη μιας πιο χαλαρής και δυναμικής πόζας.[9][10] Πράγματι, σε αυτήν εμφανίζεται σε πολύ χαλαρή στάση σε σύγκριση με οποιοδήποτε ολλανδικής κατασκευής πορτρέτο και συγκρίνεται, κατά κύριο λόγο, με μερικά πορτρέτα του Χαλς. Εν τούτοις, μοιάζει απίθανο στην πραγματικότητα να φορούσε τόσο "επίσημα" ενδύματα ενώ εργαζόταν με ελαιοχρώματα, ιδιαίτερα αυτό το πολύ φαρδύ δαντελλένιο περιλαίμιο.
Δύο χρόνια μετά την είσοδό της στη Συντεχνία, η Λέιστερ είχε αναλάβει τρεις άρρενες μαθητές. Τα αρχεία καταδεικνύουν ότι η Λέιστερ δίωξε δικαστικά τον Χαλς επειδή αυτός δέχτηκε στο εργαστήριό του μαθητή που αποχώρησε από το δικό της σε διάστημα μικρότερο των τριών ημερών από την εισαγωγή του. Η μητέρα του μαθητευόμενου πλήρωσε στην Λέιστερ τέσσερα γκίλντερς ως αποζημίωση για τυχόν ζημίες, τα μισά απ' όσα είχε ζητήσει η Λέιστερ και, αντί να "επιστρέψει" τον μαθητευόμενο ο Χαλς διευθέτησε το ζήτημα καταβάλλοντας τρία γκίλντερς πρόστιμο. Καιη ίδια η Λέιστερ τιμωρήθηκε με πρόστιμο γιατί δεν είχε καταγράψει τον μαθητευόμενο στη Συντεχνία.[2]
Το 1636 η Λέιστερ παντρεύτηκε τονΓιαν Μίινσε Μόλεναερ (Jan Miense Molenaer), έναν πιο δημιουργικό ζωγράφο στα ίδια θέματα. Με στόχο το καλύτερο εισόδημα μετακόμισαν στοΆμστερνταμ, όπου αυτός διέθετε πελάτες. Διέμειναν εκεί επί έντεκα χρόνια πριν επιστρέψουν στην περιοχή του Χάαρλεμ και συγκεκριμένα στοΧέεμστεντε (Heemstede), όπου μοιράστηκαν ένα εργαστήριο εγκατεστημένο σε ένα μικρό σπίτι στον χώρο που σήμερα καταλαμβάνει το πάρκο Χρούνεντααλ (Groenendaal). Η Λέιστερ καιο Μόλεναερ απέκτησαν πέντε παιδιά, από τα οποία μόνον δύο επέζησαν ως ενήλικες.
Τα περισσότερα χρονολογημένα έργα της Λέιστερ είναι της περιόδου 162 - 1635, που συμπίπτει μετην περίοδο πριν παντρευτεί και αποκτήσει παιδιά. Υπάρχουν λίγα γνωστά της έργα μετά το 1635: Δύο εικονογραφήσεις σε βιβλίο για τουλίπες του 1643, ένα πορτρέτο του 1652 και μια νεκρή φύση του 1654, η οποία ανακαλύφθηκε πρόσφατα σε ιδιωτική συλλογή.[11] Είναι πιθανόν να εργαζόταν σε συνεργασία μετον σύζυγό της.[2] Απεβίωσε το 1660, σε ηλικία 50 ετών.
