ΗΙρλανδία (ιρλανδικά: Éire, αγγλικά: Ireland) είναι ένα μεγάλο νησί της βορειοδυτικής Ευρώπης, δυτικά από τηΜεγάλη Βρετανία. Έχει έκταση 84.421 τ.χλμ. Το μεγαλύτερο μέρος του εδάφους είναι πεδινό ή λοφώδες. Υπάρχουν μόνο χαμηλά βουνά, κυρίως στην περιφέρεια του νησιού. Στα νοτιοδυτικά το όρος Καραντούελ (αγγλικά: Carrauntoohil, 1.039 μ.), στα νοτιοανατολικά το όρος Lugnaquilla (925 μ.) κ.ά.
Οι ακτές παρουσιάζουν μικρή κατάτμηση στα ανατολικά, μέτρια στα νότια και μεγάλη στα δυτικά καιστα βόρεια. Το κλίμα είναι υγρό ωκεάνιο, με συχνές βροχοπτώσεις, που διατηρούν τα εκτεταμένα λιβάδια πράσινα σε όλη τη διάρκεια του έτους.
Υπάρχουν πολλοί ποταμοί, μικρού όμως μήκους: Σάνον (Shannon, 364 χλμ.), Μπλάκγουοτερ (Blackwater, 168 χλμ.), Σούιρ (Suir, 184 χλμ.), Σλέινι (Slaney, 167 χλμ.) κ.ά. Στο βορειοκεντρικό ιδίως τμήμα του νησιού σχηματίζονται πολλές λίμνες.
Μεταξύ της Ιρλανδίας και της Μεγάλης Βρετανίας βρίσκεται ηΙρλανδική θάλασσα, της οποίας διέξοδοι στον Ατλαντικό είναι οΒόρειος πορθμόςκαιοΠορθμός του Αγίου Γεωργίου.
Οι πρώτες γραπτές αναφορές προέρχονται από τους κλασικούς ελληνο-ρωμαίους γεωγράφους. ΟΠτολεμαίος ονομάζει το νησί «Μικρή Βρετανία». Στο έργο τουΓεωγραφική Υφήγησις («Γεωγραφία») ονομάζει την Αγγλία Ἀλβιόνα καιτην Ιρλανδία Ἰουερνία. Οι Ρωμαίοι την ονόμαζαν Hibernia ή Scotia.
ΟιΚέλτες της Ιρλανδίας είχαν αναπτύξει έναν αξιόλογο πολιτισμό, τον οποίο βρήκε καιοΆγιος Πατρίκιος όταν πήγε να διαδώσει τον χριστιανισμό στους Κέλτες.
Στα πέντε κελτικά βασίλεια – τοΌλστερ, τοΜιθ (Meath), τοΛένστερ, τοΜάνστερκαιτοΚόνοτ (Connacht) – πέντε ανεξάρτητοι ο ένας από τον άλλο βασιλιάδες διοικούσαν την Ιρλανδία, που διοικούνταν από το σύστημα των φυλών αλλά όλες οι αναγνώριζαν την πόλη της Τάρα (Tara) σαντο κέντρο –την πρωτεύουσα τους. Εκεί στέφονταν οι βασιλιάδες της κάθε φυλής, εκεί συγκροτούσαν τη συνέλευση των προκρίτων ολόκληρης της Ιρλανδίας, όταν έπρεπε να συζητήσουν για θέματα γενικού ενδιαφέροντος, γιανα εγκρίνουν τους υποχρεωτικούς για όλους νόμους, κ.α. Αλλά και κάθε πρωτεύουσα των χωριστών βασιλείων είχε το δικό της επαρχιακό συμβούλιο, στο οποίο συζητούσαν τα τοπικά θέματα. Μετά τις συγκεντρώσεις του συμβουλίου αυτού,
Στις γιορτές τραγουδιστές, παραμυθάδες, ποιητές, μίμοι, ακροβάτες, γελωτοποιοί διασκέδαζαν το κοινό ενώ συγχρόνως γίνονταν αθλητικοί και παλαιστικοί αγώνες. Οι Ιρλανδοί είχαν αλφάβητο, είχαν εκτενή ποιητική και μυθολογική φιλολογία.
Η θρησκεία τους ήταν ένας ανιμιστικός πολυθεϊσμός, στον οποίο τις ιεροπραξίες τις έκαναν οι λευκοντυμένοι Δρυΐδες τους, πουσαν όλες τις ιερατικές τάξεις παντού, είχαν αυξημένες δραστηριότητες και συντόνιζαν σχεδόν τα πάντα, δίπλα στους βασιλιάδες.
