Ηλεκτρονικά απόβλητα, γνωστά και ως e-waste, είναι τα απόβλητα που προκύπτουν από τις ηλεκτρονικές και ηλεκτρικές συσκευές. Τα ηλεκτρονικά απόβλητα, ανδεν διαχειριστούν κατάλληλα, αποτελούν κίνδυνο γιατο περιβάλλον καιτην ανθρώπινη υγεία και αποτελούν ένα παγκόσμιο περιβαλλοντικό πρόβλημα. Κάθε χρόνο παράγονται περίπου 40 εκατομμύρια τόνοι ηλεκτρονικών αποβλήτων σε παγκόσμιο επίπεδο.[1]Οι ηλεκτρικές συσκευές περιέχουν συστατικά όπως χαλκό, χρυσό, άργυρο, μόλυβδο, υδράργυροκαιπλαστικό. Κάποια από τα οποία μπορούν να ανακτηθούν με τις κατάλληλες διαδικασίες ανακύκλωσης, αντιμετωπίζοντας παράλληλα τα επικίνδυνα συστατικά.[2]
Τα προβλήματα υγείας που σχετίζονται μετα ηλεκτρονικά απόβλητα μπορεί να οφείλονται στην άμεση επαφή με στοιχεία όπως ομόλυβδος, τοκάδμιο, οιβρωμιούχοι επιβραδυντές φλόγαςκαιταπολυχλωριωμένα διφαινύλια. Επίσης, η εισπνοή τοξικών αναθυμιάσεων αλλά και εισχώρηση των χημικών στοιχείων στην τροφική αλυσίδα μέσω της ρύπανσης του εδάφους καιτου νερού είναι πιθανές αιτίες για διάφορα ιατρικά προβλήματα. Τα παιδιά είναι πιο ευάλωτα στους κινδύνους υγείας που σχετίζονται με ηλεκτρονικά απόβλητα λόγω της απορρόφησης μεγαλύτερου ποσού τοξικών ρύπων αναλογικά μετο μέγεθός τους.[3]
Το 50%-80% των ηλεκτρονικών αποβλήτων από όλον τον κόσμο καταλήγουν σε χωματερές ανεπίσημης «ανακύκλωσης» σε χώρες όπως ηΚίνα, ηΙνδία, τοΠακιστάνκαιοιΦιλιππίνες, όπου κάτοικοι των περιοχών επιβιώνουν αποσυναρμολογώντας και καίγοντας τα απόβλητα ώστε να ανακτηθούν τα συστατικά τους (μέταλλα όπως χαλκός και χρυσός) καινα μεταπωληθούν. Οι ρύποι που προκύπτουν από αυτές τις διαδικασίες είναι επιζήμιοι γιατην υγεία καιτο περιβάλλον.[1][4] Γνωστά παραδείγματα τέτοιων χωματερών αποτελούν η πόλη Guiyu στηνΚίνακαιτο Agbogbloshie στηνΓκάνα. Η υγεία των παιδιών που μεγαλώνουν σε τέτοιες περιοχές βρίσκεται σε ιδιαίτερο κίνδυνο.[3]
Η σύμβαση της Basel (Βασιλείας) γιατον έλεγχο της διασυνοριακής διακίνησης επικίνδυνων αποβλήτων και της διάθεσής τους, είναι διεθνής σύμβαση που εγκρίθηκε το 1989 στη βάση διαπραγμάτευσης υπό την αιγίδα του προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών γιατο περιβάλλον. Η σύμβαση ρυθμίζει τη διασυνοριακή διακίνηση επικίνδυνων και λοιπών αποβλήτων και απαιτεί από τα μέρη να διασφαλίζουν την περιβαλλοντικά ορθή διαχείριση και διάθεση τους. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει υπογράψει τη σύμβαση που τέθηκε σε εφαρμογή από το 1994.[5] Σύμφωνα μετην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Περιβάλλοντος, η εξαγωγή ηλεκτρονικών αποβλήτων προς αναπτυσσόμενες χώρες συνεχίζεται σε μεγάλο βαθμό παράνομα.[6][7]