Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί καινα αφαιρεθεί. Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 11/03/2024.
ΗΕκκλησία της Κύπρου είναι η πρώτη από τις δεκαπέντε ΑυτοκέφαλεςΕκκλησίεςπου συναποτελούν τηνΟρθόδοξη Εκκλησία. Είναι η μοναδική αρχαία Αυτοκέφαλη Εκκλησία από το 431 μ.Χ. όταν ηΓ’ Οικουμενική Σύνοδος αναγνώρισε την Εκκλησία ως ανεξάρτητη και αυτοκέφαλη και έτσι η πρώτη στην τάξη μετά ταπρεσβυγενή Πατριαρχεία. Πρώτος Επίσκοπος, ιδρυτής και προστάτης υπήρξε οΑπόστολος Βαρνάβαςτου οποίου η μνήμη εορτάζεται την11η Ιουνίου. Πιστεύεται ότι ο τότε αρχιεπίσκοπος της Κύπρου Ανθέμιος, είδε στο όνειρό τουτον Απόστολο Βαρνάβα νατου φανερώνει τον τόπο θαβής του. Ο Ανθέμιος φτάνοντας στο σημείο εκείνο, βρήκε τα λείψανα του Αποστόλου Βαρνάβα μαζί μετο ευαγγέλιο του αποστολιστή Ματθαίου. Ακολούθως, πήγε στην Κωνσταντινούπολη καιτα χάρισε στον αυτοκράτορα Ζήνωνα. Σημερινός 76ος προκαθήμενός της είναι οΑρχιεπίσκοπος Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου Γεώργιος, που εξελέγη στις 24 Δεκεμβρίου 2022.
«...Έξουσι το ανεπηρέαστον και αβίαστον οιτων αγίων Εκκλησιών, των κατά την Κύπρον, προεστώτες, κατά τους Κανόνας των οσίων Πατέρων, καιτην αρχαίαν συνήθειαν, δι΄ εαυτών τας χειροτονίας των ευλαβεστάτων Επισκόπων ποιούμενοι...»
Η Εκκλησία της Κύπρου απαρτίζεται από τις ακόλουθες αρχιερατικές Επαρχίες, οι οποίες αναγράφονται κατά την τάξη τους, που καθορίζεται από τα πρεσβεία των Αρχιερέων που τις ποιμαίνουν
Η σύνθεση των Επαρχιών, μπορεί να τροποποιηθεί με απόφαση της Ιεράς Συνόδου, γιατη λήψη της οποίας απαιτείται αυξημένη πλειοψηφία των τριών τετάρτων (3/4) των μελών και συναίνεση του οικείου Αρχιερέα.
ΗΙερά Σύνοδος αποτελεί την ανωτάτη αρχή της Εκκλησίας της Κύπρου και ενεργεί με βάση τις Θείες Γραφές, τους Ιερούς Κανόνες, τις Εκκλησιαστικές Παραδόσεις καιτον Καταστατικό Χάρτη. Αυτή απαρτίζεται από τους εν ενεργεία Αρχιερείς, που έχουν εκλεγεί και χειροτονηθεί κανονικώς, δηλαδή τον Αρχιεπίσκοπο, τους Μητροπολίτες και τους Επισκόπους (επαρχιούχους καιμη). Συγκαλείται από τον Αρχιεπίσκοπο Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου, ο οποίος είναι ο κανονικός Πρόεδρός της. Εάν αυτός κωλύεται, η Ιερά Σύνοδος συγκαλείται και προεδρεύεται από τον πρώτο τη τάξη από τα μέλη της, με γνώμη και εντολή, εφόσον αυτή είναι εφικτή, του Αρχιεπισκόπου (εάν αυτή δεν είναι εφικτή, με εντολή της πλειοψηφίας των τριών τετάρτων των μελών της). Σε περίπτωση χηρείας του Αρχιεπισκοπικού Θρόνου, η σύγκληση της Ιεράς Συνόδου γίνεται από τον Τοποτηρητή του.
Η Ιερά Σύνοδος συνέρχεται στην Ιερά Αρχιεπισκοπή, ή εάν συντρέχει σπουδαίος λόγος, όπου ορίσει ο Αρχιερέας, πουτην συγκαλεί, τακτικώς μεν τέσσερις (4) φορές τον χρόνο, κατά την πρώτη, μετά τη Διακαινήσιμο, Εβδομάδα και κατά το πρώτο δεκαπενθήμερο των μηνών Φεβρουαρίου, Ιουνίου και Σεπτεμβρίου, εκτάκτως δε όσες φορές εκείνος που δικαιούται νατη συγκαλέσει κρίνει εύλογη την σύγκλησή της ή ζητηθεί αυτή από την πλειοψηφία των μελών της Ιεράς Συνόδου. Η ημερήσια διάταξη των συνεδριών της Ιεράς Συνόδου καταρτίζεται από τον Πρόεδρο της. Συζήτηση θέματος εκτός ημερήσιας διάταξης είναι δυνατή, εφόσον είναι παρόντα και συναινούν όλα τα μέλη της Ιεράς Συνόδου.
