Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί καινα αφαιρεθεί. Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 26/01/2020.
ΗΔεύτερη Γαλλική Δημοκρατία, είναι το δημοκρατικό πολίτευμα της Γαλλίας από τις 24 Φεβρουαρίου 1848, ημερομηνία προσωρινής ανακήρυξης της Δημοκρατίας στο Παρίσι, μέχρι τις 2 Δεκεμβρίου 1852, [1]μετην ανακήρυξη τουΛουδοβίκου-Ναπολέοντα Βοναπάρτη ως αυτοκράτορα. Το προηγούμενο πολίτευμα ήταν ημοναρχία του Ιουλίουκαιτο επόμενο ηΔεύτερη Αυτοκρατορία.
Η Δεύτερη Δημοκρατία διακρίνεται από τα άλλα πολιτικά καθεστώτα στην ιστορία της Γαλλίας, πρώτα από τη συντομία της αλλά καικαι επειδή είναι το τελευταίο καθεστώς που έχει θεσπιστεί μετά από επανάσταση. Εφαρμόστηκε για πρώτη φορά η καθολική ψηφοφορία για τους άνδρες στη Γαλλία και καταργήθηκε η δουλεία στις γαλλικές αποικίες. Μετά από μια μεταβατική περίοδο, όπου η κυβέρνηση έλαβε μέτρα οικονομικής στήριξης των ασθενέστερων τάξεων, το καθεστώς σταθεροποιήθηκε, απομάκρυνε τους Σοσιαλιστές καιστη συνέχεια υιοθέτησε ένα σύνταγμα.[2]
Από τον Δεκέμβριο 1848 η Δημοκρατία είχε πρόεδρο τονΛουδοβίκο-Ναπολέοντα Βοναπάρτη, εκλεγμένο για τέσσερα χρόνια μετο «κόμμα της Τάξης». Οι απόψεις του Βοναπάρτη τον απομάκρυναν σταδιακά από το κόμμα πουτον έφερε στην εξουσία, και συγκέντρωσε γύρω του ένα νέο περιβάλλον βοναπαρτιστικό, ενώ το «κόμμα της Τάξης» έλπιζε να φέρει στην προεδρία το 1852 έναν υποψήφιο μοναρχικό.
Ο Βοναπάρτης, του οποίου η θητεία ήταν τετραετής και χωρίς δυνατότητα επανεκλογής σύμφωνα μετο σύνταγμα, πίεσε γιατην τροποποίησή του, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Μετο πραξικόπημα της 2ας Δεκεμβρίου 1851 εγκαθίδρυσε ένα αυταρχικό καθεστώς, το οποίο εγκρίθηκε από το λαό με δημοψήφισμα. Τον επόμενο χρόνο, ο Βοναπάρτης ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας, μετατρέποντας το πολίτευμα σε Δεύτερη Αυτοκρατορία. [3]Η ανάμνηση του ταραγμένου τέλους της Δεύτερης Δημοκρατίας επηρέασε τόσο τη γαλλική πολιτική, που αρνήθηκε για πάνω από εκατό χρόνια την δυνατότητα στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να μπορεί να επανεκλέγεται με καθολική ψηφοφορία.
Τα μέσα της δεκαετίας του 1840 σηματοδοτήθηκαν από μια οικονομική, κοινωνική και πολιτική κρίση που έπληξε τημοναρχία του Ιουλίουκαι έφερε τέλος στη μοναρχία. Οι κακές εσοδείες των καλλιεργειών το 1845 και 1846 και τα ανεπαρκή μέσα μεταφοράς για ενίσχυση των πληγέντων στην επαρχία, οδήγησαν σεμια οικονομική κρίση με εκτίναξη των τιμών των τροφίμων, με συνακόλουθη εξαθλίωση και εξεγέρσεις.
Και ενώ η κρίση ήταν κατά κύριο λόγο αγροτική, στη συνέχεια εξαπλώθηκε καισε άλλους τομείς. [4]Ο αγροτικός κόσμος (75% του πληθυσμού) μείωσε την κατανάλωση βιοτεχνικών και βιομηχανικών προϊόντων οπότε ηη κρίση κλόνισε και αυτόν τον τομέα, ο οποίος είχε αναπτυχθεί πολύ από το 1840. [4]Η οικονομική και νομισματική κρίση οδήγησε τις εταιρείες σε πτώχευση, ιδιαίτερα στους τομείς της μεταλλουργίας καιτων σιδηροδρομικών κατασκευών, δημιουργώντας στα τέλη του 1847 κοντά 700.000 ανέργους. [4] Αυτό το κλίμα κρίσης μείωσε τα ποσοστά γεννήσεων, αύξησε τη θνησιμότητα και δημιούργησε έντονο αίσθημα κοινωνικού φόβου. Η απώλεια της εμπιστοσύνης οδήγησε πολλά από τα θύματα της κρίσης να αναζητήσουν τους υπεύθυνους γιατην κατάστασή τους, στρεφόμενοι εναντίον της κυβέρνησης.