Ανκαι ήταν πολύ γνωστή όσο ζούσε καιοι σύγχρονοί της την εκτιμούσαν, η Λέιστερ καιτο έργο της ξεχάστηκαν σχεδόν τελείως μετά τον θάνατό της. Ηεκ νέου "ανακάλυψή" της έγινε το 1893: Ένας έμπορος έργων τέχνης αγόρασε ένα πίνακα ως έργο τουΦρανς Χαλς, γιανα ανακαλύψει ότι στην πραγματικότητα ήταν έργο της Γιούντιτ Λέιστερ. Ο πίνακας έφερε την υπογραφή - μονόγραμμα της Λέιστερ, αλλά δεν ήταν δυνατό τότε να αναγνωριστεί. Το 1893 οΚορνέλις Χόφστεντε ντε Χρόοττο αναγνώρισε και έγραψε το πρώτο του άρθρο σχετικά με αυτήν.[12]Οι ιστορικοί τέχνης από τότε συχνά την απαξίωναν ως μιμήτρια του Χαλς, ανκαιη συμπεριφορά τους άρχισε να αλλάζει κατά τα τελευταία χρόνια.[13]
Εκτός από τη νομική διαμάχη που αναφέρθηκε πιο πάνω, η φύση της επαγγελματικής σχέσης μεταξύ Λέιστερ και Χαλς παραμένει εν πολλοίς ασαφής: Μπορεί να διετέλεσε μαθήτριά του ή απλά μπορεί να ήταν ένας φιλικά διακείμενος συνάδελφος. Πιθανόν ήταν μάρτυρας στη βάπτιση της θυγατέρας του Χαλς, Μαρίας, στις αρχές της δεκαετίας του 1630 καθώς καταγράφεται στο ανάλογο έγγραφο κάποια "Judith Jansder" (Γιούντιθ θυγατέρα τουΓιαν), αλλά υπήρχαν και άλλες γυναίκες μετο ίδιο όνομα στο Χάαρλεμ. Μερικοί ιστορικοί υποστήριξαν ότι ο Χαλς ή ο αδελφός τουΝτίρικ Χαλς ίσως ήταν δάσκαλός της, καθώς υπάρχουν μεγάλες ομοιότητες στο έργο τους.[2]
Υπέγραφε τα έργα της με μονόγραμμα που έφερε τα αρχικά JL με προσκολλημένο σε αυτά ένα άστρο. Αυτό αποτελούσε λογοπαίγνιο, καθώς "Lei star" σημαίνει "ηγετικό άστρο" στα ολλανδικά, και έτσι αποκαλούσαν τον Πολικό Αστέρα οι Ολλανδοί ναυτικοί της εποχής. "Leistar" ήταν, επίσης, το εμπορικό όνομα της ζυθοποιίας του πατέρα της στο Χάαρλεμ.[7]Μετο πλήρες της όνομα υπέγραφε μόνον σποραδικά.
Ειδικευόταν στη δημιουργία πορτρέτων, στα οποία συνήθως περιλάμβανε μία ως τρεις μορφές, που αποπνέουν ευθυμία και απεικονίζονται σε μονόχρωμο περιθώριο. Πολλά πορτρέτα περιλαμβάνουν παιδικές μορφές, ενώ άλλα άνδρες που πίνουν. Η Λέιστερ υπήρξε πρωτοπόρος στις "οικιακές" απεικονίσεις: Δημιούργησε ήσυχες σκηνές με γυναίκες στο σπίτι, συχνά με ένα κερί ή μια λάμπα, συχνά όπως θα τις έβλεπε μια γυναίκα.
[14]Η "Πρόταση" (σήμερα στοMauritshuis) είναι μια ασυνήθιστη παραλλαγή αυτής της καθημερινής σκηνής και παρουσιάζει ένα κορίτσι νατου προσφέρεται μη ευπρόσδεκτη προκαταβολή, αντί της συνηθισμένης απεικόνισης μιας πρόθυμης πόρνης. Εν τούτοις, αυτή η ερμηνεία δεν γίνεται πάντα δεκτή. Πολλά από τα άλλα έργα της, ιδιαίτερα όσα σχετίζονται με μουσική, θυμίζουν έργα συγχρόνων του, όπως του συζύγου της, των αδελφών Χαλς, τουΓιαν Στέινκαιτων οπαδών του Καραβάτζιο στην Ουτρέχτη Χέντρικ ΤερμπρούγκενκαιΧέρριτ φαν Χόντχορστ: Οι πίνακές τους, κυρίως σκηνές της καθημερινότητας σε ταβέρνες ή άλλους χώρους διασκέδασης, ταίριαζαν μετο γούστο της ολλανδικής μεσαίας τάξης. Ζωγράφισε λίγα καθαυτό πορτρέτα καιτο μόνο της ιστορικό έργο είναι "Ο Δαβίδ μετην κεφαλή του Γολιάθ", πουδεν απέχει πολύ από το τυπικό της ύφος μεμια μόνο μορφή κοντά στο προσκήνιο του κύριου χώρου.
↑Hofrichter, Frima Fox. "Judith Leyster's 'Self-Portrait': Ut Pictura Poesis," Essays in Northern European Art. Presented to Egbert Haverkamp-Bergemann on his Sixtieth Birthday, Doornspijk, 1983, pp. 106-109.