Η κοινωνική οργάνωση στηριζόταν στην οικογένεια. Πολλές οικογένειες αποτελούσαν τη φατρία, πολλές φατρίες το γένος και πολλά γένη τη φυλή. Όλα τα μέλη μιας φυλής –θεωρητικά τουλάχιστον- κατάγονταν από έναν κοινό πρόγονο. Τον 7ο αιώνα, το μεγαλύτερο μέρος του εδάφους ήταν κοινή ιδιοκτησία των γενών ενώ η ατομική ιδιοκτησία περιορίζονταν στα είδη ατομικής χρήσης. Από τότε και μετά, σιγά- σιγά αναπτύχθηκε η τοπική αριστοκρατία που κατείχε μεγάλες εκτάσεις γης ενώ απέναντι της είχε την τάξη των ελεύθερων χωρικών, των εκμισθωτών των αγρών καιτων δούλων.
Οχριστιανισμός, έφτασε στην Ιρλανδία, το 431 μ.Χ. κατ’ αρχήν μετον επίσκοπο Παλλάδιο, τον πρώτο διορισμένο – από τονπάπα Σελεστίνο -επίσκοπο της Ιρλανδίας, αλλά ουσιαστικά μετονΆγιο Πατρίκιο, έναν Κέλτη της Βρετανίας, το 432. Παρόλο που ούτε ο βασιλιάς, ούτε καιοι δρυΐδες προσηλυτίστηκαν, ωστόσο του επέτρεψαν να κηρύξει, καιο λαός τον ακολούθησε με μεγάλο ζήλο. Χειροτόνησε λοιπόν ιερείς, έχτισε εκκλησίες, ίδρυσε μοναστήρια και πεθαίνοντας το 461 είχε αφήσει πολλούς συνεχιστές του έργου του καθώς καιτη φήμη του αγίου.[2]
Οι Νορβηγοί καιοι Δανοί πειρατές μαθαίνοντας τα πλούτη των ιρλανδικών μοναστηριών άρχισαν δειλές στην αρχή αποβάσεις. Η πρώτη κατεγραμμένη νορβηγική επιδρομή το 795, ήταν περισσότερο κατασκοπευτική.
Ακολούθησε η επιδρομή του 798 στην ακτή της Μπρέγκα καιτο 807 στην ακτή του Κόναχτ.
Το 825 όμως, η επιδρομή ήταν μεγαλύτερη και από τότε οι επιδρομές πύκνωναν. Ακολούθησαν επιδρομές του 837 (60 μακρόστενα πλοία με 1500 άντρες), του 845, του 847.
Νορμανδοί εγκαταστάθηκαν μόνιμα, κοντά στην ακτή και ίδρυσαν τοΔουβλίνο, τοΓουότερφορντ, το Γουέξφορντ, τοΛίμερικ, τοΚορκκαι άλλες μεγάλες πόλεις και έκαναν φόρου υποτελές το βόρειο τμήμα του νησιού. Οι Ιρλανδοί βασιλιάδες πολεμώντας συγχρόνως τους εισβολείς αλλά και τους άλλους Ιρλανδούς βασιλιάδες δεν κατάφεραν να τους αποκρούσουν αποτελεσματικά. Οι Νορβηγοί χρησιμοποιούσαν και τους ποταμούς, κυρίως τον Σάννον γιανα χτυπάνε μέχρι την ενδοχώρα.
Το 853 οΌλαφ ο Λευκός γεννημένος στην Ιρλανδία, έγινε βασιλιάς του Δουβλίνου.
Στον νότο ένας από τους Ιρλανδούς βασιλιάδες ο Μπράιαν Μπορούμπα ή Μπόροου (941-1014) –αφού εγκαθίδρυσε την κυριαρχία τουστο βασίλειο του Μύνστερ, νίκησε τους Νορβηγούς στο Λίμερικ, το 977, καιτον Ιρλανδό αντίπαλό του, το 978. Μετά προσπάθησε να επεκτείνει την κυριαρχία του. Τα επόμενα 20 χρόνια πέρασαν ανάμεσα σε εμφύλιες διαμάχες, καιτο 997 οι αντίπαλοι του αναγκάστηκαν να αναγνωρίσουν την κυριαρχία τουστο νότιο μέρος της χώρας καιη χώρα χωρίστηκε σε 2 βασίλεια.
Το 1013 αναγνωρίστηκε μονάρχης όλης Ιρλανδίας καιοι ιστορικοί τον θεωρούν τον πρώτο βασιλιά της Ιρλανδίας. Τότε ανοικοδομήθηκαν οι εκκλησίες καιτα μοναστήρια, ιδρύθηκαν σχολεία, επισκευάστηκαν οι δρόμοι καιοι γέφυρες, αποκαταστάθηκε η τάξη και κατεστάλη το έγκλημα. [3]
↑Οι Ιρλανδοί ταξιδιώτες, είναι μια επίσημα αναγνωρισμένη εθνοτική ομάδα στη Βόρεια Ιρλανδία, στο πλαίσιο της Διαταγής Φυλετικών Σχέσεων (Race Relations Order), 1997. Στη Δημοκρατία της Ιρλανδίας, έχουν χαρακτηριστεί ως «κοινωνική ομάδα». Τα έντυπα απογραφής, τους περιγράφουν ως ιρλανδούς ταξιδιώτες. Για περισσότερες πληροφορίες, δείτε: