|
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο.
Το πρότυπο τοποθετήθηκε χωρίς ημερομηνία. Για τη σημερινή ημερομηνία χρησιμοποιήστε: {{χωρίς παραπομπές|5|06|2024}} |
Ηλεκτρικό οξύ
|
|
Γενικά
|
Όνομα |
Ηλεκτρικό οξύ
|
Συνώνυμα |
Βουτανοδιοϊκό οξύ, Σουκινικό οξύ
|
Χημικός τύπος |
C4H6O4
|
SMILES |
OC(=O)CCC(=O)O
|
Μοριακό βάρος |
118,09 g/mol
|
Εμφάνιση |
Άχρωμοι κρύσταλλοι
|
Αριθμός CAS |
110-15-6
|
Αριθμός EC |
203-740-4
|
Ιδιότητες
|
Σημείο τήξης |
187-189°C (460-462 K)
|
Σημείο βρασμού |
235°C (508,15 K)
|
Ειδικό βάρος |
1,56
|
Διαλυτότητα στο νερό |
58 g / l (20°C)
|
Δείκτης Διάθλασης (RI) |
1,405
|
Ασφάλεια
|
|
Προσδιορισμός κινδύνων |
Ερεθιστικό για τα μάτια και το δέρμα
|
Σημείο ανάφλεξης |
206°C
|
Θερμοκρασία Αυτανάφλεξης |
630°C
|
Φράσεις R/S |
R: 36,37,38 S: 26,37,39
|
MSDS |
Σύνδεσμος MSDS
|
Η κατάσταση αναφοράς είναι η πρότυπη κατάσταση εκτός αν σημειώνεται διαφορετικά
|
Το ηλεκτρικό οξύ (αγγλ.: succinic acid) είναι ένα φυσικό οργανικό δικαρβοξυλικό οξύ με τέσσερα άτομα άνθρακα. Απαντά σε πολλά φυτικά είδη, στα περισσότερα φρούτα και λαχανικά αλλά και στο ήλεκτρο (κεχριμπάρι) από όπου πήρε και το όνομά του. Χρησιμοποιείται ως πρόσθετο στα τρόφιμα (Ε363), κυρίως ως βελτιωτικό γεύσης και ως ρυθμιστής οξύτητας. Είναι ενδιάμεσο ενός κύκλου μεταβολισμού σακχάρων σε ζώντες οργανισμούς μεγάλης βιολογικής σημασίας (κύκλος κιτρικού οξέος – κύκλος του Krebs), μέρος της διαδικασίας κατά την οποία οι ζωντανοί οργανισμοί μετατρέπουν την τροφή σε ενέργεια.
Σε ΚΣ είναι σε μορφή άχρωμης κρυσταλλικής σκόνης με σημείο τήξης τους 187 - 189°C. Είναι ευδιάλυτο στο νερό αλλά ελάχιστα διαλυτό στην αιθανόλη, τον αιθέρα και την ακετόνη. Είναι ουσιαστικά αδιάλυτο στο βενζόλιο και τον τετραχλωράνθρακα.
Αποτελεί περίπου το 8% του ήλεκτρου, ενώ πέρα από το φυτικό βασίλειο ανευρίσκεται σε ζωικούς ιστούς και στο αίμα. Έχει αντιοξειδωτικές ιδιότητες.
Το ηλεκτρικό οξύ, όπως τα περισσότερα δικαρβοξυλικά οξέα, σχηματίζει εύκολα ανυδρίτη κατά την θέρμανση. Κατά την θέρμανση του αμμωνιακού του άλατος ή του διαμιδίου του σχηματίζεται σουκκινιμίδιο (ετεροκυκλικό ιμίδιο).
Το ηλεκτρικό οξύ χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα στην Ευρώπη ως φυσικό αντιβιοτικό για πολλούς αιώνες και ιδιαίτερα την περίοδο του Μεσαίωνα χρησιμοποιήθηκε ως όπλο εναντίον των λοιμών που μάστιζαν την περιοχή.
Τις δεκαετίες του 1930 και 1940, Ευρωπαίοι βιοχημικοί ανακάλυψαν ότι το ηλεκτρικό οξύ παράγεται στα κύτταρα του σώματος και συμμετέχει ως ενδιάμεσο προϊόν στο κύκλο του κιτρικού οξέος κατά τον οποίο οι ζωντανοί οργανισμοί μετατρέπουν την τροφή σε ενέργεια.
Το ηλεκτρικό οξύ παράγεται συνήθως με απόσταξη του ήλεκτρου ή με τη ζύμωση του τρυγικού αμμωνίου ή του μηλικού ασβεστίου.
Συνθετικά μπορεί να παρασκευαστεί από την ένωση με νάτριο του μηλονικού διαιθυλεστέρα, σύμφωνα με την παρακάτω πορεία:
Επίσης μπορεί να παρασκευαστεί με την καταλυτική υδρογόνωση του μαλεϊκού οξέος ή του ανυδρίτη αυτού, και σε μικρές ποσότητες από την οξείδωση του οξικού οξέος με υπερθειϊκό κάλιο.
Το ηλεκτρικό οξύ χρησιμοποιείται ως πρόσθετο στα τρόφιμα (Ε363), κυρίως ως βελτιωτικό γεύσης και ως ρυθμιστής οξύτητας.
Επίσης χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη για την παρασκευή ενδιάμεσων προϊόντων για χρώματα, αρώματα, φωτογραφικά χημικά, αλκυδικές ρητίνες και πλαστικοποιητές, ενώ τα τελευταία χρόνια αυξάνεται η χρήση του για θεραπευτικούς σκοπούς, ως αντιβιοτικό και αντιοξειδωτικό για την καταπολέμηση των τοξικών ελεύθερων ριζών.
Το ηλεκτρικό οξύ γενικά δεν παρουσιάζει κανένα σημαντικό κίνδυνο για την υγεία των ανθρώπων. Είναι φυσικό συστατικό των κυττάρων του σώματος και έτσι μεταβολίζεται από το σώμα. Δεν έχει καθοριστεί ανώτατο όριο καθημερινής λήψης, ούτε έχουν παρατηρηθεί παρενέργειες από τη λήψη του.
π • σ • ε
Καρβοξυλικά οξέα |
---|
| Αλκανικά οξέα | | | Αλκενικά οξέα | | | Αλκινικά οξέα | | | Αλκαδιενικά οξέα | | | Αλκανοδιικά οξέα | | | Αλκενοδιικά οξέα | | | Αρωματικά οξέα | | | Αλαλκανικά οξέα | | | Διαλαλκανικά οξέα | | | Τριαλαλκανικά οξέα | | | Αλαλκενικά οξέα | | | Υδροξυοξέα | | | Αλδεϋδοξέα και κετοξέα | | | Υδροθειοξέα | | | Νιτροαλκανικά οξέα | |
|