Τοισοζύγιο κρατικού προϋπολογισμού[1] είναι μια οικονομική κατάσταση που παρουσιάζει τα προτεινόμενα κρατικά έσοδακαι τις κρατικές δαπάνεςγια ένα οικονομικό έτος. Αποτελεί τη διαφορά μεταξύ εσόδων και δαπανών. Ένα θετικό ισοζύγιο ονομάζεται «πλεόνασμα του κρατικού προϋπολογισμού» και ένα αρνητικό υπόλοιπο είναι ένα «έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού». Προετοιμάζεται προϋπολογισμός για κάθε επίπεδο διακυβέρνησης (από το εθνικό σε τοπικό) και λαμβάνει υπόψη τις υποχρεώσεις των υποχρεώσεων της δημόσιας κοινωνικής ασφάλισης.
Το υπόλοιπο του κρατικού προϋπολογισμού μπορεί να κατανεμηθεί στο «πρωτογενές ισοζύγιο» και στις πληρωμές τόκων στο συσσωρευμένο δημόσιο χρέος. Καιτα δύο μαζί δίνουν το υπόλοιπο του προϋπολογισμού. Επιπλέον, το δημοσιονομικό ισοζύγιο μπορεί να κατανεμηθεί σε «διαρθρωτικό ισοζύγιο» (γνωστό και ως «κυκλικά προσαρμοσμένο ισοζύγιο») καιστην κυκλική συνιστώσα: το διαρθρωτικό δημοσιονομικό ισοζύγιο επιχειρεί να προσαρμοστεί γιατον αντίκτυπο των κυκλικών μεταβολών στοπραγματικό ΑΕΠ, προκειμένου να καταδειχθεί η μακροπρόθεσμη δημοσιονομική κατάσταση.
Το πλεόνασμα ή το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού είναι μιαμεταβλητή ροή, δεδομένου ότι πρόκειται για ένα ποσό ανά μονάδα χρόνου (τυπικά ανά έτος). Έτσι είναι ξεχωριστό από τοΔημόσιο χρέος, το οποίο είναι μιαμεταβλητή αποθέματος, αφού μετράται σε συγκεκριμένο χρονικό σημείο. Η σωρευτική ροή των ελλειμμάτων ισούται μετο απόθεμα του χρέους.