Επίσης, οι αστοί ζητούσαν εκλογική μεταρρύθμιση και περαιτέρω διεύρυνση του εκλογικού σώματος, που είχε ήδη διευρύνει επί Λουδοβίκου-Φιλίππουο πρωθυπουργός Φρανσουά Γκιζό σε όλη σχεδόν την αστική τάξη, την οποία θεωρούσε ως τη μόνη που ενσάρκωνε τις βασικές αρχές της Γαλλικής Επανάστασης, θέτοντας όμως ως κριτήριο την κατοχή περιουσιακών στοιχείων καιτη φορολογία: το 1848 η Γαλλία είχε μόνο 241.000 ψηφοφόρους για σχεδόν 35,5 εκατομμύρια κατοίκους. Ψήφιζαν μόνο όσοι κατέβαλαν αυξημένο φόρο. Η μικροαστική τάξη ζητούσε μείωση του ορίου. Η αντιπολίτευση ήλπιζε να διπλασιάσει τον αριθμό των ψηφοφόρων, αλλά η κυβέρνηση του Φρανσουά Γκιζό, επικεφαλής της κυβέρνησης από το 1840, είχε αρνηθεί.[5]
Οι μοναρχικοί της «δυναστικής αντιπολίτευσης», καθώς οι μοναρχικοί ήταν διχασμένοι σε Νομιμόφρονες: οπαδοί της νόμιμης δυναστείας των Βουρβόνων και Ορλεανιστές: οπαδοί του οίκου της Ορλεάνης στον οποίο ανήκε καιο βασιλιάς Λουδοβίκος-Φίλιππος, έχοντας επίγνωση της ανάγκης εκλογικής μεταρρύθμισης γιανα έρθουν στην εξουσία και γνωρίζοντας την αδυναμία της κυβέρνησης νατην κάνει, τάχθηκαν υπέρ της διεύρυνσης των προϋποθέσεων πρόσβασης στην ψηφοφορία και προσπάθησαν να πείσουν τον πρωθυπουργό Φρανσουά Γκιζό αλλά ο επικεφαλής της κυβέρνησης παρέμεινε αδιάλλακτος,[4] λόγω του φόβου για ενδεχόμενη δημοκρατία τωνΙακωβίνων.
Αντιμέτωπη με αυτή την άρνηση, η αντιπολίτευση διοργάνωσε μια μεταρρυθμιστική εκστρατεία. Λόγω του νόμου περί απαγόρευσης των πολιτικών συγκεντρώσεων, γίνονταν πολλές δημόσιες συγκεντρώσεις υπό μορφή συνεστιάσεων. Η πολιτική δυσαρέσκεια των ευκατάστατων στρωμάτων σε συνδυασμό μετην κοινωνική δυσαρέσκεια της εργατικής τάξης αποτελούσε εκρηκτικό δίδυμο.
Στις 22 Φεβρουάριου 1848 η κυβέρνηση απαγόρευσε μια προγραμματισμένη αντιπολιτευτική συνεστίαση, γεγονός που προκάλεσε μεγάλες διαδηλώσεις στο Παρίσι καιο βασιλιάς αναγκάστηκε να αποπέμψει τον Γκιζό. Η αστική τάξη ικανοποιήθηκε και όλα θα μπορούσαν να είχαν τελειώσει εκεί. Ο στρατός όμως άνοιξε πυρ κατά του πλήθους που πανηγύριζε. Η λαϊκή αντίδραση που ακολούθησε, κατέληξε στην πτώση της μοναρχίας του Ιουλίουκαιο βασιλιάς παραιτήθηκε υπέρ του εννιάχρονου εγγονού του, κόμη του Παρισιού,και φυγαδεύτηκε στην Αγγλία. ΟΛουδοβίκος - Φίλιππος ήταν ο τελευταίος βασιλιάς της Γαλλίας.