Η Ιερά Σύνοδος έχει το τεκμήριο της αρμοδιότητας και κατά συνέπεια διασκέπτεται και αποφασίζει για κάθε εκκλησιαστική υπόθεση, γιατην οποία δεν υπάρχει ρητή πρόβλεψη από τους Ιερούς Κανόνες καιτον Καταστατικό Χάρτη. Η Ιερά Σύνοδος διαφυλάσσει τη δογματική, κανονική και λατρευτική τάξη στην Εκκλησία της Κύπρου και διατηρεί την ενότητα της πίστεως καιτην εκκλησιαστική κοινωνία μετο Οικουμενικό Πατριαρχείο και τις λοιπές Ορθόδοξες Εκκλησίες. Ακόμα, ρυθμίζει τις σχέσεις της Εκκλησίας της Κύπρου με τις άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες, τις Ετερόδοξες Εκκλησίες και Ομολογίες καιτα λοιπά θρησκεύματα και μεριμνά γιατην κήρυξη του Ευαγγελίου καιτη διάδοση της πίστεως, επαγρυπνεί γιατη θρησκευτική διδασκαλία των πιστών και αποφασίζει γιατα αναγκαία μέτρα προς στερέωση και τελείωση στην πίστη και προαγωγή και ανύψωση της κατά Χριστόν ζωής του πληρώματος της Εκκλησίας της Κύπρου.
Αρμοδιότητα της Συνόδου είναι η άσκηση της ανώτατης δικαστικής εξουσίας στην Εκκλησία της Κύπρου, σύμφωνα με τις ειδικές διατάξεις γιατα εκκλησιαστικά δικαιοδοτικά όργανα. Η Σύνοδος εποπτεύει το Κεντρικό Εκκλησιαστικό Ταμείο, τον Φορέα Μισθοδοσίας του Εφημεριακού Κλήρου καιτο Ελεγκτικό Τμήμα της Εκκλησίας της Κύπρου.
Ο Αρχιεπίσκοπος Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου έχει την ευθύνη της διαποίμανσης της Αρχιεπισκοπικής Περιφέρειας. Κατά τους Ιερούς Κανόνες, είναι ο Πρώτος της Εκκλησίας της Κύπρου και απολαμβάνει τα προνόμια που ανήκουν στον Πρώτο, σύμφωνα με τους Ιερούς Κανόνες καιτην εκκλησιαστική παράδοση, καθώς καιτων, κατά την τοπική εκκλησιαστική παράδοση, αρχαίων προνομίων του, τελετουργικής και εθιμοτυπικής φύσης.
Στα δικαιώματα του Αρχιεπισκόπου ανήκουν ειδικότερα τα εξής:
Συγκαλεί την Ιερά Σύνοδο και προεδρεύει αυτής και διατηρεί την ενότητα στην Ιεραρχία της Εκκλησίας της Κύπρου.
Μνημονεύεται κατά τηΘεία Λειτουργία από τους Μητροπολίτες της Εκκλησίας της Κύπρου και τους Επισκόπους, καθώς και κατά τις ιεροπραξίες στις Σταυροπηγιακές Μονές.
Εκπροσωπεί την Εκκλησία της Κύπρου και αποτελεί το σύνδεσμο στις σχέσεις της με τις λοιπές Ορθόδοξες Εκκλησίες, καλλιεργεί τις σχέσεις με τους Προκαθημένους των Ορθόδοξων Εκκλησιών και διατηρεί την εκκλησιαστική κοινωνία με αυτούς.
Εκπροσωπεί την Εκκλησία της Κύπρου στις σχέσεις της με τις Ετερόδοξες Εκκλησίες και Ομολογίες καιτα λοιπά θρησκεύματα.
Εκπροσωπεί την Εκκλησία της Κύπρου στις σχέσεις της μετηνΠολιτεία.
Αναλαμβάνει, ως Τοποτηρητής, την προσωρινή διοίκηση Μητροπολιτικών Θρόνων, που έχουν κενωθεί, την οποία μπορεί να αναθέσει σε Έξαρχό του.
Απευθύνει, κατά τις Εορτές της ΑναστάσεωςκαιτωνΧριστουγέννων, εγκυκλίους σε όλη την Εκκλησία της Κύπρου, και έχει το δικαίωμα να δώσει εντολή για ανάγνωσή τους στους Ιερούς Ναούς της Εκκλησίας της Κύπρου.
Προΐσταται των χειροτονιών των Αρχιερέων ή παρέχει εντολή προς τούτο, σε άλλον Αρχιερέα.
Ιερουργεί σε όλη την Κύπρο, με απλή ανακοίνωση στον οικείο Αρχιερέα.