Στις 24 Φεβρουαρίου 1848 ανακηρύχθηκε η Δεύτερη Δημοκρατία μεμια πρώτη προσωρινή κυβέρνηση μετη συμμετοχή όλων των δυνάμεων της αντιπολίτευσης, μετριοπαθών και ριζοσπαστών δημοκρατικών και σοσιαλιστών, με αρχηγό τονΛαμαρτίνο.[6] Συμμετείχαν οι σοσιαλιστές Λουί Μπλανκαι Λεντρύ-Ρολέν. Αυτή η κυβέρνηση απέρριψε την κόκκινη σημαία που πρότειναν οι σοσιαλιστές, επειδή οι αναμνήσεις του 1793 ήταν ακόμη νωπές, και καθιέρωσε την τρίχρωμη σημαία ως σύμβολο του Κράτους.[7]
Η νεοσυσταθείσα κυβέρνηση έλαβε αμέσως φιλολαϊκά μέτρα. Εφάρμοσε την καθολική ψηφοφορία, δημιούργησε θέσεις εργασίας για ανέργους, τα λεγόμενα Εθνικά Εργαστήρια, εφαρμόζοντας το δόγμα «δικαίωμα στην εργασία», μείωσε τις ώρες εργασίας σε 10 ημερησίως και κατάργησε τη δουλεία στις αποικίες. Επίσης επικράτησε ελευθερία του Τύπου καιη κατάργηση της χαρτοσήμανσης, οπότε η τιμή του φύλλου μειώθηκε. Πολλές εφημερίδες, μερικές εφήμερες, δημιουργήθηκαν τότε: περισσότερες από 300 στο Παρίσι και 94 στην επαρχία.
Παραχωρήθηκε πάλι το δικαίωμα των δημόσιων συναθροίσεων και δόθηκε το δικαίωμα σε κάθε πολίτη να συμμετέχει στην Εθνοφυλακή. Επίσης, γιανα προστατευθεί η κυβέρνηση από την πίεση για αντεκδικήσεις, θέσπισαν την κατάργηση της θανατικής ποινής για πολιτικά αδικήματα.[8]Η ιδιωτική ιδιοκτησία δεν αμφισβητήθηκε.[9]
Στις εκλογές του Απριλίου που ακολούθησαν, οι οποίες διεξήχθησαν για πρώτη φορά με καθολική ψηφοφορία ανδρών, υπερίσχυσαν οι μετριοπαθείς δημοκράτες, που ήταν αντίθετοι προς τον σοσιαλισμό και έσπευσαν να ακυρώσουν τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις της προσωρινής κυβέρνησης.
Οι επαναστάτες αντέδρασαν βίαια εισβάλλοντας στις 15 Μαΐου στοΠαλαί Μπουρμπόν. Διέλυσαν τη βουλή που συνεδρίαζε εκεί και ανέλαβαν να συγκροτήσουν προσωρινή κυβέρνηση αλλά η κυβέρνηση επιβλήθηκε και συνέλαβε και εξόρισε τους κυριότερους ριζοσπάστες αρχηγούς, τονΩγκύστ Μπλανκί, τον Φρανσουά Ρασπάιγ καιτονΑ. Μπαρμπές. Το σοσιαλιστικό κόμμα αποδυναμώθηκε.
Στις 21 Ιουνίου η κυβέρνηση έκλεισε τα Εθνικά Εργαστήρια, που χαρακτήρισε σαν εστίες ταραχών, και ανακοινώθηκε στους εργάτες να καταταχθούν στο στρατό ή να πάνε να εργασθούν στην επαρχία. Το αποτέλεσμα ήταν ανεργία χιλιάδων εργατών.
Λόγω όλων αυτών των ταραχών, της συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσης και της ανεργίας, που επιδεινώθηκε μετο κλείσιμο των Εθνικών Εργαστηρίων, αλλά και της γρήγορης εξάπλωσης των σοσιαλιστικών ιδεών, εκδηλώθηκαν ταραχές σε διάφορες περιοχές με αποκορύφωμα την πολύνεκρη εξέγερση της 23-26 Ιουνίου. Στις 23 Ιουνίου μερικές χιλιάδες εργάτες συγκεντρώθηκαν μπροστά στην αναμνηστική στήλη της πλατείας της Βαστίλης και οχυρώθηκαν πίσω από οδοφράγματα απαιτώντας την ανασύσταση των Εθνικών Εργαστηρίων.