Η έδρα της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου, στηΛευκωσία
Γύρω στον 7ομε 9ο αιώνα, έγιναν διάφορες αραβικές επιδρομέςστο νησί οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα να καταστραφούν κάποιες Επισκοπές.
Γιανα προστατευτεί ο λαός της Κύπρου, ο τότε Αρχιεπίσκοπος μετην βοήθεια του Αυτοκράτορα Ιουστινιανού Β΄ του Ρινότμητου, μερίμνησε ώστε να μεταφερθούν οι πιστοί στην περιοχή της Κυζίκου κοντά στονΕλλήσποντο μέχρι που σταμάτησαν οι επιδρομές και τότε το νησί ήταν ασφαλές, οπόταν και γύρισε ο λαός πίσω το 698 μ.Χ.
Η νέα «χώρα» που έζησαν οι Κύπριοι ονομάστηκε Νέα Ιουστινιανή προς τιμήν του Αυτοκράτορος που συνέβαλε στην ασφάλειά τους και υπήρξε η νέα έδρα του Αρχιεπισκόπου Κύπρου - η οποία αναγνωρίστηκε μετον 39ο κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδουτο 691 μ.Χ.
Έκτοτε, ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου, φέρει τον τίτλο: Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου.
Κατά την περίοδο όμως της Φραγκοκρατίας στην Κύπρο (1192-1571), οιΛατίνοι κατακτητές επιχείρησαν να επέμβουν στην θρησκεία του τόπου καινα περιορίσουν τηνΟρθοδοξία. Ένα από τα μέτρα που έλαβαν τότε και συγκεκριμένα το 1222, ήταν να μειώσουν τις Ορθόδοξες Επισκοπές από 14 σε 4, όσες ήταν δηλαδή καιοιΡωμαιοκαθολικές. Από τότε, εκτός από την Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου, διατηρήθηκαν μόνο οι Επισκοπές - Μητροπόλεις Πάφου, ΚιτίουκαιΚηρυνείας. Αυτό παρέμεινε μέχρι το 1973 οπότε και εδημιουργήθηκαν δύο νέες Μητροπόλεις, ήτοι ηΛεμεσούκαιηΜόρφου. Φυσικά, κατά καιρούς υπήρξαν Τιτουλάριοι Επίσκοποι κάποιων πάλαι ποτέ διαλαμψασών Επισκοπών (όπως Λήδρας, Ταμασού, Τριμυθούντος, Σαλαμίνος κ.λπ.), οι οποίοι ήταν βοηθοί του Αρχιεπισκόπου ή άλλων Μητροπολιτών.
Η τελευταία διεύρυνση της ιεραρχίας της Εκκλησίας της Κύπρου, το 2007, είχε ως αποτέλεσμα την δημιουργία-ανασύσταση και άλλων Επισκοπών, κάποιες από τις οποίες έγιναν Μητροπόλεις (με Εκκλησιαστική Περιφέρεια), και κάποιες άλλες Χωρεπισκοπές (χωρίς Εκκλησιαστικη Περιφέρεια). Νέες Μητροπόλεις είναι ηΚωνσταντίας, Κύκκου, ΤαμασούκαιΤριμυθούντος. Νέες Χωρεπισκοπές εκτός από τις ήδη υπάρχουσες ΣαλαμίνοςκαιΑρσινόης, είναι οιΚαρπασίας, Αμαθούντος, ΝεαπόλεωςκαιΜεσαορίας, ενώ τον τίτλο του Επισκόπου της ΛήδραςκαιτωνΧύτρων πήραν οι Ηγούμενοι των Σταυροπηγιακών Μονών Παναγίας ΜαχαιράκαιΑγίου Νεοφύτου.
Εκτός από τηνΙερά, Βασιλική και Σταυροπηγιακή Μονή της Παναγίας του Κύκκου, η οποία έχει υπό την διοίκησή της Μητροπολιτική Περιφέρεια καιοΗγούμενός της είναι οΠανιερώτατος Μητροπολίτης Κύκκου και Τυλληρίας κ. Νικηφόρος, υπάρχουν ακόμη δύο Σταυροπηγιακές Μονές οι οποίες δεν υπάγονται σε καμμία Μητροπολιτική Περιφέρεια καιο Ηγούμενός τους έχει τον τρίτο της Ιερωσύνης βαθμό, αυτόν του Επισκόπου:
Αλιβιζάτος, Αμίλκας (1973). «Το Αυτοκέφαλον της Εκκλησίας της Κύπρου εν Περιπτώσει Ενώσεως της Κύπρου μετά της Μητρός Ελλάδος». Στο: Παπαδόπουλος, Θεόδωρος· Χριστοδούλου, Μενέλαος. Πρακτικά του Πρώτου Διεθνούς Κυπρολογικού Συνεδρίου. 3. Λευκωσία: Εταιρεία Κυπριακών Σπουδών. σελ. 27-28.