Κηρύχθηκε αμέσως στρατιωτικός νόμος και στις οδομαχίες που ακολούθησαν επί τέσσερις μέρες οι επαναστάτες εξουδετερώθηκαν από την καλά οργανωμένη Εθνοφρουρά, πολλοί σκοτώθηκαν (περισσότεροι από 3.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και 5.000 τραυματίστηκαν) και περισσότεροι φυλακίσθηκαν και εκτοπίσθηκαν. Το «κόμμα της Τάξης» είχε νικήσει. Το σοσιαλιστικό κόμμα διαλύθηκε καιοι εφημερίδες του απαγορεύθηκαν.
Η κυβέρνηση Καβαινιάκπου συστάθηκε μετά τις δραματικές Ημέρες του Ιουνίου, ακολούθησε μια πολιτική που στόχευε στη διατήρηση της ενότητας μεταξύ των μετριοπαθών δημοκρατικών καιτων μοναρχικών συνιστωσών της Εθνοσυνέλευσης.
Μετο ξέσπασμα της επανάστασης τον Φεβρουάριο του 1848, ο ανεψιός τουΝαπολέοντα Α΄, Λουδοβίκος Ναπολέων, που είχε φυλακισθεί και εξορισθεί από το προηγούμενο καθεστώς, καιστα νιάτα του υπήρξε φιλελεύθερος, ακόμα καικαρμπονάρος, οργάνωσε ένα μικρό κόμμα βοναπαρτιστών, μετο οποίο εξελέγη σε πέντε νομούς και άρχισε να προετοιμάζεται για τις προεδρικές εκλογές, υποστηριζόμενος από το «κόμμα της Τάξης», πουτο αποτελούσαν μοναρχικοί και καθολικοί. Επωφελούμενος του ονόματός του, θύμιζε στους ψηφοφόρους τις μνήμες της εθνικής δόξας επί Ναπολέοντακαι κατόρθωσε να γίνει αρεστός σε όλους, δεσμευόμενος να υπερασπίσει τα συμφέροντά τους. Το κυριότερο, υποσχέθηκε τάξη και ευημερία στην αστική τάξη και τους αγρότες και βοήθεια στους φτωχούς.[10] Επίσης, οι εργάτες δυσαρεστημένοι από την υπόθεση των Εθνικών Εργαστηρίων, πίστευαν πως ο καινούργιος Βοναπάρτης ήταν σοσιαλιστής.
Στις προεδρικές εκλογές του Δεκεμβρίου 1848 οΛουδοβίκος Ναπολέων εξελέγη με καθολική ψηφοφορία ανδρών πρώτος Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, επιτυγχάνοντας ποσοστό 74,2%. Η θητεία του ήταν τετραετής χωρίς δυνατότητα επανεκλογής. Η κυβέρνηση που συγκρότησε αποτελούνταν από μοναρχικούς και βοναπαρτιστές.
Κατά την περίοδο της προεδρίας του τοποθέτησε στη διοίκηση καιστο στρατό ανθρώπους της εμπιστοσύνης τουκαι απέκτησε μεγάλη δημοτικότητα ταξιδεύοντας σε όλη τη χώρα. Ακολούθησαν χρόνια συντηρητικής πολιτικής, που χαρακτηρίστηκαν κυρίως από νόμους που καθιστούσαν πιο έντονη την παρουσία της Καθολικής Εκκλησίας στον τομέα της εκπαίδευσης (νόμος Falloux). Όταν τον Φεβρουάριο 1849 η κυβέρνηση τωνΠαπικών Κρατών αντικαταστάθηκε προσωρινά από δημοκρατική διακυβέρνηση καιο πάπας Πίος Θ΄ κατέφυγε από τη Ρώμη στηνΓκαέτα, ο Λουδοβίκος-Ναπολέων διοργάνωσε εκστρατεία υπέρ του Πάπα, γεγονός που προκάλεσε μια διαδήλωση από αριστερούς που κραύγαζαν ότι παραβιάσθηκε το σύνταγμα. Αυτό ήταν η πρόφαση γιανα ανακληθούν η ελευθερία του Τύπου καιτων δημοσίων συγκεντρώσεων. Τέλος, με ένα νόμο που απαιτούσε από τον εκλογέα να έχει τρία χρόνια διαμονή στο μέρος που ψήφιζε, 3 εκατομμύρια εκλογείς στερήθηκαν τα δικαιώματά τους, και σχεδόν όλοι τους ήταν εργάτες, και έτσι περιορίσθηκε η καθολική ψηφοφορία με πλάγιο τρόπο, από το φόβο επιστροφής της αριστεράς.[11]
Το Σύνταγμα απαγόρευε την επανεκλογή του προέδρου μετά την εκπνοή της τετράχρονης θητείας του. Μετά από κάποιες αποτυχημένες προσπάθειες αναθεώρησης του Συντάγματος, στις 2 Δεκεμβρίου 1851, ο Λουδοβίκος Ναπολέων έκανε πραξικόπημα διαλύοντας τη Βουλή, επιδιώκοντας με αυτόν τον τρόπο να αναθεωρήσει το επίμαχο άρθρο του συντάγματος που απαγόρευε την επανεκλογή τουστην προεδρία της Δημοκρατίας. Μια αντίσταση φιλελεύθερη και αστική που διοργανώθηκε, κατεστάλη τόσο στο Παρίσι όσο καισε άλλες πόλεις στην επαρχία. Ενώ οι εργατικές τάξεις του Παρισιού, που θυμούνταν ακόμη τις ημέρες του Ιουνίου 1848, φάνηκαν απρόθυμες να υπερασπιστούν ένα καθεστώς που είχε αγωνιστεί εναντίον τους, η επαρχία κινητοποιήθηκε έντονα σε πολλά μέρη. [12]Το νέο αυταρχικό καθεστώς συνέλαβε και εκτόπισε κάθε διαφωνούντα. Θέσπισε στη συνέχεια νέο σύνταγμα, όπου προέβλεπε την επαναφορά της καθολικής ψηφοφορίας και προκήρυξε δημοψήφισμα, το οποίο ενέκρινε το νέο Σύνταγμα. Τον Νοέμβριο 1852, με νέο δημοψήφισμα, οΛουδοβίκος Ναπολέων ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας.[13]
Η Δεύτερη Δημοκρατία προώθησε, μέσω της καθολικής ψηφοφορίας, την πολιτικοποίηση του πληθυσμού. Από την αρχή του καθεστώτος, το τέλος της λογοκρισίας επέτρεψε την ευκολότερη κυκλοφορία ιδεών, ειδικά στην εργατική τάξη καιτα Εθνικά Εργαστήρια έγιναν χώρος γιατη διάδοση της σοσιαλιστικής σκέψης μεταξύ των εργαζομένων, γεγονός που αποτέλεσε έναν από τους λόγους γιατο κλείσιμό τους. [14]Στις επαρχίες, οι ριζοσπαστικές ιδέες κυκλοφορούσαν επίσης μέσα από τη λαογραφία, τους χορούς καιτα τραγούδια. [15]
Οι σύλλογοι καιοι πολιτικές λέσχες ήταν ένας σημαντικός χώρος γι' αυτή την εξάπλωση προς τον σοσιαλισμό, γεγονός που οδήγησε το «κόμμα της Τάξης» να απαγορεύσει πολλούς. Οι δικές του ιδέες κυκλοφορούσαν κυρίως μέσα από την Εκκλησία και γενικότερα από τον ρόλο της εποπτείας που θεωρούσε ότι έχει στον πληθυσμό. Ένας χάρτης πολιτικής επιρροής (ιδιαίτερα εμφανής κατά τη διάρκεια των εκλογών 1849) παρουσίαζε μια συντηρητική Γαλλία προς τα βόρεια και δυτικά, και ριζοσπαστική στο κέντρο και ανατολικά.[16]
↑ 4,04,14,24,3André Jardin et André-Jean Tudesq,La France des notables : I. L'évolution générale, 1815 - 1848 , Seuil, 1973, 249 p. (ISBN 2-02-000666-9).
↑Francis Démier, La France du xixe siècle, 1814 - 1914, Seuil, 2000, p. 213.
↑Francis Démier, La France du xixe siècle, 1814 - 1914 , Seuil, 2000, 602 p. (ISBN 9782020406475).
↑Maurice Agulhon,1848 ou l'apprentissage de la République (1848-1852) , Paris, Éditions du Seuil, coll. « Points. Histoire / Nouvelle histoire de la France contemporaine, no 8 » (no 108), 1973, 249 p.
↑Maurice Agulhon, 1848 ou l'apprentissage de la République (1848-1852)Paris, Éditions du Seuil, coll. « Points. Histoire / Nouvelle histoire de la France contemporaine, no 8 » (no 108) 1973, p. 128 - 130.